Ο ονειροπόλος και άστατος... ρεμπέτης

Η λέξη “ρεμπέτης” είναι παραλλαγή της λέξεως “ρεμβέτης” και προκύπτει από το γνωστό μας ρήμα “ρεμβάζω” = ονειροπολώ (ταξιδεύω δηλαδή με την σκέψη μου από εδώ κι από εκεί). Οι ρεμπέτες περνούσαν απερίσκεπτα τον χρόνο τους, μην έχοντας τις συμβατικές έννοιες των υπολοίπων μελών της κοινωνίας, ρεμβάζοντας.

Το ρήμα “ρεμβάζω” έχει με την σειρά του τις ρίζες του στο αρχαίο ρήμα “ῥέμβομαι”, που σημαίνει την κυριολεκτική περιπλάνηση από τόπο σε τόπο. Ῥέμβομαι = περιφέρομαι, περιπλανιέμαι (κυριολεκτικά) / είμαι άστατος, ενεργώ απρογραμμάτιστα, δρω στην τύχη (μεταφορικά).

Η συγκεκριμένη κατηγορία ανθρώπων λοιπόν ονομάστηκε έτσι και γιατί “άφηναν τον χρόνο τους να κυλάει ασκόπως” και γιατί τριγυρνούσαν συνεχώς σε διαφορετικά μέρη, αλλά και γιατί ήταν περιθωριακός ο χαρακτήρας τους και αντισυμβατικός ο τρόπος ζωής τους - εκτός από μάγκες, τους χαρακτήριζαν και αλήτες.

Τι σημαίνει όμως “ἀλήτης”; “Ἀλήτης” : εκ του ρήματος “ἀλῶ” = περιφέρομαι (από όπου έχουμε και τις λέξεις “αλάνα” , “αλωνίζω”, “ἀλώπηξ” = αλεπού). “Ἁλήτης” είναι λοιπόν αυτός που τριγυρίζει από εδώ και από εκεί, όπως και ο “ῥεμβετός”.

Μικρή υποσημείωση: φυσικά ο Μπαμπινιώτης, ΠΑΡΟΛΟ που υπάρχει το αρχαίο ελληνικό ρήμα “ῥέμβομαι”, υποστηρίζει πως η λέξη είναι “αβέβαιης” προέλευσης, πιθανότατα τούρκικης ή σλαβικής… Αλίμονο…

Καλώς όρισες, aia! Στη συζήτηση για το αν ο ρεμπέτης ονειροπολεί ή όχι, ή αν το αλώνισμα του γεννήματος και η αλώπηξ έχουν κοινή ρίζα, δεν θα μπώ. Ένα μόνο θα σου ζητήσω:

Πές μας, αν θέλεις, πώς ωθήθηκες να χρησιμοποιήσεις τη λέξη αυτή, σχολιάζοντας την αβεβαιότητα του κ. Μπαμπινιώτη σχετικά με κάποια ετυμολόγηση.

Έχετε υπόψη σας τι λέει ο Μπαμπινιώτης (ή οποιοδήποτε άλλο λεξικό) για το λήμμα «Παρετυμολογία»;

Σας ευχαριστώ για το καλωσόρισμα κ.Νίκο.Το κείμενο δεν το έγραψα εγώ, το βρήκα σε αυτό το blog

https://etymonellhnikhsglwsshs.blogspot.gr/2013/01/blog-post.html

και επειδή μου άρεσε πολύ η εξήγηση αυτή που δίνει σκέφτηκα να το μοιραστώ μαζί σας.
Οπότε απ ότι καταλαβαίνετε δεν μπορώ να απαντήσω στο ερώτημα σας.
Να με συγχωρείτε!

Αία, δε γίνονται έτσι οι δουλειές.

To begin with, δεν υπάρχει ρήμα αλώ. Είναι αποθετικό (=μόνο στη μέση φωνή), αλώμαι. Όπως περίπου και το νεοελληνικό περιπλανιέμαι (δεν υπάρχει περιπλανώ). Ή όπως τα ρήματα έρχομαι, εργάζομαι, κ.ά.

