Ρίχνω το γυαλί στον πάτο - Βάρκα Γιαλό

Κάθε άλλο, αλοίμονο.

Άκουσέ το στην [b][u]πρωτότυπη εκδοχή του.[/b][/u]

Και σε μια [b][u]διασκευή του.[/b][/u]

Η σελίδα είναι από ένα μικρό βιβλιαράκι που βρήκα ανάμεσα σε άλλα παλιά βιβλία, πριν όμως από τόσα χρόνια που με κάνουν να έχω ξεχάσει τις λεπτομέρειες.
Το σίγουρο είναι, ότι το βιβλιαράκι είναι συλλογή από τραγούδια της εθνικής αντίστασης. Η έκδοση πρέπει να είναι της δεκαετίας του 1950, ίσως και του '60.
Όταν το βρήκα και το ξεφύλλισα με εντυπωσίασε το τραγούδι αυτό κι η σχέση του με το γνωστό του Κατσαρού, και φωτοτύπησα τη σελίδα χωρίς ο ανόητος να βγάλω τουλάχιστον μια φωτοτυπία και το εξώφυλλο.
Έπειτα το βιβλιαράκι ξαναμπήκε στη “θέση του”, σε κάποια κούτα σε κάποιο πατάρι κάποιας αποθήκης…
Σίγουρα θα το αναζητήσω και θα το ξαναβρώ, το ερώτημα είναι πότε…

Έχω την αίσθηση ότι αυτοί οι στίχοι και γενικά αφιέρωμα για τους Έλληνες εξορισθέντες στην Αίγυπτο ότι υπάρχει στο βιβλίο του Κουνάδη, δεν θυμάμαι σε ποιον τόμο, μάλλον στον α΄ (σε σχέση με κάποιον Μυτιληνιό κιθαρίστα;)

Κώστας Πατλάκας, τόμος Α΄. Υπάρχουν πολλοί στίχοι αντιστασιακών στιχουργημάτων αλλά όχι αυτό.

  1. Το στιχούργημα με τη βάρκα, από τις 40 Εκκλησιές, ξέρουμε σε τι σκοπό το λέγαν; Πάντως δε νομίζω να ήταν σ’ αυτόν εδώ το γνωστό.

  2. Ο σκοπός της Βάρκας και της Ελ Ντάμπα έχει προφανώς μακρά ιστορία ως εύθυμος, περιπαικτικός σκοπός ανεξαρτήτως περιεχομένου. Για παράδειγμα, το ότι “δασκάλα” λένε τη μεγάλη γόπα δεν αποκλείει καθόλου να υπάρχει παράλληλα και ερωτικό υπονοούμενο για πραγματική δασκάλα. Άλλωστε ορθώς επισημάνθηκε ότι οι δασκάλες ήταν κατεξοχήν αντικείμενα πόθου στα χωριά (και τώρα είναι άλλωστε!). Άλλο παράδειγμα, το καλαφάτισμα από μπρος και από πίσω -ή, δήθεν διακριτικότερα, «πρύμα μπρος και πλώρη πίσω».
    Χωρίς να ξέρω αν ποτέ συνέβη, μπορώ κάλλιστα να φανταστώ να το τραγουδάνε με ανάλογους στίχους παλιότερα σε κατασκηνώσεις και εκδρομές, όπως το Ντιρλαντά και τον Παπά τον Διαμαντή.

  3. Από σύγχρονες ρεμπετοπαρέες έχω ακούσει άλλα δύο ωραία δίστιχα:

Η γιαγιά μου η μαστούρω (βάρκα γιαλό)
καβαλάει την εντούρο (τζουμ τριαλαριλαρό, β.γ.)

Την γκαζώνει, τη μαρσάρει (β.γ.)
και στον τοίχο τη στουκάρει (τζ. τρ., β.γ.)

Τα βρίσκω πολύ πιστά στο πνεύμα του τραγουδιού.

