Κατανόηση νοήματος στίχου

Εκεί ακριβώς είναι το πρόβλημα, ρε παιδιά! Μπορούμε να αφήσουμε τη φαντασία μας να οργιάσει, να βγάλει όσα σενάρια θέλουμε, να κάνουμε όποιες υποθέσεις νομίζουμε, ωραία είναι όλα αυτά, όμως άκρη δεν θα βγάλουμε. Το πουλί πέταξε πριν προλάβουμε να το ρωτήσουμε. Γιαυτό και οι όποιες υποθέσεις μας ωραίες είναι, μπορεί και αληθοφανείς, αλλά η όλη κατάσταση είναι απλά και μόνο – σε δουλειά να βρισκόμαστε. Αν αυτός είναι ο στόχος μας, να το ψάξουμε αλλά αν όχι, καλό θα είναι να ασχοληθούμε με κάτι παραγωγικό.

Το παραγωγικό κρίνεται εκ του αποτελέσματος. Η συζήτηση μπορεί να μη βγάλει χειροπιαστό αποτέλεσμα, αλλά να είναι ενδιαφέρουσα (έστω για κάποιους) ως διαδικασία, με τα ερεθίσματα που ρίχνει.

Μ’ αυτό τον πρόλογο, ελπίζω να μου δικαιολογηθεί να μείνω ακόμη λίγο στον Άη Βασίλη:

Είναι βέβαιον ότι ο χαρωπός γεράκος που φέρνει δώρα στα παιδιά ήταν γνωστός εκείνα τα χρόνια; Έχω την υποψία ότι το έθιμο ξεκίνησε στην Ελλάδα πρόσφατα. Δεν το ξέρω θετικά, αλλά έχω διάφορους λόγους που το σκέφτομαι:

Αφενός, ο Άη Βασίλης και η μέρα του με άλλα πράγματα συνδέονται στην ελληνική παράδοση. Έχουμε τον χριστιανικό Άη Βασίλη, που ένα περιστατικό από τον βίο του (που θα είναι, υποθέτω, βασισμένος στον βίο του πραγματικού Μεγάλου Βασιλείου) θεωρείται πως ερμηνεύει το έθιμο της βασιλόπιτας. Στα κάλαντα πάλι έχουμε μια εντελώς παγανιστική εκδοχή του Άη Βασίλη, ο οποίος αναφέρεται ως αγαθοποιό δαιμόνιο που χαρίζει βλάστηση και ευκαρπία, άλλοτε με τη μαγική δύναμη των γραμμάτων…

…και στο ραβδί του ακούμπησε να πει την αλφαβήτα
και το ραβδί ξερόν ηταν, χλωρά βλαστάρια επέτα…

…κι άλλοτε έτσι σκέτα:

…[ο Χριστός] εβγήκε και χαιρέτησε όλους τους ζευγολάτες
κι ο πρώτος του χαιρετισμός ήταν Άγιος Βασίλης…

Λόγος για δώρα δε γίνεται πουθενά. Και τι δώρα να έκαναν οι φτωχοί αγρότες/βοσκοί/ψαράδες που λέγαν το ψωμί ψωμάκι, αυτοί που αποτελούσαν τη μεγάλη πλειοψηφία του ελληνικού πληθυσμού παλιότερα (του μόνιμου πληθυσμού, εξαιρουμένων όσων ταξίδευαν στα καράβια ή στα μπουλούκια πετράδων, καμινάδων κλπ.); Εδώ ακόμα και στους γάμους, οι καλεσμένοι έφερναν αρνιά και τυριά, δηλαδή ρεφενέ στο γαμήλιο τραπέζι, όχι καθαυτού δώρα. (Θυμάμαι μια τέτοια περιγραφή στον Καπετάν Μιχάλη.)

