Ποιος πρωτοτραγούδησε και ποιος έγραψε το "πιτσιρίκι";

ΜΗΠΩΣ ΞΕΡΕΙ ΚΑΝΕΙΣ ΤΟ ΠΙΤΣΙΡΙΚΙ ΠΟΙΟΣ ΤΟ ΠΡΩΤΟΤΡΑΓΟΥΔΙΣΕ Κ ΠΟΙΟΣ ΤΟ ΕΓΡΑΨΕ???:082:

Από μνήμη με πάσα επιφύλαξη: σύνθεση - Ροβερτάκης, τραγούδι - Πρόδομος Τσαουσάκης

Βεβαιως ΡΟΒΕΡΤΑΚΗΣ απο τα 1961. Το τραγουδι λεγεται “Το πιτσιρικακι”
Με τον ΠΡΟΔΡΟΜΟ ΤΣΑΟΥΣΑΚΗ βεβαιως βεβαιως.
Τραγουδι θρυλος που το θεμα του παραπεμπει σε προ του 1930 μουρμουρικα κι αδεσποτα. Υπερχρησιμοποιημενο σημερα απο καθε ρεπερτοριου θαμωνες …

Ο Προδρομος λιγο πριν απο αυτο, το 1960 ειχε ηχογραφησει μεταξυ αλλων και τα τραγουδια :
Το μπαγλαμα μου εσπασα, Φτωχομπεκρης και Μεσ’του Μιστοκλη το τσαρδι που εγιναν επιτυχιες, ενω ειχε να βγαλει δισκο απο το 1957.
Το ΄62 ειπε το Βαρβακειο (Κλαψε φτωχε μου μπαγλαμα…), το '63 το Τεμπελχανειο, το '66 το “Οπου πατω το ποδι μου” (Τσαουσακης, Μπουρνελης) με ωραιο ταξιμι στην αρχη και το '67 το “Να καει το πελεκουδι” του Δερβενιωτη που επανεφερε θριαμβευτικα η “Οπισθοδρομικη” τη δεκαετια '80, ισως η καλυτερη στιγμη του Θοδ.Παπαδοπουλου μαζι με το δισκο που εκανε με την Κανα αργοτερως.
Εννοειται οτι ο Προδρομος ειπε και παρα πολλα άλλα, που απλα δεν εγιναν μεγαλες επιτυχιες αλλα ακουγονταν φανατικα στα τζουκ μποξ της εποχης !! Εκανε κι αυτος στα 45ρια δευτερη καρριερα οπως και ο Στρατος Παγιουμτζης το ιδιο ακριβως διαστημα. Και οι δυο εκτος απο τα καινουρια τραγουδια, ξανατραγουδησαν παλια ρεμπετικα, πολλες φορες με αλλο στιχο οπως το φοβερο “Ειμαι ο Στρατος” που ειπε ο Παγιουμτζης στη μουσικη του θρυλικου “Μπουφετζη”.

Περισσοτερα για τον Τσαουσακη και το “Πιτσιρικακι” στο ΛΑΙΚΟ ΤΡΑΓΟΥΔΙ τευχος 14 με αφιερωμα στον ΠΡΟΔΡΟΜΟ

Σορρυ για το Λακωνικον … της απαντησης …

Πριν σχεδόν 30 χρόνια είχα ακούσει την ιστορική μουσική ομάδα «Ελληνική Απόλαυσις», στο επίσης ιστορικό παλιό Μπαράκι του Βασίλη στη Ζ. Πηγής. Ξεκινώντας από παραδοσιακά και προ-ρεμπέτικα με σάζια, έφτασαν μέχρι και σε τραγούδια σαν κι αυτό, που δεν ήξερα βέβαια ότι είναι του '61 (αλλά ούτε και είχα σαφή εικόνα της χρονολόγησης του ρεμπέτικου ούτως ή άλλως). Πάντως το τραγούδι το ήξερα.

Μετά όμως από τα τρία γνωστά τετράστιχα, συνέχισαν με άλλα δύο. Τα σημείωσα για να μην τα ξεχάσω, και πράγματι τα θυμάμαι ακόμη:

Κάνει ο πολιτσμάνος πεντάρι να του δώσει
μα το πιτσιρίκι δε θέλει, έχει θυμώσει.
-Δε γουστάρω Πέντε, λέει το αλάνι,
μα φουμάρω Άσσο με το καλό χαρμάνι.

