Το κριτήριο του καλού και του κακού

Το τελικό, οριστικό και αμετάκλητο κριτήριο του καλού και του κακού το έχει ο κόσμος (ο λεγόμενος «λαός»). Αυτός ο κόσμος που ένωσε τα τούβλα με τη λάσπη και τον ιμάντα με το γρανάζι για να γίνει ο κόσμος αυτό που είναι τώρα. Οι ατέλειωτες ουρές από χαμηλόμισθους κορεάτες που συναρμολόγησαν την οθόνη που κοιτάμε αυτή τη στιγμή. Η μάνα μας, ο μπάρμπας απ’ το χωριό. Η κυρούλα που κοιτάει αν έρχεται το τρόλεϊ. Ο λεγόμενος «λαός» δηλαδή.

Αυτό που απομένει στον λεγόμενο ψαγμένο (παύλα) ευαισθητοποιημένο (παύλα) διανοούμενο, είναι να ερμηνεύσει τις προτιμήσεις του κόσμου, και – όσο πιο πολύ μπορεί – να είναι κοντά του, δίπλα στις ανάγκες και δίπλα στα κέφια του. Γιατί; Γιατί απλούστατα μέρος του κόσμου είναι. Αυτό ισχύει και γι αυτούς που δεν ανέχονται καθόλου μα καθόλου αυτήν την «ατίμωση».

Αυτό που απομένει είναι να οξύνουν το λαϊκό αισθητήριο και το μνημονικό του, ώστε να μην αφήνουν τον κόσμο να ξεχνάει. Να μην βγαίνουν αληθινοί οι ανόητοι που ισχυρίζονται ότι η ιστορία επαναλαμβάνεται.

Αυτό που απομένει, είναι να μπορεί να προβλέπει το «καλό». Να μπορεί πιο γρήγορα να το εντοπίζει και να το προκρίνει σε κοινή θέα ή ακρόαση ή ανάγνωση. Μαζί με αυτό, πρέπει να εντοπίζει και το «κακό» και να το ταράζει στις σφαλιάρες.
Αλλά ο κόσμος ξέρει να επιλέγει. Ακόμα και σε πολύ στείρες εποχές σα τη δικιά μας, που οι ουσιαστικές επιλογές είναι μετρημένες, ο κόσμος θα βρει το «καλύτερο» και θα το αγαπήσει. Καμιά φορά αφήνεται στο μέτριο, στο αδιάφορο ή ελαφρό (α ρε Frank) αλλά στο τέλος θα επιβιώσει το καλό και μόνον αυτό.

Και έτσι θα ξέρουμε αν είναι «καλό» ή όχι.

Απ’ το αν είναι καλό για τον κόσμο.

Εναπόκειται τώρα στις ιδεολογικές κλίσεις του καθένα να προδικάζει τι και πότε είναι καλό για τον κόσμο.

Κάποιος λεει πως οτιδήποτε είναι προϊόν της ελεύθερης αγοράς, δέον να θεωρείται καλό (είτε φαίνεται εκ πρώτης όψεως είτε δεν φαίνεται).

Κάποιος άλλος λεει ότι η ελεύθερη αγορά δεν σημαίνει αυτομάτως και ελεύθερος καταναλωτής. Το αν την παρούσα αγορά την ονομάσανε «ελεύθερη» δεν μας λεει και πολλά. Σε κάποια άλλη εκδοχή της κοινωνίας όπου - έστω ότι - απουσίαζε η ζάχαρη θα μπορούσε να ονομαστεί «γλυκιά αγορά». Τώρα απλώς τυχαίνει να απουσιάζει η ελευθερία.

Κάποιος τρίτος λεει «καλά όλα αυτά - αλλά ΤΩΡΑ τι κάνουμε - σκουπίδια που μας πασάρουνε - και αχνιστές πορδές». Θέλει επειγόντως λύσεις και μάλιστα καλά επεξεργασμένες. Θέλει λεφτά ΠΟΛΛΑ, να πάρει ΟΤΙ ΓΟΥΣΤΑΡΕΙ και δεν δίνει δυάρα από ΠΟΥ ΘΑ ΒΡΕΘΟΥΝΕ.

Ε, αυτός ο τρίτος παρακαλείται να διατηρήσει την σκέψη του στην διαυγή κατάσταση που ήδη βρίσκεται, και να επιδείξει λίγη υπομονή. Να μην αρχίσει να εμφορείται από ανόητες αναστολές του τύπου “μα είναι παράνομο” ή “δεν είναι σωστό” και τα τοιαύτα. Εν ανάγκη (άμα ιδεί πως πεθαίνει) να φροντίσει να μεταβιβάσει αυτή τη σκέψη στην επόμενη γενιά και μετά ας πάει στην ευχή της παναγίας.

Αυτά για τον Νικολόπουλο.

ΚΚ

Στο μόνο που θα διαφοροποιηθώ απ’ τα παραπάνω είναι, στο ότι εγώ κοιτώντας την οθόνη μου βλέπω μελλοντικούς άνεργους Ιάπωνες.
Αρης