  1. Στην Κάλυμνο αυτό το τραγούδι το λένε σαν καλύμνικο, με το γνωστό σκοπό ελαφρώς τροποποιημένο, με βασικούς στίχους αυτούς που ξέρουμε από τον Τσιτσάνη, αλλά επιπλέον με μια απειρία άλλων δίστιχων στο ίδιο θέμα, άλλους σοβαρούς, άλλους με υπονοούμενο. Δεν είχα ακούσει το “θα της βάλω και προπέλα” του Νίκου, αλλά γενικώς θα της βάλουν ό,τι μπορεί κανείς να φανταστεί: και τεμόνι, και σαβούρα, και πανάκι, και μηχανάκι, και μια μπούμα (που δεν ξέρω τι σημαίνει), και κορδέλες, κλπ… Μπορούν να το τραβήξουν χαλαρά για 20 λεπτά. Στα σημερινά καλύμνικα γλέντια είναι από τα πιο γκραν σουξέ.

  2. Αν ο Τσιτσάνης έκανε απλώς μια διασκευή και την κυκλοφόρησε στο όνομά του, ο Μπαγιαντέρας έκανε κανονική αντιγραφή, στην Ψαροπούλα.

Η μπούμα είναι το οριζόντια τοποθετημένο ξύλο που κρατάει σταθερό το μεγάλο πανί ενός ιστιοφόρου (το λεγόμενο “Μαΐστρα”) στην κάτω άκρη του. Διεθνής όρος, όχι μόνο βενετσάνικος, αφού και οι Άγγλοι σήμερα Boom τη λένε. Πάνω της δένονται οι λεγόμενες “μούδες”, σειρές από σκοινάκια ραμμένα πάνω στο πανί, όταν θέλουμε να μειώσουμε την επιφάνειά του σε πολύ δυνατό άνεμο. Υπάρχουν δύο σειρές από μούδες, η κάτω, “πρώτη σειρά”, και η πιό πάνω, που λέγεται “αμπάσο” γιατί ο καπετάνιος προτρέπει να δεθεί και η δεύτερη σειρά (- Αμπάσο μούδα! =ακόμα πιό χαμηλά το πανί) όταν ο άνεμος δυναμώσει ακόμα πιό πολύ.

Ε, όχι ακριβώς κανονική, ελαφρώς μεταποιημένη.

Στο βιβλίο του Κ.Δαμιανίδη “Ελληνική παραδοσιακή ναυπηγική” η μπούμα
αναφέρεται και σαν τύπος πανιού παραδοσιακού ιστιοφόρου.Εκεί υπάρχει
και σχετικό σκαρίφημα.
Μπούμα είναι το πίσω πανί που έχει το καραβάκι του φόρουμ.

Επίσης, μπούμα λέγεται και μέρος του γερανού που είναι σαν κατάρτι.

Το δίστιχο «έμαθα κυρά πως έχεις / ψαροπούλα και ψαρεύεις» το πέτυχα και στο τραγούδι «Ο Λαγώς» (sic, <λαγωός, δηλαδή λαγός!!) της Παπαγκίκα: http://www.youtube.com/watch?v=V08ea6pkPPw&feature=fvwrel

Ο Λαγός είναι περιπαιχτικό τραγούδι. Εδώ ξεκινάει με δύο δίστιχα σχετικά, «έμαθε ο λαγός και μπαίνει / μες στο φετινό τ’ αμπέλι» και «και φορεί ποδηματάκια / και χαλάει τα λαχανάκια», και συνεχίζει με άλλα άσχετα. Σε άλλη εκτέλεση, με εντελώς διαφορετική μουσική, το έχω ακούσει να λέει «μες στης παπαδιάς τ’ αμπέλι», και συνεχίζει με στίχους που δεν τους θυμάμαι αλλά έχουν πολύ σαφέστερο υπονοούμενο απ’ ό,τι εδώ. Βασικά στην Παπαγκίκα δεν προκύπτει καν ότι υπάρχει κάποιο υπονοούμενο αν δεν είσαι λίγο πονηρεμένος.

Τρίτο δίστιχο λοιπόν η Παπαγκίκα λέει το «έμαθα κυρά πως έχεις…». Αν δεν ξέρει κάποιος από άλλες εκτελέσεις ότι κι αυτό το τραγούδι συνεχίζει με σεξουαλικά υπονοούμενα, δεν πρόκειται ποτέ να το μαντέψει από εδώ. Και τέταρτο δίστιχο «έχει ναύτες παλικάρια / που ψαρεύουνε τα ψάρια» (γνωστό από το “Σε καινούργια βάρκα μπήκα”, που το έχει πει η ίδια), πάλι αθώο και καθαρό δίστιχο από μόνο του.

