"Ο μάγκας και η Μαριώ"

Ο Σχορέλης αναφέρει ότι το τραγούδι αυτό με τον τίτλο “Ο μάγκας και η Μαριώ” είναι του Β. Παπάζογλου.
Παραθέτω και τους στίχους::

"Πάρε, Μαριώ, τον μπέμπη μας, παρ’ και το μονοπάτι
κι έλα μια μέρα να με βρεις στου τάφου μου τα βάθη.

Παρ’ όλους τους κολλέγηδες κι όλα τα παλικάρια
πάρε και μαύρο μπόλικο και δυο ζευγάρια ζάρια.

Να θυμηθώ τα νιάτα μου που γλένταγα ο καημένος
και να ξεχάσω μια στιγμή πως είμαι πεθαμένος.

Αχ, ρε ντουνιά, πώς σ’ έχασα προτού να σε γλεντήσω
και να’ ρθω μες στη μαύρη γη για πάντα πια να ζήσω"

Το τραγούδι αυτό, όμως, δεν το βρίσκω στον πίνακα του Μανιάτη και ούτε στη δισκογραφία του Παπάζογλου.
Ξέρει κανείς τίποτε;

1 «Μου αρέσει»

Είναι μάλλον ανέκδοτο. Ο Παπάζογλου λέγεται ότι είχε πολλά τέτοια, που “έμειναν στο συρτάρι”.

1 «Μου αρέσει»

Ίσως κάποιος από τον Σύλλογο @psvpapazoglou μπορεί να έχει περισσότερα δεδομένα, 13 χρόνια μετά.

Στον Μανιάτη πάντως, πράγματι δεν υπάρχει τέτοιος ή παρεμφερής τίτλος.

Με την ευκαιρία να επισημάνω ότι το τραγούδι έχει μπει στο Ρεμπέτικο Γλωσσάρι ως παράδειγμα για το λήμμα “μπέμπης”=στην αργκό ο ναργιλές.

Έχουμε κάποια πηγή που να υποστηρίζει αυτή τη σημασία;
Άφενός έχω μείνει με την εντύπωση ότι “μπέμπης”=μπέμπης, και αφετέρου δεν έχω δει να διασταυρώνεται από κάπου αυτή η σημασία σε λεξικά της πιάτσας κλπ

ΥΓ:Το μόνο που βρίσκω είναι ένα σχόλιο του Υφαντή στο συγκεκριμένο τραγούδι, που ωστόσο δεν με πείθει:
«Οι λέξεις Μαριώ και μπέμπης χρησιμοποιούνται κατά περίπτωση αντί της λέξης αργιλές»
(Δ. Υφαντής, «Η χρήση τοξικών ουσιών στην Ελλάδα μέσα από το ρεμπέτικο τραγούδι (1920-1940)»: σελ. 354)

Επίσης, στο Γ’ τόμο της Ρεμπέτικης Ανθολογίας του Σχορέλη, σελ. 72.

Αλλά, κυρίως από τα συμφραζόμενα: δεν “κολλάει” η κυριολεκτική σημασία “μπέμπης”, με τα συμφραζόμενα.

1 «Μου αρέσει»

Διατηρώ επιφυλάξεις.
Αργκοτική λέξη άπαξ εμφανιζόμενη, και μάλιστα αποκλειστικά σε ανέκδοτο τραγούδι;; Τόσες ονομασίες υπάρχουν για τον ναργιλέ. Δεν ξέρω καμιά να είναι “μπέμπης”. Άλλωστε, αν ήθελε ο Παπάζογλου να εννοήσει “ναργιλέ”, είχε να βάλει ταιριαστή λέξη: “Πάρε Μαριώ το μάπα μας”. Γιατί να ρισκάρει νοηματικά λέξη-άπαξ;

Από την άλλη, και ο κυριολεκτικός “μπέμπης” νομίζω ταιριάζει στα συμφραζόμενα. Ο ήρωας πέθανε πολύ νέος (“Αχ, ρε ντουνιά, πώς σ’ έχασα προτού να σε γλεντήσω”) και άρα λογικό είναι να έχει αφήσει πίσω μωρό…

Δεν πέθανε πολύ νέος: Να θυμηθώ τα νιάτα μου, που γλένταγα ο καημένος. Και τώρα καλεί τη χήρα, μαζί με τον μπέμπη, να έρθουν να τον βρουν στου τάφου τα βάθη. Να σημειώσω εδώ, πως τέτοιες «προσκλήσεις», που προϋπήρξαν αρκετές σε δημοτικά τραγούδια (φυσικά, χωρίς να συμπεριλαμβάνουν μπέμπη), είναι βεβαίως πάντα για ταξίδια χωρίς επιστροφή. Πάρα, μα πάρα πολύ μακάβριο το βρίσκω.

Αντιγράφω από το βιβλίο του Γιώργη " Ρεμπέτικοι νόμοι του Βαγγέλη Παπάζογλου: τα χαίρια μας εδώ, βιβλίο τρίτο, σελ 168.
…“πάρε Μαριώ το μπέμπη μας”, δηλαδή τον αργιλέ που τον τυλίγανε και τον φασκιώνανε και τον κρατούσανε στην αγκαλιά τους σα μωρό για να μη γνωρίζεται πως είναι αργιλές και τους κυνηγάνε.
Υπάρχει όμως και άλλος λόγος που τον έλεγαν μωρό. Οι πολύ θεριακλήδες και μερακλήδες του αργιλέ δεν φουμάριζαν ποτέ πριν περάσει ο γαλατάς βράδυ και πρωί. Δεν ήθελαν να 'χει φίλτρο για νερό και τον ποτίζανε με φρέσκο γάλα…

2 «Μου αρέσει»

Δε θα με εξέπληττε να υπήρχαν κι άλλες τόσες και να μην τις ξέραμε.