Για να μην μπω σε λεπτομέρειες όπως το έλκηθρο με τους ταράνδους, καθημερινή εικόνα στην ελληνική ύπαιθρο…

Αφετέρου, έχουμε έθιμο με αγίους ή άλλα υπερφυσικά πνεύματα που φέρνουν δώρα εκείνες τις μέρες, στη Δυτική Ευρώπη όμως. Ο Σάντα Κλάους (Άγιος Νικόλας) φέρνει δώρα ανήμερα τα Χριστούγεννα. Στη Γαλλία ο Περ Νοέλ («μπαρμπα-Χριστούγεννος») φέρνει δώρα στα καλά παιδάκια, και ο Περ Φουετάρ («μπαρμπα-Βούρδουλας») βουρδουλιές για τα κακά παιδάκια. Αυτά είναι όντως λαϊκά έθιμα και παραδόσεις, στις πατρίδες τους.

Πιστεύω ότι ο ελληνικός Άη Βασίλης με τα δώρα είναι ένας σχετικά πρόσφατος συμφυρμός ανάμεσα σ’ αυτά τα ευρωπαϊκά έθιμα και στον καθαυτού ελληνικό Άη Βασίλη. Ο συμφυρμός πρέπει να ξεκίνησε από τους Έλληνες αστούς και πλουσίους που, πρώτον, είχαν τη δυνατότητα να κάνουν δώρα και, δεύτερον, είχαν επαφές με τη Δύση. Σταδιακά γενικεύτηκε σ’ όλο τον ελληνικό πληθυσμό.

Αλλά πότε συνέβησαν όλα αυτά; Αυτό δεν το γνωρίζω, πάντως αρχές 20ού αιώνα αμφιβάλλω αν είχε γίνει η διάδοση του εθίμου σ’ όλη την Ελλάδα.

(Ας μην μπλέξουμε με τον αστικό μύθο περί Κόκα-Κόλας: είναι αποδεδειγμένο ότι, παρά τις φήμες, δεν είναι η εταιρεία αυτή που επινόησε τον Άη Βασίλη.)

Ο Μάρκος μπορεί να είχε κάτι σαν κι αυτό στον νού του οταν εγραψε τους στίχους…
Η κοκα κολα ηδη κυκλοφορούσε στην Ευρώπη οταν γράφτηκε το τραγούδι…

1.jpg

Οσο για το, απο πότε υπάρχει το εθιμο με τα δώρα ,το μόνο που θυμάμαι είναι ενα απόσπασμα απο ελληνική ταινία του 1955… Κοίτα στο 4:05…

//youtu.be/m4htFaNia3U

:088:

Ο Βασίλειος της Καισάρειας, ο ρήτορας και φιλάνθρωπος, δεν έχει καμιά σχέση
με τον Αγιοβασίλη (Σάντα Κλάους κ.λπ.) Άγγλων, Ρώσων, Γάλλων, ακόμα και μη χριστιανών λαών, Κινέζων, Ιαπώνων, κ.λπ.

Ο τελευταίος επινοήθηκε τη δεκαετία του 1820 και (εκτός από το να φέρνει δώρα) χρησιμοποιήθηκε και για την προώθηση προϊόντων.

Βεβαίως και ο Αγιοβασίλης, όπως τον ξέρουμε σήμερα, είναι συμφυρμός (όπως λέει και ο Περικλής) και κουβαλάει στοιχεία του βορρά (έλκηθρα, τάρανδοι, κ.λπ.) και, όπως δείχνουν τα στοιχεία, στη χώρα μας - μʼ αυτή την ξενική μορφή - έγινε γνωστός στη δεκαετία του ʼ50 – ʼ60.

Για να γυρίσουμε όμως στο θέμα μας, δεν προκύπτει ούτε από το βίο ούτε από τις λαϊκές δοξασίες γύρω από το Βασίλειο αλλά ούτε και από τη μορφή του Αγιοβασίλη κάτι συγκεκριμένο, για μη στρεφόμαστε σε εικασίες, και που να πείθει πως είχε κάτι άλλο στο νου του ο Μάρκος, εκτός από τη ρίμα.

Είναι αλήθεια οτι πολλές φορές για να ταιριάξει ο στίχος,εγραφε ο ενας η ο αλλος κατι ,που προκαλεί πονοκέφαλο σε πολλούς σήμερα.Πολλές φορές πραγματικά χωρίς νόημα.

