Revival είναι μια συμβατική λέξη. Υπάρχουν αναβιώσεις οργάνων ή μουσικών ρευμάτων που ποτέ δεν πέθαναν, ή άλλων που δεν είχαν υπάρξει αυτούσια ποτέ πριν την αναβίωσή τους. Ας πούμε ότι είναι ένας γενικός όρος που καλύπτει κέθε περίπτωση όπου ανατρέχουμε στο μουσικό παρελθόν για να κάνουμε κάτι που από ορισμένες απόψεις είναι καινούργιο χωρίς όμως να ισχυριζόμαστε ότι είναι εντελώς καινούργιο. Ξέρω ότι αυτό αντιφάσκει στην κοινή αίσθηση της γλώσσας, αλλά συμβαίνει.
Ένα γνωστό παράδειγμα ελληνικής μουσικής αναβίωσης είναι με τα ούτια / λάφτες / σάζια / νέγια + όλο το σχετικό πακέτο, μακάμια κλπ… Περιλαμβάνονται κάποια όργανα που δεν είχαν παιχτεί ποτέ στο παρελθόν στην Ελλάδα, ή έστω από Έλληνες, άλλα που είχαν παιχτεί αλλά όχι για τη μουσική που έπαιζαν «τώρα» (1980 - ), μουσικές που είχαν παιχτεί σχεδόν ακριβώς έτσι αλλά υπό τελείως άλλους όρους, κλπ…
Μια άλλη περίπτωση που έχω υπόψη μου είναι ένα είδος ασκαύλου που μαρτυρείται αποκλειστικά από ένα ανάγλυφο μερικών αιώνων στην Κορνουάλη. Εικονίζεται ένα όργανο με δύο αυλούς, σε διάταξη που δεν εμφανίζεται σε κανένα από τα δεκάδες είδη ασκαύλων του αγγλο-κελτο-βρετανικού χώρου, άρα περίεργο. Κάποιος κατασκευαστής γκάιντας το είδε και σκέφτηκε «τι ιδιότητες θα μπορούσε να έχει ένα τέτοιο όργανο; για να το δοκιμάσουμε…». Έφτιαξε κάτι κατά τη φαντασία του, το πήραν ένας-δυο παίχτες, πειραματίστηκαν κατά τη δική τους φαντασία, και προέκυψε ότι το όργανο έχει ενδιαφέρουσες ιδιότητες. Όλοι ξέρουν ότι είναι εντελώς άγνωστο αν το ορίτζιναλ όργανο διέθετε τις ίδιες δυνατότητες ή κάποιες διαφορετικές - απλώς μοιάζει εμφανισιακά. Αυτό είναι ιστορία μιας ή δύο δεκαετιών. Πλέον το cornish doublepipe είναι κάτι γνωστό και δεδομένο στον σχετικό χώρο, και ο οργανοποιός που το κατασκεύασε δε θεωρείται εφευρέτης αλλά αναβιωτής.
Τώρα, αν η λύρα της Μάλτας μαρτυρείται σε κάτι παραπάνω από μία μόνο γκραβούρα, θα υπήρξε. Δε νομίζω πριν 200 χρόνια να πέρασαν τόσοι περιηγητές και όλοι να έπεσαν πάνω στον ίδιο μοναδικό Κρητικό ή Μωραΐτη ναυαγό που έπαιζε λύρα μόνος του χωρίς ποτέ να επηρεάσει την ντόπια μουσική πραγματικότητα.
Γιατί να την αναβιώσουν;
Κατ’ αρχήν, γιατί ο Ρούμπεν έχει αυτό το μεράκι. Του αρέσει να ανασύρει παλιά χαμένα όργανα και να τα παίζει, κριτική θα του κάνουμε;
Κατά δεύτερον, από μακριά όπως τα βλέπω αυτά τα πράγματα, διακρίνω (με κάθε επιφύλαξη φυσικά) μια προσπάθεια εθνικού αυτοπροσδιορισμού. Λίγο που το νησί είναι όπως είπαμε εθνολογικός αχταρμάς, λίγο που όσα πράγματα μπορούν να θεωρηθούν ειδικώς μαλτέζικα και όχι απλώς «μιλάει αραβικά γιατί είναι Άραβας, παίζει λύρα γιατί είναι από την Κρήτη» τείνουν να εξαλειφθούν, φαίνεται ότι κάποιους τους πιάνει η αγωνία: τι σημαίνει «είμαι Μαλτέζος;».
Να πω και κάτι προσωπικό:
Το άρθρο αναφέρει μια μουσική συνάντηση Κρητικών, Κορσικάνων, Σαρδηνίων (έτσι λέγεται;) και Μαλτέζων μουσικών. Αυτή περίπου ήταν η ιδέα και για το δεύτερο ή τρίτο φεστιβάλ λαϊκών πνευστών της Γέργερης (Κρήτη), το 2007 ή 2008: είχαμε αρχίσει να αναζητούμε επαφές με μουσικούς Σικελούς, Σαρδηνίους (;), Κορσικάνους, Μαλτέζους, Κυπρίους και από τις Βαλεαρίδες. Τελικά το πράγμα δεν τσούλησε, ήταν πολύ φιλόδοξο και αντ’ αυτού έγινε κάτι άλλο πιο μαζεμένο, αλλά πάντως από εκεί ήταν που πρωτοέμαθα για τον Ρούμπεν Ζάρα και τη μαλτέζικη τσαμπούνα. Γεγονός παραμένει ότι αυτή τη στιγμή έχει γεμίσει η Κρήτη ασκομαντούρες, ενώ οι παλιοί ασκομαντουράρηδες που το πήγαιναν πάππου προς πάππου έφυγαν χωρίς να προλάβουν να μεταδώσουν την τέχνη τους, εκτός από έναν τελευταίο που τον είχαν ακούσει δύο ή τρεις σημερινοί και έκανε και καμιά 10ριά ηχογραφήσεις.