Ο λόγος που συνδέονται τα 2 πρώτα με τα 2 δεύτερα δίστιχα στην ίδια ηχογράφηση είναι προφανώς ότι σε κάποιο μέρος και τα δύο τραγούδια, ολόκληρα όμως, τραγουδιούνταν στον ίδιο σκοπό. Άρα είναι ένας σκοπός για τέτοια πονηρά τραγούδια. Η ηχογράφηση όμως απευθύνεται σε κοινό που το γνωρίζει ήδη αυτό (έτσι κι αλλιώς τότε οι δίσκοι έβγαιναν για τραγούδια που ήταν ήδη σουξέ μέσω προφορικής μετάδοσης -πολύ αργότερα άρχισε ο δίσκος να φτιάχνει τα σουξέ) και που, ακούγοντας τις αυτολογοκριμένες εκτελέσεις της Παπαγκίκα, είναι σε θέση να συμπληρώσει το υπόλοιπο νοερά. Όποιος δεν είναι σε θέση, θα ακούσει και θα προσλάβει κάτι τελείως διαφορετικό.

Αναρωτιέμαι αν και το «Σε καινούργια βάρκα μπήκα» είναι στην ίδια κατηγορία. Αν υπάρχουν στίχοι με σεξουαλικό υπονοούμενο που δεν τους ξέρουμε, τότε κι αυτό είναι ένα τραγούδι που τόσα χρόνια το αντιλαμβανόμαστε αλλιώς απ’ ό,τι οι παλιοί ακροατές του δίσκου, που συμπλήρωναν νοερά ό,τι λείπει.

Κάπου έχω ακούσει ή διαβάσει να λέει, μετά τα διάφορα «έχουμε χρυσή σαρδέλα», «έχουμε παστά και χλώρια» κλπ., και το δίστιχο «έχουμε και κάτι άλλο / πιο καλό και πιο μεγάλο», που είναι μεν υπονοούμενο σεξουαλικό αλλά το είχα θεωρήσει ως ψιλοάστοχη χοντράδα γιατί δεν κόλλαγε με το υπόλοιπο. Ίσως τελικά κολλάει!


Υ.Γ. Μια πρόσθετη λεπτομέρεια που επιβεβαιώνει τον σκωπτικό χαρακτήρα του σκοπού (γιατί πολλές φορές ένας σκοπός είναι από μόνος του σκωπτικός ό,τι στίχο κι αν βάλεις, βλ. και εδώ) είναι ότι ο πρώτος στίχος κάθε δίστιχου επαναλαμβάνεται περισσότερες φορές απ’ ό,τι συνηθίζεται σε ακοπούς τέτοιας δομής: προφανώς εντείνει και κορυφώνει την αγωνία για το τι θα πει ο δεύτερος στίχος, ποια ευρηματική ρίμα θα φέρει την κωμική / πονηρή ανατροπή. (Καμία βέβαια, σε όσους στίχους έχουν ηχογραφηθεί, στους υπόλοιπους όμως…)

Οι στιχοι:
http://www.rembetiko.gr/forums/showthread.php?t=17635&highlight=�����

Ή να είναι απλη συρραφη στιχων, κατι πάρα πολυ συνηθισμενο ειδικά στις παλιές συνθεσεις.