Ο Μάρκος στην συγκεκριμένη περίπτωση εψαξε να βρεί κάτι ,που ο αλλος ακούγοντάς το θα το παρομοιάσει με τον ρεζίλι που λέει πιο πρίν…Κάποιον που δεν μετράει στην πιάτσα…Που δεν μετράει το ονομά του…

Εβαλε ενα πρόσωπο μέσα στο τραγούδι,που ο αλλος οταν το ακουγε ,σκεφτόνταν κάποιον που είναι ψεύτικος…κάποιον που μέτραγε μόνο στα παραμύθια…Κάποιον που ηταν αγαπητός μόνο στα παιδάκια…
Και για την αλήθεια δεν μας εχει συνηθίσει να γράφει στα τραγούδια του αρλούμπες.Κάτι είχε σίγουρα στον νού του για να πιάσει στο στόμα τον Αγιο Βασίλη.
Οπως ακριβώς είχε ,οταν εγραφε για τον Ηρακλή,τον Ξέρξη,την Λερναία Υδρα…κ.τ.λ
Σίγουρα δεν θα εβαζε εναν Αγιο,ετσι για πλάκα μόνο και μόνο για να ταιριάξει τη ρίμα οπως λές Ελένη.

Οπως εγραψε και ο φίλος πιο πάνω,τα ρεμπέτικα είναι απλά πράματα…Ενα κι ενα κάνουν δύο…
Αν βάζουμε τα πάντα στην ζυγαριά επάνω,χάνουμε τον λογαριασμό…
Τι στοιχεία και τι αποδείξεις πρέπει να βρεθούν για να κατανοήσουμε αυτον τον τόσο απλό στίχο…;;
Αυτή ειναι η ταπεινή μου γνώμη,οπως και ο καθένας εχει την δική του. :088:

Και γω στην αρχή έτεινα πιο πολύ στη λογική της τυχαίας ρίμας, αλλά σκεπτόμενος του ότι ο Μάρκος, όσο και να ήταν απλός, έβαζε πάντα νόημα και ζουμί στις λέξεις που επέλεγε, τώρα τείνω στη θέση του Νεαπολιώτη. Δεν έχουμε κανένα λόγο να πιστεύουμε ότι δεν ήξερε λαικές δοξασίες. Εγώ πιστεύω ότι ήξερε, όπως ήξερε και δημοτικά τραγούδια, αρχαία μυθολογία, επικαιρότητα κ.λ.π. Σε όποιον βαθμό.
Μιλάμε για τον άνθρωπο αυτό πολλές φορές, με μια δόση ανεμελιάς και αθωότητας, ότι και αυτός ήταν λίγο αθώος. Δεν το πιστεύω. Νομίζω ότι ήταν περίπλοκος. Μιλάμε για τον άνθρωπο που έδωσε σχήμα στο λαικό τραγούδι.
Μπορεί επίσης να είχε στο μυαλό του ότι ο Αγιοβασίλης τα δινε όλα, γιατί ρώτησα τη γιαγιά μου και μου είπε οτι ο αγιοβασιλης ηταν ενας γερος αγιος που τα μοιραζε ολα στους φτωχους.

Κάποιοι μάγκες όταν μιλούσαν για τον Άγιο Βασίλη εννοούσαν κάτι πολύ συγκεκριμένο.
Η περαιτέρω ανάλυση όντως δεν έχει ιδιαίτερο νόημα, το έβαλε γιατί έτσι του ήρθε, γιατί έκανε ομοιοκαταληξία… γιατί … γιατί…
Ένας λαικός καλλιτέχνης έχει το ελεύθερο να κάνει τέτοιες παρεμβάσεις, έχουν δεν έχουν νόημα (για τους υπολοίπους) και οι δεύτερες αναγνώσεις μάλλον περιτεύουν. Μια σχετική αναφορά από το Στέλιο:
“Το λέγανε σουσάμι, το λέγανε γιαούρτι [] άλλος μίλαγε για τον Άγιο Βασίλη, άλλος έλεγε τα προεόρτια []”

