Στίχοι: μπαμπης καπουλας

Στάξε δυό τζούρες Προυσαλιό αρχόντοι να γεννούμε
Κ΄αν τύχη και μας πιάσουνε,σε ¨θρόνο¨ θα μας βρούνε

Κ΄αν μας πετύχουν στο ¨καλό¨, κοπιάστε θα τους πούμε
Πιάστε σειρά μες΄το τεκέ μαζί να τον επιούμε
Κ΄ άν αγριέψουν μάγκα μου, σουγιά θα ξηγηθούμε
Κ΄αν μας ξεκάκουνε αυτοί ,εκεί στην άλληνε ζωή
Αγγέλοι θα γεννούμε.

Σταμάτα Μάνθο να τραβάς και πιάσε το μπουζούκι
Είναι μεγάλος ο νταλκάς και συ μαγκίτη μου μπελάς
Σα μπήκες στο κουτούκι
Μείναμ΄οι δυό ρε φουκαρά, κ΄η νύχτα δε μας ¨πλένει¨
Ρίξε ρε Μάνθο τις πενιές σκυφτές καραντουζένι
Ασε τους άλλους να γυρνάν στα σπίτια τους χορτάτοι
Οι νύχτες για μας ατέλειωτες ,κ΄ο κόσμος δίχως άκρη.

Στα χαμηλά της Φαβιέρου .Χειμώνας του 76.

Πήρες ανάρριχτα τ΄ αμπέχονο και τις στροφές γεμάτες
Μες΄τους ρυθμούς ξεχάστηκες ,και γύρισες στο παρελθόν τις πλάτες
Σ΄ένα χορό, σκυφτό κ΄ αράθυμο σαν τον καημό της ¨πλέμπας¨
Μ΄ένα σκοπό βουβό και άπληστο σαν το σφυγμό της φλέβας
Η ζάλη τις ώρες μίκρυνε
Και το πρωί να παραδέρνεις θα σε βρει.
Κοίτα μη χάσεις μοναχά, μια ανάμνηση ατόφια καθαρή.
Του φίλου που σου στάθηκε το σταυρωτό ποτήρι με ρακί

ΣΤΗ ΚΟΡΗ ΠΟΥ ΒΓΗΚΕ ΣΤΟ ΚΛΑΡΙ ΜΟΛΙΣ ΣΤΑ ΔΕΚΑΠΕΝΤΕ
Σκούπισες νωχελικά, το λιπαρό των χειλιών κοκκινάδι
Μες΄τη λαμέ σου τσάντα έκλισες τον πόνο
Μαζί με το στερνό το πληρωμένο χάδι
Άλλη μια νύχτα πάτησες της μέρας σου τον όρκο
Μα το πρωί ξανά μετάνιωσες αμαρτωλή ,σκυφτή και σκέτη
Πίσω γύρισες στο κρύο αλλά παντοτινά πιστό σου ¨ ντόκο ¨
Οι νύχτες σου γιναν εφιάλτες ,μα οσο κ΄αν ξέπεσες εκεί
Εγώ σου τοχω χιλιοπεί,σε περιμένω
Και κάνω στο χρόνο πλάτες.

Hπια κρασί απ΄τη γόβα σου, φαρμάκι απ΄τη καρδιά σου
Και μίλησα με το θεό στα πεταχτά φιλιά σου.
Κ΄ αν εισαι στα δεκαοχτώ ,εγώ μικρό δε φταίγω ,
Φταίγω μονάχα που περνώ και στο μπαξέ σου δε πηδώ
Και για το λάθος μου αυτό τον εαυτό μου ψέγω.
Ξέρω, με πάς για το χαμό ,κ΄αν δε το ξέρεις μάθε το
Ούτε που λέω ν΄αμυνθώ
Και μεσ΄το νού σου γράψε το,μαζί με ΄σένα θα χαθώ
Α ! ρε μικρό μελαχρινό ,κάνε θυσία σε βωμό και το
Κορμί μου κάψε το.

