Ταμπουράδες και πρώιμα μπουζούκια - Πηγές πληροφοριών

Και κάτι ενδιαφέρον σχετικά με την ετυμολόγηση της λέξης Πανδούρα, από την οποία προκύπτουν αργότερα τα Φανδούρα, Φάνδουρος, Θαμπούρα, Ταμπούρι, Ταμπουράς και οι παραλλαγές τους.

Ο (Αθηναίος, αλλά ίσως δωρικής καταγωγής) κωμικός ποιητής Αναξίλας, του 4ου π.Χ. Αιώνα, σε έργο του τιτλοφορούμενο “Λυροποιός” που δεν σώθηκε, αναφέρει σε ένα από τα (ελάχιστα) σωζόμενα αποσπάσματα επί λέξει (απόσπασμα 15): “Εγώ δε βαρβίτους, τριχόρδους, πηκτίδας, κιθάρας, λύρας, σκινδαψόν εξηρτυόμαν” δηλαδή: Κι εγώ κρέμαγα βαρβίτους, τρίχορδα, πηκτίδες κλπ. (προφανώς στον τοίχο του εργαστηρίου του για πούλημα). Δεν θα γνωρίζαμε τι ακριβώς όργανο είναι αυτό το “τρίχορδον” αν δεν είχαμε και την παρακάτω μεταγενέστερη μαρτυρία:

Ο λεξικογράφος (Ιούλιος) Πολυδεύκης (2ος μ.Χ. Αιώνας) , από την Ναυκράτιδα Αιγύπτου, στο έργο του Ονομαστικόν (δεν σώθηκε ολόκληρο, αλλά μία μεταγενέστερη επιτομή του) αναφέρει, περιγράφοντας τα τότε γνωστά μουσικά όργανα (απόσπασμα 60): “… Τρίχορδον, ὅπερ Ἀσσύριοι πανδοῦραν ὠνόμαζον· ἐκείνων δʼ ἦν καὶ τὸ εὕρημα.”. Συνδέει λοιπόν σαφέστατα το όνομα Τρίχορδον με το όνομα Πανδούρα και μάλιστα θεωρεί το όργανο Μεσοποταμιακή εφεύρεση.

Ο έγκριτος συγγραφέας M. L. West στο εκτενές βιβλίο του “Αρχαία Ελληνική Μουσική” (εκδόσεις Παπαδήμας, Αθήνα) αναφέρει περιγράφοντας την Πανδουρίδα, σε υποσημείωση: “Ο όρος Πανδούρα ενδέχεται, σε τελευταία ανάλυση (έχουν διατυπωθεί εικασίες) να προέρχεται, μέσω σημιτικών ενδιαμέσων, από το σουμερικό παν – τουρ, “μικρό τόξο” “.

Αυτή η επισήμανση του West με εντυπωσίασε και έψαχνα τελευταία για έναν σουμεριολόγο, να μου επιβεβαιώσει αυτή την πολύ ενδιαφέρουσα ετυμολογική πληροφορία. Δεν χρειάστηκε, γιατί ψάχνοντας στο διαδίκτυο εντόπισα δύο (ανεξάρτητα μεταξύ τους) σουμερικά λεξικά. Έτσι (οι υπογραμμίσεις δικές μου):

στο EPSD (Electronic Pennsylvania Sumerian Dictionary) δεν μου παραθέτει λήμμα pan αλλά pana και ba-na:

63x: ED IIIb, Old Akkadian, Lagash II, Ur III, Early Old Babylonian, Old Babylonian) wr. ĝešpana; ba-na; ĝešpanax(|ŠE.NUN&NUN|) "bow

και στην αναζήτηση για το λήμμα tur έδοσε μία σειρά σύνθετων λέξεων με το -tur ως δεύτερο συνθετικό τους. Ενδεικτικά παραθέτω:

205x: ED IIIa, ED IIIb, Old Akkadian, Lagash II, Ur III, Old Babylonian) wr. piriĝ; piriĝ3; bi2-ri-iĝ3; ĝešpiriĝ; piriĝ2 “lion; bull, wild bull” Akk. lϋ; lābu; nēšu; rīmu
(3x: Ur III, Old Babylonian) wr. piriĝ-tur “lion cub” και επίσης

2463x: ED IIIa, ED IIIb, Old Akkadian, Lagash II, Ur III, Early Old Babylonian, Old Babylonian) wr. sipad; su8-ba; lu2sipad; šuba “shepherd; herder” Akk. rē’ϋ
12x: Ur III, Old Babylonian) wr. sipad-tur “junior shepherd”

Δηλαδή: Αν π.χ. piriĝ είναι το λιοντάρι, piriĝ-tur είναι το λιονταρόπουλο και αν sipad είναι ο βοσκός, sipad-tur είναι το βοσκόπουλο.

