Για τον Καζαντζίδη...

Πρώτα - πρώτα, οποιαδήποτε σύγκριση μεταξύ Μπηθικώτση και Καζαντζίδη είναι άστοχη.
Πρόκειται για τα δυο φωνητικά μνημεία - και όχι μόνο - αυτού του τόπου.
Πάμε στον Καζαντζίδη: από πού κι ως πού «πολέμιος του ρεμπέτικου»; Από πού κι ως πού χαμηλής αισθητικής τα τραγούδια του;
Τραγούδησε ζωγραφίζοντας ανάγλυφα τη μεταπολεμική κοινωνία: θάνατοι, μετανάστευση, φτώχεια, ανεκπλήρωτοι έρωτες και όνειρα… και είχε τέτοια πειθώ η φωνή του, που όσο «λίγη» κι αν ήταν η μελωδία ή οι στίχοι, την περνούσε στον κόσμο με μοναδική αξιοπρέπεια, αμεσότητα και αισθαντικότητα, χωρίς να χρειάζεται τον τρισδιάστατο ρεαλισμό κανενός σημερινού βιντεοκλίπ.
Περιττό να απορεί κανείς πώς τόση απήχηση και λατρεία από το λαό μας στο πρόσωπο του Καζαντζίδη. Όσο σπαραξικάρδιοι κι αν ήταν οι στίχοι ή «απλή» η μελωδία, αισθανόταν ο κάθε απλός άνθρωπος ότι ο Κ. ήταν αυθεντικός στο λυγμό του, ο πόνος της φωνής του έδενε με τον πόνο του κατατρεγμένου, του μετανάστη, του άνεργου κλπ.
Η φωνή του, έγραψε ένας ποιητής, «καθάριζε» την ατμόσφαιρα, επούλωνε τον πόνο, ήταν το βάλσαμο σε πραγματικά δύσκολες εποχές…
Αυτά και όποιος άλλος επιθυμεί, ας καταθέσει τις απόψεις του.

Διονύσης Χαριτόπουλος για τον Καζαντζίδη:
http://ta-nea.dolnet.gr/print_article.php?entypo=A&f=17457&m=P31&aa=1

Αυτό που δεν μπορώ με τίποτα να καταλάβω, πιο πολύ απ’όλα τα παράλογα που συμβαίνουν στην ελληνική μουσική (παράλογα για εμένα) είναι αυτή η θεοποίηση του Καζαντζίδη. Πλην κάποιων εξαιρέσεων, που και πάλι για μένα φταίνε τα κομμάτια των συνθετών και όχι ο Καζαντζίδης, όπως του Θεωδοράκη, του Πάνου ή του Ζαμπέτα, δεν μπορώ καν να τον ακούσω. Δεν μπορώ να ακούσω 3,5 λεπτά συνεχόμενου κλάμματος. Δεν μπορώ να ακούσω κομμάτι που ξεκινάει με 4 αααααααααααχ. Δεν μπορώ να καταλάβω πως μπορείς να χαρακτηρίσεις ίαμα για τον πόνο και φίλτρο για την ατμόσφαιρα κάτι που αποπνέει μια ατελείωτη μιζέρια.

Σίγουρα τον αναγνωρίζω, όχι όμως από αυτά που έκανε ο ίδιος αλλά από γνώμες ανθρώπων που εγώ θεωρώ καταξιωμένους και από τη επιλογή κάποιων συνθετών να του δώσουν κάποιο τραγούδι.

ΥΓ: Τώρα μπορείτε να πέσετε να με φάτε!

