Ο Τατασσόπουλος το έχει πει και ο ίδιος πολλές φορές. Οι μεγάλοι παίκτες του μπουζουκιού της δεκαετίας του΄50 εξέλιξαν το όργανο δεξιοτεχνικά σε αξιοζήλευτο επίπεδο. Και είναι πράγματι γεγονός, πειραματίστηκαν με μουσικά ερεθίσματα της διεθνούς δισκογραφίας, αντέγραψαν πράγματα από τους ξένους μουσικούς που συνεργάστηκαν όταν ταξίδεψαν στην Αμερική και αλλού και μέσα από αυτή την διαδικασία εξέλιξαν την τεχνική του οργάνου, συνέλαβαν συνθετικά καινούργιες ιδέες και γενικά έφτασαν σε ένα διαφορετικό επίπεδο. Για να μιλήσουμε πρακτικά: Ο Χιώτης ένσωμάτωσε ρυθμούς λάτιν (τσα τσα, σουίνγκ κλπ) και πολλά στοιχεία από τη Δύση στο παίξιμο, στον χειρισμό του οργάνου και τα τραγούδια του. Ο Μπέμπης, ο Ιορδάνης, ο Τατασσόπουλος (πατήρ), ο Σπόρος, ο Τσιμπίδης, ο Αγγέλου έψαχναν συνεχώς νέα πράγματα, δοκίμαζαν νεωτερισμούς, έπαιζαν πχ χόρες “ρουμάνικες”, έβαζαν στοιχεία εξωτικά, ευφάνταστα, δεξιοτεχνικά, “ξένα” προς το ρεμπέτικο, πατροπαράδοτο παίξιμο του Μάρκου, του Δελιά κλπ. Ακούστε με προσοχή διάφορες ηχογραφήσεις μετά το ΄50, της Αμερικής κ.α. Αλλά μήπως και πιο νωρίς δεν ξεκίνησε η διαδικασία των αναζητήσεων, των “καινών δαιμονίων”;;; Ο Χατζηχρίστος δεν γράφει κανταδόρικα βαλσάκια;;; Ο Τσιτσάνης, ο Λαύκας, ο Χιώτης δεν υιοθετούν ένα φλαμενκίστικο, εξωτικό, αραβο-ισπανικό, “μελωμένο” ύφος όταν γράφουν τις Σεβιλιάνες, τη Τζεμιλέ (“μα τον Αλλάχ Τζεμιλέ μου, είσαι γκιουζέλ, είσαι κουκλί…κλπ” ΜΕΓΑΛΕ ΧΙΩΤΗ!!!), τη Γκιουλμπαχάρ, το Μαχαίρι (“ένα μαχαίρι το στήθος μου καρφώνει κλπ” σε ατμόσφαιρα πιάνο μπαρ) και άλλα “ελαφρά δυτικότροπα”…
Συμπέρασμα 1: Δεν υπάρχει μόνο το δόγμα, το αξίωμα, η παράδοση του Μάρκου, η ανάπτυξη του ταξιμιού στον Πειραιά του ΄30. Υπάρχουν και άλλα ερεθίσματα, ιδέες, νεωτερισμοί. Το ζήτημα είναι πως τα ενσωματώνεις όλα αυτά στη λαϊκή διασκέδαση, στο μπουζουκιστικό σύμπαν αρμονικά, δίνοντας τελικά κάτι καλαίσθητο και αποδεκτό, χωρίς να υπερβάλλεις και χωρίς να ξεχνάς από που ξεκινάς. Άρα, δεν ισχύει το “ότι έπεται του Δελιά και του Πειραιά του ΄30 είναι σαχλαμάρα” γιατί έτσι καταργείται όλο το πάνθεον των “θηρίων” του μπουζουκιού του ΄50. Αν ήταν έτσι Χιώτης, Μπέμπης, Σπόρος, Τατασσόπουλος (ΚΑΙΝΟΤΟΜΟΙ!!!) μένουν μετεξεταστέοι ως ελαφροί, ευρωπαϊστες, μεταμοντέρνοι και “καταπιανόμενοι με σαχλαμάρες”… Αυτά δεν μπορείς να τα λες σοβαρά, είσαι αρρωστημένα φανατικός, όσο “ταλιμπάν - μουτζαχεντίν” του Μάρκου και να είσαι…
Συμπέρασμα 2: Η υπερβολή και αμετροέπεια είναι συνηθισμένο φαινόμενο… Εύκολα (και ανέξοδα) μπορώ να πω ότι θέλω χωρίς να προσβάλλω, να μειώνω και να δυσφημώ κανέναν. Να κατακρίνω όμως με τόσο αυστηρούς χαρακτηρισμούς τον Νίκο που γεννήθηκε και μεγάλωσε μέσα στο μπουζούκι για το ταξίμι του που, σε κάθε περίπτωση, αποτελεί μια ιδέα της στιγμής, λιγότερο ή περισσότερο επιτυχημένη, με εκθέτει ως ανιστόρητο, γιατί, προεχόντως, ίδιες “σαχλαμάρες”, αν προσέξετε, έχει παίξει και ο Σπόρος, ο Τσιμπίδης, ο Ιορδάνης, ο Χιώτης (= Καλαμπόρτζηδες, Άσχετοι, Ατάλαντοι, “θεε μου σχώρα με”, που λένε και οι θεούσες)…
Νίκο Τατασσόπουλε, συνέχισε να κάνεις σαχλαμάρες για γέλια και για κλάματα σαν τον μακαρίτη το Σπόρο και τους υπόλοιπους. Δεν πειράζει, υπάρχουν και άσχετοι, απαίδευτοι ακροατές να σε ανέχονται…