Λέει ο πολιτσμάνος: -Τα λεφτά που παίρνω
δε μου επιτρέπουν ό,τι θέλω να φουμέρνω.
Μα το πιτσιρίκι αυτά δεν τα γουστάρει
και στον πολιτσμάνο δυο φάσκελα ορτσάρει.

Το νόημα έχει πλήρη συνοχή: ο Παπαστράτος έβγαζε μια σειρά από σήματα (μάρκες) με νούμερα, από το 1 μέχρι 7 ή 8, δε θυμάμαι. Το 1, που το έλεγαν Άσσο (χωρίς όμως η λέξη Άσσος να είναι γραμμένη στο πακέτο) ήταν το μόνο που μακροημέρευσε - ο Άσσος που υπήρχε μέχρι πολύ πρόσφατα. Είχε χαρμάνι από καπνά καλής ποιότητας. Αντίθετα το 5 ήταν ένα φτηνό λαϊκό σήμα με καπνά δευτεράντζες.

Επομένως η ιστορία είναι πλήρης, και μοιάζει να είναι γραμμένη τον καιρό που όντως υπήρχαν αυτές οι μάρκες, δηλαδή να ανήκει στο αρχικό τραγούδι. Φυσικά, δεν αποκλείεται και να τους πρόσθεσε εκ των υστέρων κάποιος που απλώς θυμόταν το καπνιστικό τοπίο εκείνης της εποχής.

Το τραγούδι είναι ένα μικρό διήγημα! Στις τρεις στάνταρ στροφές δίνει την οικεία τότε, σήμερα γνωστή μόνο από τις ταινίες, εικόνα των χαμινιών του δρόμου που κάπνιζαν και ζητιάνευαν, και στις άλλες δύο τη συμπληρώνει αφενός με το στοιχείο του θάρρους/θράσους που τα χαρακτήριζε και αφετέρου με κάποιες επιπλέον πινελιές για την εποχή (τι τσιγάρα κυκλοφορούσαν και ποιοι τα προτιμούσαν).

Όμως δεν έχω βρει κανέναν που να ξέρει την προέλευση των έξτρα στίχων. Ούτε ο ίδιος ο Βασίλης από την Ελληνική Απόλαυση, που τον γνώρισα αργότερα και τον ρώτησα, δεν ήξερε.

Εδώ μήπως ξέρει κανείς;

3 «Μου αρέσει»

Δεν είναι απαραίτητο να γνωρίζει κάποιος την ελληνική καπνική αγορά της δεκαετίας ΄50 (εγώ τη γνωρίζω…) για να γράψει τους επιπλέον στίχους. Το ότι ο Άσσος (και αυτός, ένα 1 κόκκινο είχε στο πακέτο) ήταν ακριβό τσιγάρο, το ήξεραν όλοι και αυτό παρέμεινε γνωστό για δεκαετίες ακόμα. Η ακριβότερη πάντως μάρκα του Παπαστράτου ήταν το Hellas Special, σε σικάτο μαύρο / άσπρο / χρυσό κουτί, που ξέφευγε παρασάγγας από το δικό μου μπάτζετ, ενώ ο Άσσος ήταν μέσα, παρόλο που κάπνιζα Κιρέ Τσιλέρ. Βέβαια, τα λεγόμενα του πιτσιρίκου περί προτίμησης του ακριβού Άσσου τα ακούμε βερεσέ, όταν ο δημιουργός του μας έχει ήδη δηλώσει ότι ο ήρωάς του δεν έχει φράγκο, είναι μπατηράκι, γιαυτό και αναγκάζεται να τρακάρει απ’ τον πολισμάνο.

Την έννοια του προσδιορισμού με το καλό χαρμάνι, νομίζω ότι λίγοι σήμερα την ξέρουν: όλες οι καπνοβιομηχανίες είχαν τότε έναν κώδικα, βάσει του οποίου λεγόταν ότι γνωστοποιούσαν στον αγοραστή κάποια στοιχεία για το χαρμάνι της συγκεκριμένης παρτίδας κάθε συγκεκριμένης μάρκας τους. Αυτό φαινόταν από ένα μικροσκοπικό νούμερο μονοψήφιο, τυπωμένο στην «άκρη» κάθε τσιγάρου (η ένδειξη της μάρκας έμπαινε στη μεριά του στόματος, φίλτρα φυσικά δεν υπήρχαν) και εμένα, δεν με είχε πείσει. Κάποιοι μερακλήδες όμως, μπορεί να έψαχναν σε πολλά περίπτερα, στη γειτονιά τους αλλά και οπουδήποτε βρίσκονταν, μήπως πετύχουν το νούμερο που οι φήμες προσδιόριζαν ως δηλωτικό καλύτερου χαρμανιού. Όταν το εύρισκαν, αγοράζοντας και ανοίγοντας αρκετά πακέτα, αγόραζαν και δέκα και είκοσι πακέτα με μιάς.

