Ταμπουράδες και πρώιμα μπουζούκια - Πηγές πληροφοριών

Αυτή είναι πολύ σημαντική πληροφορία!
Ο Κασομούλης ήταν γνώστης μουσικής;

Karas commissioned a tampouras from instrument-maker Simos Skenteridis, who was born in Caesarea, Cappadocia, and came to Greece at a young age with his family in 1924. He rearned the craft of ud and saz construction from his father, a great instrument-maker (*1), and recounts that back in Caesarea it was Greeks and Armenians who made the musical instruments, not Turks (*2). When he was discovered by Karas’s circle, Skenteridis had a little basement shop in Piraeus where he mainly repaired instruments. Skenteridis’s sazs had a carvel-built resonator, which he constructed without the use of a mould (*3). Karas commissioned an instrument with extra frets, which he referred to as tampouras. Some of his pupils then commissioned similar instruments from Skenteridis, which they, too, called tampouras (*4). In an interview Skenteridis described these instruments as “sazs” which had “Byzantine subdivisions, of Karas’s”, unlike his father’s, whose “subdivisions were like the bouzouki” (i.e. tempered) (*5).


*1: [Παραπομπή σε φωτογραφία, που δείχνει ένα όργανο του Μιχαήλ Σκεντερίδη, πατέρα του Σίμου. Η φτγρ προέρχεται από το βιβλίο του Ανωγειανάκη (φτγρ 93, σελ. 221: Σάζι, αρχές 20ού αι., Μιχ. Σκεντερίδης, Καισάρεια Καππαδοκίας) και το όργανο εκτίθεται στο Μουσείο Λαϊκών Οργάνων.]
*2: Νικολακόπουλος, Σωτήρης, και Σπουρδαλάκης, Χ., «Στο υπογειάκι του Σίμου Σκεντερίδη», περιοδικό Ντέφι, τχ. 4 (1983), σελ. 59-61.
*3: Γιώργος Χατζημιχελάκης (προσωπική επικοινωνία)
*4: ομοίως
*5: Νικολακόπουλος -Σπουρδαλάκης όπ.π…


Όλο το παραπάνω πρόέρχεται από: Kallimopoulou, Eleni, Paradosiaka: Music, Meaning and Identity in Modern Greece, εκδ. Ashgate 2009, σελ. 54.

Προσθέτω δύο παρατηρήσεις: πρώτον, ας μας εξηγήσει κάποιος τη φράση «Skenteridis’s sazs had a carvel-built resonator, which he constructed without the use of a mould». Σημαίνει ότι είχαν ντούγες αλλά όχι καλούπι; Δεύτερον, όποιος έχει το ως άνω τεύχος του Ντεφιού ας ρίξει μια ματιά να μας φωτίσει περαιτέρω για τον Σκεντερίδη.

Το carvel το ΄ψαξα κι εγώ, στο (στοιχειώδες) ηλεκτρονικό μου λεξικό, χωρίς να διαφωτιστώ: καραβέλα (εννοεί το σκαρί του πλοίου). Αναρωτιέμαι: η λέξη καρβέλι (για το σχήμα του συγκεκριμένου ψωμιού) από που έλκει καταγωγήν; μήπως σχετίζεται με το “στρογγυλό”, ημισφαιρικό σχήμα; Τα “θαμπούρια” του Καρά, που χρησιμοποιεί συχνά (π.χ. στο βιβλίο του Θεωρητικόν, τόμος Β΄, σ. 3, δες συνημμένη φωτογραφία) για καλύτερη επεξήγηση των διαστημάτων, σχεδιάζονται με κυκλικό σχήμα σκάφους αλλά αυτό μάλλον είναι απλά ένα απλοποιημένο σχήμα, χωρίς συσχέτιση με το πραγματικό σχήμα ενός αντίστοιχου πραγματικού οργάνου.

Όταν η Καλλιμοπούλου γράφει “with extra frets” φαντάζομαι εννοεί χωρίσματα, δηλαδή μπερντέδες, όχι αυτό που ο αγγλόφωνος εννοεί με τη λέξη fret, όχι μόνιμα τάστα δηλαδή.

