Μήπως πρόκειται για περίπτωση που θα άξιζε να την προσέξουμε λίγο περισσότερο;
Σε πρώτο επίπεδο, δεν είναι βέβαια καθόλου παράξενο που το ερώτημα του λεγόμενου «Άγγελου Α.» δεν κίνησε το ενδιαφέρον κανενός εδώ και τέσσερα χρόνια, μέσα σ’ ένα φόρουμ για το ρεμπέτικο.
Προσωπικά, ήξερα από πάντα 3-4 από τα πιο γνωστά του τραγούδια (Διαβολάκος κλπ.) και τον αναγνώριζα ως φωνή χωρίς να ξέρω ούτε τ’ όνομά του, και χωρίς να έχω καμία περιέργεια να το μάθω. Όχι απλώς δε μ’ άρεσαν τα τραγούδια, δε μ’ άρεσε η ερμηνεία, δε μ’ άρεσαν οι ενορχηστρώσεις, αλλά επιπλέον μ’ ενοχλούσε το πώς ξεσήκωναν και μεράκλωναν μια ορισμένη κατηγορία κοινού προς την οποία δεν αισθάνομαι ισχυρή αλληλεγγύη.
Αυτές τις μέρες όμως γνώρισα με μεγάλη, ευχάριστη έκπληξη μιαν άλλη πλευρά του Π. Μιχαλόπουλου: τους αμανέδες του.
Στο περιθώριο της έρευνας που κάνω αυτό τον καιρό για τους μανέδες, έπεφτα κάθε τόσο πάνω στ’ όνομά του στο ΥΤ. Όπως είπαμε, δεν ήξερα το όνομα. Οι φωτογραφίες που φαίνονταν στα βιντεάκια έδειχναν ότι μάλλον δεν πρόκειται για κάτι που να εμπίπτει στο ενδιαφέρον μου, όσο για τους τίτλους -ορισμένους τουλάχιστον, π.χ. «Αμανές μεγατόνων»- παρέπεμπαν σ’ αυτή την κατηγορία κοινού που ανέφερα.
Τελικά μια φορά άνοιξα για πλάκα ένα από αυτά τα βιντεάκια. Εντυπωσιάστηκα τόσο από αυτό που άκουσα, ώστε άρχισα ν’ ακούω το ένα μετά το άλλο, και έκανα και μια πρόχειρη αναζήτηση να μάθω πληροφορίες για τον τραγουδιστή.
Παιδιά, ο τύπος ήταν άριστος αμανετζής!
- Έχει γνώση τόσο του μακάμ (έστω κάποιων συνηθισμένων μακαμιών - δεν ξέρω πόσων και δεν έχει σημασία) όσο και των ειδικών κανόνων του είδους: όχι γενικώς και αορίστως φωνητικός αυτοσχεδιασμός, αλλά συγκεκριμένα το είδος δομημένου αυτοσχεδιασμού που προβλέπεται για τον μανέ.
- Έχει πάθος και καημό.
- Έχει σεμνότητα (ούτε μία φορά δεν πέτυχα επιδεικτικά δεξιοτεχνηλίκια στα ψηλά, τους λεγόμενους νταλαρισμούς).
- Έχει γνώση του ρεπερτορίου, καθώς, εκτός από ελεύθερους κλασικού τύπου μανέδες, τον βρήκα και σ’ έναν τυποποιημένο, το Σμυρναίικο Μινόρε.
- Έχει σεβασμό σ’ αυτό που κάνει. Έχει την ικανότητα να χρησιμοποιεί χιλιοπερπατημένα μονοπάτια της παράδοσης, χωρίς να τα αλλοιώνει, για να εκφραστεί πρωτότυπα και προσωπικά.
- Και είχε και το θάρρος να ηχογραφήσει ικανή ποσότητα από αυτούς τους μανέδες, σε μια εποχή όπου το είδος δεν έχαιρε ιδιαίτερης εμπορικής αναγνώρισης.
Οι ενορχηστρώσεις του είναι φυσικά σύμφωνες με το όχι ιδιαίτερα ρεμπετοπρεπές πνεύμα της δεκαετίας ‘70, αλλά, μέσα σ’ αυτό το πλαίσιο, είναι καλές. Τον είχαν συνοδέψει αξιόλογα μπουζούκια και βιολιά, καθώς κι ένας ανώνυμος μουσικός με κανονάκι (ποιος μπορεί να ήταν, τέτοια εποχή; Στεφανίδης μήπως;).
Στην ερμηνεία του υπάρχει ένα είδος «γύφτικου» λυγμού που μπορεί να μην ταιριάζει με ολωνών την αισθητική (ούτε και με τη δική μου). Αφ’ ης στιγμής όμως δε συνδυάζεται με κανενός είδους επίδειξη ή υπερβολή, είμαι υποχρεωμένος να το αποδεχτώ ως μια αισθητική επιλογή που μπορεί να μην είναι η δική μου αλλά παραμένει απολύτως μέσα στα όρια του έγκυρου, του δικαιωματικά σεβαστού.
Διάβασα γι’ αυτόν ότι, εκτός από μεμονωμένους μανέδες σκόρπιους μέσα σε ΛΠ με λαϊκά, είχε βγάλει κι ένα δίσκο «Οι αμανέδες του Παναγιώτη Μιχαλόπουλου» για τον οποίο δόθηκε ο χαρακτηρισμός «ο πιο μαύρος δίσκος στην ιστορία του ελληνικού τραγουδιού», και ο οποίος φαίνεται να συνδέεται με μια προσωπική του τραγωδία. Διάβασα επίσης ότι ήταν τόση η τάση του για αυτοσχεδιασμό ώστε είχε δυσκολίες στις συνεργασίες του (προφανώς οι συνθέτες περίμεναν ν’ ακούσουν τα τραγούδια όπως τα είχαν γράψει!), ενώ σε περιπτώσεις όπως ο μανές, όπου ο αυτοσχεδιασμός είναι ακριβώς το ζητούμενο, δεν τον χώραγε ο δίσκος, με αποτέλεσμα τα καλύτερά του να μην τα έχει ηχογραφήσει και να υπάρχουν μόνο στη μνήμη όσων τον άκουσαν ζωντανά. Δεν έψαξα αν υπάρχουν bootleg ηχογραφήσεις του από λάιβ. Πάντως και οι κανονικές ηχογραφήσεις του, έστω κι αν «δεν τον χώραγαν», λένε πολλά και τις προτείνω.
Μερικές ενδεικτικά:
Ένας αρτιότατος μανές Ραστ.
Στο επόμενο, αντιπαρερχόμαστε τις σκυλάδικες παραπομπές της εισαγωγής και περιμένουμε να ανταμειφθούμε όταν έρθει το ψητό:
Το Σμυρναίικο Μινόρε:
Ένα με τον γύφτικο λυγμό που λέγαμε - αλλά προσέξτε μέχρι το τέλος: τι κάνει ο μάγκας!! (Και η ορχήστρα του επίσης.)
Ζόρικος πειραιώτικος μανές, με κανονάκι, και με γύρισμα-φινάλε που μαρτυράει έναν γνώστη:
Γνησιότατη συνέχεια της παράδοσης του προπολεμικού μανέ, ενσωματωμένη χωρίς παρελθοντολαγνεία στην αισθητική του λαϊκού του '70.
Με τον Διαβολάκο θα ασχολούμεθα τώρα;