Ρε σεις, για κουνήστε το κεφάλι σας. Φτάσαμε σε σημείο να γίνεται η αξία του Καζαντζίδη ως λαϊκού τραγουδιστή θέμα προς συζήτηση;

Είναι γεγονός πως έχουν αλλάξει και οι εποχές…
Όχι ότι σήμερα λείπουν τα προβλήματα, ίσως μάλιστα να είναι εντονότερα από άλλοτε. Υπάρχει όμως η τάση να εξοβελίζουμε ό,τι μας ενοχλεί, λες και έτσι το εξορκίζουμε.
Στα μπουζουξίδικα, σήμερα, ξεφαντώνει ο λαός σπάζοντας πιάτα, χορεύοντας τσιφτετέλι μέχρι πρωίας. Ο λαός δεν θέλει μελοδραματισμούς, αναζητήσεις, προβληματισμούς και έγνοιες…
Όχι μόνο ο πόνος του Καζαντζίδη δεν χωράει, αλλά ούτε και το αστικό, λαϊκό / ρεμπέτικο. Ποιος θα ακούσει για φυλακές, πρέζες, για «ψηλά παραθύρια που χωρίς αέρα κλειούνε» κλπ;
Ο Καζαντζίδης δεν «θεοποιήθηκε» από κανένα μηχανισμό. ¨Ηταν η ψυχή του που έψαλλε με το μοναδικό μέταλλο της φωνής του τα λαϊκά πάθη. Και αυτό του αναγνώρισε ο λαός μας με το αλάθητο ένστικτό του.
Ο καθένας μας έχει τις μουσικές του προτιμήσεις, που δεν είναι καθόλου τυχαίες: είναι θέμα ψυχογραφίας, αισθητικής, βιοθεωρίας, προσωπικών βιωμάτων κλπ. Έτσι ο καθένας μας καταλήγει να ακούει Καζαντζίδη και να επεξεργάζεται μελωδικά την μεταπολεμική κοινωνία ή απλά να μην τον ανέχεται…

Υ.Γ. Σε καμμιά περίπτωση δεν «θεοποιώ» τον Καζαντζίδη.

Μ’ αρέσεις Γιάννη γιατι έχεις μπεί στο νόημα… το Υ.Γ. τα λέει όλα…

θα το συνηθίσεις πάντως…

Δεν τα κάνεις λίγο πιο λιανά να μπούμε και μείς στο νόημα ρε φίλε…
Γιατί τις σπόντες δεν τις πολυκαταλαβαίνω.

Βεβαίως και τίθεται θέμα αξίας Καζαντζίδη, όπως και όλων ανεξαίρετα. Πολύ περισσότερο για “θεούς” και Θεούς. Και εγώ δεν αντέχω την κλάψα και ειδικότερα όταν αυτή είναι τεχνηέντως καλλιεργημένη. Τώρα, το ότι ο Καζαντζίδης ήταν ο Νο. 1 και επομένως, σχεδόν αυτόματα, ήταν ο αποδέκτης της πλειοψηφίας των λαϊκών τραγουδιών που έπαιρναν σειρά για ηχογράφηση, δεν αυξάνει την ευαισθησία του για το λαϊκό πόνο. Δήτε πώς ο Τσαουσάκης, π.χ. εκφράζει με τον δικό του τρόπο τον πόνο αυτό, χωρίς “λυγμούς”, χωρίς άχ και με σοβαρότητα αξιοσημείωτη. Φυσικά, για τα φωνητικά προσόντα του Κ. δεν τίθεται κανένα θέμα, ανήκει στους ελάχιστους της κορυφής.

Καλό χειμώνα σε όλους!

Ετοιμάζω αυτό τον καιρό, με τη βοήθεια μελους του φορουμ ενα αφιέρωμα στον Κ. για την εφημεριδα μας και έτσι μπαίνω στην κουβέντα σας.