Να σημειώσω ότι και ο ταμπουράς του Μακρυγιάννη, όπως λεπτομερέστατα περιγράφεται στο βιβλίο του Ν. Φρονιμόπουλου, χωρίς καλούπι και με δούγες κατασκευάστηκε και μάλιστα το σχήμα του είναι εντυπωσιακά παρόμοιο με εκείνο του ταμπουρά του Σ. Σκεντερίδη, όπως φαίνεται στη φωτογραφία σ. 221 του Ανωγειανάκη. Αν μπορούσε ίσως ο Νίκος να μας διαφωτίσει σχετικά;…

Να δούμε και τι υπάρχει για τον άλλο γνωστό, σχετικά πρόσφατο κατασκευαστή, εκείνον που έκανε τα όργανα του Γιοβάν Τσαούση:

Αρχική συζήτηση: Ταμπουρο-μπούζουκο του Γιοβάν Τσαούς. Το κείμενο του Κουνάδη το επαναξαναπαραθέτω για λόγους πληρότητας της συλλογής, όχι για να το σχολιάσουμε εδώ. Είναι ένα κείμενο που πάντα θα προκαλεί συζητήσεις. Όποιος έχει λόγο ας τον πει, αλλά να κάνει ένα κλικ στην αρχική συζήτηση.

Στον Κυριάκο Πεσματζόγλου ή Λαζαρίδη έχει αφιερώσει ένα κεφάλαιο και ο Πέτρος Μουστάκας, στη διδ. διατριβή του Η επαγγελματική κατασκευή μουσικών οργάνων στην Αθήνα από τα μέσα του 19ου αιώνα έως την εποχή του Μεσοπολέμου, σελ. 230-233. Ο Μουστάκας αντλεί τα στοιχεία του από δύο άρθρα εφημερίδων, πέρα από το ως άνω του Ριζοσπάστη: ένα από τα Νέα, 11 και 12 Οκτωβρίου 1976, κι ένα από το περιοδικό Ήχος & Hi-Fi, Ιούνιος 1981. Ο Λαζαρίδης έμαθε την τέχνη στο χωριό του το Βουδάριο της Καππαδοκίας, κοντά σ’ έναν Γερμανό (!) μάστορα που δεν είναι γνωστό πώς βρέθηκε εκεί. Μιλάει πολύ για μπουζούκια, καθόλου για ταμπουράδες ή σάζια. Όθεν συνάγω ότι στη συγκεκριμένη περιοχή, εκείνη την εποχή (μέχρι την Καταστροφή -ο Λαζαρίδης γεννήθηκε το 1905), όργανα σαν του Γιοβάν Τσαούση τα έλεγαν μπουζούκια.

— Νέο μήνυμα προστέθηκε στις 12:11 ::: Το προηγούμενο μήνυμα δημοσιεύθηκε στις 12:02 —

Σε αγγλόφωνα κείμενα το fret το έχω δει να αναφέρεται εξίσου σε τάστα και σε μπερντέδες. Εδώ ήταν μπερντέδες, συγκεκριμένα δε:

According to a collaborator of Karas, the “tampouras” he commissioned was only 60 cm long and had so many frets that it was practically impossible to play, that is to produce clearly the sound of all notes on the fingerboard. Karas wanted it for theoretical purposes. Αυτόθι. Ο συνεργάτης του Καρά είναι ο Γιάννης Αρβανίτης (προσωπική συνέντευξη στη συγγραφέα). Το όργανο του Μιχ. (όχι Σ., Νίκο) Σκεντερίδη που έχει ο Ανωγειανάκης έχει συνολικό μήκος 114 εκατοστά, από τα οποία η ανοιχτή χορδή πρέπει να είναι περίπου 2/3 -η κεφαλή είναι ασυνήθιστα μακριά.

Σύμφωνα με έναν ερευνητή μουσικό, έως και το 1930 τουλάχιστον, κατασκευάζονταν στην Πελοπόννησο ταμπουράδες από μονοκόμματο ξύλο μουριάς, σκαφτοί, και για χορδές χρησιμοποιούσαν σύρμα ψιλό, αντικαθιστώντας τους εντέρινους, για λόγους πρακτικούς, περισσότερο.

Πράγματι, Ελένη:

Αρχική συζήτηση: Ταμπουράς 1903 (ευχαριστώ, liga rosa!)

Αναλογους ταμπουράδες με την τρύπα μπροστα και μικρό ηχείο κατασκεύαζε ο Σταθόπουλος (4 χορδο και με δόγες) και ο Γκρέτσης στην Αμερική. [Γράφει ο Γιάννης Τ. στο μπλογκ του εδώ στο φόρουμ, αναφερόμενος στο ίδιο όργανο.]

