Με το ταμπούρι μου στα λημέρια των κλεφτών

Η περιπλάνιση στο μαγικό κόσμο των ντουζενιών με οδήγησε ψηλά στα βουνά, εκεί που ο άνεμος αχάει και κάνει τα πεύκα και τις οξιές να τρίζουν. Με όχημα και μοναδικό μου εφόδιο τον καραντουζένι κουρδισμένο ταμπουρά μου, τρυπώνω στα λημέρια των κλεφτών και κρυφακούω… Ο ταμπουράς και το μπουζούκι ήταν τα βασικά όργανα των κλεφτών. Με αυτά παίζαν τα τραγούδια τους. Ο ήχος του κλαρίνου με τον οποίο έφτασαν στα αυτιά μας τα τραγούδια τους είναι πιο εξευγενισμένος. Πως βαρούσαν τον ταμπουρά τα κλεφτόπουλα; Τι τραγούδια παίζανε; Πως κουρδίζανε; Αυτά θα προσπαθήσω να παρουσιάσω μέσα από αυτό το θέμα. Θα ήθελα επίσης να παρουσιάσω και τον ταμπουρά μιας και μου ζητήθηκε σε άλλο θέμα. Είναι εφτάχορδος, ακολούθεί τη δυτική κλίμακα με μια ιδιαιτερότητα. Τα τάστα του είναι από όστρακο και είναι κολλημένα πάνω στην ταστιέρα. Επίσης το όργανο γενικά αλλά κυρίως το μάνικο είναι πανάλαφρο και η ταστιέρα του πολύ λεπτή. Ευκολόπαιχτο και δυσκολοκούρδιστο όσο δε λέγεται. Στα αρνητικά του η πολύ μικρή πεναριά (σημάδια στο καπάκι) και η πλαστική ροζέτα. Τον έχω κοντά στα 10 χρόνια αλλά φτιάχτηκε παλιότερα. Το είχε φυλαγμένο ο μάστορας για τον εαυτό του και μου το έδωσε βγαίνοντας στη σύνταξη. Ο οργανοποιός λέγεται Φουσέκης Δημήτρης και βρισκόταν στη Θεσσαλονίκη στις Συκιές.

Ας πάμε τώρα γύρω στο 1800 να ακούσουμε τον Αϊτό.

1 «Μου αρέσει»

Πολύ ενδιαφέρουσα η αναζήτησή σου, Βασίλη (ε; σωστά;). Βλέπω ότι η αναζήτησή σου με τα ντουζένια όλο και πλαταίνει. Δεν είναι συναρπαστικό, κάθε απάντηση που βρίσκεις να σου βγάζει δέκα νέες ερωτήσεις;

Ακούγοντας την ηχογράφησή σου θυμήθηκα μιαν άλλη, που μοιάζει πολύ στο σκεπτικό και στο αποτέλεσμα. Ίσως την έχεις ήδη υπόψη σου: ο Καταραχιάς, τραγούδι και ταμπουράς Άρης Ντίνας, δίσκος «Θεσσαλία - Πρόσωπα και γεγονότα μέσα απ’ το δημοτικό τραγούδι».

Ε προφανώς! Τι άλλο θα 'κανε, θα 'χε 2-3 μπερντέδες στριμωγμένους ανάμεσα στο Σι και το Λα#; Αυτά συμβαίνουν μόνο σε όργανα εκείνων των μουσικών ιδιωμάτων στα οποία η πλήρης ταυτοφωνία μεταξύ όλων των οργάνων, άταστων και ταστωμένων, αποτελεί συνειδητό ζητούμενο. Δηλαδή σε λόγιες μουσικές. Στις λαϊκές παραδόσεις, τουλάχιστον τις ελληνικές γιατί αυτές ξέρω, είναι δεδομένο ότι η μουσική παίζεται έτσι όπως μπορούν να την παίξουν τα όργανα, και όχι το αντίστροφο, να κατασκευάζονται δηλαδή τα όργανα έτσι ώστε να μπορούν να παίξουν τη μουσική που έχουμε προαποφασίσει. Στη φωνή, στα άταστα, άντε και σε ορισμένα πνευστά, λυγίζεις τη νότα όπως ακριβώς τη θέλεις. Στα υπόλοιπα όργανα, ό,τι βγει. Έτσι είναι, αλλιώς δε θα είχαμε κομπανίες με βιολί (ελεύθερα διαστήματα) - λαούτο (σταθερά διαστήματα) - σαντούρι (επίσης σταθερά).

Δε θα την έλεγα καν δυτική κλίμακα. Είναι συγκερασμένη, αλλά όχι λόγω δυτικής επιδράσεως, παρά εξ ανάγκης. Θέλω ένα τάστο που σε κούρδισμα Λα-Ρε-Σολ να δίνει στη χορδή Σολ το σωστό Λα (το σωστό Λα δε χωράει παζάρια, αφού συνηχεί με το Λα της ανοιχτής χορδής Λα): αν το ίδιο τάστο δίνει, στη χορδή Λα, ένα Σι διαφορετικό από αυτό που τραγουδάω, τόσο το χειρότερο, θα παίξω ετεροφωνικά. Όλη η παραδοσιακή ελληνική μουσική είναι ετεροφωνική.