Ύστερα: το ρεμπέτης είναι παραλλαγή του ρεμβέτης; Πού εντοπίζεται η λέξη ρεμβέτης;

Παρακάτω: έστω ότι εντοπίζεται κάπου. Από το ρεμβάζω θα έπρεπε να είναι ρεμβαστής. Από το ρέμβομαι θα έπρεπε να είναι ρέμπτης.

Το ότι μια λέξη μας θυμίζει μιαν άλλη δε σημαίνει αυτόματα ότι σχετίζονται κιόλας. Κάθε γράμμα, κάθε φθόγγος, προκύπτει από κανόνες. Κανόνας είναι κάτι που εφαρμόζεται πάντα, όχι κάτι που εφαρμόζεται άπαξ. Ειδάλλως, αν έχεις καστανά μαλλιά είσαι η χαμένη μου αδελφή!

Για να είμαι ειλικρινής, δεν έκατσα να διασταυρώσω, αν αυτός που έγραψε το άρθρο έχει ορθή ή λανθασμένη γραφή .Το βρήκα, μου άρεσε και το post…άρα.
Αν ενόχλεισαι κάποιον διότι η περιγραφή που δίνει είναι λανθασμένη,ζητώ συγνώμη.Δεν το ήθελα.

Πρώτον: όταν κάποιο κείμενο που δημοσιεύουμε εδώ, στο φόρουμ, δεν είναι δικό μας, φροντίζουμε πάντα να παραθέτουμε και την πηγή, από την αρχή κιόλας.

Δεύτερον, άρτζι, μπούρτζι και λουλάς είναι η περιγραφή (ή, σωστότερα, οι περιγραφές), γιαυτό και δήλωσα ήδη ότι δεν θα πάρω. Αν εσύ, aia, θεωρείς ότι κάποια από τις περιγραφές είναι σωστή (γιατί δεν γίνεται να είναι σωστές όλες μαζί), ας ακούσουμε την τεκμηρίωσή σου, δεν χρειάζεται συγνώμη. Ίσως με κάνεις να αλλάξω και γνώμη, πού ξέρεις!..

Ναι όσο για την πηγή που δεν έβαλα στο αρχικό post, λάθος μου το γνωρίζω.Την επόμενη φορά θα είμαι πιο προσεχτικός.

Δεν ξέρω αν είναι σωστές οι περιγραφές,όπως σας είπα και παραπάνω δεν το έψαξα καθόλου.Απ ότι καταλαβαίνω όμως από το τρόπο που απαντάται μάλλον δεν υφίστανται και είναι λάθος(αυτό που post…αρα),οπότε αν κρίνετε, διαγράψτε το το post.Η αν γνωρίζετε την ετυμολογία της λέξης ρεμπέτης και αλήτης και θέλετε, κάντε ένα κόπο να το παραθέσετε.

Εδώ υπάρχει μία άποψη. Υπάρχουν και άλλες, πολλές, πάρα πολλές, στις οποίες περιλαμβάνονται και αυτές που αναφέρει η πηγή σου, aia (δεν αναφέρομαι βέβαια στην λέξη Αλήτης, της οποίας αγνοώ την ετυμολόγηση).

Ωπ! Συγγνώμη.

Μάλλον το «αια» είναι κάποιο αρχικό. Το πέρασα για γυναικείο ψευδώνυμο. Γράφε «ο χαμένος μου αδελφός» και συμπάθα με.

Τέλος πάντων, δεν τρέχει. Καλωσόρισες.

Κάνε μια βόλτα στο φόρουμ να πάρεις λίγο τη θερμοκρασία. Θα δεις πώς περίπου συνηθίζουμε να κάνουμε τις κουβέντες μας, και θα μπεις στο κλίμα χωρίς δυσκολία.

Καλές συζητήσεις!

