Ρεπερτόριο ρεμπέτικων τραγουδιών σε ταβερνάκια: Φτωχό ή επαναλαμβανόμενο;

Πστευω οτι το προβλημα αρχιζει απο τους μαγαζατορες οι οποιοι “επιβαλλουν” στους μουσικους τι θα παιξουν γι αυτο κ στα περισσοτερα
μαγαζια ακουγεται το κλασικο προγραμματακι-γνωστα ρεμπετικα κ λαικα,εντεχνα, μεχρι κ νησιωτικα.
Ο μουσικος που ψαχνεται σιγουρα θελει να παιξει αυτα που γουσταρει αλλα αν εχει αναγκη τα λιγα ευρω που θα πληρωθει συμβιβαζεται παιζοντας τις βλακειες.

Το πρόβλημα είναι υπαρκτό και οξύ… Από τη μια το μαγαζί πρέπει να δουλέψει, δεν μπορείς εσύ να το “χαλάς”, αλλιώς κάτσε στο σπίτι κύριε καλλιτέχνη…Δεν είναι σεμινάριο μουσικής παιδείας. Μαγαζί, μεροκάματο είναι, πρέπει να παίξεις ΚΑΙ για τον κόσμο. Από την άλλη ο μουσικός θέλει να παίξει και κάτι άλλο, για την πάρτη του, γιατί έχει μπαφιάσει, έχει βαρεθεί να ακούει από τα χέρια του και από τους άλλους συναδέλφους τα 60-80 τραγούδια που παίζουν στα μαγαζιά. Τι να πούμε, φταίει κι ο κόσμος, φταίει και ο καλλιτέχνης, φταίνε και τα μαγαζιά. Ο καθένας όπως μπορεί, σερβίρει. Αν είναι ο Γκολές και γνωστά και άγνωστα να πει, θα είναι ενδιαφέρουσα βραδυά. Μου είπε μια φορά ο Νίκος Κράλλης ότι ένα καλοκαίρι ο Πάππος έπαιζε μαζί του και τραγουδούσε το “τράβα μπρος” που λέει η Βουγιουκλάκη. Θυμηθείτε επίσης τον Ιορδάνη…“Ωραία μου πουλάκια κελαηδίστε…” Συμπέρασμα: “Τα μεταξωτά βρακιά θέλουν και μεταξωτούς κ…ους!!!” Μπορείς να τον προσεγγίσεις, να τον γοητεύσεις τον αδαή, άσχετο ακροατή;;; Μπορείς με μια σαχλαμάρα να είσαι ενδιαφέρων κι όχι ανιαρός;;; Κάντο όπως ο Ιορδάνης, όπως ο Μπάμπης, ο “Βλάχος” κλπ. Δεν θα υποστώ όμως τον κάθε φουκαρά που θέλει να μου παραστήσει τον Κασιμάτη (και δεν αξιώνω και από κανένα άλλον να τον ανεχτεί, επειδή είναι σπάνιο και ψαγμένο το τραγούδι που ανέσυρε στην ανασκαφή). Που πάς ρε Καραμήτρο; Με τι προσόντα;

Νομίζω ότι ο ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ έδωσε στο θέμα μιά άλλη διάσταση , η οποία είναι και η πιο σωστή.Μπορεί τραγούδια “αδιάφορα”, με σωστή αντιμετώπηση από την πλευρά του καλλιτέχνη ,έξαφνα να αποκτήσουν εξαιρετικό ενδιαφέρον, όπως και το αντίθετο, (σκεφθήτε την πριγκηπέσσα του ΜΑΛΑΜΑ, το τι εκτελέσεις έχει,από την καλύτερη ως την χειρότερη). Βέβαια πολλοί μουσικοί ψάχνουν άγνωστα,μα καλά τραγούδια,στην προσπάθειά τους να προσελκύσουν κοινό, και για να μην παίζουν μόνο τα ίδια και τα ίδια. Αυτό όμως δεν είναι το σημαντικότερο.Το σημαντικό είναι ότι πεις, να το πεις με τον τρόπο σου, και την ψυχούλα σου.