Α ! ρε θεέ και να΄ξερες τι γίνετε ΄δω πέρα
Το θρόνο θα παράταγες και γινόσουν τεκετζής
Στα στέκια του Παιρέα
Θα ΄χες το Μάρκο αδερφό
Τον Μπάτη θα΄χες φίλο
Θα΄χες κα μένανε πιστό
Που τώρα σε οικτίρω
Μ΄κείνα τα μπάνικα παιδιά
Αγγέλους που τα λένε
Φκιάξη τρελλή θα κάναμε
Με τσίκες και με παρδαλές
Και τις φωτιές να καίνε :102:

Αργά κυλάνε οι νυχτιές
Βαριά περνάν οι νύχτες
Αργός δερβίση μου ο μανές
Βάλσαμο πάνω στις πληγές
Νταλκάς στις χαμοκέλες
Δε φέγγει ο Γεντί Κουλές
Δε λύνουν οι αμπάρες
Μόνο του σήμαντρου οι ¨φωνές¨
Κάνουν τα βράδια τις καρδιές
Να διώχνουν τις αντάρες
Πνιχτο καημό σου μάννα μου
Βαθειά μες΄τη καρδιά σου
Και σα ΄κουστεί η καμπάνα μου
Στείλε πουκάμισο καλό
Και πνίξε τα δάκρυά σου

Παίξ΄το κορμί σου βλάμισσα
Να λιώσεις το χαρμάνι
Φωτιές ν΄ ανάψεις στα παιδιά
Ν΄ αστράψει το λιμάνι
Σε βασανιάρικο σκοπό
Χόρεψε τσιφτετέλι
Πρόσεξε μόνο το κακό
Που σέρνει το μαύρο τέλι
Παιξ΄το κορμί σου βλάμισα
Κ΄ακου τους στεναγμούς μου
Το μαγαζί το άδειασα
Για γούστο σου ,για χάρι σου
Πούλησα τους δικού μου

Στο κερχανά μεγάλωσα
Κ΄ είδα της νύχτες μου γυμνές
Σα λάμιες του παραμυθιού
Το μύθο τους να φκιάχνουν
Είδα τους μάγκες στις γωνιές
Καρικατούρες του χαμού
Σε παραλήρημα τρελό
Τον κόσμο τους να ψάχνουν
Είδα γυναίκας όμορφο κορμί
Πάνω στο στρώμα του καημού
Ευνουχισμένο ,βάλσαμο να ζητάει
Είδα στη πίσω πόρτα τον νταβά
Στεγνό ,στης μπεζεντρίνης τους ρυθμούς
Των στεναγμών τα σμπάρα να μετράει
Είδα και ΄μενα να περνώ κάτω από γκρίζους θόλους
Τη σκιά μου
Ολάκαιρη ζωή αφέθηκα,
Και τώρα που΄φτασα εδώ
Τις τόσες μου τις χίμαιρες
Τραγούδι έκανα πικρό
Να κρύψω το τρωτά μου

Καμμια “ζυγαρια” δεν μπορει “μεγαλε” να ζυγισει το βαρος των “στιχων” σου …
Δε σου γραφω , για να γραφω , το ζω , το πιστευω , το νοιωθω … εισαι το “αστερι” του φορουμ !!!

σημ. Παρακαλω ολους , να μη μπει ουτενα "μπραβο" , τογραψα για τον Μπαμπη Καπουλα …

Στρίφτον Ανέστο το καπνό
Στη ζούλα να τον πιούμε
Και κρύψε μας απ΄το θεό
Στη σούμα θα τα βρούμε
Βγαλ΄τους αγίους στα στενά
Για να βαστάξουν τσίλιες
Και φέρε μας κανα ουρί
Και σφάλιξε τις γρίλιες
Και πιάσε αντίκρυ το τζουρά
Ανέστο και κάνε κόζι
Να δεις πως γούσταρε η μαγκιά
Στο πάνω κόσμο στο ντουνιά
Που τον αφήκαν τόσοι :102:

Ποιος έμπηξε τα κάγκελα
Μάγκα μου στο κελί σου
Και σου΄κρυψε το δειλινό
Και μάρανε η ψυχή σου?
Ποιος σου΄ριξε την αβανιά
Και σε ΄πιασαν οι λάγιοι
Κ ΄ορφάνεψε η Κοκκινιά
Και δάκρυσαν οι άγιοι?
Βγάλε στα σένια την ποινή
Κ΄έλα στη μάντρα πίσω
Σου΄χω το λάζο έτοιμο
Τις λάμες ακονίζω
Γύρω λουφάξαν τα καρφιά
Κρυφτήκαν τα θρασίμια
Ξύσε δερβίση τα παλιά
Και δώσε διάτα στα ¨παιδιά¨
Να πιάσουν τα προζύμια

Γεύτικα νύχτες ατέλειωτες ωμά
Τα σπλάχνα της ʽ¨πλατείας¨
Κ έχω κεφάλι σκοτεινό
Φτιαγμένο και θολό
Με΄κείνον που τονε λέν
Καπνό της νοσταλγίας