“σκυλοτράγουδα” ο Κ; Τραγούδησε τους μεγαλύτερους ποιητές/ στιχουργους και συνθέτες και θα πουμε, ελαφρά τη καρδία, ότι όλα αυτά ήταν σκυλοτράγουδα;
“τεχνηέντως προβλήθηκε” ; Μα μια ζωη ήταν εξω απο κυκλώματα, δεν κοίταξε ποτέ το συμφέρον του, ουτε τον ενοιαξαν ποτέ τα λεφτ’α. Αν ήθελε, θα είχε κάνει περιουσίες εκμεταλλευομενος αυτό το μοναδικό μεταλλο της φωνής του…
Οσο για την “κλάψα”: ποιος αλήθεια θελει να αγνοει οτι αυτή ήταν η σκληρη πραγματικότητα τηα μεταπολεμικής Ελλάδας; Δηλαδή τι να τραξουδουσε; Σαχλοτράγουδα για να ευφραίνονται οι αστοί ;
Ο λαος μας κατάλαβε, γι΄αυτό τον αγκάλιασε με τοση θέρμη. Ξερω ανυρώπους που βάπτιζαν τα παιδιά τους “Στέλι﨔 , η Ελλάδα νεκρωνε όταν -λίγες φορες- έδινε συνέντευξη… Ολα αυτά δεν ήταν κατευθυνόμενα, ο Κ. με δική του θέληση απουσίασε πάνω στην ακμή του από τη δισκογραφία και τα μαγαζιά.
Και βεβαια και παλι δεν συγκρίνουμε: πριν από αυτον υπηρξαν οι Ρούκουνας, Νταλκάς και αρκετοί άλλοι…

Καλό χειμώνα και απο εμενα και με γεια μας το φορουμ.

{Δεν μπορώ να καταλάβω πως μπορείς να χαρακτηρίσεις ίαμα για τον πόνο και φίλτρο για την ατμόσφαιρα κάτι που αποπνέει μια ατελείωτη μιζέρια.}

Μια απάντηση στην απορία σου:
Όπως λέει και ο Χαριτόπουλος, το κλάμα του Κ. είναι λυτρωτικό.

Τα τραγούδια του τραγουδήθηκαν με πάθος από όλο τον κόσμο και έδρασαν πάνω του ιαματικά, γιατί, όπως ξέρουμε, η λύπη θεραπεύεται ανέκαθεν με λύπη. Λειτουργούσαν όπως η κάθαρση στην αρχαία τραγωδία: απελευθέρωναν την ψυχή, μοιράζονταν τα βάσανα με τη συναίσθηση της κοινής, λίγο –πολύ μοίρας των περισσότερων ανθρώπων της εποχής εκείνης…Μ΄αυτή την έννοια, λειτούργησαν θετικά στον ψυχισμό τους και έβρισκαν το κουράγιο να συνεχίσουν τον αγώνα της ζωής.

Η “κλάψα” δε μ’ ενοχλεί αυτή καθευτή. Είναι όμορφη. Εκείνο που μ’ ενοχλεί είναι η αδυναμία του Κ. να ξεχωρίσει τα αριστουργήματα από τα …λοιπά. Οταν λοιπόν ρίχνεις το ίδιο κλάμα για το μετανάστη, το ίδιο και για τον παραπονεμένο καψούρη, τότε γίνεσαι ενοχλητικός.
Η πραγματικότητα όμως δε συμφωνεί μαζί μου (κι ας έχω δίκιο με τη σκέψη που κάνω), καθώς η ζωή έδειξε ότι οι Ελλημες αποδέχτηκαν το ύφος του Κ. στο σύνολό του, χωρίς να κάνουν κανένα διαχωρισμό. Οπως λέει ο Π. Τζαβέλας σ’ ένα ανέκδοτο τραγούδι του:
“…ο Στέλιος και η Γκρέυ
είναι ο λαός που κλαίει…”

ΥΓ. Μπορεί να γραφτεί ένα βιβλίο, όχι για το Στέλιο, αλλά για τις απόψεις, τις συγκρούσεις, τις διαφωνίες κλπ. που ακούσια δημιούργησε.