Το δεύτερο λεξικό (Daniel A. Foxvog, Elementary Sumerian Glossary (after M. Civil 1967), revised June 2011) είναι σαφέστερο:

pan (rarely ba-na): bow (reading ban is obsolete, see Civil, JCS 55, 50f.) και
tur: small, young, brief .

Δίνω λοιπόν την εξής ερμηνεία: pana / ba-na σημαίνει “τόξο”. Ο τύπος ba-na είναι σπανιότερος, συχνότερος είναι ο τύπος pan, τον οποίον και κρατάμε. Η ρίζα -tur είναι σμικρυντική και διαφοροποιεί μεταξύ π.χ. ενός ζώου και του νεογνού του (λιονταρόπουλο, λυκόπουλο…) ή μεταξύ π.χ. βοσκού και νεαρού βοσκού (βοσκόπουλο, βοσκοπούλα). Θεωρώντας, λοιπόν (και εγώ, εκτός από τον West και άλλους), ότι ένα όργανο που διαθέτει χορδές τεντωμένες πάνω σε ένα βραχίονα εύκολα μπορεί να προσομοιαστεί με μικρό τόξο, ιδιαίτερα αν σκεφτούμε ότι στην αρχική του μορφή το όργανο διέθετε μάλλον μία μόνο χορδή, φτάνω στην υπόθεση ότι η Πανδουρίς ή Πανδούρα, το κατ’ άλλους Τρίχορδον, το όργανο δηλαδή της οικογένειας των μακρυμάνικων λαουτοειδών που ήταν γνωστό και στην Αρχαία Ελλάδα, έχει Μεσοποταμιακή προέλευση και ετυμολόγηση.

Θα έλεγα λοιπόν ότι το θέμα ανάγεται στο ερώτημα - δίλημα: κατά πόσον το “πρώτο” τόξο που κατασκευάστηκε είχε προορισμό να αποτελέσει ένα μονόχορδο μουσικό όργανο ή ένα εργαλείο για το κυνήγι ή για τον πόλεμο. Δυστυχώς όμως το ερώτημα αυτό έχει πολιτικές προεκτάσεις και ως εκ τούτου εκφεύγει της θεματολογίας του φόρουμ μας, οπότε η συζήτηση οφείλει να τερματιστεί κάπου εδώ.

Παρακάμπτοντας το τοξοβόλημα του Άγη, να θυμίσω τα αυτονόητα ότι πρώτον, τα τόξα ήταν ήδη πολεμικά όπλα πριν δανείσουν την ονομασία τους σε μουσικά όργανα και δεύτερον, τα έγχορδα μουσικά όργανα ξεκίνησαν με μία μόνο χορδή και στη συνέχεια προσετίθεντο περισσότερες. Η συζήτηση που άνοιξε ο Άγης μπορεί επομένως να συνεχιστεί. Αν υπάρξει, και ξεφύγει από τη θεματολογία του συγκεκριμένου θέματος, μπορεί να μεταφερθεί σε καινούργιο θέμα.

Νίκο, εύγε. Μέχρι του σημείου «η λ. πανδούρα προέρχεται από το σουμεριακό pan-tur = μικρό τόξο», το είχα διαβάσει στο γνωστό φυλλάδιο του Ρος και ίσως και αλλού. Όμως πρώτη φορά βλέπω μία συγκεκριμένη τεκμηρίωση με τους όρους της σουμεριακής γλώσσας. Μετά από αυτό μπορούμε να είμαστε πλέον βέβαιοι όχι μόνο ότι η λέξη προέρχεται από τα σουμεριακά, αλλά ότι δημιουργήθηκε εντός αυτής της γλώσσας (ότι δηλ. η σουμεριακή δεν ήταν ένας ενδιάμεσος κρίκος).

Όμως, προσοχή:

Η προέλευση του αντικειμένου και η προέλευση της ονομασίας του δεν είναι υποχρεωτικό να συμπίπτουν.

