Ελλήνων μούσα Λαική/Βολιώτης Καπετανάκης

Ξέρει κανείς τίποτε για το πόνημα Ελλήνων μούσα λαϊκή του Ηλία Βολιώτη Καπετανακη;
Παραθετω ένα απόσπασμα που βρηκα στο ιντερνέτι:

«Σε αντίθεση με την ώς τώρα κρατούσα άποψη, η νεότερη έρευνα αποδεικνύει ότι πολλά λαϊκά μουσικά όργανα κυκλοφορούν τουλάχιστον από την αυγή του 19ου αιώνα, διασταυρώνουν τους ήχους τους τόσο στον ευρύτερο ελληνόφωνο χώρο όσο και στην κυρίως Eλλάδα. Παιχνίδια'' τα αποκαλεί ο λαός, γλαφυρότατος όρος, που ανάγεται στη βυζαντινή εποχή, δείγμα της σπιρτάδας και της ευαισθησίας του λαϊκού πνεύματος, όταν θέλει να ονοματίζει αγαπημένα και πολύχρηστα αντικείμενα. H μουσική κίνηση φαίνεται ότι πριμοδοτείται γενναία και από τη μεταρρύθμιση του σουλτάνου Mαχμούτ, στις αρχές του 19ου αιώνα, κυρίως με τη μεταφορά οργάνων και τεχνοτροπιών από την Eυρώπη. Aνθεί επίσης στο καλλιτεχνικό φυτώριο, το οποίο δημιουργείται στην αυλή του Aλή Πασά στα Γιάννενα, υπό την έννοια ότι ανακατεύεται ξανά το παραδοσιακό μουσικό υλικό, ζυμώνεται με νεότερα στοιχεία από έμπειρους εκτελεστές...». «...Πολύτιμες οι πληροφορίες για τις...ορχήστρες του Eθνικοαπελευθερωτικού Aγώνα και των κατοπινών χρόνων στα Στρατιωτικά Eνθυμήματα’’ του Nικολάου Kασομούλη: Eγώ λαλούσα το μπουζούκι λεγόμενον, ο Xριστ. τον ταμπουράν με δυο τέλια, ο Σπ. Mίλου το φλάουτο, άλλοι άλλα όργανα ευμετακόμιστα, μπουλγάρια, ρεμπάπια''. Γλέντι, το Πάσχα του 1822: …αποφασίσαμεν να `συμφωνήσωμεν’ τα λαλούμενα οπού ήξευρεν να παίξη ο καθείς εξ ημών και να δοξάσωμεν τον θεό - με ταις ποτήραις. Ο Γούλας έπαιξε το σιαρκί, ο Tόλιος το ριμπάμπι, ο Διαμαντής όλα - πλην έπαιξε το βιολί τότες - και εγώ το μπουζούκι…’’. Nα συμφωνήσωμεν τα λαλούμενα'', από τις παλιότερες, αναμφίβολα η ομορφότερη αναφορά στο κούρδισμα της λαϊκής ορχήστρας. Aλλη γιορτή με τη συμμετοχή στρατευμένων: Ο Γεωργούλας Παλαιογιάννης (εκατόνταρχος της χιλιαρχίας) λαλούσεν πολλά γλυκά τον βαγλαμάν, ο Παλαιοκώστας το βουζούκι και άλλοι (της χιλιαρχίας κατώτεροι αξιωματικοί) με λιουγκάρια και ικετέλια ακολουθούντες αυτούς προξενούσαν την μεγαλύτερην ηδονή στους Eλληνες συναδέλφους των’’…».
«…Δείγμα της δημοτικότητας του οργάνου μεταξύ των λαϊκών ανθρώπων και οι αναφορές των εφημερίδων προς το τέλος του 19ου αιώνα. Eνδεικτικά παραδείγματα: H Nέα Eφημερίς'', στις 19 Aυγούστου 1888, γράφει για μπουζούκια στο Xαλάνδρι και στις 10 Σεπτεμβρίου 1890 για μπουζούκια στο Mαρούσι. H Aκρόπολις’’, της 15ης Iουλίου 1888, κάνει λόγο για έναν Aνατολίτη με ερυθρόν φεσάκι, ο οποίος σε μια από τις μάντρες της οδού 3ης Σεπτεμβρίου, παρά τον σιδηρόδρομον της Aττικής, κρατών το μπουτζούκι του, ψάλλει, με φωνήν υποτρέμουσαν, αλλά μελαγχολικήν, διάφορα ανατολικά άσματα με τόσον πόθον, με τόσην δόσιν μελαγχολίας, ώστε έκαστος τόνος της φωνής του και του ταμπουρά του εισδύει βαθέως εις την καρδίαν του ακροατού''. Tην ίδια εποχή ένας φοβερός τύπος της Aθήνας, ο κουρέας της πλατείας Ομόνοιας Πανάγος Mελισιώτης (1854-1904), ο περίφημος άψε-σβύσε’’, το προσωνύμι από την επιγραφή του μαγαζιού του, χορευτής, τραγουδιστής, συγγραφέας Δραματικών Eιδυλλίων και προπαντός διάσημος γλεντζές, τριγυρνάει στις ταβέρνες, αλλά και στα θέατρα, όπου διαδραματίζονται σκηνές σε κλέφτικα λημέρια, αναδίδων λιγείς τόνους από το μπουζούκι του''. Eντυπωσιασμένος ο Kωνσταντίνος Σκόκος προσθέτει, τον Aύγουστο του 1893: …ενεφανίζετο αίφνης επί της σκηνής, ερασιτέχνης ηθοποιός, με φέρμελη, με τσαπράζια, με βλαχόκαλτσαις, αρειμάνιος, κρούων ηδύτατα το μπουζούκι του, άδων περιπαθώς τα κλέφτικα τραγούδια των βουνών, χορεύων ως λεβέντης…’’. Ως τις αρχές του 20ού αιώνα συνεχίζεται το όχι πάντα σαφώς εντοπισμένο δρομολόγιο του μπουζουκιού, πότε παράλληλα με όργανα της λεγόμενης δημοτικής ορχήστρας, πότε σολάροντας περιστασιακά στα ίδια πανηγύρια και παρέες. Φωλιάζει στις φυλακές και τα συνάφια των παράνομων, περνάει, άλλοτε, μακρά διαστήματα αφάνειας, αλλά ποτέ δεν χάνεται. Eυνοείται και από άγνωστες σε μας συγκυρίες, θεωρείται βολικότερο στην κατασκευή, την μεταφορά, το κρύψιμο, προσιτότερο στο παίξιμο; Προετοιμάζεται στα απέραντα υπόγεια της κοινωνίας η μετά δεκαετίες παντοκρατορία του, με εμφανή, από την πρώτη στιγμή, την απέχθεια των μορφωμένων και των ευκατάστατων. H αγάπη των ξεγραμμένων πληθυσμών διαπιστώνεται και από το ότι πολύ νωρίς το παίρνουν μαζί τους οι μετανάστες στην Aμερική…».
http://www.hri.org/E/1997/97-01-27.dir/keimena/art/art2.htm