Αν προφορικά ήταν κοινή;

Κι αυτό ευσταθεί σαν υπόθεση. Και δε χρειάζεται να ήταν πολύ νέος, ούτε πολύ γέρος. Παντρεύτηκε, έκανε παιδί, και νοσταλεί τον καιρό που γλένταγε χωρίς οικογένεια. Αυτό μπορεί να ήταν και πριν ένα χρόνο.

Νομίζω, ακόμη περισσότερες σε νεότερα στιχουργήματα που ενσωματώθηκαν στη δημοτική παράδοση. Κι επίσης σε αμανέδες.

Νερό για φίλτρο μάλλον, όχι φίλτρο για νερό. Το νερό φιλτράρει τον καπνό που ρουφάς, και το ότι κάποιοι αντί νερό έβαζαν γάλα το λέει κι ο Πετρόπουλος κάπου. Ναι, ξέρω για τον Πετρόπουλο, αλλά είναι η περίπτωση όπου μια πληροφορία διασταυρώνεται.

Κι άλλες τόσες; Και να μην έφτασαν έως εμάς οι τόσες άλλες;
Απίθανο το βρίσκω, με δεδομένο τον μεγάλο όγκο γραπτών πηγών της εποχής, πέρα βέβαια από τα ρεμπέτικα, που μας διέσωσαν τις ποικίλες σχετικές ονομασίες. Ίχνος “μπέμπη” δεν υπάρχει νομίζω

Ε, όχι και τόσο “κοινή”, μια που δεν την έχουμε δει στα τόσα γραφτά της εποχής να καταγράφεται. Τι στο καλό… Και να τη χρησιμοποιήσει μάλιστα ενώ είχε π.χ. έτοιμη λέξη (“το μάπα”) να κάνει δουλειά του, να είναι και εντός του μέτρου, να καταλαβαίνουν και οι πάντες, τοτινοί και τωρινοί;;

Από την παραπάνω παράθεση παρελήφθη, φαντάζομαι από αβλεψία, η τελευταία φράση από το σχόλιο του Γιώργη Παπάζογλου για το τραγούδι «Μάγκας και Μαριώ». Παραθέτω ολόκληρο το σχετικό απόσπασμα, με την παραληφθείσα φράση τονισμένη από μένα. Αντιγράφω (σ.168) :

< Στο «Μάγκας και Μαριώ» τα λόγια είναι δικά του και τα είχανε αλλάξει, γιατί βλέπω και έχει κάνει διορθώσεις με το μολυβάκι του. Η πάρτη (sic) λέει μέσα «πάρε Μαριώ το μπέμπη μας», δηλαδή τον αργιλέ που τον τυλίγανε και τον φασκιώνανε και τον κρατούσανε στην αγκαλιά τους σα μωρό για να μη γνωρίζεται πως είναι αργιλές και τους κυνηγάνε.

Υπάρχει όμως και άλλος λόγος που τον έλεγαν μωρό. Οι πολύ θεριακλήδες και μερακλήδες του αργιλέ δεν φουμάριζαν ποτέ πριν περάσει ο γαλατάς βράδυ και πρωί. Δεν ήθελαν να ΄χει φίλτρο για νερό και τον ποτίζανε με φρέσκο γάλα. Ο Βαγγέλης έχει διορθώσει αντί για «μπέμπη μας», «πάρε Μαριώ τα σέα μας» και είχε κι άλλη μελωδία στο τραγούδι (την έχω την πάρτη με τα «σέα»). >

Νομίζω ότι η αντικατάσταση του “μπέμπη” με τα “σέα μας” είναι ενδεικτικότατη για το τί είδους “μπέμπη” εννοούσε ο Παπάζογλου, ανθρώπινο ή ρουφώμενο).

2 «Μου αρέσει»

Ο μπέμπης ως κυριολεξία παρουσιάζει κι ένα άλλο πρόβλημα: δεν πολυκολλάει με την υπόθεση.

Όχι πως θα ήταν απίθανο, ο τύπος, εκτός από τους φίλους του μαζί με τις συνήθειές τους και από τη γυναίκα / σύντροφό του, να θέλει και το παιδί του. Αλλά να το αναφέρει εκεί στην αρχή και μετά να αφιερώσει όλους τους υπόλοιπους στίχους σε θέματα τελείως άλλα από την οικογένεια, γιατί;

Αν η δισύλλαβη λέξη ήταν εντελώς χαμένη, και ψάχναμε να τη συμπληρώσουμε κατά φαντασίαν, κανενός ο νους δε θα πήγαινε στον μπέμπη, τον γιόκα, την μπέμπα ή την κόρη.

Δηλαδή υπάρχει κάποια μελωδία που σώζεται σε παρτιτούρα;

Τώρα μάλιστα!
Γράφτο ευλογημένε Ευάγγελε αποξαρχής και άσε τις λέξεις-άπαξ :slightly_smiling_face:

1 «Μου αρέσει»

Φαίνεται πως υπάρχουν πάρα πολλές.