//youtu.be/dyr3rVoQoXc

Ο Άγιος Νικόλαος Αρχιεπίσκοπος Μύρων Λυκίας (Μυροβλήτης ή του Μπάρι), γιορτάζεται και από τους Ρωμαιοκαθολικούς (Σάντα Κλάους-σύντμηση του Santa Nicolaus, τα λείψανά του έχουν μεταφερθεί στο Μπάρι της Ιταλίας) και από τους Ορθόδοξους (6/12 , προστάτης των ναυτικών… προφανώς στη θέση του θεού της θάλασσας Ποσειδώνα που επίσης γιορταζόταν Δεκέμβρη…). Στην Ελλάδα πολλοί τον ταυτίζουν με τον Άγιο Βασίλειο της Καισαρείας (συμπαθητικοί γενειοφόροι φιλόπτωχοι γέροντες γαρ που η μνήμη τους γιορτάζεται στο 12ήμερο…), δηλ. ο συμφυρμός πάει σύννεφο! Και σίγουρα ο Μάρκος ήξερε για τον Άγιο Βασίλη όπως ήξερε και άλλα πολλά από την λαική-προφορική παράδοση που οι μεν “διαβασμένοι” τα γνωρίζουν από τα βιβλία και τις μελέτες, οι λαικοί άνθρωποι όμως τα μαθαίνουν (και τα ζουν…) από τις γιαγιάδες, τα πανηγύρια, τα παιχνίδια,τα καφενεία κλπ… Όσο για τα δώρα, μαζί με τους καλλικατζάρους, τα Μωμογέρια, το καλαντόνερο κλπ, τουλάχιστον στον Πόντο, αφήναν στη βρύση του χωριού ως δώρα ξηρούς καρπούς κλπ.

Μα δεν αμφισβητούμε το γεγονός ότι ο Μάρκος είχε μάθει για την ύπαρξη του Βασίλειου της Καισάρειας, (*) του οποίου άλλωστε ο βίος και το έργο κυκλοφορούσαν και σε λαϊκά αναγνώσματα.
Άλλωστε, αφού τον αναφέρει στο στίχο, δεν θα χρειάζονταν τόσες αναρτήσεις εδώ, είναι ξεκάθαρο αυτό.

Το ερώτημα που μας απασχολεί είναι αν είναι τυχαία η αναφορά του άγιου στο στίχο, μόνο για χάρη της ρίμας (ρεζίλι - - Αγιοβασίλη) ή όχι.

Και μέχρι στιγμής, δεν αποδεικνύεται ότι στη ζωή του Βασίλειου συνέβη κάτι συγκλονιστικό που να τον έκανε «να τα χάσει»,
όπως εδώ ο Μάρκος, που «τα χάνει» από την κακία και αδικία που εισπράττει από την κυρία αυτή,
ώστε να υπάρξει παραλληλισμός, άρα σκόπιμη αναφορά στην περίπτωση του άγιου και όχι τυχαία, μόνο και μόνο για τη ρίμα.

(*) Μάλιστα, το 1937, που γράφτηκε το «Δεν παύει πια το στόμα σου» η πιθανότητα να γνώριζαν στη χώρα μας τον ξενικό Σάντα Κλάους είναι σχεδόν απίθανη, μια και όπως φαίνεται αργότερα πολύ κάνει την εμφάνισή του ο Σ.Κ.

Αφήστε που ούτε στην περίπτωση του ξενικού Σάντα Κλάους βρίσκεται κάτι που να τον κάνει «να τα χάνει» και αυτός.

Σε μια πρόσφατη κουβέντα που είχαμε με το Στέλιο Βαμβακάρη, θυμήθηκα αυτή τη συζήτηση και είπα να τον ρωτήσω. Η απάντηση του ήταν άμεση, απλή και νομίζω θα πείσει τους περισσότερους.

Με την έκφραση αυτή ο Μάρκος εννοεί τον “πρωτοχρονιάτικο τζόγο”… που μπορεί να σ αφήσει ταπί και ψύχραιμο την πρώτη μέρα του χρόνου (στη γιορτή του Αγιου Βασιλείου).