Κάτσε να δούμε πρώτα πώς αρματώνανε.

Χωρίς μπουργάνα στην τρίτη, δοκίμασες; Η τυλιχτή χορδή είναι ένα τεχνολογικό επίτευγμα που αποκλείεται να είχε φτάσει στα σπήλαια των βουνών τον 19ο αιώνα. Υποθέτω (διόρθωσέ με) ότι ο λόγος που την βάζεις εσύ είναι απλώς επειδή, βάσει μπουζουκιών κλπ., το θεωρείς αυτονόητο. Σε όργανα όμως που το δικό μας αυτονόητο ακόμα δεν τα έχει αγγίξει, υπάρχουν τρίχορδα κουρδίσματα βασισμένα στις δυνατότητες τριών ίδιων χορδών. Χορδές ίδιου πάχους μπορούν να κουρδιστούν σε απόσταση τόνου, τέταρτης, άντε πέμπτης, όχι όμως οκτάβας ή και παραπάνω. Εκεί, σ’ ένα κούρδισμα λ.χ. τύπου Λα-Ρε-Σολ, το Λα και το Σολ είναι στην ίδια οκτάβα. Όλο μαζί, όχι συνεχόμενες πέμπτες αλλά μία πέμπτη προς τα κάτω και μία τέταρτη προς τα πάνω. Έτσι κουρδίζονται οι διάφορες παλαιινές λαϊκές λύρες, αλλά και τα τούρκικα σάζια (παρόλο που σήμερα αρματώνονται με σύγχρονες χορδές, με αυστηρά ελεγχόμενο πάχος και με περιέλιξη). Δηλαδή, με τη μεσαία χορδή να είναι η πιο χαμηλή. Τα διαστήματα πρώτης-δεύτερης και δεύτερης-τρίτης χορδής μπορούν να ποικίλλουν, αλλά πάντοτε είναι το πρώτο κατιόν και το δεύτερο ανιόν, αντίθετα από τα περισσότερα σύγχρονα κουρδίσματα (μπουζουκιού, κιθάρας, μαντολίνου, βιολιού, ουτιού κλπ.) που το ύψος των χορδών πάει με τη σειρά που είναι τοποθετημένες.

Το πρότυπο για το πώς αξιοποιείται ένα τέτοιο κούρδισμα μάς το δίνουν, ακριβώς, οι νησιώτικες και θρακιώτικες λύρες και τα τούρκικα σάζια (αλλά ακόμη και στο λαούτο διατηρείται μια ανάμνηση αυτής της λογικής, με την τρίτη από τις τέσσερις χορδές να είναι η πιο μπάσα). Χάνεις βέβαια λίγη έκταση στα μπάσα, αλλά μελωδικά δεν τη χρειαζόσουν. Αυτό που κερδίζεις είναι: αφενός η δυνατότητα να εμπλουτίσεις το οριζόντιο παίξιμο στην πρώτη με αντίχειρα στην τρίτη, και αφετέρου να περιορίσεις το σύνολο των παραγόμενων ήχων σε μια σχετικά μικρή περιοχή από τονικά ύψη, κάτι που εικάζεται (βάσει ζουρνάδων, λυροτσάμπουνων κ.ά. παλαιινών ζυγιών που επιβιώνουν ακόμη) ότι πρέπει να ήταν πιο κοντά στην τότε αισθητική.


Καλή συνέχεια!

βασίλη σ’ευχαριστούμε πολύ! αξιοποιείς τα όργανά σου, έχεις γλυκό παίξιμο και πιστεύω κοντά στο άκουσμα που ήθελες να δώσεις.
έχει δίκιο ο περικλής, οι ταμπουράδες φαίνεται ότι πάντα ήτανε συγκερασμένοι. τουλάχιστον έτσι προκύπτει από την έρευνα του σταύρου και άλλων.

Αυτό ψάξ’ το με τον μάστορά σου, γιατί δεν είναι κάτι αθεράπευτο. Μερικοί, που μάλλον ήταν άτυχοι, πιστεύουν ότι αυτό είναι εγγενές πρόβλημα στα ξύλινα στριφτάρια, αλλά δεν είναι έτσι, υπάρχουν όργανα (βιολιά λ.χ.) που κουρδίζουν εύκολα και με ακρίβεια.

Επειδή κι εγώ είχα προβλήματα με το παλιό μου λαούτο (πολίτικο, με στριφτάρια), το συζήτησα με τον Νίκο Φρονιμόπουλο που μου έφτιαξε αυτό που έχω σήμερα και μπορώ να πώ ότι όλα τα προβλήματα ξεκινούν από ατελές ταίριαγμα στριφταριού και υποδοχής του. Πράγματι, με την καλή δουλειά του Νίκου (γενικά, όχι μόνο τα στριφτάρια) δεν ασχολούμαι πλέον με το σπόρ του ξανακουρδίσματος, είτε γιατί “λύθηκε” το τύλιγμα της χορδής ή γιατί κόλλησε το στριφτάρι ή οτιδήποτε άλλο. Ακρίβεια κουρδίσματος άψογη κλπ. Ίσως πραγματικά, με καινούργια στριφτάρια (ή ξαναπερασμένες υποδοχές ή ό,τι πεί ο μάστορας) να βελτιωθεί η κατάσταση.