Το ποιος έγραψε τους έξτρα στίχους, δεν μπορώ βέβαια να το ξέρω, κάποιος πάντως πρέπει να ασχολήθηκε σοβαρότερα από τους πάρα πολλούς «συναδέλφους» του που προσέθεσαν τους ατελείωτους, σήμερα πιά, έξτρα στίχους της Παξιμαδοκλέφτρας. Υπάρχει όμως και κάποια αντίφαση στα «δικά μας» τετράστιχα: Δυσκολεύομαι να πιστέψω ότι η ιστορία τελείωσε με το πιτσιρικάκι να φεύγει με τη μύτη ψηλά μεν, αλλά χωρίς έστω ένα ή δύο Πεντάρια.

2 «Μου αρέσει»

Τσιγάρο θα του δώσει κι ο επόμενος περαστικός. Φάσκελα σε μπάτσο όμως πότε θα ξαναρίξει;

2 «Μου αρέσει»

γι’αυτό κι εμείς το τραγουδάμε “από τον ρουφιάνο δεν θέλει τσιγαράκι”!

1 «Μου αρέσει»

Και μια και μιλάμε για την ποιοτική διαφορά του Άσσου από άλλες μάρκες να πούμε και τον στίχο:
“Είμαι τσιγάρο λαϊκό και συ γουστάρεις Άσσο”
Το λαϊκό τσιγάρο Καλδάρας - Μπέλου -1952

1 «Μου αρέσει»

Χμμμ, η εντύπωσή μου είναι ότι δεν θα μπορούσαν ποτέ να ανήκουν οι έξτρα στίχοι στο γνωστό τραγούδι.

Πρώτα πρώτα, γιατί στο βιβλιαράκι για τον Ροβερτάκη (1973), που βρήκα παλιά στους παλιατζήδες, το γνωστό τραγούδι καταγράφεται με τους γνωστούς και μόνο στίχους με την πλήρη ευθύνη του Ροβερτάκη.

Δεύτερον, γιατί οι έξτρα στίχοι κάνουν μπαμ ότι διαρρηγνύουν την εσωτερική συνοχή και αυτοτέλεια που είχε ούτως ή άλλως το τραγούδι και το «παραφουσκώνουν» με ύλη που φωνάζει ότι είναι παρένθετη και όχι και τόσο αληθοφανής σε κάποια σημεία (εδώ καλά καλά ούτε στα μεσοπολεμικά ρεμπέτικα δεν έπεφτε μούντζα σε πολιτσμάνο, θα έπεφτε στα καλοσιδερωμένα άσματα μετά το 1960;) Άσε εκείνο το «ορτσάρει»…

Οπότε, μάλλον κάποιος «μερακλής» κομπανιέρος -μετά το 1980 ας πούμε- θα τσόνταρε τα στιχάκια χάριν live παιδιάς σε κάποια μαγαζιά.

4 «Μου αρέσει»

Το «ορτσάρει», ή έστω «ορσάρει», στρωτό το βρίσκω. Από το «όρσε», που συχνά συνοδεύει το φασκέλωμα.

Ε, πώς “στρωτό”;
Το “ορσάρω” δεν υφίσταται, ενώ το “ορτσάρω” σημαίνει άλλο πράγμα…

Δεν το θεωρώ σοβαρό εμπόδιο αυτό. Ούτε εκείνος που έβγαλε τον στίχο το θεωρεί. Κάποιος το είπε, οπότε γιατί να μην είναι ο Ροβερτάκης;

Αυτό είναι μάλλον το πιο καταλυτικό επιχείρημα:

Αν το είχε γράψει ο Ροβερτάκης αλλά δεν το περιέλαβε στον δίσκο και δεν υπάρχει και στο βιβλίο, πώς διάβολο το έμαθαν οι μεταγενέστεροι μουσικοί;

Αυτό όμως γράφτηκε εννιά χρόνια πριν!