Η Μεσοποταμία ήταν η κοιτίδα του πρώτου, χρονολογικά, υψηλού πολιτισμού του από δω κόσμου. Διάφορα στοιχεία αυτού του πολιτισμού, μεταξύ των οποίων και όργανα, ήρθαν από εκεί προς τα δυτικά και προς τους μεταγενέστερους πολιτισμούς, ιδιαίτερα τον Αιγυπτιακό (η Μεσοποταμία κατακτήθηκε από την Αίγυπτο) και στη συνέχεια τον ελληνικό, το ρωμαϊκό, και από κει και πέρα ξεκινάει η μεγάλη διάδοση. Άρα είναι λογικό και η πανδούρα να προέρχεται από τη Μεσοποταμία, για έναν πρόσθετο λόγο εκτός από την ετυμολογία του ονόματός της. Απλώς λογικό όμως, όχι βέβαιο.

Το ερώτημα υπάρχει πράγματι. Εκ πρώτης όψεως θα έλεγε κανείς ότι προφανέστατα ο άνθρωπος πρώτα ασχολήθηκε με τα εργαλεία της επιβίωσής του (π.χ. όπλα) και αργότερα με την κάλυψη άλλων αναγκών (π.χ. μουσική), αλλά φαίνεται ότι στην πραγματικότητα αυτό δεν είναι τόσο αυτονόητο. Όπως το θέτεις, Άγη, έχω δει να το θέτει -χωρίς να το απαντά- και ο Ζαξ (Curt Sachs), εκ των πατέρων της σύγχρονης οργανολογίας.

Το ότι πρωταρχικό κίνητρο υπήρξε η σκοπιμότητα της επιβίωσης φαίνεται αυτονόητο.
Αυτό όμως δεν αναιρεί την πιθανότητα του γεγονότος, ότι η πρώτη χρήση των εργαλείων ήταν αισθητικής φύσης…
Η πρώτη εντύπωση που εισέπραξε ο κατακευαστής του “πρώτου” τόξου, ήταν κατ’ ανάγκη αισθητική, όταν θα άκουγε τον “μαγικά” πρωτόγνορο ήχο της χορδής που πάλλεται στην πρώτη δοκιμή της, προτού ακόμα δοκιμαστεί πάνω στο θήραμά της, είτε αυτό είναι ζώο είτε είναι ο φυλετικός και ταυτόχρονα (εφόσον η δουλοκτησία έχει ήδη εμφανιστεί σαν ξεπέρασμα της ανθρωποφαγίας και των “πρωτόγονων κομμουνιστικών” σχέσεων) ταξικός εχθρός…

Το ίδιο φαντάζομαι ισχυει και για τα κρουστά όργανα: Η αισθητική ηδονή του ήχου της σκληρότερης πέτρας που σπάει την πιό μαλακή, εξ αντικειμένου προηγείται από την ωφελιμιστική ικανοποίηση που προκαλεί το ίδιο “πείραμα” πάνω στο καύκαλο του “εχθρικού” έμψυχου όντος.

Για τα πνευστά δεν μπορώ να σκεφτώ αυτή τη στιγμή κάτι εξίσου αυτονόητο, παρόλα αυτά σύμφωνα με την εβραϊκή μυθολογική παράδοση ένας ολόκληρος πόλεμος κερδήθηκε χάρη στις “σάλπιγγες της Ιεριχούς”.

Επίσης, η κατευθείαν αναφορά στον πόλεμο δεν είναι αναγκαία: εφόσον μια τοξωτή συσκευή ή δυο πέτρες που χτυπούν μεταξύ τους μπορεί ενδεχομένως να χρησιμεύσανε για το ελεγχόμενο άναμα της φωτιάς και γι’ άλλες βιοτικές ανάγκες, προτού ακόμα χρησιμεύσουν στο κυνήγι ή στον πόλεμο εναντίον εχθρικών φυσικών και ανθρώπινων - κοινωνικών στοιχείων…

Πέρα από τη μουσική, και η ζωγραφική στις βραχογραφίες που απεικονίζουν βίσωνες, θα μπορούσε να αποσκοπεί στη διάλυση μιάς σειράς προλήψεων και μυθολογικών δοξασιών για τη μορφή αυτού του “θηρίου”, συμβάλλοντας στην ικανότητα των ανθρώπων να αναμετρηθούν μαζί του. Και πάλι η αισθητική απόλαυση προηγείται χρονικά από την κατάκτηση αυτής της ικανότητας, παρόλο που αποσκοπεί στην δεύτερη και όχι στην πρώτη. Ενδεχομένως όμως η δεύτερη “νομιμοποιεί” κοινωνικά και την πρώτη.