Υ.Γ. Για όσους δεν ξέρουν παραπάνω τον ΝΙΚΟ ΚΡΑΛΛΗ,που ανάφερε πιο πάνω ο ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ , είναι εξαιρετικός μπουζουξής,μέλος του ΕΞΑΙΡΕΤΙΚΟΥ ΕΛΛΗΝΟΤΟΥΡΚΙΚΟΥ συγκροτήματος ΒΟΣΠΟΡΟΣ, που μας άφησε πολύ καλές δουλειές, και εξαιρετικός άνθρωπος.

Αλλου θα παει η κουβεντα μας , αλλα ο.κ. διοτι ειναι παρεμφερες το θεμα …

Σημερα λοιπον φιλοι μου , ολοι οι νεοι κρατουν στα χερια απο ενα οργανακι και μη μου πειτε οχι , οι περισσοτεροι τουλαχιστον …
Αλλα το οργανο ειναι οπως το τραγουδι που εχει συναρτηση με τη φωνη , ετσι κι αυτο εχει συναρτηση με τα χερια …
Τι θελω να πω , εαν δεν ξερεις να παιζεις καθησε σπιτι σου , εαν δεν το εχεις η δεν μελετας η δεν εχεις ψυχη , μη ρεζιλευεις και το οργανο !

Το χειροτερο πραγμα στα νεα παιδια ειναι η μιμηση , ακουγεται κι αυτη πανω στο οργανο , σα τη φωνη που παει να μιμηθει καποιον …
Ειπα σε φιλαρακι μου , να απαγγιστρωθει απο παιξιματα αλλων συγχρονων μουσικων , που ειναι μεν λογικο να τον μαγνητιζουν , αλλα
κατα βαση του κανουν κακο . Παντα θα λενε οι τριτοι , ο ταδε παιζει “σαν” τον δεινα και κει ειναι η “μαχαιρια” , το να εισαι μια ζωη “ΣΑΝ” …

Για να ξεφυγει λοιπον , τον συμβουλεψα να ψαξει να βρει κομματια πιο αγνωστα , αλλα εξ ισου εξαιρετικα και να δουλεψει πανω σ` αυτα !
Ξερω θαυμασια τραγουδια και απο λογια και απο μουσικη αγνωστα στο ευρυ κοινο , που εαν τα ανακαλυψουν οι νεοι μας , θα μπορεσουν
να ξεφυγουν απο κλισε και να δωσουν με την δικη τους πενια κατι ξεχωριστο και στην παρεα τους και οπου εργαζονται …

Συμφωνώ γενικά με τα όσα γραφονται, αλλά ξεχναμε και κατι αλλο… επειδή ίσως τα μέλη αυτου του φόρουμ έχουν ακούσει τα “γνωστά” κομμάτια απο 5-6 χιλιάδες φορές το καθένα, δε σημαίνει πως το ίδιο ισχύει και για τους περισσότερους θαμώνες των μαγαζιών (ούτε είναι υποχρεωτικό φυσικά να ισχύει κάτι τετοιο).
Άρα μην κρίνουμε και εξ ιδίων τ’αλλότρια, σε πολύ κόσμο η Συννεφιασμένη Κυριακή ή η Φραγκοσυριανή δεν ακούγεται σαν “μία από τα ίδια”.

Δεν θέλω να πάω αλλού την κουβέντα. Είναι μικρό, φτωχό και επαναλαμβανόμενο το ρεπερτόριο. Δεν ξαφνιάζει κανέναν. Τελείωσε. Δεν υπάρχουν ανατροπές, πλήττεις… Αλλά…, βάζω και μια άλλη διάσταση που έχει μεγάλη σημασία. Πλήττεις εξίσου και με καλλιτέχνες που ανασύρουν ένα άγνωστο τραγουδάκι του συρμού για να δείξουν ότι είναι διαβασμένοι και μελετημένοι. Ε, όχι ντε. Η τέχνη είναι λαϊκή, πρέπει οι καλλιτέχνες να την κάνουν προσιτή, να κατέβουν από τα Ιμαλάϊα και να κοιτάξουν και τους ταπεινούς πλην αδαείς, άσχετους και αμελέτητους ακροατές. Ξεπέζεψε από τον Βουκεφάλα (ή μάλλον Ροσινάντη) μεγάλε στρατηλάτη του μπουζουκιού και κοίτα και τους φτωχούς αυλικούς που βγήκαν ένα Σάββατο για να πάνε βόλτα και να περάσουν καλά και όχι για να ακούσουν την αφεντιά σου. Κάνε ένα βήμα και συ προς την πλευρά των ποταπών αυτών ανθρωπαρίων…