Ο ρεμβαστής, που επειδή ρεμβάζει χάνεται, μπορεί να μας βγει ρεμπέτης, μπορεί να μας βγει ρέμπελος, μπορεί και ρεμπεσκές, ποτέ δεν ξέρεις που σε οδηγεί η ρέμβη, μπορεί βέβαια να παραμείνει ένας απλός ρεμβαστής, τέσσερις διαφορετικές ιδιότητες από την ίδια πιθανή αφετηρία.
Το νόημα του σχολίου είναι ότι το να λέμε πως από το ρεμβάζω η γλώσσα πρέπει να φτιάξει τον ρεμβαστή κι αν δεν φτιάξει τον ρεμβάστη τέρμα και τελείωσε, περιορίζει σε πολύ στενούς κανόνες τον πλούτο της γλωσσοπλαστίας και την μέσω αυτής ανταλλαγή λέξεων, γραμματικών τύπων και νοημάτων ανάμεσα στους λαούς λ.χ. μέσω των εμπορικών σχέσεων, των λιμανιών, της συμβίωσης των εθνοτήτων κλπ κλπ.
Γλωσσοπλαστία μπορεί να επέλθει και μέσω του “λάθους”, εδώ από το πολύ “παράξω” που πέφτει τα τελευταία χρόνια η παραγωγή κινδυνεύει να μετατραπεί σε πάραξη, η εξαγωγή (να εξάξουμε! τι ωραίο!) σε έξαξη και η αγωγή σε άξη…
Και όπως και να’χει είμαστε σε μια χώρα, όπου ο μικρός παπάς μπορεί ελεύθερα να λέγεται παπαδόπουλος, παπαδέλης, παπάζογλου, παπαδάκης, κλπ κλπ.

Κατά τα άλλα συμφωνώ με το Μπαμπινώτη ότι η προέλευση της λέξης είναι άγνωστη. Μπορεί να 'ναι κι από τη ρέμβη μπορεί και όχι, και στο κάτω-κάτω το ρεμβέτης δεν έχει εντοπιστεί πουθενά.

Άγη, τα παράδοξα που αναφέρεις, φοβάμαι κι εγώ πως θα τα δούμε να συμβαίνουν, και μάλιστα σύντομα. Ο φταίχτης όμως για όλα αυτά είναι η κυριαρχία, σήμερα, των Μέσων και κυρίως, φυσικά, της τηλεόρασης, σε συνδυασμό βέβαια με την παντελή έλλειψη κάποιου φορέα που θα ελέγχει τα γλωσσικά μας θέματα, για όσο καιρό ακόμα η Ακαδημία θα κοιμάται . Ό Περικλής αναφέρεται σε μία εποχή όπου τέτοιες σαρωτικές επεμβάσεις δεν συνέβαιναν, γιαυτό και έχει δίκιο. Είναι πραγματικά θαυμαστό το γλωσσικό αισθητήριο των παλιών, 1000 % αμόρφωτων ανθρώπων, που μπορεί να μην ήξεραν πώς είναι ένα σχολείο, έστω απ’ έξω, μπορεί να αγνοούσαν ότι το φωνήεν η μπορεί να γραφτεί και ως υ, ι, οι, ή ει, αλλά γλωσσολογικά λανθασμένες επεμβάσεις στη γλώσσα δεν θα έκαναν ποτέ.

Γενικά δε διαφωνώ σ’ αυτά, και συμφωνώ ιδιαίτερα στα σχετικά με το γλωσσικό αισθητήριο των “αμόρφωτων” ανθρώπων (τους μόρφωνε αυτούς ο χρόνος κι οι όροι της ζωής τους, από γενιά σε γενιά, όπως “μορφωνόταν”, δηλαδή έπαιρνε μορφή, και το δημοτικό τραγούδι με την προφορική δημιουργία και παράδοση).
Όμως το παράδειγμα με την “πάραξη” το χρησιμοποίησα παρεκβατικά δοθείσης της ευκαιρίας.
Σε σχέση με το λάθος και τη δημιουργική γλωσσοπλαστική του ικανότητα αναφερόμουν κυρίως σ’ αυτό ακριβώς το γλωσσικό αισθητήριο που σε τελική ανάλυση υπακούει σε κανόνες διαφορετικούς από της τυπικής γραμματικής ορθότητας. Ή ακόμα, αναφερόμουν, και στις εννοιολογικές και γραμματικές παραλλαγές που επιφέρει σε μια λέξη η κυκλοφορία της ανάμεσα στις εθνότητες. Το αλάνθαστο γλωσσικό αισθητήριο στην περίπτωση αυτή διεθνοποιείται και το αποτέλεσμα είναι συγκερασμός όχι ενός αλλά πολλών συστημάτων κανόνων γραμματικής, συντακτικού, σχέσης της λέξης με την έννοια που εκφράζει κλπ.