πρωτη φορα ακουσα να παιζετε ετσυ ενας αιτος με ντουζενικο υφος κιολας,
εντελη ποσο πολη μας αλαξαν την μουσηκη πος πεζοντουσαν αυτα τα τραγουδια.
και πος μας την εμαθαν πολη διαφορετηκα μπραβο φηλαρακι βασιλη,

εισαι πολη
μερακλης στα ντουζενια και αρχοντας στην πενα:088::110:

Θα ήθελα να ξεκινήσω λέγοντας ότι χαίρομαι πάρα πολύ που βρίσκω ανθρώπους που ενδιαφέρονται για αυτά τα πράγματα και ας είναι και μέσω καλωδίου.
Ξεκινώ από τα στριφτάρια. Ίσως να μεγένθυνα λίγο τη δυσκολία μου στο κούρδισμα. Απλά το συνέκρινα με το κούρδισμα με τα μηχανικά κλειδιά. Βέβαια ακρίβεια δεν έχει το κούρδισμά του. Συνήθως κουρδίζω λίγο παραπάνω και τραβάω τη χορδή να χαλαρώσει για να έρθει στα ίσα της. Αν το κουρδίσω μετά δεν ξεκουρδίζεται παρα μόνο με τη μεταβολή των καιρικών συνθηκών χάνει λίγο αλλά όλο μαζι το όργανο. Επειδή παίζω μόνος μου δε με απασχολεί. Λέτε αυτό να μην είναι φυσιολογικό και να θέλει να το πάω στο γιατρό; Με παραξένεψε ο κ. Πολίτης που μίλησε για “άψογη ακρίβεια κουρδίσματος”.

Πολύ ενδιαφέρουσα η αναζήτησή σου, Βασίλη (ε; σωστά;). Βλέπω ότι η αναζήτησή σου με τα ντουζένια όλο και πλαταίνει. Δεν είναι συναρπαστικό, κάθε απάντηση που βρίσκεις να σου βγάζει δέκα νέες ερωτήσεις;

Εγώ δε το θεωρώ συναρπαστικό. Σαράκι είναι φίλε Περικλή. Μου έχει φάει τα σωθικά. Το πιστεύεις ότι βλέπω φουστανελάδες στον ύπνο μου;

Ακούγοντας την ηχογράφησή σου θυμήθηκα μιαν άλλη, που μοιάζει πολύ στο σκεπτικό και στο αποτέλεσμα. Ίσως την έχεις ήδη υπόψη σου: ο Καταραχιάς, τραγούδι και ταμπουράς Άρης Ντίνας, δίσκος «Θεσσαλία - Πρόσωπα και γεγονότα μέσα απ’ το δημοτικό τραγούδι».

Δεν την έχω υποψη μου. Προσπάθησα να τη βρω κάπου να την ακούσω αλλά δεν τα κατάφερα. Ίσως θα πρέπει να αγοράσω το δίσκο. Θέλω να τονίσω κάτι που το έγραψα και στην αρχή στο θέμα με την τετράδα. Δεν έχω καμία μουσική παιδεία, τον ταμπουρά τον είχα για 8-9 χρόνια σαν διακοσμητικό, έπαιζα μόνο τρίχορδο μπουζούκι στο στύλ του Μάρκου (λιτά και καθαρά). Από τότε που κόλλησα με τα ντουζένια πήρα μπρός. Ο ταμπουράς ξύπνησε στα χέρια μου από τότε που τον κούρδισα καραντουζένι. Κύλησε ο τέντζερης και βρήκε το καπάκι. Ουσιαστικά στο τραγούδι αυτό και στα υπόλοιπα που θα σας παρουσιάσω Δεν παιζω εγώ. Ειναι το όργανο με το κούρδισμα που παίζουν. Εγώ αφέθηκα στη μαγεία τους και με παρέσυραν σε ένα κόσμο μαγικό. Μπορεί να φαίνεται λίγο ρομαντικό αυτό που γράφω αλλά είναι η αλήθεια. Δεν ξέρω πως παίζεται ο ταμπουράς ούτε τα τσάμικα,ούτε τίποτα. Βάζω τη γυναίκα μου με το τουμπελέκι να μου κρατάει το ρυθμό για να το βρω. Μόνο ζειμπέκικα έχει μέσα το μυαλό μου. Γι’ αυτό μου κάνει εντύπωση μου κάνει που λες ότι μοιάζει στο σκεπτικό και το αποτέλεσμα. Με τιμά πολύ.