Ειρωνικά τα λέω όλα αυτά, όπως αντιλαμβάνεστε, για να καταδείξω την υπερβολή του “ψαξίματος” που κοντεύει να γίνει ρατσιστική ψύχωση εναντίον των φουκαράδων που δεν έτυχε να προσεγγίσουν το ρεμπέτικο. Η άλλη άκρη από τα 60-70 χιλιοακουσμένα είναι όλα τα άγνωστα “τραγουδάκια” που απέτυχαν και δεν συγκίνησαν κανέναν στην εποχή τους. Καταλήγω: Είτε 60 είτε 560 τραγούδια ξέρεις και παίζεις, σημασία έχει το πως τα παίζεις, η ποιότητα και όχι η ποσότητα. Και ο Μωραΐτης γνωστά ρεμπέτικα και λαϊκά παίζει, αλλά έχει διαφορά…Πως θα γίνει…Ο στόχος είναι η τέχνη να δώσει χαρά, να την μοιραστείς. Δεν είναι για τους λίγους και εκλεκτούς, πεφωτισμένους ευγενείς και ειδικούς, είναι για τον λαό.

Αλλιώς, θα λέγαμε, βλέποντας μια ταινία: δεν χειρίζεται το μονοκάμερο καλά ο σκηνοθέτης ή λάθος γωνία είναι αυτή, τι φωτισμός άθλιος κλπ Όμως απλά είτε την απολαμβάνουμε είτε την απορρίπτουμε, έτσι σκέτα…

Ποιος εχεις την εντυπωση οτι ψαχτηκε καλε μου φιλε , αλλα κι αν ακομα εγινε αυτο στο τρισεκατομμυριο , ειναι κακο ?
Οι “φουκαραδες” παλι ποιοι ειναι , ποιας ηλικιας , απο που προερχονται και γιατι θα πρεπει να μαθουν το “νυχτωσε χωρις φεγγαρι”
και οχι το “στοιχειωμενο σπιτι” η το “ψεμμα κι απατη” , ειναι τοσο κακο ?
Οχι , ολα τα λαικα ετσι λεγονται , γιατι σαφεσταστα γραφτηκαν απο τον λαο και προοριζονται για τον λαο !
Στον “ευγενη πεφωτισμενο” , ο,τι κερασεις θα το παρει εστω απο ευγενεια και θα το πεταξει μαλλον στον Γονιδη , Μαζωνακη κλπ.
Και βεβαια ειμαστε ολοι υπερ της ποιοτητας και του “ατοφιου , γνησιου” παιξιματος , αυτο δεν το συζηταμε ουτε το διαπραγματευομαστε !

Αυτό που είπε ο Παναγιώτης τα λέει όλα. Πάντα προσωπική άποψη, προτιμώ να πάω σε ένα ταβερνάκι που παίζει κάποιος με ποιότητα και δεξιοτεχνικά, παρά να πάω σε ένα ταβερνάκι στο οποίο παίζει κάποιος άγνωστα προς εμένα ρεμπέτικα τραγούδια. Δόξα το Θεό οι πληροφορίες που μας παρέχει πλέον το P.C. είναι αμέτρητες και μπορώ να καθήσω και να ακούσω όσα άγνωστα ρεμπέτικα θέλω (όπως και ακούω). Στο ταβερνάκι όμως είναι αλλιώς. Για μένα τουλάχιστον που ψιλογρατζουνάω θέλω να ακούσω τα αγαπημένα μου, χιλιοπαιγμένα τραγούδια. Γιατί ξέρω να τα σιγοτραγουδάω και μαζί με τους μουσικούς γίνομαι μία ωραία παρέα.