Πόσο απλό είναι καμιά φορά,και πόσο περίπλοκο το κάνουν οι αναλύσεις!!!:088:

Ε δεν το λες και απλό! Ας μη μας το έφερνε κάποιος έτοιμο, και να δεις πόση «ανάλυση» θα χρειαζόταν για να συμπεράνει κάποιος ότι «τα 'χασα σαν τον Άγιο Βασίλη» σημαίνει «τα 'χασα όλα σαν κάποιον που παίζει χαρτιά παραμονή του Άη Βασίλη και χάνει»!

Η «ανάλυση» δεν το κάνει δύσκολο, το κάνει εύκολο. Απλώς είναι δύσκολη η ίδια. Η έτοιμη απάντηση φυσικά είναι πιο εύκολη, αλλά πόσο συχνά θα 'χουμε την τύχη να μας τη δώσει κάποιος που την ξέρει;

Κάποιος είχε γράψει τώρα τελευταία οτι,για να καταλάβεις τα ρεμπέτικα,πρέπει να μιλάς την ιδια γλώσσα με αυτούς που τα εγραψαν Πεπέ.
Την απάντηση σε αυτό το συγκεκριμένο θέμα την εδωσε ο Μπάμπης απο την αρχή.Μίλησε για τον χάσουρα Αγιο Βασίλη.Τωρα αν είναι χάσουρας επειδή δεν εχει αλλα δώρα να δώσει και είναι αδειος και ταπής,αν είναι χάσουρας και ρεζίλης επειδή τα εχασε ολα στον τζόγο οπως το λέει ο Στέλιος ,είναι ΧΑΣΟΥΡΑΣ και για αυτό είναι ρεζίλης …Αυτό λέει ο Μάρκος, και πολλοί το επιασαν απο την αρχή.
Οπως και να εχει ομως το θέμα,επειδή μάλλον θίχτηκες με αυτα που εγραψα πιο πάνω και πήρες τον λόγο,το εχω ξαναπεί και ξαναγράψει…
Ακόμα υπάρχουν οι μυρωδιές από εκείνη την εποχή στον αέρα. Δε χάθηκαν. Ακόμα υπάρχουν άνθρωποι που έζησαν κοντά σε αυτά τα μεγαθήρια, που μας αφήσανε αυτήν την κληρονομιά. Ακόμα υπάρχουν άνθρωποι, που έπεσαν κάτω από το δέντρο, αλλά όχι μόνο έβγαλαν δικές τους ρίζες, αλλά βγάζουν και τα ίδια φρούτα. Που μιλάνε την ίδια γλώσσα. Που φιλτράρουν με τον ίδιο τρόπο τον αέρα που αναπνέουν, ακριβώς όπως οι παλιοί. Εδώ είμαστε... Αρκεί να τους βρεις και να μιλήσεις μαζί τους. Αρκεί να τους εμπιστευτείς. Και όχι να ακούς όλους αυτούς τους δήθεν, που επειδή έχει πέσει στα χέρια τους μια σπάνια φωτογραφία, ένας σπάνιος δίσκος, μια ηχογράφηση, έχουν γυρίσει ένα ντοκιμαντέρ κ.λπ., κάνουν τους ειδικούς και τους καμπόσους. Δεν έχουν καμιά σχέση. Είναι από άλλο έργο, από άλλη ταινία. Οι πιο πολλοί από αυτούς πάνε για τη δόξα, για το χρήμα. Αν όμως από αυτά πού θα ακούσεις, δεν πιάσεις το νόημα σε κάτι, και δεν είσαι σύμφωνος με αυτά που λέει, μην τα απορρίψεις όλα. Είναι μάλλον που δεν μιλάς την ίδια γλώσσα μαζί τους. Μια γλώσσα που έχει σα βάση... [b]Ένα και ένα κάνουν δυο. Ούτε δυόμιση, ούτε ενάμιση.[/b]...