Αυτά ίσως είναι πολύ ευχάριστες σκέψεις και υποθέσεις, αλλά το ερώτημα είναι από ποιο χρονικό σημείο κι έπειτα παύουν ή δεν παύουν να είναι επιτρεπτές…
Τελειώνει ο σχετικός προβληματισμός λίγο πριν από το χρονικό σημείο που αρχίζει ακριβώς το καθεαυτό θέμα του φόρουμ;
Πρέπει τα μπλουζ να χάσουν το στίχο τους προκειμένου να έχουν το δικαίωμα να μετατραπούν σε εμπόρευμα της βιομηχανίας του θεάματος;
Το “ρεμπέτικο” είναι μόνο “μουσική”, ο δε στίχος τους οφείλει να τυγχάνει μόνο γραμματολογικής ανάλυσης στο “ρεμπέτικο φόρουμ”;
Η ίδια η μουσική του ρεμπέτικου δεν έχει σε τελική ανάλυση κοινωνικοπολιτικό περιεχόμενο ή τέτοιο έχει μόνο η μουσική του Μπετόβεν, σύμφωνα με τις καλλιτεχνικές του προθέσεις; Μπορεί μια ανάλυση της μουσικής του Μπετόβεν να παραμείνει αυστηρά “μουσικολογική” και ανεξάρτητη από κοινωνικές και πολιτικές απόψεις; Μπορεί να γίνει αυτό και στη ρεμπέτικη μουσική χωρίς αυτόματα να περιορίζονται οι πνευματικοί ορίζοντες της ανάλυσης και των “αναλυτών” από κοινού;
Αν ένα θεματικό διαδικτυακό φόρουμ αποτελεί με τον τρόπο του “μικρογραφία” της κοινωνικής ανταλλαγής και διακίνησης ιδεών, τότε τι επιπτώσεις -έστω και φραστικά απευκτέες- έχει ο εξοβελισμός από την θεματολογία του της κοινωνικοπολιτικής άποψής της (ως θεματολογίας), και της κοινωνικοπολιτικής άποψης γενικά;;; Ερώτημα που ισχύει εξίσου τόσο για ένα φόρουμ με θέμα τη μουσική, όσο και με θέμα τον αθλητισμό ή την τεχνολογία ή οποιοδήποτε άλλο!!!

Ενόψει των ανωτέρω ερωτημάτων (διατυπωμένων όσο πιο αφαιρετικά γίνεται) δεν έχω πεισθεί για την αστοχία μου στην τοξοβολία.

ΥΓ Το ότι το θέμα είναι τα τρίχορδα ενώ εγώ μιλώ για μονόχορδο τόξο, ίσως θα ήταν επαρκής αιτιολογία -ήδη από το προηγούμενο ποστ- ότι το θέμα ξέφυγε και θα έπρεπε να μεταφερθεί αλλού.

Περικλή, αν το μουσικό όργανο είχε προηγηθεί του όπλου για πόλεμο και κυνήγι, δεν θα ήταν “μικρό τόξτο όνομα του οργάνου αλλά “μεγάλο τόξο” το όνομα του όπλου.

Για την καταγωγή του οργάνου, πριν φθάσω στην σημερινή στιγμή είχα υιοθετήσει και εγώ την άποψη που ανέφερε ο Πολυδεύκης (χωρίς σουμερικά λεξικά στη διάθεσή του) και πολλοί μεταγενέστεροι. Σε αυτό, βοήθημά μου είχα την εις άτοπον απαγωγή: Δεν ήταν και πολλοί οι εκτός Μεσοποταμίας υψηλοί πολιτισμοί στην περιοχή μας, πριν τον δικό μας: Κρήτη, Μυκήνες, Αίγυπτος και (με λίγη φαντασία) και Ατλαντίδα. Επειδή στις πρώτες τρεις περιοχές δεν βρέθηκαν ίχνη (αντικείμενα ή γραπτές πηγές) για χρήση μακρυμάνικων λαουτοειδών (στην τέταρτη, πού να βρεθούν!..), πιθανότερη περιοχή απέμενε η Μεσοποταμία αλλά, γι αυτό είχα σημειώσει στην εργασία μου περί πανδουρίδος το “πιθανόν”.

