"Έφυγε" η Ευαγγελία Μαργαρώνη

Έφυγε η Ευαγγελία Μαργαρώνη.

Η κηδεία της κας Ευαγγελίας Μαργαρωνη θα γίνει αύριο στη Νίκαια στις 12:30 στον Άγιο Ιωάννη.

1 «Μου αρέσει»

από τις τελευταίες της εποχής του ρεμπέτικου. αιωνία της η μνήμη.

Πληρεστάτη ημερών, θα προσέθετα. Αιωνία της η μνήμη.

Όμως ρε παιδιά, δεν “φεύγουν” οι άνθρωποι, απλά, πεθαίνουν. Κάτι αναπόφευκτο, άρα φυσιολογικό και αναμενόμενο. Και, ναι, γνωστό είναι ότι η λαϊκή πρακτική αποφεύγει να ονοματίζει το κακό: Ο καρκίνος είναι “Η κακιά αρρώστια”, γλυκάδι θα ονομάσει ο οινοπαραγωγός το ξύδι (γιατί δεν θέλει να του ξυδιάσει η παραγωγή του), εκατοντάδες παρόμοια παραδείγματα. Όμως πάντα, η προσπάθεια αυτή στόχο έχει να αποφευχθεί, αν γίνεται, το κακό. Το “Καλομελέτα, κι έρχεται” μας προετοιμάζει για το ότι αν, αντίθετα, κακομελετήσεις, κάτι κακό θα έρθει.
Αλλά ο θάνατος είναι κάτι που ο άνθρωπος, ό,τι και να προσπαθήσει να κάνει, δεν μπορεί να το αποτρέψει: άπαξ σαϊτεμένος απ’ τον Χάρο, δεν έχεις πιά ελπίδα και το μόνο που μπορείς να προσπαθήσεις να παζαρέψεις, είναι να δεχτεί να σ’ αφήσει να φάς και να πιείς για μια – δυό μέρες και μετά – να παρουσιαστείς αυτοβούλως.
Οι αγγελίες ενός θανάτου, σε παλιές εφημερίδες λ. χ., ξεκινούσαν με κάτι σαν “Απέθανεν εχθές το εσπέρας, κατόπιν μακράς και επωδύνου ασθενείας, ο / η κλπ. κλπ". Θυμάμαι επίσης, μικρό σκολιαρόπαιδο στην πολυκατοικία Ηπείρου 17 όπου γεννήθηκα και μεγάλωσα, να βλέπω χυμένα κάποιο μεσημέρι στο πάτωμα της εισόδου δεκάδες τηλεγραφήματα, αφημένα απ’ τον ταχυδρόμο (ανοιχτά, χωρίς φάκελο, εκείνη την εποχή) που όλα ξεκίναγαν με τις λέξεις: “Αδοκήτωι θανάτωι χψω, συλλυπούμεθα … " (τον μακαρίτη, τον είχε πατήσει αυτοκίνητο).
Η συνήθεια, ο θάνατος ενός ανθρώπου να αναγγέλλεται “κομψά” ως “φευγιό” είναι πολύ πρόσφατη, σίγουρα όχι παλαιότερη από 30 – 40 χρόνια και ξεκίνησε από τις εφημερίδες: “Έφυγε” ο / η τάδε”, συνήθως επώνυμο πρόσωπο. Η δική μου άποψη είναι ότι οι άνθρωποι δεν “φεύγουν”, πεθαίνουν (χωρίς βεβαίως εισαγωγικά…)

5 «Μου αρέσει»

“ή να αναφέρω επίσης την κ. Βαγγελία Μαργαρώνη, η οποία είναι πιανίστα και είναι ο μόνος μουσικός εν ζωή στην Ελλάδα που έχει προλάβει να συνεργαστεί με όλους τους προπολεμικούς τραγουδιστές-θρύλους, με όλους τους μεταπολεμικούς – ήταν 32 χρόνια το πιάνο του Τσιτσάνη, έχει παίξει σε ηχογραφήσεις κλασσικής μουσικής, έχει παίξει σε όλες τις ηχογραφήσεις ελαφρού τραγουδιού και παρολαυτά η ταπεινότατα της ήταν συγκλονιστική.”
Τα λόγια αυτά του Πάρη Μήτσου περιγράφουν με λίγες λέξεις την πορεία της. Ήταν ένα σημαντικό κεφάλαιο της λαικής μας μουσικής.

*Δεν κατάφερα να βρω την εκπομπή “Τα παντελόνια είναι περίεργα ρούχα,” που ήταν αφιερωμένη σε αυτή για να βάλω το λινκ.

2 «Μου αρέσει»
2 «Μου αρέσει»