Χωρίς μπουργάνα στην τρίτη, δοκίμασες; Η τυλιχτή χορδή είναι ένα τεχνολογικό επίτευγμα που αποκλείεται να είχε φτάσει στα σπήλαια των βουνών τον 19ο αιώνα. Υποθέτω (διόρθωσέ με) ότι ο λόγος που την βάζεις εσύ είναι απλώς επειδή, βάσει μπουζουκιών κλπ., το θεωρείς αυτονόητο.

Ακριβώς όπως το είπες. Δηλαδή προτείνεις τη μπουργκάνα να την αλλάξω με συρμάτινη. Θα το δοκιμάσω. Ο Κρυστάλλης στο διήγημα του “στη στάνη του μπάρμπα μου” που 99% είναι αληθινή ιστορία, περιγράφει τη συνάντησή του με ένα μπουλούκι κλεφτών. Ο ένας από αυτούς έπαιζε “έναν μικρό μικρούτσικο ταμπουρά με τρία συρματερά τέλια”.
Αυτό που θα προσπαθήσω να αποδείξω μέσα από τα τραγούδια που θα ανεβάσω είναι ότι το καραντουζένι είναι το κούρδισμα των κλεφτών. Έχω βγάλει γύρω στα 10-12 τραγούδια που κάθονται κουτί πάνω σ’ αυτό το κούρδισμα και μόνο σ’αυτό. Δεν μπορεί να είναι τόσο τυχαίο… Ο αδερφός μου που είναι ο μόνος που βλέπει από κοντά τη μάχη μου με τα ντουζένια και έχει αγανακτήσει ( με το δίκιο του) μου λέει “παράτα τα πειραιώτικα και ψάξου στα δημοτικά, εκέι είναι η μεγάλη αποκάλυψη”.
Εχαριστώ Τάκη και Νικόλα για τα καλά σας λόγια.

Εγώ αναφέρθηκα ειδικά σε σύγχρονα (ηλικίας περίπου δεκαετίας) όργανα καταξιωμένων σημερινών επαγγελματιών οργανοποιών, όχι σε παλιούς ταμπουράδες. Και επαναλαμβάνω, για το συγκεκριμένο όργανο του κ. Φρονιμόπουλου, ότι η ακρίβεια είναι πραγματικά άψογη. Θα μπορούσα να πώ, της τάξεως του λιγότερο από 2%.

Δεν το έχω ψάξει καθόλου το θέμα, μα καθόλου. Έχεις, όμως, κάνει τη δουλειά που “σου κόλλησε” με το καραντουζένι, και με άλλα δημοφιλή, την παλαιότερη εποχή, κουρδίσματα; Μήπως και αυτά ήταν αρκετά γνωστά, αν όχι τόσο δημοφιλή;

Έχεις, όμως, κάνει τη δουλειά που “σου κόλλησε” με το καραντουζένι, και με άλλα δημοφιλή, την παλαιότερη εποχή, κουρδίσματα; Μήπως και αυτά ήταν αρκετά γνωστά, αν όχι τόσο δημοφιλή;

κ. Νίκο συγνώμη δεν κατάλαβα τι εννοείτε

Εννοώ το εξής, Βασίλη: εντάξει, βρήκες καμμιά δεκαριά κομμάτια που ακούγονται ωραία, όταν παιχτούν στο καραντουζένι. Τραγούδια όμως δημοτικά υπάρχουν πάμπολλες εκατοντάδες, μην πώ χιλιάδες. Μήπως κάποια από αυτά ταιριάζουν καλύτερα, παιγμένα σε κούρδισμα διαφορετικό απ’ το καραντουζένι; Με άλλα λόγια, μπορεί πράγματι να είναι απλά τυχαίο που σου “κόλλησαν” ωραία δέκα, δώδεκα κομμάτια. Και εν πάσει περιπτώσει, ακριβώς επειδή υπάρχουν πάρα πολλά τραγούδια, δώδεκα κομμάτια δεν είναι αρκετά, θα έλεγα εγώ, για να αποδειχτεί ότι “το καραντουζένι είναι το κούρδισμα των κλεφτών”. Αλλά τονίζω και πάλι: Δεν το κατέχω καθόλου το θέμα.