Δεν θα ξενερώσω όμως και αν ακούσω και άγνωστα κομμάτια. Πόσες φορές δεν έχω πει “ρε συ ωραίο κομμάτι αυτό. Ποιανού είναι?” Σημασία λοιπόν έχει το πως τα παίζεις. Η ποιότητα και όχι η ποσότητα.

Το “Με γυναίκες μην τραβιέσαι” του Τσιτσάνη, το άκουσα πρώτη φορά από τον Ιορδάνη. Είναι από τα αγαπημένα μου κομμάτια. Αν το είχα ακούσει από άλλον ίσως και να το προσπέρναγα.

Υ.Γ. Πελαγία συγχαρητήρια για το θέμα που άνοιξες.

Να βάλω κι άλλη μια διάσταση; (για μας τους «ψαγμένους» μιλάω):

Αν το ακροατήριο αρέσκεται σε Φραγκοσυριανή σε ρυθμό σουρσίματος ποδιών, ζεϊμπέκικο Ευδοκίας με συνοδεία ασυγχρόνιστα παλαμάκια, και παραθύρι να φωτίζει με κερί, γιατί μόνο αυτά έχει ακούσει, απλά δεν μας κάνει το μαγαζί από χέρι, αφού οι θαμώνες είναι το κλειδί για ωραία ατμόσφαιρα. Την κάνουμε γρήγορα και ρίχνουμε και σύρμα μην πατήσει κανείς μας. Προτιμώ χίλιες φορές μια καλή παρέα με καλό κρασί και φαί, έστω χωρίς μουσική επένδυση. Για το άλλο, σε δέκα λεπτά (ωχ, άργησα!) την κάνω για Πέραμα. Απλά, να το επαναλαμβάνουμε συχνότερα.

Ισως προσπερναμε τον τροπο που αντιλαμβανονται οι περισσοτεροι τη μουσικη.Για τους περισσοτερους που γραφουν εδω εκτος απο τροπο διασκεδασης αποτελει και αντικειμενο μελετης κατι που φυσικα δε ισχυει για τη συντριπτικη πλειοψηφια.Πιστευω πως τα μαγαζια τηρουν αυτη ακριβως την αναλογια ,τουλαχιστον στη Θεσσαλονικη που μενω. Ο “ψαγμενος” (δε μου αρεσει ιδιαιτερα ο ορος) θα βρει την ακρη του και θα ακουσει αυτο που θελει.Δεν μπορω να κατηγορησω καποιον που δεν ενδιαφερεται για το κατι παραπανω και απλα αρκειται στο μπακτσε τσιφλικι και τη φραγκοσυριανη. Φανταστειτε τον εαυτο σας σε μια εκθεση ζωγραφικης που μεταξυ 100 πινακων βρισκεται η Μονα Λιζα και Γκουερνικα!!

Σίγουρα η σχέση μαγαζιού-ορχήστρας παίζει ρόλο στο ρεπερτόριο που θα ακούγεται σε ένα μαγαζί, αλλά το θέμα όπως το έβαλε η Πελαγία νομίζω ότι είναι το ρεπερτόριο των νέων μουσικών. Γιατί να είμαι υποχρεωμένος σε όποιο μαγαζί και αν πάω να ακούω τα ίδια τραγούδια? Μήπως οι μουσικοί έχουν πέσει στην παγίδα του άκρατου μιμητισμού είτε της α εκτέλεσης είτε τρομερών μουσικών (πχ Μυστακίδης) όχι μόνο στο τεχνικό κομμάτι αλλά και στο ρεπερτόριο? Παγίδα γιατί το ρεμπέτικο τραγούδι έχει να κάνει με το τι εκφράζει τον καθένα (είτε μουσικό είτε ακροατή) και όχι με το τι ακούγεται μια συγκεκριμένη περίοδο στα μαγαζιά ή στην τηλεόραση. Έτσι μάλλον το σωστό ερώτημα-θέμα είναι το κίνητρο και η έμπνευση των μουσικών σε ότι αφορά το ρεπερτόριο τους και αν αυτά βοηθούν στην εξέλιξη και διαμόρφωση του μουσικού ή απλώς τονώνουν το αίσθημα της αλαζονίας και του ανταγωνισμού?!