Παιδιά, όλα αυτά τα τραγούδια είναι συγκεχυμένα στη στιχούργησή τους και δεν υπάρχουν (γιατί δεν έχουν και νόημα) ειδικές υποκατηγορίες όπως “σεξουαλικών υπονουμένων”, “ανοιχτά κατονομαζομένων σεξουαλικών πράξεων”, “μικτά με παράθεση κοινωνικών ή προσωπικών σκωμμάτων” κλπ. Βέβαια, όποιου το συγκεκριμένο οπίσθιο τμήμα του σώματός του τα θέλει, αυτός /-ή θα δεί σεξουαλικά υπονοούμενα και, αν δεν είναι εύκολο να τα δεί, θα τα προσθέσει. Κλασικό παράδειγμα οι “στίχοι ταβερνοπαρέας” που προστίθενται από την αναβίωση των προπολεμικών ηχογραφήσεων και μετά στο “ήσουνα ξυπόλυτη”, αλλά και ο στίχος που ψάρεψε ο Περικλής στους Ψαράδες (έχουμε και κάτι άλλο), που εγώ π.χ. δεν τον έχω ακούσει. Αντ’ αυτού έχω ακούσει το αθώο αλλά χαρακτηριστικότατο “(… έχουμε παστά και χλώρια) και πεντ’ έξη οκάδες χώρια*”, απόλυτα ταιριαχτό στο χαρακτήρα του στιχουργήματος, που δεν είναι συρραφή προϋπαρχόντων διστίχων αλλά ολοκληρωμένη παρουσίαση μιάς καθημερινής ιστορίας κοινότατης σε ψαροχώρια και όχι π.χ. η σκηνή στο ψαράδικο της Πειραϊκής ή Αθηναϊκής αγοράς με την Μαρίκα τη δασκάλα, που γράφτηκε εξ αρχής με πονηρές προθέσεις.

Είναι όμως παρακινδυνευμένο να θεωρήσουμε ότι υπάρχουν μελωδίες “ειδικών προδιαγραφών”, κατάλληλες για σκωπτικούς ή / και πονηρούς στίχους. Πολύ συχνά μία μελωδία ξεκινάει τη ζωή της φυσιολογικά και κάποια στιγμή, για λόγους συγκυρίας και μόνο, καταλήγει να συνδυάζεται με τέτοιους μόνο στίχους.

*δηλαδή, έχουμε και πρώτα ψάρια, αν βαστάει η τσέπη σας, να σας τα δείξουμε!

Δεν είναι αυτό. Αυτό το έχει γράψει κάποιος που προφανώς είχε υπόψη του το παραδοσιακό, αλλά δεν είναι παραδοσιακό. Φαίνεται σαφώς από τις αναλλαγές στο ποιητικό μέτρο (αριθμός συλλαβών, πού πέφτει ο τόνος κλπ.). Οι επώνυμοι γράφουν έτσι, ο «λαός» όχι.

Ένα δείγμα από αυτό που θυμάμαι είναι [b]εδώ[/b], μετά τη μέση του βιντέου. Από το Δάσκιο των ημαθιώτικων Πιερίων.

Μμμμναι… Θα μπορούσε. Αλλά γιατί να ξεμπερδέψουμε με το παντοβότανο «απλή συρραφή» όταν το πράγμα δείχνει να έχει κάτι παραπάνω από πίσω; Δεν έχουμε μία ένδειξη, έχουμε πολλές. Σχεδόν φωνάζει.

Τόσο εξειδικευμένες κατηγορίες φυσικά δεν έχουν νόημα. Η γενική κατηγορία όμως “σκοποί για πονηρό (συνήθως, αλλά όχι υποχρεωτικά) χιούμορ” ασφαλέστατα υπάρχει. Είναι σκοποί που βγάζουν γέλιο από μόνοι τους, πριν καν ακούσεις τον πρώτο στίχο. Όχι τόσο επειδή η μουσική έχει κάτι ιδιαίτερο, όσο επειδή έτσι το έχει καθιερώσει μια συγκεκριμένη κοινότητα (ενώ ο ίδιος σκοπός μπορεί να έχει σοβαρή χρήση σε άλλο χωριό). Ξεκινώντας από παραδείγματα που έχω δει με τα μάτια μου σε περισσότερες της μιας περιπτώσεις, γενικεύω αυτή τη διαπίστωση στο κείμενο που λέω “βλ. και εδώ”, υποστηρίζοντας ότι αυτή είναι και η περίπτωση της Μαρίκας της Δασκάλας που αναφέρει κι ο Νίκος.

Το φαινόμενο διατηρείται ακόμη και μετά το πέρασμα από την ανώνυμη δημοτική (του βουνού και του κάμπου) παράδοση στην επώνυμη αστική δημιουργία, ασφαλώς όχι αναλλοίωτο αλλά με όλες τις αναμενόμενες αλλαγές, χωρίς πάντως να χαθεί.