Στις αρχές του 20 αι. στην Αθήνα και στα μεγάλα αστικά κέντρα λειτουργούσαν οργανοποιεία στα οποία κυρίως κατασκεύαζονταν όργανα που απαιτούν τεχνικά μεσα και ειδικές γνώσεις για την κατασκευή τους.Πέρα απ΄την “Αστική Οργανοποιεία” ο λαός της υπάιθρου κατασκεύαζε μουσικά όργανα ταμπουράδες ,σκαφτά μπουζούκια,λύρες ,ακολουθοώντας μια παράδοση αιώνων.
Ένα τέτοιο όργανο είναι και ο Ταμπουράς που επισκευάστηκε, κατασκευής του 1903 από κάποιον Ν.Μ(πιθανότατα).Ο κατασκευαστής του είχε μάλλον μεγάλη εμπειρία σε τέτοιου είδους όργανα καθώς ειδικά το σκάφος ακολουθεί μια τέλεια συμμετρία μορφής και πάχους(3χιλ.).
Σκάφος : Μουριά
Μανίκι: Κερασιά
Καπάκι:Έλατο και Καρυδιά
Μήκος χορδής: 72 εκ.
Ο ταμπουράς είχε τάστα τα οποία όμως δεν ακολουθούσαν κανένα δεδομένο τύπο.Έτσι τοποθετήθηκαν μπερντέδες χωρίς όμως να κλειστούν οι χαρακιές των τάστων και διατηρήθηκε η σημειοθεσία του.
Ηχητικά θυμίζει πάρα πολύ το μπουλγαρί του Φουσταλιέρη
.

Γράφει και πάλι ο Γιάννης Τ., στο προσωπικό του μπλογκ Τρίχορδα, για το ίδιο πάντα όργανο το οποίο στο μεταξύ επισκεύασε.Και στα τρία λινκ υπάρχουν και φωτογραφίες του οργάνου.

Τώρα που το θυμήθηκα: ο ταμπουράς του Μακρυγιάννη, όταν ολοκληρώθηκε η αποκατάστασή του από τον Ν. Φρονιμόπουλο, παρουσιάστηκε νομίζω σε κάποια εκδήλωση όπου τον έπαιξε ο Σωκράτης Σινόπουλος. Σωστά τα λέω; Υπάρχει καμιά ηχογράφηση ή βίντεο, ξέρει κανείς;

(λίγο αργότερα…)

Βρήκα την απάντηση.

Και πάλι ευχαριστώ liga rossa.

Μάλλον εννοεί πως τα σάζια του Σκεντερίδη είχαν δούγιες (δεν ήταν σκαφτά δηλαδή) που όμως δεν τις εφάρμοσε σε κάποιο καλούπι αλλά σε πλαίσιο.

Σύμφωνα με το Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας του Μπαμπινιώτη η λέξη “καρβέλι” προέρχεται ετυμολογικά από τη σλάβικη λέξη “karvalj” ή “korvalj”. Σημειώνει επίσης την αλβανική λέξη “karabele” που σημαίνει στρατιωτικός άρτος και την ιταλική “caravella” η οποία είναι μεταγενέστερο υποκοριστικό της λατινικής λέξης “carabus” (= πλοιάριο). Η δε λέξη “carabus” προέρχεται από το αρχαιοελληνικό “κάραβος” που στα νέα ελληνικά έγινε “καράβι”. Στο λήμμα “καραβέλα” βλέπουμε πως πρόκειται για "μικρό ιστιοφόρο πλοίο με δύο ή τρία ιστία τριγωνικού σχήματος, που χρησιμοποιήθηκε κατά τον Μεσαίωνα για τα ταξίδια Ισπανών και Πορτογάλων θαλασσοπόρων". Προφανώς η λέξη αυτή χρησιμοποιήθηκε/χρησιμοποιείται για να υποδηλώσει όχι μόνο τον γενικό τύπο του πλοίου αλλά και ειδικά το σχήμα του (στενές άκρες που φαρδαίνουν στη μέση) και λογικά από εκεί προέκυψε η ονομασία τόσο του ψωμιού όσο και της κατασκευαστικής τεχνικής που αναφέρεται πιο πάνω.

Αν το παραπάνω κείμενο είναι copy-paste από το original κείμενο, μήπως η απάντηση είναι πιό απλή απ’ ότι φαντάζεται κανείς? Μήπως έχει γίνει τυπογραφικό λάθος και αντί για carved γράφτηκε carvel εκ παραδρομής ?

Με μια πρόχειρη ματιά φαίνεται ότι υπάρχει ένα ακόμη τουλάχιστον τυπογραφικό λάθος: Στη δεύτερη πρόταση από την αρχή, αντί για learned γράφει rearned.

Δεν είμαι Εγγλέζος luthier, δεν είμαι καν luthier. Όμως η φράση carved – built resonator δεν μου κάθεται καλά, από γλωσσική / συντακτική άποψη, ενώ το υπόλοιπο κείμενο δεν είναι κακά αγγλικά. .

Το πιθανότερο να είναι έτσι ακριβώς.
Να εννοεί ότι κατασκεύαζε ταμπουράδες με σκαφτό σκάφος, χωρίς καλούπι και η λέξη να είναι “carved”.