Είναι φυσικό ο κόσμος να θέλει να ακούσει γνωστά κι αγαπημένα τραγούδια, ο ψαγμένος όμως μουσικός οφείλει,αλλά και νιώθει την ανάγκη να ανασύρει τραγούδια από την ακένωτη παρακαταθήκη του λαϊκού μας τραγουδιού και να τα προωθήσει. Και χάρη σε τέτοιους ανήσυχους και δημιοουργικούς μουσικούς τραγούδια σημαντικά,λησμονημένα όμως για δεκαετίες, όπως τα Ηρωίνη και μαυράκι, Τα νιάτα τα μπερμπάντικα, Τικ τικ τακ, Τα δακτυλίδια, Η γυφτοπούλα, Ωφ αμάν, Ο καϊξής και άλλα πολλά,έγιναν ευρέως γνωστά και αγαπητά.

Συμφωνώ, αλλά με μία εξαίρεση:

Το «Τικ τάκ» δεν ανεσύρθη από κάποιον ανήσυχο και δημιουργικό μουσικό. Το ανέσυρε ο Παναγιώτης Κουνάδης για της ανάγκες της (ιστορικής, σήμερα) συναυλίας στο Παλλάς, επειδή και μόνο επειδή είχε στην ετικέτα του δίσκου τον προσδιορισμό «Ρεμπέτικον». Φυσικά, πρόκειται για ελαφρό τραγουδάκι του συρμού που, χωρίς αυτή τη συγκυρία, θα είχε παραμείνει θαμμένο όπως, κατά τη γνώμη μου, του άξιζε.