Είμαστε ήδη μακριά, αλλά θα το πάμε ακόμη μακρύτερα:

Από τα πρώτα έγχορδα που φαίνεται να έφτιαξε ο άνθρωπος είναι το «μουσικό τόξο». Υπάρχει και σήμερα, δε θυμάμαι σε ποιον πολιτισμό, ως Μπεριμπάου (ίσως έχετε δει που το παίζει ο Σόλης Μπαρκή). Αυτό δεν είναι ούτε κοντομάνικο ούτε μακρυμάνικο. Είναι σχεδόν κυριολεκτικά ένα τόξο, και μάλιστα δε θα το έλεγα μικρό, γύρω στο ενάμιση μέτρο είναι. Σε πηγές (που, από άποψη ταμπουρά μιλώντας, δε θεωρώ επείγον να τις ψάξω αυτή τη στιγμή -πάντως νομίζω ότι είναι ο Ζαξ) έχω δει και όργανα που αποτελούνται από πολλά τέτοια τόξα μαζί. Η κάθε χορδή παίζεται μόνο ανοικτή, αλλά είναι τεντωμένη σ’ ένα στέλεχος λυγισμένο σε σχήμα παρένθεσης, συνεπώς η τάση της είναι μεταβλητή. Αυτά τα όργανα δε βγάζουν συγκεκριμένες κλίμακες: χρησιμοποιούν απλώς την αντίθεση ανάμεσα σε διαφορετικούς τόνους με σκοπό μάλλον ρυθμικό.

Η απόσταση από αυτό το πρωτόγονο όργανο μέχρι την (έστω μονόχορδη) πανδουρίδα είναι τεράστια. Μετριέται πιθανότατα σε χιλιετίες.

— Νέο μήνυμα προστέθηκε στις 18:27 ::: Το προηγούμενο μήνυμα δημοσιεύθηκε στις 18:20 —

Αναμφισβήτητα, μία από τις χρήσεις που μπορεί να έχει ένα τόξο είναι να ρίξεις βέλος κατά του ταξικού σου εχθρού. Αλλά το ίδιο ισχύει και για τα μουσικά όργανα (μπορείς να ρίξεις ένα πιάνο πάνω στο κεφάλι του ταξικού σου εχθρού). Ας μείνουμε στο θέμα όμως!

(@Άγη: δεν είναι ειρωνία, είναι χιουμοράκι. Ελπίζω να μη σ’ ενοχλεί, αλλιώς το σβήνω.)

Το αν με ενοχλεί ή όχι, είναι αδιάφορο. Τώρα πια άλλωστε, Περικλή, και να το σβήσεις, θα μείνει στο δικό μου ποστ ως παράθεση, επομένως όχι, κράτησέ το. Αδιάφορο επίσης και το ερώτημα, για ποιο λόγο είναι ειδικά ο “ταξικός εχθρός” που αποτελεί έναυσμα για χιούμορ, κι όχι ο “φυλετικός εχθρός” που αναφέρεται στο ποστ μου ή ο “εχθρός” γενικά.

Αν θες τη γνώμη μου επί της ουσίας βέβαια, το θέμα με το τόξο συνίσταται στο ερώτημα αν ως εργαλείο χρησιμοποίηθηκε πρώτα (ή ας πούμε, ταυτόχρονα) σαν όπλο κατά των εχθρών (που τότε μπορούσαν να είναι βασικά “φυσικοί” και φυλετικοί ή ταξικοί) ή σαν όργανο “παραγωγής ήχων”. Όσον αφορά το πιάνο προφανώς τέτοιο ερώτημα δεν τίθεται: εδώ έχουμε μια επινόηση της μηχανικής σε μια ιστορική περίοδο όπου η τέχνη έχει από καιρό πια αυτονομηθεί ως προς την ανάπτυξη των μέσων της. Δεν νομίζω ότι μπορεί να υπάρξει παραλληλισμός.