Μετα τιμής…

κώτσο νομίζω εδώ ότι αδικείς τον pepe. πρώτον επειδή όντως είναι λίγο “απομακρυσμένος” ο στίχος σε σχέση με το νόημα (εφ’όσον δεχτούμε την ερμηνεία του στέλιου), και δεύτερον επειδή ο περικλής ειναι μια σπάνια περίπτωση διανοούμενου που εχει στέρεα σχέση με την προφορική παράδοση. συμφωνώ με αυτά που λες, υπάρχουν ένα σωρό “δήθεν” και θα αυξάνονται όσο χάνονται οι παλιοί, απλά ο περικλής δεν είναι από αυτούς.

Πιστεύω ότι το κυριότερο συμπέρασμα από αυτό το θρεντ θα έπρεπε να είναι το πόσο εύκολα μπορούμε να κάνουμε μια λάθος αρχική υπόθεση που, αναπόφευκτα, οδηγεί σε μια λάθος αναλυση. Και αυτό μάλλον ισχύει είτε είμαστε ρεμπετογεννημένοι, είτε ρεμπετοαναθρεμενοι, είτε ρεμπετοσπουδαγμενοι ή…ρεμπετομεταλλαγμενοι!
Αρχικά, ενώ δεν είχαμε στοιχεία, συνδέσαμε το “τα χασα” με τα “μυαλά”, κοινώς ότι λολαθηκε ο Μάρκος.
Αλλά και όταν ο Τηλέμαχος μας δίνει την απάντηση στο πιάτο, πάλι υπάρχει χώρος για λάθος υποθεσεις: “έχασα τον παρά όπως ο Α.Β.” (=Και οι δύο είμαστε μπατιριδες) ή “Εσύ, οσάν αλλος Α.Β., με έκανες κι έχασα τον παρά” (=Και οι δύο είστε “γκαντεμηδες”)…
Τα παραπάνω βέβαια δεν σημαίνουν ότι δεν πρέπει να γίνεται αναλυση που, αν και ενίοτε λανθασμένη, οδηγεί στον διάλογο και άρα πιο κοντά στην "Αλήθεια ". Απλά μας υπενθυμίζουν την ματαιότητα που αυτή η ανάλυση μπορεί να εμπεριέχει!

Νίκο το θέμα δεν είναι ο Πεπές ούτε εγώ.Αυτό που εγραψα, είναι η γνώμη μου γενικά,και νομίζω οτι είναι γνωστή απο καιρό.Για αυτό και εκανα αντιγραφή τα λόγια μου απο το αρθρο που είχε γραφτεί.

Το θέμα είναι πολύ απλό για μένα,οπως το λέει και ο Ζόρικος πιο πάνω,και ας μην το μπερδεύουμε πιο πολύ.Δεν εχουμε προσωπικά εδω μέσα.Ο καθένας γράφει την γνώμη του.

Ομολογώ οτί δεν ήξερα τι σήμαινε , τόσα χρόνια το άκουγα και δεν μου χε πάει το μυαλό εκεί, σκεφτόμουνα οτί το κάνε επίτηδες για να ταιριάξει ο στίχος , από την αλλή πάλι προβληματιζόμουνα γιατί ο Μάρκος δεν έγραφε έτσι στον σωρό, άλλο ένα παρόμοιο παράδειγμα, ‘‘σύρμα και τέλι τένιε μου’’, τι να σημαίνει αυτό άραγε; Πάντως χαίρομαι που ο γρίφος λύθηκε, γιατί όμως να το αναλύουμε, το νόημα βγαίνει πεντακάθαρο έχει απλό και μάλιστα και κωμικό χαρακτήρα .

Ε τώρα, εδώ είναι καθαρά τα πράγματα: Ξεκινάει με κάτι σαφέστατο: « Σύρμα και τέλι (κυρά μου) θα γινώ, στον κρουσταλένιο σου λαιμό». Κλασικό 15σύλλαβο, με την προσφιλή στο δημοτικό στίχο παράθεση δύο συνώνυμων, που προσδίδουν επίταση. Ο συνδυασμός μάλιστα «σύρμα και τέλι» του άρεσε τόσο, ώστε τον επαναλαμβάνει δύο ακόμα φορές. Η τρίτη, σαφής και αυτή: «σύρμα και τέλι γίνομαι, στη γάμπα σου τυλίγομαι». Στη δεύτερη, απλά δεν του κάθησε. Θέλοντας να φτιάξει ακόμα ένα στίχο, χρειάστηκε να δημιουργήσει την ανύπαρκτη λέξη “τένιος”, με κλητική τένιε, φυσικά. Λογικό είναι, μέσα στην πληθώρα των αριστουργηματικών του στίχων, να είχε και κανʼνα – δυό αποτυχημένα στιχουργήματα.