Το ακροατήριο του ρεμπέτικου είναι μικρό και δεν μπορεί να στηρίξει την αγορά. Τα μαγαζιά είναι λίγα, οι μουσικοί πολλοί και διεκδικούν όλοι από το μικρό ρεμπέτικο ακροατήριο. Τα 6-7 μεγάλα μαγαζιά της Αθήνας δεν δουλεύουν… Δυο μέρες με το ζόρι, η Παρασκευή “σπασμένη”, με το Σάββατο ρεφάρουν. Τις καθημερινές οι ίδιες φάτσες (πελάτες) ανακυκλώνονται στα 4-5 περιφερειακά στέκια, όπου υπάρχει ελαστικότητα, άλλη σύνθεση κοινού και άλλο πνέυμα στην επιλογή του ρεπερτορίου. Εκεί παίζονται και άλλα τραγούδια, πιο άγνωστα. Με δεδομένα τα στοιχεία αυτά, το Σαββατοκύριακο πρέπει η επιχείρηση να ψαρέψει από ολόκληρη την πίττα του κοινού και όχι από το μικρό κομματάκι (ρεμπέτικο) της όλης πίττας, ειδάλως θα κλείσει. Αν κλείσει ο επιχειρηματίας, θα μείνω άνεργος ο μουσικός. Αν μείνω άνεργος ο μουσικός δεν θα έχω την πολυτέλεια να έχω δίλημμα γνωστά ή άγνωστα τραγούδια… Είναι απλή, εκβιαστική, σκληρή και δυσάρεστη η απάντηση. Αν δεν πουλάς, σε διώχνει το μαγαζί, δεν διώχνει τον εαυτό του ο μαγαζάτορας, τον μουσικό διώχνει. Δεν είναι τα πράγματα στο '80, όπου το ρεμπέτικο πέταγε και στέκονταν με άνεση ο Ξηντάρης πχ με ένα αυστηρό ρεμπέτικο ρεπερτόριο. Τώρα πλέον, σου λένε “δεν θέλω ρεμπέτικα, τα βαριέται ο κόσμος” ή “παίξε γνωστά να γίνει γλέντι, να τραγουδάνε”. Αλλά και όλοι οι επαγγελματίες-φίρμες έκαναν εκπτώσεις στα πιστεύω τους για να επιβιώσουν. Οι συνθήκες πιέζουν προς κάποιες κατευθύνσεις και, σήμερα, οι συνθήκες δεν ευνοούν να ανασύρεις και να “φωτίζεις” νέα και άγνωστα τραγούδια. Αναγκάζονται συνεπώς να συμμορφώνονται οι μουσικοί. Με αυτήν την έννοια, όποιος μουσικός τραβά τον δρόμο του και δεν επικοινωνεί καθόλου με το περιβάλλον, διατελών σε έναν ιδιότυπο αυτισμό, χρήζει επιστημονικής επιμέλειας, αν δεν εκπαραθυρωθεί στο μεταξύ από το μαγαζί… Ο μουσικός είναι καλός μάγειρας, αναμιγνύει συνέχεια, λίγο έτσι, λίγο γιουβέτσι, τι είναι κάτω, τι μπαίνει, τι βγαίνει, ποιος ακούει, ποιος με αγνοεί… Κοιτάζει κάτω, ελίσσεται, επικοινωνεί, δίνει και παίρνει συνέχεια ή τουλάχιστον αυτό πρέπει να επιδιώκει. Υπάρχει δυστυχώς στους κύκλους των επαγγελματιών του δικού μας χώρου μια ελιτίστικη αντίληψη, ένας σνομπισμός αντίστοιχος με αυτόν που άλλοι, 'έντεχνοι, “λόγιοι μουσικοί” επιδείκνυαν. Γι’αυτό πικραίνομαι, γιατί είναι σκληρό να εκπαραθυρώνεσαι αν δεν έχεις ελαστικότητα. Από την άλλη, αν και αντιλαμβάνομαι και εξηγώ μέσα μου την επιβαλλόμενη εκ των συνθηκών της αγοράς πενία ρεπερτορίου, διερωτώμαι πως μέσα σε αυτές τις συνθήκες μπορεί (αν μπορεί) κάποιος προικισμένος μουσικός να βάλει στο μίγμα του και μια μυρωδιά άγνωστων και εξωτικών ακουσμάτων…

Ο Παναγιώτης με την τελευταία του (ιδίως) τοποθέτηση νομίζω ότι κλείνει οριστικά τη μία και σημαντικότερη πλευρά του θέματος, το γιατί το ρεπερτόριο είναι τόσο μικρό. Άλλες απόψεις απλά δεν χωράνε, τα είπε όλα.

Μένει μόνο το δεύτερο θέμα που έθεσε η Πελαγία, δηλαδή τι να κάνουν τα νέα παιδιά. Εκεί, εκτός από τη συλλογή ακουσμάτων και τις προσωπικές για τον καθένα επιλογές ρεπερτορίου, υπάρχουν σήμερα και αρκετά σεμινάρια, καλοκαιρινά κυρίως, όπου δεν είναι μόνο η μετάδοση της εμπειρίας καταξιωμένων μουσικών που διδάσκουν, αλλά και η συνεύρεση με άλλους νέους μουσικούς για την απαραίτητη, και συχνά παραμελημένη, εμπειρία συλλογικού παιξίματος. Και βεβαίως οι μαζώξεις, δικές μας σαν τη χθεσινή και γενικότερες, που πρέπει να τις επιδιώκουν πολύ περισσότερο από την κατά μόνας πεισματική εξάσκηση στους Χαρταετούς ή στις μέλισσες του Παγκανίνι και τα πετάγματά τους.

Πιστεψτε με ειλικρινα , υπαρχουν απο τον “καικτση” πολυ λιγοτερο γνωστα τραγουδια
που εαν τα ακουσετε , ολοι μας εαν τα ακουσουμε , θα ταξιδεψουμε και με τον στιχο
και με την μελωδια τους …
Υποθετω πως αν ο θαμωνας ακουσει ενα τετοιο τραγουδι και αν θελει να δωσει βαση ,
θα παραγγειλει απο τους μουσικους 100% να το ξανακουσει !!!
Ετσι αυτοματα εχουμε την εισαγωγη - λανσαρισμα στο ρεπερτοριο “νεου αιματος” και
παει λεγοντας , αν για καθε δευτερη φορα προμοσαρεται κι ενα “νεο” τραγουδι …

Γι αυτα τα τραγουδια μιλησα κι αυτα θελω να μαθουμε σιγα σιγα να τ` ακουμε ολοι μας !!!