Έχετε απόλυτο δίκιο όπως το θέτετε. Ίσως να τα παραλέω ή όπως λέτε να είναι απλά τυχαίο. Πολλές φορές ο ενθουσιασμός μας κάνει να μην πατάμε στη γη. Βέβαια για να υποστηρίξω τα λεγόμενά μου θα ήθελα να πω ότι τα κλέφτικα είναι ένα μικρό κομμάτι των δημοτικών τραγουδιών και πολλές φορές επαναλαμβάνονται. Για παράδειγμα τραγούδια όπως του Κατσαντώνη, του Οδυσσέα Ανδρούτσου, του Μάρκου Μπότσαρη και άλλα, έχουν την ίδια μουσική. Επίσης τα λίγα αυτά τραγούδια που έβγαλα είναι αντιπροσωπευτικά της κλέφτικης παράδοσης. Το πιο σημαντικό όμως είναι αυτό που δήλωσα και πριν, ότι δεν έχω την άνεση με αυτά τα τραγούδια. Του Μάρκου δε χρειαζόταν καν να τα ακούσω. Εκεί που ψαχνόμουν πάνω σε ένα ντουζένι μου ερχόταν η μελωδία σαν νεράκι. Εδώ δυσκολεύομαι πολύ. Προσπαθώ να τα βγάλω και από το κλαρίνο που είναι πολύ φλύαρο για τα αυτιά μου, έχω και τους ρυθμούς που μου είναι άγνωστοι. Πιθανόν αν ήμουν ένας λαουτιέρης των πανηγυριών να έβγαζα 50 σε ένα απόγευμα. Σχετικά με τα ντουζένια αυτό που συμπέρανα είναι ότι τα πιο ταιριαστά είναι το καραντουζένι και τα ανοιχτά ντουζένια. Αυτά που παίζονται ωραία στο ανοιχτό σολ παίζονται ακόμη καλύτερα στο καραντουζένι. Κάποια που με δυσκόλευαν πάρα πολύ στο καραντουζένι έβγαιναν απίστευτα καλά στο ανοιχτό σιb(Τ’ ακούς μαυριδερούλα μου). Αποκλείω εντελώς τα συριανά και αραμπιέν. Γενικά δουλεύω πολύ με τα συναισθήματα που μου δημιουργεί το παίξιμο τους και με τον τρόπο που ξετυλίγεται το τραγούδι πάνω στην ταστιέρα. Τονίζω και πάλι ότι μάλλον είμαι υπερβολικός σ’ αυτό τον ισχυρισμό (ότι βρήκα πως παίζαν οι κλέφτες τον ταμπουρά) αλλά με καίει και είπα να το βγάλω προς τα έξω μήπως και κάψω και άλλους…

Έχω την αίσθηση ότι στα ελληνικά έγχορδα υπάρχουν μερικά βασικά κουρδίσματα που είναι κοινά μεταξύ περισσότερων του ενός οργάνων (και που μάλλον είναι τα λίγο-πολύ προφανή κουρδίσματα που θα επινοούσε ο κάθε λαός), και εκεί τελειώνει το γενικό κεφάλαιο. Από κει και πέρα, ορισμένα όργανα μέσα σε ορισμένα μουσικά είδη βγάζουν και επιπλέον κουρδίσματα, δικά τους. Έτσι πολλά ρεμπέτικα ντουζένια πρέπει να είναι αποκλειστικώς ρεμπέτικα. Μπορώ να φανταστώ (αν και όχι να το αποδείξω) ότι τον καιρό των πρώτων ζυμώσεων που έβγαλαν το ρεμπέτικο, κάποιοι μπουζουξήδες, ξέροντας 4-5 κουρδίσματα το πολύ που τα είχαν κληρονομήσει από τους μπουζουξήδες και ταμπουρατζήδες του 1800, όταν άρχισαν να συναντάνε στα μεγάλα πολυσυλλεκτικά λιμάνια ομοτέχνους τους από άλλες περιοχές που ήξεραν κι ένα ή δύο διαφορετικά κουρδίσματα, θα σκέφτηκαν: «άρα δεν τελειώνει το πράγμα υποχρεωτικά στα δικά μου 4-5 κουρδίσματα, άρα γιατί να μη δοκιμάσω κι άλλους πειραματισμούς;», και κάποιοι από αυτούς τους πειραματισμούς πέτυχαν κι έμειναν, για διάστημα όμως λίγων γενεών, ουσιαστικά ίσως μιας.

Θέλω να πω μ’ αυτό ότι το κάθε ρεμπέτικο ντουζένι δεν έπεται ότι υπήρχε κατ’ ανάγκην και στον προεπαναστατικό ταμπουρά. Βέβαια για να το ψάξει κανείς αυτό συστηματικά πρέπει να μελετήσει και όλα τα κουρδίσματα παρόμοιων οργάνων (ή και διαφορετικών) σ’ όλα τα Βαλκάνια, την Τουρκία και όποιαν άλλη περιοχή μπορεί να συμμετείχε στο δίκτυο των σχετικών επιδράσεων. Αυτό μάς πάει πολύ μακριά από το ζητούμενο του Βασίλη.

Είναι αδύνατον να ανασυσταθεί πλήρως ένα παίξιμο κι ένα ύφος που έχει χαθεί χωρίς ηχητικά ντοκουμέντα. Αρκεί μόνο να σκεφτεί κανείς από πόσες διαφορετικές περιοχές -καθεμία, λογικά, με το ύφος της- προέρχονταν οι κλέφτες: ποιο ύφος ψάχνουμε να ανασυστήσουμε, της ΒΔ Ακαρνανίας ή της ορεινής Κορινθίας;

Παρά ταύτα, ο καθένας που γνωρίζει ότι εκείνο τον καιρό έπαιζαν ταμπουρά θα μπορούσε να έχει την απορία πώς να ακουγόταν αυτή η μουσική. Από το «δε γίνεται πλήρης ανασύσταση, άρα δεν επιχειρώ καμία ανασύσταση ούτε στο περίπου» είναι πολύ προτιμότερες οι προτάσεις του Βασίλη, ώστε να έχουμε τουλάχιστον κάποια ιδέα. Κι αν δε δουλέψουν σαν χρονομηχανή, μπορεί να δουλέψουν σαν νέα πρόταση.