Γύρω τραγούδια γύφτικα
Που΄χουνε λάγνα λόγια
¨προστάτες¨τα χορεύουν ξέμπαρκοι
και άνεργοι βαστάζοι
Όλους αυτούς που η ζωή
επαψε να τους τάζει.
Εχουν τα μπράτσα μελαμψά
Σημαδεμένα σκαλιστά
Με γυναικών κορμιά ωραία
Καρδιές,χαμόγελα
Κ΄ονόματα μοιραία
Κ΄εγώ μ΄ ένα κεφάλι σκοτεινό
Γυρεύω σκέπη να κρυφτώ
Μιάν ανοιχτή αγκαλιά
Για όλα μου ν΄απολογηθώ

Ειν΄τα τραγούδια μου αυτά
Ολάκαιρης ζωής οι δεικτες
Γράμματα σ΄άγνωστους παραλήπτες
Είν΄τα τραγούδια μου αυτά
Κάποιας βραδυάς πικρή παράσταση
Από το χρόνο αίτηση γι΄ακόμα μια παράταση

Ψυχή μου γιατί άφησες
Και σου αυλάκωσαν το κορμί
Των αλλωνων οι πρύμες
Και μενα δε μου σκάρωσες
Ποτέ σου δύο ρίμες

ΚΑΤΩ ΑΠΟ ΤΟ ΜΠΑΛΚΟΝΙ ΤΗΣ ΕΥΑΣ
Όσες οι στάλες της βροχής
Τόσα καρφιά στο στήθος
Μου τάμπηξες και μ΄ άφησες
Τρελή με τόσο μίσος

Μ΄αν σούρθει άλλος μουστερής
Τρελή και τακιμιάσεις
Θέλω να πάθεις ότι εγώ
Να λιώσεις να καταστραφείς
Μαζί του να ρημάξεις

Με πετυχες που γύριζα
Ξημέρωμα και κάτι
Είχα τους τοίχους στήριγμα
Και μπούσουλα το στεναγμό
Του αστεριού που πιάστηκε
Στις μέρας το αδράχτι

Τα δάχτυλα σου πέρασες
Μες΄τα υγρά μαλλιά μου
Μη με ρωτήσεις το γιατί
Τη νύχτα αυτή δεν ήθελα
Εσύ νασαι κοντά μου

Με πετυχες που γύριζα
Νύχτα αργά ξημερωμένη
Το άλλοθι μας ψάχναμε
Όλοι εμείς του κόσμου
Οι σεσημασμένοι

τους θεοποίησα !
αυτο ηταν το σφαλμα
το λαθος μιας ζωης …
και παλευα να γραφω τις αραδες
και περναγαν τα χρονια , οι βδομαδες
να εκλιπαρω για ενα αγγιγμα τους
και παντοτε να ειμαι στη σκια τους …

ελα λοιπον κι εσυ , παλιο αλανι
να ζησουμε μαζι στο ιδιο χαλι
του διαδικτυου μας η νυχτα ειναι μεγαλη
κι αν δε το παει η “πρυμη” σου
το σωμα ν` αυλακωσει
τουλαχιστον η πενα σου
ας το αποθεώσει …

Πάνω σε στρώμα βρώμικο
Υγρό κηλιδωμένο
Μαζι μ΄ένα κορμί χλωμό
Στυφό και αγοραίο το βράδυ σου επερασες
Που ήταν σα το χθεσινό
Ρηχό και φευγαλέο

Τη χαρτωσιά σου τη στερνή
Για το πρωί κρατούσες
Όχι γιατί φοβόσουν μη χαθεί
Μα ναχεις τη μέρα σου μπροστά
Στο φως να περπατούσες

Τώρα σου τη δανείζουν τη χαρά
Αυτή τη τελευταία
Και συ τη χαίρεσαι μαζί με τη βραδιά
Που είναι σα τη χθεσινή ρηχή και φευγαλέα

Π Ι Ν Α Κ Α Σ Α΄
Μία μέρα γκρίζα μολυβένια
Ένας βάλτος η αυλή
Τήβεννος σιωπής
Στο καρφί μια καμπαρτίνα μοναξιάς
Ένα τσιγάρο τελευταίο
Σχοινοβασία ανάμεσα
Από παραφροσύνη και από λογική
Τοπίο χιλιοειδωμένο και κενό
Ανάλλαχτο τοπίο

Αμόλα βλάμη το βραχνά
Και χάιδεψε τα τέλια
Τσίμπα τουλούμπα απ΄το ταβλα
Να στάξουνε τα μέλια
Και σα μελώσει η νυχτιά
Θα πέσει τσικα στο λουλά
Να ξεχαστούν τα ντέρτια

Καν΄το ταξιμι σου αργό
Μακρύ ασίκικο κλαφτό
Και με ζεϊμπέκικο σκυφτό
Τουτα δερβίσια πούνε ΄δω
Να λύσουν τα κουρέλια