Όμως σε σχέση με τον προσδιορισμό των “εχθρών” της πρωτόγονης εποχής, πρέπει να πω ότι τον αποπειράθηκα συνειδητά, ούτως ώστε να γίνει κατανητό ότι φθάνοντας στη σύγχρονη ιστορία και στο κεντρικό μας θέμα το ρεμπέτικο τραγούδι (= στίχος + μουσική), θα ήταν αδιανόητο να προσδιορίσουμε την ταυτότητά του πέρα από τον κοινωνικό (δηλ ταξικό και, συνεπάγεται, και “πολιτικό”) προσδιορισμό του, ακριβώς γιατί σαν μουσικό είδος στην εξέλιξη της ιστορίας έχει ξεφύγει πια από την πρωτόγονη κατάσταση και λχ το μπουζούκι δεν χρησιμεύει πια για να σπάει κεφάλια αλλά ως μέσο έκφρασης της οποίας το νόημα ολοκληρώνεται στην αναζήτηση του κοινωνικοπολιτικού του χαρακτήρα.

Ευχαριστώ.

— Νέο μήνυμα προστέθηκε στις 20:36 ::: Το προηγούμενο μήνυμα δημοσιεύθηκε στις 20:01 —

Όση απόσταση χρειάζεται για να προσαρμοστεί λχ ένα καβούκι χελώνας σε αυτό το μουσικό τόξο. Και επίσης, να αλλάζει η τονικότητα διαφοροποιώντας το μήκος της χορδής. Πράγματι δηλαδή πιθανότατα χιλιετίες.

Υπάρχει μια μελέτη σχετική: “The Music of the Sumerians, Babylonians and Assyrians” του F. Galpin η οποία λύνει πολλά από τα ερωτήματά μας.

Πρώτα - πρώτα, “pan - tur” σημαίνει “μικρό τόξο” στους [u]Σουμέριους[/u] (όπου "pan " σημαίνει “τοξωτό όργανο” σχεδόν σε όλη τη δυτική Ασία και “tur” = μικρό).

Ο όρος προήλθε από το κυνηγετικό / πολεμικό τόξο, το οποίο εξελίχτηκε σε “μουσικό τόξο”, ένα πρωτόγονο όργανο το οποίο μνημονεύεται στη Μεσοποταμία το 2000 π. Χ. και στην Αίγυπτο, την ίδια επίσης εποχή, ίσως και λίγο νωρίτερα.

Μουσικά τόξα χρησιμοποιούν ακόμα και σήμερα μερικοί πολιτισμοί στη Βραζιλία, το ανέφερε και ο Περικλής, είναι τα “μπιριμπάου”, αλλά και αλλού, π.χ. Ν. Ζηλανδία, Πολυνησία κ.λπ.

Στην Αρμενία έως σήμερα απαντά η ονομασία “pandir” και στη Γεωργία η ονομασία “panturi” , για όργανα όπως ο δικός μας ταμπουράς.

Πάντως, το ότι το τόξο έχει διττή σημασία και ως κυνηγετικό / πολεμικό και ως μουσικό όργανο φαίνεται και από το ότι από την ίδια ρίζα έχουμε τον “ταμπουρά”, το γνωστό μας μουσικό όργανο, αλλά και τα: “ταμπουρώνομαι” και “ταμπούρια” που διατηρούν την πολεμική τους σημασία.

Για να μην πω ότι σύμβολα του Απόλλωνα είναι και η λύρα, όπως και το τόξο και τα βέλη…

Ναι ναι. Διορθώθηκε.

Κατ’ αρχήν Σουμέριοι, Ασσύριοι, Βαβυλώνιοι, Ακκάδες έχουν ουσιαστικά κοινό, συγγενικό πολιτισμό. Δεν σκοπεύω να γίνω, στα γεράματα, Μεσοποταμιολόγος αλλά φαίνεται ότι υπήρχαν δύο παράλληλες γλώσσες, Σουμεριακά και Ακκαδικά, με την ίδια, γνωστή, κωνική σφηνοειδή γραφή και ο πολιτισμός της περιοχής ήταν δίγλωσσος επί αρκετούς αιώνες, με τα Σουμερικά ως “επίσημη” γλώσσα για θρησκεία και λόγιες ενασχολήσεις και τα Ακκαδικά ως ομιλούμενη γλώσσα.

