Αν και όσο μου επιτρέπεται μια απόλυτη διαπίστωση με αντικειμενικά, κατά το δυνατόν, και γενικά αποδεκτά κριτήρια, μπορώ να πω με βεβαιότητα ότι ο Περιστέρης δεν ήταν ο καλύτερος μπουζουξής. Ήταν μεγάλος μουσικός και μαέστρος, έπαιζε άριστα κιθάρα, μαντολίνο, λαούτο κλπ αλλά μπουζουξής (“από κούνια” και “με σφραγίδα γνησιότητας”) δεν υπήρξε ποτέ!!! Έπαιξε μπουζούκι σε πολλές ηχογραφήσεις στο στούντιο σε σπουδαία τραγούδια αλλά μπουζουξής 1000% δεν έγινε ποτέ!!! Αυτό το γεγονός φαίνεται στα παιξίματα του και μιλάει μόνο του… Είναι σαν τον “τοματοχυμό” που γίνεται από χυμό τομάτας, λεμονιού, ξυδιού με προσθήκη αλευριού, πιπεριού, γάλακτος και σουσαμιού… Μπορεί να είναι νόστιμο (το συγκεκριμένο μίγμα αποκλείεται) αλλά δεν είναι τοματοχυμός…
Μπουζουξήδες που ανέδειξαν το μπουζούκι ήταν αυτοί που ακολούθησαν την, πριν από αυτούς, παράδοση και έδωσαν παράλληλα και στοιχεία νεωτερισμού με τις ιδέες τους, τα ταξίμια τους, τις συνθέσεις τους, τον χειρισμό του οργάνου κ.α. Στη δεκαετία του '30 μπουζουξήδες ήταν ο Μανέτας, ο Καραπιπέρης, ο ΠΑΤΡΙΑΡΧΗΣ Μάρκος, ο Χαλκιάς, ο Δελιάς, ο Κηρομύτης, ο Γενίτσαρης κ.α. Στα τέλη της δεκαετίας αυτής εμφανίζονται ο Παπαϊωάννου (ο ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΟΣ για εμένα μπουζουξής σε όλα του, νοοτροπία, φωνή, έκφραση, ποικιλία, αυστηρότητα, συνέπεια… Βάζω πολλά άλλα κριτήρια, όχι μόνο τα χέρια του…), ο ΤΕΡΑΣΤΙΟΣ Τσιτσάνης, o Μπαγιαντέρας και ακολουθούν ήδη στα ’30 αλλά με μεγαλύτερη παρουσία στα επόμενα χρόνια του '40 και του '50 ο ΜΕΓΑΣ Χιώτης, ο Χατζηχρίστος, ο Μητσάκης, ο ΤΙΤΑΝΑΣ Ζαμπέτας κ.α.
Εκτός των σπουδαίων αυτών μπουζουξήδων-προσωπικοτήτων που συνέθεσαν τις μεγάλες επιτυχίες και έδωσαν μια ανοδική και σπουδαία δυναμική στο τρίχορδο μπουζούκι - με προεξάρχοντα στη δεξιοτεχνία τον Χιώτη - , μετά το '50 αναδείχτηκαν φοβεροί εκτελεστές λιγότερο γνωστοί στο ευρύ κοινό, εκ των οποίων άλλοι δεν είχαν καθόλου συνθέσεις, άλλοι δεν είχαν πολλές επιτυχίες στη σύνθεση ή δεν έγραψαν την ιστορία του Χιώτη ή του Τσιτσάνη, πλην όμως, είχαν εκπληκτικά χέρια και μεγαλουργούσαν στο όργανο αυτό. Μεταξύ αυτών των μουσικών, οι οποίοι ήταν και οι καλύτεροι μπουζουξήδες (με την πιο στενή δεξιοτεχνική εννοία και όχι με την ευρεία εννοία που συμπεριλαμβάνει και πολλές άλλες αρετές), εκτός του μέγιστου Χιώτη, ήταν οι Δημήτρης Στεργίου – «Μπέμπης», Γιάννης Σταματίου – «Σπόρος», Γιάννης Τατασσόπουλος – «Ντίλινγκερ», Ιορδάνης Τσομίδης και οι Καραπατάκης, Γιάννης Αγγέλου, Ανέστος Αθανασίου, Γιώργος Τσιμπίδης, Στέλιος Μακρυδάκης, Παπαδόπουλος, Καρνέζης, Ζαφειρίου κ.α.
Με όλον το σεβασμό στον μεγάλο μαέστρο Περιστέρη, δεν νομίζω να πλησίαζε το μπουζούκι αν είχε απέναντι του δυο - τρία από αυτά τα “θηρία” ή έστω μια φωτογραφία του Χιώτη να τον αγριοκοιτάει…
ΥΓ. Πιστεύω ότι αν δοκιμάσεις να παίξεις κάποια τραγούδια του ’55 παιγμένα από τεράστιους μπουζουξήδες όπως ο Σπόρος επί παραδείγματι, δεν αρκεί να βάλεις τις νότες στη σειρά, δεν θα μοιάζει με το πρωτότυπο καθόλου. Απαιτεί πολλή μελέτη, δουλειά στα χέρια, για να αποκτήσεις τον όγκο, την έκφραση, να πείσεις, να έχει ο ήχος σου πληρότητα, βάρος, πληθωρικότητα όπως ακριβώς και η νότα του Μπέμπη, του Τατασσόπουλου, του Χιώτη, του Μακρυδάκη… Συμπέρασμα, αν θες να καταλάβεις το μπουζούκι, ξεκινάς από τον Μάρκο και τη γενιά του (στοιχειώδης εγκύκλια παιδεία), περνάς για εμβάθυνση και το πρώτο πτυχίο στους Τσιτσάνη, Παπαϊωάννου, Μητσάκη, Ζαμπέτα κλπ και μετά, για μεταπτυχιακά και διδακτορικά, στον Χιώτη και τους νεώτερους υπερανθρώπους της πενιάς…Κανένα στάδιο δεν υπάρχει χωρίς το προηγούμενο και δεν εξελίσσεται χωρίς το επόμενο…