Πάντως, όπως και με τον Περικλή, κι εμένα δεν μου κάθεται καθόλου αυτό το περί χαρτοπαιξίας την παραμονή, αλλά φυσικά δεν νομίζω να βρίσκεται σήμερα άλλος εν ζωή άνθρωπος, να μπορείς δηλαδή να τον ρωτήσεις, καταλληλότερος από τα ίδια τα παιδιά του Μάρκου. Είμαστε λοιπόν υποχρεωμένοι να δεχτούμε την ερμηνεία που παραθέτει ο Τηλέμαχος, θέλουμε – δεν θέλουμε.

Κώστα (Νεαπολιώτη), δεν είχα δει εγκαίρως το #33 και στο μεταξύ πρόλαβε να γίνει ολόκληρος διάλογος.

Τώρα που το βλέπω, δεν καταλαβαίνω Χριστό.

Γιατί να θιχτώ; Απλώς διαφώνησα. Εσύ λες ότι ήταν απλό, εγώ λέω ότι δεν ήταν.

Δηλαδή αυτό είναι που εσύ θεωρείς εύκολο; Θα πρέπει ας πούμε να ψάξω τον Στέλιο Βαμβακάρη στον τηλεφωνικό κατάλογο για να τον γνωρίσω και να μου λύσει μια απορία;

Δεν έχω καμία επιφύλαξη στο να τον εμπιστευτώ, αλλά μάλλον καταλαβαίνεις ότι αυτό είναι τελείως θεωρητικό, αφού στην πράξη δεν έχω πρόσβαση στον άνθρωπο. Το ότι ένας άλλος φίλος τον γνωρίζει ήδη, έχει άνεση μαζί του, και τον ρώτησε για τον Άγιο Βασίλη είναι, για μας τους υπόλοιπους, μια σπάνια τύχη.

Γι’ αυτό και υποστήριξα ότι είναι δύσκολο.

(Εννοείται βέβαια ότι για ζητήματα που δεν αφορούν κάτι τόσο επιμέρους, όσο εδώ αυτός ο στίχος, αλλά πιο μεγάλα και γενικά θέματα τα οποία θέλησα να γνωρίσω, την έχω κάνει δεκάδες φορές αυτή τη δουλειά, να ψάχνω να βρω τους αυθεντικούς γνώστες/φορείς, σε διάφορες απίθανες γωνιές όπου κρύβονται. Ακόμη και ξεκινώντας μέσω τηλεφωνικού καταλόγου. Και όχι απλώς για να πάω να κάνω 1-2-10-50 ερωτήσεις αλλά για να μαθητεύσω κανονικά μαζί τους, να αναπνεύσω όπως λες τις μυρωδιές που αναπνέουν και να μάθω να τις αναγνωρίζω κι εγώ. Επομένως υποθέτω ότι αυτά τα ανώνυμα βέλη περί μιας σπάνιας φτγρ ή ενός σπάνιου δίσκου δεν αφορούν εμένα.)

Ούτε εμένα, γιατί εξήγηση λογική δεν βγαίνει.
Άλλο ο Αγιοβασίλης και άλλο ένα έθιμο που επιβιώνει την ημέρα της γιορτής του.

Και με όλο το σεβασμό στο πρόσωπο του Στέλιου, εφόσον δεν μπορούμε να απευθυνθούμε στον ίδιο το δημιουργό, καθείς με την ερμηνεία του μένει, τελικά.

Όσο για το “τένιε” που αναφέρει ο Σταύρος, είναι άλλη μια ακόμα απόδειξη μιας τυχαίας λέξης (ακόμα και ανύπαρκτης) μόνο και μόνο για τις ανάγκες της ρίμας, με πολύ καλό αποτέλεσμα, μάλιστα.