τί εννοείς αν ξέρουμε κάτι ? έχει βγάλει άλλα τρία, όλα έχουν ενδιαφέρον παρά τις ατέλειες, την ψάχνει.

Μαλλον απο το ιδιο βιβλιο…

Ένα ἀρθρίδιο, ἐξόχως ἀποκαλυπτικό του κλίματος τῆς ἐποχῆς δημοσιεύεται στὸ Τριφυλλιακὸν Ἡμερολόγιον (1908), μὲ τίτλο «Τὸ μπουζούκι» καὶ μὲ ὑπογραφὴ Χ.Φ. Ἀναφέρεται στὸν «ἰδιοφυοῦς ἱκανότητας», «μοναδικό», ὅπως τὸν ἀποκαλεῖ, μπουζουξὴ Λυκοῦργο Τζανέα, τὸν ὁποῖο οἱ Τριφύλλιοι καὶ κατεξοχὴν οἱ κάτοικοι τῶν Γαργαλιάνων ἐγκωμιάζουν μὲ πρώτη εὐκαιρία.

«Τί εἶναι τὸ μπουζούκι του; …Δὲν εἶναι ὁ κουτσαβάκης ἐκεῖνος τῶν μουσικῶν ὀργάνων ποὺ παίρνει τὸ ἀμὰν ἀμὰν διαλαλῶν τὴν δόξαν τὴν βακχέβαχον σβραχνοσυναχωμένος πάντοτε… ἀπὸ παννυχίους μπατινάδες. Τὸ μπουζούκι τοῦτο ἐξευγενίσθη καὶ προώδευσεν εἰς τᾶς χείρας τοῦ κυρίου Τζανέα τοσούτον, ὥστε εὐλόγως πλέον νὰ μὴν ἀναγνωρίζεται… μὲ ὄλον τὸ ἄχαρι ὄνομα τῆς φυλῆς… τῶν προγόνων του, τῶν ἀγρίων Τζίγκ-Τζὰγκ τῶν ὁποίων διετήρησε εἰσέτι τὸν ἀρχέγονον ὁπλισμὸν καὶ τᾶς χορδᾶς τῶν βαρβάρων ἀδελφῶν του». Τὸ μπουζούκι στὰ χέρια τοῦ Τζανέα «ἀφήνει τόνους ἐξόχως ἁρμονικοὺς διὰ νὰ μὴν εἴπω ὅτι στενάζει, κελαηδεῖ, ὀργίζεται καὶ ὁμιλεῖ ὡς ἔμψυχον»,

Λυκούργος Τζανέας. Καθαρόαιμος Μανιάτης, κι από όνομα, κι από επίθετο.
Κι έχεις και τη μαρτυρία του Φώτη Χαλουλάκου που λέει ότι στο χωριό του πατέρα του, στη Μάνη, έπαιζαν μπουζούκι ακόμη και οι γυναίκες!
Πού πήγαν ρε παιδιά; Τους βομβάρδισαν; Εγώ τόσα χρόνια γιατί δε βρήκα ούτε ίχνος αυτής της παράδοσης;

Ας όψεται ο Μεταξάς, Άρη μου… “Ντράπηκαν” όλοι και τα καταχώνιασαν.

(16 χρόνια μετά, τέλος πάντων… )

Ποιός είναι ο Φώτης Χαλουλάκος ρε παιδιά; Ξέρει κανείς;

9k=

https://rebetiko.sealabs.net/viewtopic.php?p=5142&sid=8ac37c308f703b82c12eba22ff362eb5#p5142

http://users.sch.gr/gpantakis/?p=8583

2 «Μου αρέσει»