[Δεν εννοώ φυσικά να μη δοκιμάσει κανείς άλλα ντουζένια.]


Πριν καμιά εικοσαριά χρόνια, όταν όλος ο σχετικός προβληματισμός βρισκόταν σε πολύ πρωιμότερο στάδιο, είχε καταθέσει κάποιες παρόμοιες προτάσεις και ο Περικλής Παπαπετρόπουλος, στον δίσκο «Τα ελληνικά λαϊκά όργανα: Σάζι», όπου παίζει και μερικά δημοτικά με σάζι σε ρόλο ταμπουρά. (Και νομίζω και σ’ έναν άλλο που ο τίτλος ήταν κάτι με East???) Απ’ όσο ξέρω, δεν τα θυμάται κανείς (αντίθετα από 3-4 άλλα κομμάτια του δίσκου, π.χ. Χορός των Κουταλιών, Μεγαρίτικος καρσιλαμάς κλπ. που παίζονται ακόμη ενώ τότε ήταν μάλλον αφανή).

Η ηχογράφηση του Βασίλη δείχνει ότι έκτοτε έχει διανυθεί αρκετός δρόμος.

Πελικλή σ’ ευχαριστώ. Λες και μπαίνεις στο μυαλό μου και το συμμαζεύεις. Εννοείται ότι δεν μπορώ να πιάσω το παικτικό ύφος του ταμπουρά της κάθε περιοχής όπως και κανένας μας πιθανόν γιατί είναι κάτι που έχει χαθεί οριστικά. Αυτό που θέλω και δεν μπορώ να το κάνω μάλλον κατανοητό είναι ότι παίρνω ένα όργανο από τα παλιά, το κουρδίζω με ένα κούρδισμα πάλι από τα παλιά και πειραματίζομαι σε τραγούδια πάλι πολύ παλιά για τα οποία δεν έχω καμία γνώση πλην του απλού ακροατή. Μετά από λίγη προσπάθεια καταλήγω να παίζω με ένα τρόπο που δε μοιάζει με τον τρόπο παιξήματος του πειραιώτικου ρεμπέτικου. Πως προκύψανε οι χειρισμοί αυτοί στα χέρια μου; Δικό μου ταλέντο; Αποκλείεται. Μπορεί να είναι αποτέλεσμα της τύχης; Νομίζω πως τα όργανα όπως και τα κουρδίσματα κουβαλάν μνήμες, είναι ζωντανά. Όταν πιάνω να παίξω έναν ταμπουρά κουρδισμένο καραντουζένι δεν ξεκινώ από το μηδέν. Είμαι ήδη 100 χρόνια πίσω. Τώρα αν θα καταφέρω να βρω τη μυστική πόρτα που θα με πάει πίσω στο χρόνο είναι δικό μου θέμα. Εγώ το βρήκα (νομίζω) βάζοντας το μυαλό στη θέση off. Δε σκεφτόμουν καθόλου, απλά άκουγα τι μου έλεγε ο ταμπουράς μου.
κάποια στιγμή ψάχνοντας για τραγούδια της κλέφτικης παράδοσης έπεσα με τα μούτρα στις ηχογραφήσεις του Στασινόπουλου. Εκεί άκουσα 2 τραγούδια του με μόνο τη συνοδεία λαούτου. Είναι 'Ο Σκαλτσοδήμος και ο Κόρακας". Εκεί κατάλαβα ότι ο τρόπος που παίζω τον ταμπουρά είναι στο σωστό δρόμο. Ίσως θα πρέπει να ηχογραφήσω κάτι ακόμη για να γίνω πιο κατανοητός.

Παρακολουθώ με ευχαρίστηση το συγκεκριμένο νήμα και θα προσθέσω την άποψή μου, προσπαθώντας να μην κουράσω.

Είναι καλό να ψάχνει κανείς το παρελθόν και την ιστορία του κάθε οργάνου.
Πάντα πίστευα ότι τα κουρδίσματα πρέπει να προκύπτουν ανάλογα με τον δρόμο που παίζεται η κάθε σύνθεση.
Πράγμα που δεν είδα να αναφέρεται μέχρι τώρα στην συζήτηση και με κάνει να σκέφτομαι ότι ίσως να έχω λάθος στην άποψη μου αυτή.
Επόμενη μου σκέψη φυσικά το συγκερασμένο όργανο.Αυτό από μόνο του θέτει όρια και όσο αφορά το κούρδισμα αλλά και στην τεχνική παιξίματος.
Ο ρόλος του κάθε οργάνου…Ο ταμπουράς ήταν συνοδευτικό η πρωταρχικό όργανο στην δημοτική μουσική?Έχω την εντύπωση ότι μάλλον πρέπει να ήταν συνοδευτικό αλλιώς θα είχε κυριαρχήσει όπως το κλαρίνο η το βιολί.Αν ακολουθήσουμε αυτή την υπόθεση μπορούμε να βγάλουμε κάποιο συμπέρασμα σχετικά με το κούρδισμα του?