Εδώ σ’ αυτή τη συζήτηση υποστήριξα νωρίτερα ότι ο σκοπός “Βάρκα Γιαλό” είναι κι αυτός τέτοια περίπτωση, και τώρα προσθέτω στη συλλογή και το σκοπό που τραγουδάει η Παπαγκίκα τον Λαγό. Για το “Έχετε ψαράδες ψάρια” δεν έχω καμία βεβαιότητα ότι εντάσσεται κι αυτός εδώ, ξαφνικά όμως μου δημιουργήθηκε η σκέψη ότι μπορεί και να εντάσσεται.

Οι στιχοι στους οποιους παρεπεμψα είναι ακριβώς αυτοί με την αναφορά “στης παπαδιάς τ΄ αμπέλι” και έτσι ακριβώς, με αυτούς τους στίχους πρόλαβα τους Μιλάνους να το τραγουδούν ζωντανά στη “Σκάλα” και να γίνεται χαμός!
Με αυτη την εκδοχη στιχων, μονο ετσι το ξερω και εγω.
Δεν ειπα ποτε πως ειναι παραδοσιακό, αλλα με αυτούς τους στιχους από οσο ξερω μονο από τους Μιλάνους το γνωρίζω.

Ο σκοπος του “Βαρκα γιαλο” δεν ειναι ττου Τσιτσάνη.
Αν διαβασει κανεις προσεκτικά τη συζητηση αυτη, θα δει πως προϋπηρξε αυτη η μελωδία με τον Κατσαρό στην Αμερικη, στο “Δεν το πίνουμε το γαλα”.
Και η μελωδια αυτη φυσικα και δεν εχει τιποτε το αστειο, το πονηρο ή το σατιρικό, εστω, σ΄αυτη την εκδοχη της.
Οσο για τους στιχους, σιγουρα προϋπηρχαν.
Εμενα, για συρραφή μου κάνουν.
Απειρα παραδειγματα μπορουμε να αναφερουμε με συρραφη στιχων, υπηρχε η συλλογικη μνημη απο την οποια αντλουσαν οχι μονο στις ανωνυμες αλλα και στις επωνυμες δημιουργιες.

Ετσι θα συμφωνησω με το παρακατω:

Παρανοήσεις…

Καμία αντίρρηση. Εγώ είπα απλώς “δεν είναι αυτό”, δηλαδή “δεν είναι αυτό που εννοούσα”. Αυτό που εννοούσα είναι παραδοσιακό, άρα δε λέμε το ίδιο.

Μα το ξέρω ότι δεν είναι του Τσιτσάνη. Ίσα ίσα που έχω γράψει τόσα για να υποστηρίξω αυτό ακριβώς:

Μη με ξαναγυρίζεις στο μηδέν!

Δε συμφωνώ. Οι τύποι μέσα στην Ελ Ντάμπα πέρασαν του λιναριού τα πάθη, αλλά αντί να τραγουδήσουν “αχ βαχ οι μαύροι τι πάθαμε” τα περιγράφουν με τρόπο που εμένα μου φαίνεται αστείος και σατιρικός. Πονηρός βέβαια όχι. Δεν έχει καμία σχέση με σεξουαλικά υπονοούμενα, δεν έχει ολωσδιόλου υπονοούμενα, προσωπικά όμως μου δίνει την εντύπωση ότι κάνουν τον καημό τους γέλιο (όπως θα το έκανε λ.χ. ο Καραγκιόζης).

Ο Κατσαρός δεν έχει καμιά δουλειά μ’ αυτή την ιστορία, απλώς διέσωσε ένα μικρό τμήμα των στίχων σε ηχογράφηση άλλης ηπείρου και άλλης δεκαετίας.

Σ’ εμένα το λες; Αυτό είναι το άλφα. Το θεωρώ τόσο αποδεδειγμένο (έχω γράψει πλήθος σεντόνια εδώ μέσα πάνω σ’ αυτό το ζήτημα) ώστε νομίζω ότι μπορούμε πλέον να προχωρήσουμε σε περαιτέρω συλλογισμούς, όπου η ύπαρξη συρραφών και η γνώση του κώδικα με τον οποίον γίνονται οι συρραφές θα είναι το δεδομένο και κάποιο άλλο θα είναι το ζητούμενο ώστε να ανακαλύψουμε και τίποτα καινούργιο εκτός από όσα ήδη ξέρουμε.