Το “Τικ τακ” μπορεί να έγινε γνωστο από την ηχογράφηση της συναυλίας στο “Παλλάς” αλλά το έχει πρώτος διασκευάσει και ξαναηχογραφήσει το 1967 στην RCA ο Μάρκος Βαμβακάρης.
http://www.youtube.com/watch?v=q-fX46PqHUU&feature=PlayList&p=8A867F7C3D91A3D8&playnext=1&playnext_from=PL&index=15
Κατά τα άλλα πιστεύω πως ο tritsibidas έχει καλύψει το θέμα 1000%.

Το θέμα έχει φωτιστεί αρκετά , τουλάχιστον όσον αφορά το ρόλο των μαγαζιών , την επιβολή κατά κάποιον τρόπο του ρεπερτορίου στους μουσικούς.
Υπάρχει νομίζω και κάτι ακόμα. Το ίδιο το κοινό που ακούει ρεμπέτικα. Στην πραγματικότητα το κοινό αυτό δεν είναι καθόλου μικρό . Μάλλον είναι μεγάλο και θεωρητικά θα μπορούσε να στηρίξει πολύ περισσότερα μαγαζιά, από ταβέρνες μέχρι μουσικές σκηνές. Το πρόβλημα είναι ότι το κοινό που ακούει ρεμπέτικο σε μεγάλο βαθμό είναι κοινό μποέμ , απαιτητικό και ασταθές. Δύσκολα το κερδίζεις και εύκολα το χάνεις. Δε μπορεί να μπει σε καλούπια, συνηθίζει να κυκλοφορεί αργά , σπανίως μπαίνει στη λογική του «να κλείσω τραπέζι»- εκτός εξαιρέσεων εμφανίσεων των «ιερών τεράτων»! Μπορεί να έχει δεκάδες φορές συγκινηθεί μέχρι δακρύων , αλλά θα ρίξει μαύρη πέτρα αν ακούσει παραπάνω από δύο –από αυτό που θεωρεί- «σούπες» μαζεμένες σε μια βραδιά. Δεν αντέχει λιμοκοντόρους και κυράτσες στο αγαπημένο του στέκι , ούτε άσχετους που τα χορεύουν όλα ζεϊμπέκικο και τσιφτετέλι. Οτιδήποτε χαλάει τη μυσταγωγία της «ορθής» αναπαραγωγής του ρεμπέτικου γίνεται αιτία να απορρίψει μαγαζιά και μουσικούς λησμονώντας τα μεράκια και τα γούστα του παρελθόντος.
Θα μπορούσα να γράψω πολλά ακόμα! Έχω ζήσει τουλάχιστον τρία μαγαζιά που έπαιζαν «γνήσια» ρεμπέτικα , με μεγάλο και συνεχώς ανανεωνόμενο ρεπερτόριο , να καταστρέφονται. Η πορεία ήταν λίγο πολύ η ίδια. Στην αρχή οι μύστες του ρεμπέτικου γέμιζαν το μαγαζί, οι βραδιές πολύ συχνά μαγικές! Το μαγαζί , όμως γέμιζε από αργά έως πολύ αργά και ο τζίρος ήταν μάλλον μικρός. Όσο το μαγαζί γέμιζε , όλο και πιο συχνά άσχετοι άρχιζαν να έρχονται στα πλαίσια ενός life style, να ακούσουν το «ρέμα» και την «κανάρα» κτλ πριν αναχωρήσουν για τα κλαμπ και τα σκυλάδικα. Οι μύστες πια άρχισαν να μένουν απέξω! Σκεφτείτε, πόσες φορές έχετε δει αγαπημένους φίλους να χαιρετάνε από την πόρτα , την ώρα που το μαγαζί έχει γεμίσει λιμοκοντόρους! Σιγά σιγά το κοινό αλλάζει , οι μύστες ψάχνουν αλλού να σβήσουν το νταλγκά τους, το μαγαζί χάνει το χαρακτήρα του, το κοινό του και τελικά χάνει και τους άσχετους!
Πρέπει να αναφέρω ότι τα παραπάνω αφορούν κυρίως την προηγούμενη δεκαετία. Σήμερα τα πράγματα είναι λίγο διαφορετικά και για κοινωνικούς-οικονομικούς λόγους .