Στο ετυμολογικό του λεξικό ο Μπαμπινιώτης θεωρεί ως πιθανότερη εκδοχή να προέρχεται από το τουρκικό ribat(αραβικής προέλευσης), που σημαίνει στρατώνας,προκεχωρημένο φυλάκιο.Όταν τα φυλάκια αυτού του είδους άρχισαν να εγκαταλείπονται από την κεντρική διοίκηση , όσοι διέμεναν εκεί γίνονταν άτακτοι πολεμιστές, οι οποίοι ήταν εξαθλιωμένοι και επιδίδονταν σε λεηλασίες, έτσι σταδιακά η λέξη άρχισε να αποκτά τη σημασία του περιθωριακού.

Βασικά Άγη έχεις δίκιο, εισάγοντας ένα πολύ σημαντικό παράγοντα που είχα παραβλέψει. Πράγματι, υπάρχουν «λάθη» στη γλώσσα, κάποια μάλιστα από τα οποία η χρήση και ο χρόνος τα καθιερώνουν ως σωστά. Αυτή είναι άλλωστε η εξέλιξη της γλώσσας, αλλιώς θα μιλάγαμε αρχαία.

Και ο Νίκος αναφέρει το αλάνθαστο γλωσσικό αισθητήριο των αμόρφωτων. Παρ’ ότι συμφωνώ, είναι γεγονός ότι αν αρχίσουμε να συζητάμε ποιος είναι αμόρφωτος θα φτάσουμε ποιος ξέρει πού.

Υπάρχει ένας πιο συγκεκριμένος τρόπος να το δούμε:

Το παράγω / παρήγα / παρήγαγα είναι ένα ιδιόμορφο ρήμα. Η ιδιομορφία του είναι ότι δεν ακολουθεί κανένα σημερινό κανόνα, από εκείνους που μορφωμένοι και αμόρφωτοι τους κατέχουμε βιωματικά. Ακολουθεί κάποιους αρχαίους κανόνες, που δεν ανήκουν στο μητρικό ιδίωμα κανενός. Είναι εύλογο να το αλλοιώνει κανείς στη χρήση, όσο κι αν φρικάρω κι εγώ με το «παράξουμε».

Ας δεχτούμε ότι «αμόρφωτος» είναι εκείνος που ξέρει μόνο τη γλώσσα που του μίλαγε η εξίσου αμόρφωτη μάνα του -μια γλώσσα οπωσδήποτε ολοκληρωμένη, βασισμένη σ’ ένα σύστημα κανόνων με συνοχή και συνέπεια, που κατακτάται βιωματικά. Και «μορφωμένος» όποιος, επιπλέον, ξέρει κι εκείνη τη γλώσσα που χρειάζεται οδηγίες χρήσης. (Παρένθεσις: Γιατί υπάρχει γλώσσα που να χρειάζεται οδηγίες χρήσεως; Γιατί περιλαμβάνει στοιχεία που δεν μας έφτασαν διά μέσου των γενεών αλλά ανασύρθηκαν, κάποια δεδομένη στιγμή, από το χρονοντούλαπο των αρχαίων κειμένων.)
Αυτή η διάκριση εξυπηρετεί λογικά, για να ερμηνεύσουμε ορισμένα γλωσσικά φαινόμενα, αλλά δεν ανταποκρίνεται στην πράξη. Δεν υπάρχει άνθρωπος που ακόμη και η αμόρφωτη μάνα του να μην είχε ακούσει στη ζωή της το ρήμα παράγω! Ίσως κάποτε να υπήρχαν. (Προσωπικά με γοητεύει πολύ το παράδειγμα του Βιζυηνού και της μάνας του, αν έχετε διαβάσει τις ιστορίες του.) Σήμερα, ακόμη και ο κάτοικος της πιο απομονωμένης ακριτικής περιοχής, που να μην πήγε σχολείο κλπ., έχει έρθει σ’ επαφή με στοιχεία της γλώσσας που χρειάζονται οδηγίες χρήσεως. Αλλά δεν τις έχει διδαχτεί.