Επόμενη σκέψη,το χρώμα της κάθε περιοχής το οποίο και αναφέρθηκε.Στην συγκεκριμένη περίπτωση στην προσπάθεια που κάνεις έχεις το χρώμα του ρεμπέτικου και όχι του δημοτικού.Νομίζω ότι παίζεις και σε διαφορετικό δρόμο εντελώς.Παλιότερα είχα πετύχει μια συζήτηση στο Utube με τον Χρηστό Ζωτο.

Δίνει ένα παράδειγμα του "αετού"αμέσως μόλις ξεκινάει το βίντεο, αν και αξίζει να δει κανείς και τα δυο μέρη της συζήτησης.

https://www.youtube.com/watch?v=evIjCTiOmLIΟ ρυθμός καθώς και το χορευτικό μέρος της σύνθεσης.Μπορεί να χορευτεί?Υπάρχουν τα κατάλληλα γυρίσματα στην μελωδία τα οποία να συμβαδίζουν με τα βήματα? Πόσο μάλλον οι αυτοσχεδιαστικές παραλλαγές των γυρισμάτων αυτών?

Κάπου αναφέρθηκε στην αρχή ότι ο ταμπουράς και το μπουζούκι ήταν τα βασικά όργανα των κλεφτών.
Θα διαφωνήσω σε αυτό και θα πω ότι μάλλον ήταν οι φλογέρες και τα κρουστά πιο πριν καθώς και ο ταμπουράς αργότερα αλλά σίγουρα με μετακινούμενους μπερντέδες οι οποίοι λογικά αναλόγως τον δρόμο-σύνθεση μετακινούνταν από τους παίκτες.

Η όλη προσπάθεια μπορεί να με ταξιδέψει στην σπηλιά σου και όντως να δω ένα κλεφτόπουλο μικρό να γρατζουνάει τον ταμπουρά και να βγάζει της ψυχής του τα χρώματα.Ελπίζω η αναζήτηση σου να σε οδηγήσει ακόμα πιο πίσω ως τις πύλες της Κωνσταντινούπολης και ακόμα πιο πέρα.

Γενικα τα κουρδίσματα εξυπηρετούν κάποιο δρόμο ή κάποια τονικότητα, αλλά κάποια κουρδίσματα είναι πιο γενικά και ευέλικτα (όπως οι πέμπτες -λα/ρε/σολ κλπ). Ο Βασιλης εδώ όπως και στα πειραιωτικα εξερευνεί και άλλες χρήσεις κάθε ντουζενιου.

Δεν νομίζω να κάνεις λάθος, Αέρων, αλλά ισχύει ο περιορισμός που αναφέρει ο Λίγκα παραπάνω. Επίσης, ίσως ισχύει και η εντύπωσή μου ότι τα βασικά κουρδίσματα είναι κάποια λίγα, και από κει και πέρα μέσα στα όρια συγκεκριμένων μουσικών ιδιωμάτων αναπτύσσονται και άλλα με πιο εξειδικευμένη χρήση. Τα βασικά και λίγα είναι πιο γενικής χρήσεως.

Τα παραδοσιακά όργανα, αυτά που παίζονται και φτιάχνονται από ερασιτέχνες, είναι περιορισμένα (λύρες, τσαμπούνες, φλογέρες κλπ., άρα γιατί όχι κι ο ταμπουράς). Αυτά που είναι σχεδόν απεριόριστα είναι τα όργανα των επαγγελματιών: κλαρίνα, βιολιά… Η όλη αισθητική της δημοτικής μουσικής έχει στηριχτεί πάρα πολύ σ’ αυτοπυς τους στενους περιορισμούς, και στο πώς μέσα στα όριά τους μπορεί κανείς να αναπτύξει ποικιλία μέσω των συνδυασμών από λίγα δομικά στοιχεία.

Σε συνθήκες κλέφτικου λημεριού, λογικά θα ήταν πρωτίστως συνοδευτικό της φωνής, και δευτερευόντως, ίσως, σολιστικό. Ορχήστρες δεν μπορώ να φανταστώ ότι υπήρχαν. Κατά περίπτωση σχηματίζονταν (ο Σταύρος Κ. παραθέτει στο γνωστό βιβλίο του περιγραφές ορχηστρών, νομίζω από τον Κασομούλη, αλλά ήταν ευκαιριακές και, μάλλον, χωρίς κανόνες και προκαθορισμένους ρόλους για το κάθε όργανο).