Παρακολουθώ την ενδιαφέρουσα αυτή συζήτηση από το πρώτο μήνυμα με προσοχή και είναι ξεκάθαρο ότι αναδεικνύει την αντιπαράθεση μύστη - μαζικής ευκαιριακής διασκέδασης.

Να θέσω όμως μια άλλη παράμετρο στο πρόβλημα. Γιατί δεν ακούμε από τόσους ωραίους καλλιτέχνες νέα τραγούδια γραμμένα σε ρεμπέτικες φόρμες, που να εκφράζουν πιο σύγχρονα μεράκια; Ειδικά σε τέτοιες περιόδους κοινωνικών αναβρασμών. Δεν γράφονται; Δεν έχουμε πια μεράκια; Γίναμε πολύ αποστειρωμένοι και το μόνο που μπορούμε είναι να αντλούμε anima από το παρελθόν; Ακόμα και ο έρωτας που είναι ίδιος από καταβολής (σαν συνδημιουργός του κόσμου) έχει πιο νεότευκτες εκφορές (τουλάχιστον στο λόγο) δεδομένης και της αλλαγής της θέσης της γυναίκας και της ανδρικής συμπεριφοράς.

Προσωπικά δεν θέλω να το πιστέψω. Θέλω όμως την άποψή σας μια και δεν μου είναι εύκολο να το ερμηνεύσω σαν φαινόμενο.

Καταρχας θα ηθελα να χαιρετησω ολη υην παρεα μιας και ειμαι νεος εδω και εχω μεινει εκπληκτος απο την “δουλεια” που γινετε εδω μεσα. θα συμφωνησω με τον γρηγορη καθως γραφονται ακομα και σημερα κομματια εστω και λιγα τα οποια μπορουν αξια να σταθουν διπλα σε τεραστια κομματια αν και οι δημιουργοι τους δεν ανηκουν στον καθαρα ρεμπετικο κλαδο. θα μπορουσαν να προστεθουν και να εντυπωσιασουν σε ενα προγραμμα. τωρα στο θεμα …
δεν θα προσπαθησω να αναλυσω τα περι μαγαζιων στα οποια θα μπορουσε να ακουστουν καθαρα ρεμπετικα και σπανια κομματια. αυτα ειναι πραγματικα αυτα ειναι πραγματικα λιγα και δυστηχως θα πρεπει να συμβιβαζομαστε. Εγω προσωπικα αν και εχω μικρη εμπειρια απο παταρι, βλεπω πως βασικος παραγοντας ειναι πως θα παρουσιασει ο μουσικος τα τραγουδια και το πως θα επιβληθει στον κοσμο με την μουσικη του. ενω παιζεις ομορφα ενα ρεμπετικο προγραμμα με κομματια γνωστα που δεν ειναι τυχαιο που εχουν επιβιωσει τοσα χρονια σε αυτη την θεση μονο και μονο με την κουβεντα του οτι θα παιξεις καποια μερακλιδικα τραγουδια “…που καλως η κακως εμειναν στην αφανεια…” και αφου επακολουθησει και ταξιμι αναλογου υφους πιστευω και εχω ζησει οτι δεν υπαρχει καποιος που να μην κρεμαστει απο τα χειλη… το μπουζουκι σου… κοκ.
παν μετρον αριστον… και ο κοσμος σιγα σιγα μαθαινει και θα αγαπησει μερικα απο αυτα. μερικα αλλα οχι!