Βασικά Άγη έχεις δίκιο, εισάγοντας ένα πολύ σημαντικό παράγοντα που είχα παραβλέψει. Πράγματι, υπάρχουν «λάθη» στη γλώσσα, κάποια μάλιστα από τα οποία η χρήση και ο χρόνος τα καθιερώνουν ως σωστά. Αυτή είναι άλλωστε η εξέλιξη της γλώσσας, αλλιώς θα μιλάγαμε αρχαία.
Και ο Νίκος αναφέρει το αλάνθαστο γλωσσικό αισθητήριο των αμόρφωτων. Παρ’ ότι συμφωνώ, είναι γεγονός ότι αν αρχίσουμε να συζητάμε ποιος είναι αμόρφωτος θα φτάσουμε ποιος ξέρει πού.
Υπάρχει ένας πιο συγκεκριμένος τρόπος να το δούμε:
Το παράγω / παρήγα / παρήγαγα είναι ένα ιδιόμορφο ρήμα. Η ιδιομορφία του είναι ότι δεν ακολουθεί κανένα σημερινό κανόνα, από εκείνους που μορφωμένοι και αμόρφωτοι τους κατέχουμε βιωματικά. Ακολουθεί κάποιους αρχαίους κανόνες, που δεν ανήκουν στο μητρικό ιδίωμα κανενός. Είναι εύλογο να το αλλοιώνει κανείς στη χρήση, όσο κι αν φρικάρω κι εγώ με το «παράξουμε».
Ας δεχτούμε ότι «αμόρφωτος» είναι εκείνος που ξέρει μόνο τη γλώσσα που του μίλαγε η εξίσου αμόρφωτη μάνα του -μια γλώσσα οπωσδήποτε ολοκληρωμένη, βασισμένη σ’ ένα σύστημα κανόνων με συνοχή και συνέπεια, που κατακτάται βιωματικά. Και «μορφωμένος» όποιος, επιπλέον, ξέρει κι εκείνη τη γλώσσα που χρειάζεται οδηγίες χρήσης. (Παρένθεσις: Γιατί υπάρχει γλώσσα που να χρειάζεται οδηγίες χρήσεως; Γιατί περιλαμβάνει στοιχεία που δεν μας έφτασαν διά μέσου των γενεών αλλά ανασύρθηκαν, κάποια δεδομένη στιγμή, από το χρονοντούλαπο των αρχαίων κειμένων.)
Αυτή η διάκριση εξυπηρετεί λογικά, για να ερμηνεύσουμε ορισμένα γλωσσικά φαινόμενα, αλλά δεν ανταποκρίνεται στην πράξη. Δεν υπάρχει άνθρωπος που ακόμη και η αμόρφωτη μάνα του να μην είχε ακούσει στη ζωή της το ρήμα παράγω! Ίσως κάποτε να υπήρχαν. (Προσωπικά με γοητεύει πολύ το παράδειγμα του Βιζυηνού και της μάνας του, αν έχετε διαβάσει τις ιστορίες του.) Σήμερα, ακόμη και ο κάτοικος της πιο απομονωμένης ακριτικής περιοχής, που να μην πήγε σχολείο κλπ., έχει έρθει σ’ επαφή με στοιχεία της γλώσσας που χρειάζονται οδηγίες χρήσεως. Αλλά δεν τις έχει διδαχτεί.
Ο θρυλικός Κασιώτης λυράρης Σάββας Περσελής, που η ζωή του κάλυψε περίπου τον 20ό αιώνα, και που θεωρήθηκε κορυφαίος αλλά και τελευταίος (σαφώς ψέμα το δεύτερο) συνεχιστής μιας πανάρχαιης αιγαιοπελαγίτικης παράδοσης ποιητικού αυτοσχεδιασμού, τραγούδησε:
Δεν ξέρω πού ν’ αποταΝθώ, στο Θιόν είτε στο Χάρο,
γι’ αυτή την έρημη ζωή παράταση να πάρω.
Άντε πες του πώς κλίνεται το αποτείνομαι.
Άντε πες του ότι θα έπρεπε να χρησιμοποιεί μόνο λέξεις που τις ξέρει βιωματικά. Μα βιωματικά το ξέρει κι αυτό! Δε θα τον κάλεσε λες ποτέ η Εφορεία ή η Στρατολογία να αποτα(ν)θεί κάπου; Ή σάμπως θα ήταν πιο σωστή η μαντινάδα του αν έλειπε το Ν; Εξίσου βιωματικά άλλωστε ξέρει και την παράταση. Μπορεί να έπαιζε λύρα αλλά θα έπαιζε και μπάλα, δεν έχει βάση να υποθέσουμε ότι έπαιζε μόνο αστραγάλους, διελκυστίνδα και άλλα αρχαία παιχνίδια.
Στις ασκήσεις Φυσικής λέμε: «Έστω ένα σώμα τάδε μάζας που κινείται με τάδε ταχύτητα, υπό Κ.Σ. (κανονικές συνθήκες)». Είναι γνωστόν ότι οι Κ.Σ. δεν υπάρχουν πουθενά στην πραγματική ζωή. Αυτό δεν εμποδίζει τη Φυσική να διατυπώνει τους κανόνες της. Έτσι και στη γλώσσα: υπό Κ.Σ. υπάρχουν οι φυσικοί ομιλητές και οι σπουδασμένοι ομιλητές. Στην πραγματική ζωή κανείς δεν ανήκει 100% στους μεν ή στους δε, όλοι έχουν δεχτεί επίδραση από τους άλλους μέχρι σημείου να μην υπάρχει διάκριση μεταξύ «αυτωνών» και των «άλλων», αλλά η γλωσσική επιστήμη εξακολουθεί να διατυπώνει τους κανόνες της.
Και η πλάκα είναι ότι οι κανόνες εξακολουθούν να εφαρμόζονται!