Δεν αμφισβήτησα ότι υπάρχουν οι συρραφές, αυτό δα μας έλειπε. Απλώς είπα: μην τσουβαλιάζουμε, υπάρχουν συρραφές και συρραφές, είναι ένα πολυσύνθετο φαινόμενο με κανόνες και υποπεριπτώσεις, και εδώ θεωρώ ότι πρόκειται για την υποπερίπτωση τάδε.

Eνταξει, με μπερδεψες.
Αλλά, άλλη μια αποδειξη των δανειων, στιχων και μελωδιων χωρίς υποκατηγοριες.

Δεν ητανε οι μονοι.
Ψαξτε τα γραφομενα των εξοριστων να δειτε τι τραγουδουσαν, διασκευές σε γνωστες μελωδιες έκαναν με στιχους απλους, καθολου “αχ και βαχ”.
Να θυμισω το “Η λευτερια ειναι σχολειο”, απο τα πιο δημοφιλή και ο καταλογος μπορει να συνεχιστεί.

Εμενα πάλι μου φαινεται πολυ τραβηγμενο να συμπεράνουμε οτι μια (εστω συγκεκεριμενη) μελωδια, η οποια “εντυνε” οποιουσδηποτε στιχους, αναλογα με τη διαθεση και τη συγκυρια, χρησιμοποιηθηκε αποκλειστικα για αναφορες σε πονηρά θεματα με υπονοουμενα κ.λπ.

Αν καταλαβαίνω Γιάννη, διαφωνείς κυρίως με το εντός παρενθέσεως. Και αφού το εκτός παρενθέσεως στηρίζεται στο εντός, είναι λογικό ότι δεν μπορείς να το δεχτείς ούτε αυτό.

Δε διεκδικώ το φυσικά το αλάνθαστο. Αυτό που λέω μπορεί κάλλιστα να μη στέκει. Τραβηγμένο όμως δεν είναι. Έχει έναν ολόκληρο συλλογισμό που στηρίζεται σε στοιχεία από πολλές λαϊκές παραδόσεις της υπαίθρου και της πόλης, που μου φαίνεται αρκετά λογικός, και που αντί να τον εξηγήσω αναλυτικά έβαλα απλώς το λινκ.

Το Βάρκα γιαλό το γραμμοφώνησε ο Τσιτσάνης το 46, αν θυμάμαι καλά, δεν έχω στοιχεία εδώ στο εξοχικό σπιτάκι. Ο Κατσαρός έμαθε το τραγούδι και τα συγκεκριμένα λόγια περί Ελ Ντάμπα από την αδερφή του. Είναι πολύ πιθανό να είχε γίνει της μόδας η μελωδία, ίσως από επιθεώρηση, όπως και το γιούπι γιάγια, που αυτό το τραγουδούσαν οι Εγγλέζοι στρατιώτες.

Κατά τη γνώμη μου ούτε αυτό είναι σίγουρο:
http://rebetiko.sealabs.net/forum/vt.php?p=4716

…έτσι πιστεύω ότι του Κατσαρού προέρχεται από τις εξορίες της βασιλομεταξικής δικτατορίας (πράγμα που υποδηλώνεται και από το στίχο “θα βάλω σημαδούρα και θα το σκάσω ζούλα”: Λίγο δύσκολο αυτό για ελ ντάμπα και πιο ταιριαστό για κυκλαδονήσι π.χ.)

Και πού βρέθηκε το γάλα για τόσους ανθρώπους, βρε Άγη, στα κυκλαδονήσια τα χωρίς ηλεκτρικό, πάγο κλπ; Στο Ελ Ντάμπα υπήρχε άφθονο γάλα σκόνη και μαρμελάδα για τους Άγγλους στρατιώτες, ε, όλο και κάποια παρτίδα θα είχε μισομπαγιατέψει. όπως και κάποια σακιά μπιζέλια. Μάλλον επιβίωμα είναι η σημαδούρα και τα υπόλοιπα ήρθαν αργότερα.

Σημαδούρα σημαίνει μόνο αυτό που όλοι ξέρουμε; Μήπως έχει και καμιάν άλλη έννοια (σημάδι ξέρω γω); Έτσι κι αλλιώς, και σε νησί να ήταν, τι ακριβώς εννοεί ο στίχος;