Όχι, δεν είναι κόπι πέιστ. Το πληκτρολόγησα αντιγράφοντας από το χαρτώο αντίτυπό μου του βιβλίου, και τα τυχόν άλλα τυπογραφικά είναι δικά μου. (Αν προσέξετε, σχεδόν όλα μου τα μηνύματα έχουν στο τέλος τη σημείωση “τελευταία επεξεργασία: τάδε η ώρα”. Είναι επειδή πάντα μου ξεφεύγουν τυπογραφικά! Όσα πιάσει το μάτι μου μετά την ανάρτηση τα διορθώνω σε δεύτερο χρόνο.)
Συμφωνώ όμως με τον Νίκο. Carved-built δε σημαίνει τίποτε (σκαφτό-φτιαγμένο; σε σωστά αγγλικά θα έλεγε απλώς σκαφτό!).
Αλλά παιδιά, μην πάμε στην άλλη άκρη του κόσμου για να βρούμε τι σημαίνουν δύο λέξεις. Είναι αγγλική ορολογία οργανοποιίας: όποιος την ξέρει θα μας απαντήσει θετικά, όχι εικάζοντας.

Ένας λόγος παραπάνω, Περικλή, αν πληκτρολόγησες το αρχικό κείμενο και δεν το σκάναρες π.χ. [οπότε θα γίνονταν ίσως και παραπάνω λάθη σε σχέση με το αρχικό κείμενο].

Άρα υπάρχει η γραφή “rearned” , ένα λάθος τυπογραφικό σίγουρα, οπότε ίσως ξέφυγε και δεύτερο στο σημείο που συζητάμε.

Επίσης, η Καλλιμοπούλου είναι εθνομουσικολόγος, όχι οργανοποιός η ίδια, για να χειρίζεται ακριβώς την ορολογία, και μάλιστα και στα αγγλικά.

Ας είναι.
Το καλύτερο είναι - θα συμφωνήσω, τελικά - να περιμένουμε να διευκρινιστεί καλύτερα το σημείο αυτό, στο μέλλον…

Μπερδεύτηκα…

Το βιβλίο γράφει learned και carvel.

Αφού σιγουρευόμαστε για το “carvel”, ψάχνοντας τι ανακαλύπτει κανείς…

  1. Αναφέρονται δυο τεχνικές για τα όργανα, π.χ.
    “The 19th century bouzouki was indistinguishable from the Turkish Bozuk with its carved wood or carvel-built bowl resonator

  2. Η ίδια ορολογία, επίσης, απαντά και στην κατασκευή πλοίων, από όπου μάλλον προήλθε και για τα όργανα: εδώ.

Ως πρώτη εκτίμηση, “carved wood” σημαίνει “μονοκόμματο ξύλο” και “carvel built” με ντούγιες, κατά τη γνώμη μου, πάντα.

Αυτό μας ενδιαφέρει! Εννοώ σε σχέση με το κυρίως θέμα πλέον. Παραπομπή; Έχει και συνέχεια;

Κοιτάξτε εδώ.

Ε, καλά… Ένα αρθράκι που σκοπεύει σε σύντομη ενημέρωση όσων πανάσχετων ξένων θέλουν να ενημερωθούν για το τι είναι αυτό το ελληνικό (ή μήπως, ιρλανδικό;) όργανο με το περίεργο όνομα Bouzouki. Αναφέρει πάντως συντάκτες και παραθέτει βιβλιογραφία και άλλες πηγές. Δεν λέει χοντρές πατάτες (ψιλές μόνο), αλλά η βιβλιογραφία είναι χαρακτηριστική: ενώ απουσιάζει και ο Πέννανεν αλλά και η Καλλιμοπούλου, οι εργασίες τους διαφαίνονται μέσα από τις γραμμές, προφανώς τσιταρισμένες από κάποια κείμενα της παρατιθέμενης βιβλιογραφίας π.χ. The 19th-century bouzouki was indistinguishable from the Turkish bozuk κλπ… Εμάς, σε τι μπορεί να μας βοηθήσει;

carved = σκαφτό/σκαλιστό, μήπως έχει γίνει απλά τυπογραφικό λάθος;

Από την σελίδα της Βικιπαίδια περί κατασκευής πλοίων:300px-Clinker-carvel_svg.png
Η ομοιότητα “Carvel-built” και ντούγιες μουσικού οργάνου είναι εμφανείς.

Δίκιο έχεις Νίκο. Αλλά να μην το κοιτάγαμε; Εντάξει, τώρα που το είδαμε ξέρουμε ότι δεν είναι κανένα κείμενο αξιώσεων.