Ο θρυλικός Κασιώτης λυράρης Σάββας Περσελής, που η ζωή του κάλυψε περίπου τον 20ό αιώνα, και που θεωρήθηκε κορυφαίος αλλά και τελευταίος (σαφώς ψέμα το δεύτερο) συνεχιστής μιας πανάρχαιης αιγαιοπελαγίτικης παράδοσης ποιητικού αυτοσχεδιασμού, τραγούδησε:

Δεν ξέρω πού ν’ αποταΝθώ, στο Θιόν είτε στο Χάρο,
γι’ αυτή την έρημη ζωή παράταση να πάρω
.

Άντε πες του πώς κλίνεται το αποτείνομαι.

Άντε πες του ότι θα έπρεπε να χρησιμοποιεί μόνο λέξεις που τις ξέρει βιωματικά. Μα βιωματικά το ξέρει κι αυτό! Δε θα τον κάλεσε λες ποτέ η Εφορεία ή η Στρατολογία να αποτα(ν)θεί κάπου; Ή σάμπως θα ήταν πιο σωστή η μαντινάδα του αν έλειπε το Ν; Εξίσου βιωματικά άλλωστε ξέρει και την παράταση. Μπορεί να έπαιζε λύρα αλλά θα έπαιζε και μπάλα, δεν έχει βάση να υποθέσουμε ότι έπαιζε μόνο αστραγάλους, διελκυστίνδα και άλλα αρχαία παιχνίδια.

Στις ασκήσεις Φυσικής λέμε: «Έστω ένα σώμα τάδε μάζας που κινείται με τάδε ταχύτητα, υπό Κ.Σ. (κανονικές συνθήκες)». Είναι γνωστόν ότι οι Κ.Σ. δεν υπάρχουν πουθενά στην πραγματική ζωή. Αυτό δεν εμποδίζει τη Φυσική να διατυπώνει τους κανόνες της. Έτσι και στη γλώσσα: υπό Κ.Σ. υπάρχουν οι φυσικοί ομιλητές και οι σπουδασμένοι ομιλητές. Στην πραγματική ζωή κανείς δεν ανήκει 100% στους μεν ή στους δε, όλοι έχουν δεχτεί επίδραση από τους άλλους μέχρι σημείου να μην υπάρχει διάκριση μεταξύ «αυτωνών» και των «άλλων», αλλά η γλωσσική επιστήμη εξακολουθεί να διατυπώνει τους κανόνες της.

Και η πλάκα είναι ότι οι κανόνες εξακολουθούν να εφαρμόζονται!

Μια συζήτηση παλιότερη για την ετυμολογία της λέξης ρεμπέτης.

Μεστή, χωρίς πλατειασμούς.

Αφού ξαναδιάβασα, σήμερα, τα της συζήτησης αυτής, ας διορθώσω κάτι που είχα τότε γράψει:

Θα προτιμούσα τη διατύπωση «για όσο καιρό ακόμα οι Ακαδημαϊκοί θα αναπαύονται, κουρασμένοι καθώς είναι από τις προσπάθειες εισόδου τους στον θεσμό».

Μια ανάρτηση διαχωρίστηκε σε ένα νέο νήμα: Ανάκτηση παλαιών λινκ