Διαφορετικά ζητούμενα. Ο Ζώτος ζει στην μετά κλαρίνο εποχή, τα κλεφτόπουλα στην προ κλαρίνου. Ο Ζώτος λέει ξεκάθαρα: για να το παίξεις σωστά πρέπει πρώτα απ’ όλα να ξέρεις σωστά πώς πάει το τραγούδι. Δε λέει «πώς πήγαινε πριν 200 χρόνια». Δεν ξέρουμε πώς πήγαινε πριν 200 χρόνια, αλλά το μόνο σίγουρο που ξέρουμε είναι ότι δεν πήγαινε έτσι όπως το έχουν διαμορφώσει όλες οι γενεές κλαριντζήδων που μεσολάβησαν.
Το να κρατήσεις τον εντελώς βασικό σκελετό της μελωδίας, και από στολίδια ν’ αφήσεις να σε οδηγήσει το ιδιο το όργανο με το ντουζένι του, είναι μια καλή πρώτη απόπειρα προσέγγισης. Σε σχέση με το ζητούμενο του Βασίλα, αυτό που παίζει στην αρχή αρχή ο Ζώτος ως παράδειγμα προς αποφυγήν μού φαίνεται πιο σωστό από το σωστό του Ζώτου.
Ο Ζώτος, όντας αφενός βαθύς γνώστης της παράδοσης του 20ού αιώνα και αφετέρου ένας δεξιοτέχνης ικανός να οδηγήσει το λαούτο πέρα από τα συμβατικά του όρια, παίζει ένα ύφος που ούτε εκπροσωπεί αλλά ούτε και διατείνεται ότι εκπροσωπεί την προεπαναστατική παράδοση.

Αν προσπαθήσουμε να προσεγγίσουμε το παίξιμο του ταμπουρά ή του μπουζουκιού στη δημοτική παράδοση ο καλύτερος δρόμος είναι το τρίχορδο μπουζούκι και το πειραιώτικο ρεμπέτικο. Μπορεί να μην είναι το προφανές. Αλλά αν πάμε στα κλαρίνα αλλάζει όλο το ύφος. Χάνεται η δωρικότητα, η λεβεντιά, η παληκαριά, ο τσαμπουκάς. Αυτά έχει ο ταμπουράς και το μπουζούκι και γι’ αυτό τα επέλεξαν οι κλέφτες, οι ληστές, οι κουτσαβάκηδες, οι μάγκες. Αυτή την πορεία ακολούθησε το όργανο, αυτή την πορεία ακολουθώ και εγώ. Από τις ηχογραφήσεις με τα κλαρίνα, κρατάω τη βασική μελωδία, τη μεταφέρω στον ταμπουρά και από εκεί και πέρα αφήνω το όργανο να μου πει πως θα παίξω. Για να δώσω τροφή στην κουβέντα θα καταθέσω ακόμη δύο ηχητικά ντοκουμέντα με το μικρό κλεφτόπουλο σε πρώτο πλάνο. Όπως θα προσέξετε δίνω πιο πολύ έμφαση στο ύφος παρά στην ποιότητα παιξίματος. Επίσης το μικρό κλεφτόπουλο μας προέκυψε λίγο κακοφωνίξ αλλά τι να κάνουμε… κουρασμένο από τη μάχη θα 'ναι…


1 «Μου αρέσει»

Φιλε μου έδωσες ρέστα! Κάτι ανάμεσα σε καραπιπερη και μπατη!
Βάλε και το λαούτο στο παιχνίδι, για μένα είναι ο πρόγονος του μπουζουκιού στο σολιστικό (μαζι με τον ταμπουρα) και της κιθάρας στη συνοδεία. Δοκίμασε το κούρδισμα του, λα-ρε-σολ ή ρε-σολ-ντο (πέμπτες). Όπως στο καραντουζενι έχεις την βάση του ουσακ στο δευτερο ταστο, στο λαούτο έχεις δυο θεσεις: στο ανοιχτό καντινι ή στο 5ο ταστο στο καντινι. Στην πρώτη περίπτωση έχεις τις ίδιες συνηχησεις με το καραντουζενι στις ανοιχτές.

Ένα μεγάλο μπράβο στον φίλο Βασίλα.

καλα εχο παθη, φαση ρε βασηλη μπραβο, για τα ντουζενια σου και την μαγκηκη φονη σου…:109:

εγο το λεγω μου το εχουν ποι και αλλοι οτη μας εχουν αλαξη.
και πος εχουμε μαθη τα τραγουδια αυτα, στην δημοτηκη δηλαδη.
μουσηκη. και τορα που τα ακουω το πηστεβω απολητα
οτη ετση πεζοντε για αυτο εχουν προκηψη τα κουρδησματα
αυτα, εμης τα μαθαμε με κλαρηνα και νταουλια αλα τα κλεφτοπουλα.
στα χρονια εκηνα στα βουνα τα ψηλα ενας νταμπουρας που ειχαι
καπιο κλεφτοπουλο ετσυ πεζαν, και ετσυ τραγουδαγαν…

και εμενα μου κουρδησαν τον τζουρα σε ντουζενη αποκαληψη
για μενα καθος προτη φορα ακουσα τζουρα κουρδησμενο αλιος.
σαν τον ταμπουρα του βασηλη ακουγετε οντος σαν ταμπουρας…
απηστεφτο.