Το ΄χω ξαναπεί αρκετές φορές, γιατί μ’ αρέσει: Δεν περιμένεις ποτέ να προκύψουν εικαστικά αριστουργήματα από την τυχαία επακούμβιση των οπισθίων τμημάτων του μαύρου φορέματος μιας μυλωνούς (που έγινε μυλωνού επειδή έχασε τον άντρα της μυλωνά) στις κάτασπρες απ’ το αλεύρι γωνίες του μύλου… Έτσι και ο κάθε Ροβερτάκης, ως στιχουργός: Δεν ήταν Παλαμάς, ούτε Σεφέρης.

(θεωρώ κι εγώ ότι η λέξη είναι «πεποιημένη» από το Όρσε! και δεν είναι παράγωγη του όρτσα που, αρχικά σημαίνει «ψηλά»)

Μα δεν μπαίνει ως αντιπαράθεση Νίκο, προς ενίσχυση αυτού που είπες μπήκε. Ο Άσσος ήταν από τα ακριβά χαρμάνια.

Αυτή είναι μία θεώρηση. Υπάρχει και άλλη: - «Τσίμπα το τώρα που το βρήκες το τσιγαράκι και άσε τα φάσκελα, μην μας βρεί και καμμιά στραβή! Πιο μετρημένη, κατά τη γνώμη μου…

Το να εντοπίσουμε αδυναμίες στους έξτρα στίχους δε θα μας βοηθήσει να εντοπίσουμε τον δημιουργό.

Μπορώ κι εγώ να προσθέσω μια αδυναμία: η αρχή της τελευταίας στροφής (Λέει ο πολιτσμάνος: τα λεφτά που παίρνω…) εκφράζει μια φιλεργατική συμπαράσταση προς τον κακοπληρωμένο αστυνομικό, που είναι εντελώς απροσδόκητη σε ρεμπέτικο ή ρεμπετοπρεπές λαϊκό τραγούδι.

Αλλά αυτό δε μας βοηθάει: αφού είναι αδιανόητη, είναι εξίσου αδιανόητη είτε για τον Ροβερτάκη (βέβαια δεν τον έχω μελετήσει, οπότε διορθώστε με) είτε για τον ανώνυμο μεταγενέστερο ρεμπετοφάν. Κι όμως, ο ένας από τους δύο το έκανε!

Εξάλλου, μπορώ να την πατσίσω με μια ατέλεια του τραγουδιού στην κανονική του μορφή:

Το πιτσιρίκι θέλει τσιγάρο αλλά δεν έχει λεφτά. Αποφασίζει να κάνει τράκα από τον πρώτο περαστικό. Ο πρώτος περαστικός είναι αστυνομικός. Το πιτσιρίκι θαρρετά τού ζητάει τράκα. Και μετά, ξαφνικά, τέλος! Δεν είναι λίγο απότομο; Ακούγοντας τη συνέχεια, δε λέμε «μα ναι, κάτι έλειπε»;

Αλλά για τέτοιες τεχνικές ατέλειες, με καλύπτει ο Νίκος Π.:


Τέλος πάντων, απ’ ό,τι καταλαβαίνω δεν έχει βρεθεί άλλος που να έχει ακούσει αυτούς τους στίχους;

Να τους έχει ακούσει και, το και σημαντικότερο, να ξέρει ποιός τους έγραψε…

αριστερά-δεξιά ακούω το “δε γουστάρω άσσο λέει το αλάνι / θέλω ένα τσιγάρο με βαρύ χαρμάνι” ακυρώνοντας την διαβάθμιση άσσο-πεντάρι και βάζοντας το χασίς στο παιχνίδι (προφανώς μεταγενέστερο δήθεν μάγκικο).
επίσης, δεν θυμάμαι με ποιο υπόλοιπο δίστιχο συνδυάζεται το “από τον ρουφιάνο δεν θέλει τσιγαράκι” που έβαλα πριν, νομίζω με την τελευταία στροφή του ροβερτάκη “κάνει το κορόιδο κλπ”.
γενικά φαίνεται πως δεν ικανοποίησε το μετέωρο τέλος του τραγουδιού και όλοι κάτι ψάχνουν να βάλουν.

2 «Μου αρέσει»