Προσοχή, το pan tur δεν ήταν τοξωτό όργανο. Ο όρος αυτός έχει επικρατήσει και χρησιμοποιείται για τα όργανα που κρούονται με τόξο, σε αντιπαράθεση με τα νυκτά. Το τόξο (δοξάρι στη νέα Ελληνική) επινοήθηκε πάρα πολύ αργότερα από την εποχή των Σουμερίων. Όταν οι Σουμέριοι έλεγαν “μικρό τόξο” εννοούσαν το μακρυμάνικο λαουτοειδές όργανο της εποχής, που ήταν νυκτό. Σε νεότερους αιώνες βέβαια, μετά την εφεύρεση του δοξαριού, υπάρχουν παντού ταμπουράδες και παρεμφερή όργανα που παίζονται με δοξάρι, παράλληλα με τους νυκτούς. Ονομασίες για αυτά τα όργανα, με ή χωρίς δοξάρι, υπάρχουν πάμπολες όπως έχουμε ήδη συζητήσει, από τα δυτικά Βαλκάνια και το Μαγκρέμπ μέχρι ολόκληρη την κεντρική Ασία και μέχρι την Ινδία, περιλαμβανομένης φυσικά και της Αρμενίας και της Γεωργίας. Είναι προφανές, μετά την “ανακάλυψη” της ονομασίας pan tur, ότι η προέλευση τύπων όπως pandir και panturi πρέπει να αναζητηθεί στη Μεσοποταμία βεβαίως, και όχι στην κατά κάποιους μοναδική παραγωγό πολιτισμού Ελλάδα.

Άλλη ρίζα ο ταμπουράς και άλλη το ταμπουρώνω. Το ταμπούρι, εξ ού και ταμπουρώνω / -ομαι, προέρχεται από την τουρκική λέξη tabur = (στρατιωτικό) τάγμα, καμμία σχέση με το όργανο. Πασίγνωστα στους Μικρασιάτες είναι ακόμα και σήμερα τα περίφημα Αμελέ Ταμπουρού (πληθυντικός στα Τούρκικα Amele taburlari), τα “τάγματα εργασίας” που επινόησαν οι Νεότουρκοι για την εξορία και εξόντωση των χριστιανικών πληθυσμών.

Περικλή, η Βαβυλωνία κατέκτησε την Αίγυπτο και όχι το αντίστροφο.

Τα 'χω κάνει σαλάτα; Έχω σε κάποιο κείμενο τη φράση «Σύμφωνα με τον Ζαξ […] κατά τον 15ο π.Χ. αιώνα, με την κατάκτηση της ΝΔ Ασίας, που διέθετε ιδιαίτερα υψηλό πολιτισμό, από την Αίγυπτο, τα όμποε, διπλά πάντοτε, διαδόθηκαν στην Αίγυπτο και σταδιακά στις γύρω περιοχές.» Μάλλον θα πρέπει να ξανακοιτάξω τον Ζαξ πριν γίνουμε ρόμπα…

Οι Αιγύπτιοι είχαν πανδούρες. Υπάρχει μια γνωστή εικόνα, την είχα δει πολύ πρόσφατα αλλά δε θυμάμαι πού (νόμιζα μάλιστα στο μπλογκ σου, αλλά όχι): μουσικός, νομίζω γυναίκα, παίζει ένα όργανο με μακρύ άταστο χέρι που θυμίζει λίγο σαμισέν, και μάλιστα σε κάπως παράξενη στάση -το κρατάει πολύ ψηλά, σχεδόν στον ώμο, όπως όταν τσεκάρουμε το κούρδισμα εν μέσω φασαρίας… Την ξέρεις, δεν μπορεί.

Περικλή μπές εδώ και πάτα στην πρώτη φωτογραφία (αυτή: west…jpg ). Για αυτήν μιλάς; Αν ναι, όπως βλέπεις την ξέρω αλλά είναι από Κύπρο. Αν όχι, ψάχνω απεγνωσμένα κάποια άλλη φωτογραφία, όπου πάλι γυναίκα παίζει πάλι μπαγλαμαδάκι αλλά είναι λέει, αιγυπτιακής τέχνης και φοράει διαφανή εσθήτα. Ναι, υπήρξαν πανδούρες στην Αίγυπτο αλλά δεν διαδόθηκαν ιδιαίτερα και φαίνεται μάλιστα ότι εκεί τις έπαιζαν όχι “καθώς πρέπει αστές” όπως στην Ελλάδα, αλλά ορχηστρίδες με πονηρά και διαφανή φορέματα, αυτές που στην Ελλάδα έπαιζαν σαμβύκη. Αυτή η ορχηστρίς φαίνεται να είναι το μοναδικό εύρημα από Αίγυπτο.

Με έκανες (δηλαδή όχι εσύ, ο Ζάξ) να ψάξω στον Ελευθερουδάκη. Δεν αναφέρει τι έγινε τον 15ο π.Χ. Αιώνα, αλλά ο πολύς Ασσουρμπανιμπάλ (ο Σαρδανάπαλος ντέ!) πράγματι κατακτά την Αίγυπτο με σφαγές και άλλα πολλά το 663, αφού προηγουμένως έγιναν διάφορα που δεν μας ενδιαφέρουν. Λες να υπήρξε αντίστροφη κατάκτηση σχεδόν μία χιλιετία πριν; Αλλά, υπήρχαν παντούρ τότε; Νομίζω ότι αρχίζουμε να το παραψάχνουμε το θέμα…

Α, δεν ξέρω αν υπήρχαν. Η πληροφορία μου αφορά τα «όμποε» (τα όργανα τύπου ζουρνά). Απ’ όσο θυμάμαι, πιθανώς όχι σωστά, είχα διαβάσει ότι εκείνο τον παλαιότατο καιρό η Αίγυπτος ήταν ακόμη σχετικά βάρβαρη, και ότι κατακτώντας τη Μεσοποταμία έλαβε το πρώτο έναυσμα για να καλλιεργήσει δικό της πολιτισμό με αφετηρία τον ήδη υψηλό πολιτισμό των κατακτημένων.

Τέλος πάντων, δίκιο έχεις. Να 'χαμε να λέγαμε.

Από ταμπουράδες τι νέα;

Μερικές διευκρινίσεις όσον αφορά στη μελέτη του F. Galpin.

Σύμφωνα με την έρευνά του, οι Σουμέριοι
[και όχι οι άλλοι λαοί της Μεσοποταμίας, π.χ. οι Ασσύριοι όπως υποστήριζε στο “Ονομαστικόν” ο Πολυδεύκης]
χρησιμοποίησαν τον όρο “pan tur” που σημαίνει “μικρό τόξο”.

Σύμφωνα επίσης με τον ίδιο αυτό Άγγλο μουσικολόγο, με την ονομασία “pan” ονομάζονταν αρχικά τα τοξωτά, τα σχήματος τόξου - να πω καλύτερα - όργανα στην ευρεία περιοχή της Δ. Ασίας.

Για τη φωτογραφία που αναφέρεις, Νίκο, μήπως είναι η 1η [u] στο άρθρο του Ανωγειανάκη, εδώ ;[/u]

Όσον αφορά στην ετυμολογία “ταμπουρά” , “ταμπούρι” κ.λπ., δεν επιβεβαιώνεται βέβαια απόλυτα ετυμολογικά - σημασιολογικά η αμφίσημη πρόσληψη του τόξου ως πολεμικού οργάνου και ως μουσικού ταυτόχρονα, δεν αποκλείεται, όμως, κιόλας.
Βέβαια, δεν είναι αυτό το θέμα μας…

Εγώ πάντως αυτήν έλεγα. Μπράβο Ελένη!

Ο ακριβής τίτλος του βιβλίου του Galpin είναι "The music of the Sumerians and their immediate succesors the Babylonians and Assyrians. Και δεν θα μπορούσε να είναι αλλοιώς, οι τρεις αυτές ομάδες (μαζί με τους Ακκάδες) είναι αλληλένδετες, στον πολιτισμό.

Τώρα μάλιστα, Ελένη, έτσι το δέχομαι! Έχει όμως συνηθιστεί να λέμε “τοξωτά” (σήμερα) τα όργανα που παίζονται με τόξο.

Βεβαίως, αυτή την εικόνα έλεγα! Και έσπαζα το κεφάλι μου, "μα, πού την είδα; πού την είδα;! Σε ευχαριστώ πολύ.

Για τη διάδοση της ονομασίας «παν-τούρ» - «ταμπούρα» - «ταμπουράς» κλπ. βλ. και Ονοματολογικά μουσικών οργάνων, στο 4-Μαντούρα.

Κένταυρος και χορεύτρια. Μαρμάρινη πλάκα, άγνωστης χρήσης. Αθήνα 11ος-12ος αιώνας μετά Χριστόν (Βυζάντιο). Βυζαντινό Μουσείο. Έχει δημοσιευτεί στο φετεινό ημερολόγιο του μουσείου («Φανταστικά και απόκοσμα»).
Προσέξτε τις μερακλήδικες κορδέλες που κρέμονται από την κεφαλή του οργάνου.

Κρίμα όμως! Οι Κένταυροι φαίνεται πως παίζαν τετράχορδο:)…