Σεμνά και ταπεινά πάντα, εκφέρω την γνώμη μου,
παρακαλώντας κάθε ένθερμο "αντι"Καζαντζιδικού, πριν αφορίσει το “σύνολο” Στέλιος Καζαντζίδης,
να ακούσει τραγούδια του όπως, “Απόψε άρχισε και ψιλοβρέχει”, "Τελευταίο ραντεβού’, “Το ρομάντζο”, “Τώρα που είσαι νέα”, “Πέφτουν τα φύλλα απ΄τα κλαριά”, “Παράκλησις”, “Πόλη Κωνσταντινούπολις”, “Καλύτερα μια μαχαιριά”, “Βρε σαν τα χιόνια”, “Ακόμα και στην κόλαση” άλλα και τον “Κυρ Αντώνη”, “Το πέλαγο”, “Τραγούδα καμηλιέρη”, “Το μαυρομάνικο μαχαίρι”, “Το μπαρμπα-Γιάννη”, “Της αγάπης μας το τζάκι”, “Το πείσμα κι ο εγωισμός” άλλα και το “Μια Κυριακή στη φυλακή” και ο κατάλογος είναι μακρύς ακόμα.
Το φαινόμενο “Στέλιος”, δεν δημιουργήθηκε σε μια μέρα, χτίστηκε και θεμελιώθηκε σε δυνατά τραγούδια που του τα εμπιστεύτηκαν οι καλύτεροι συνθέτες της πατρίδας μας.
…και τα υποστήριξε με τον καλύτερο δυνατό τρόπο χρησιμοποιώντας το πάθος του και την κατ΄εμέ, πλούσια και αξεπέραστη φωνή του.
Ακούγοντας κάποια απο τα παραπάνω τραγούδια, ίσως μόνο τότε μπορέσουμε να αγαπήσουμε το Στέλιο και να συγχωρήσουμε εμείς οι μοντέρνοι τα κατ΄εμάς μουσικά “ατοπήματα” του Στέλιου.
Τους έχουμε δώσει τόση σημασία άλλωστε, τόση όση χρειάζεται για να γύρει η ζυγαριά στα μείον του Καζαντζίδη.
Για όλους εμάς τους νεώτερους που δεν ζήσαμε τη φτώχεια, την πείνα, και την εξαθλίωση των πολέμων, της προσφυγειάς και του εμφύλιου, είναι δύσκολο να κατανοήσουμε την αγάπη του λαού στη φωνή του Στέλιου.
Αυτή η φωνή ήταν που ακουγότανε δυνατή στα “λασπωμένα όνειρα” των προσφυγικών κατοικιών και ο Στέλιος θεοποιήθηκε…είναι τόσο κακό αυτό?

Πάντα φιλικά προς όλους.

Γιάννη όχι, δεν ήταν έξω από τα κυκλώματα ο Καζαντζίδης. Συμβόλαιο με μεγάλη εταιρία είχε, απλά δεν πρόσεξε. Η επιλογή του να μείνει απέξω, σπάζοντας το συμβόλαιό του, οφείλεται στην πίκα του γιατί η εταιρία επέμενε να τηρηθούν οι όροι. Και δεν νομίζω ότι ήταν ιδιαίτερα φτωχός τη στιγμή που επέλεξε να μην ξαναηχογραφήσει πριν περάσει ο απαιτούμενος χρόνος. Άσε που τα ποσοστά θα συνέχιζαν να τρέχουν και συνέχισαν. Αλλά και η επιλογή του σήματος της ποτοποιίας «Υπάρχω» (δηλαδή η φωτογραφία του) δεν παραπέμπει σε άτομο που στοχεύει να απέχει της δημοσιότητος. Δεν είναι όμως αυτή η ουσία, η ουσία είναι ότι όπως προανέφερα, και ο Τσαουσάκης και πολλοί άλλοι μεγάλοι ή μικρότεροι δεν τραγούδησαν βεβαίως σαχλοτράγουδα, αλλά και δεν ανήγαγαν σε σήμα κατατεθέν την κλάψα. Στην ίδια εποχή ζούσαν όλοι. Και κανείς δεν μπορεί να με πείσει ότι οι προβεβλημένες, σε βαθμό νέκρωσης της Ελλάδας, συνεντεύξεις, δεν ήταν κατευθυνόμενες.

Σέβομαι πάντα την άποψη της πλειοψηφίας, όταν μάλιστα τα ποσοστά είναι συντριπτικά μπαίνω σε σκέψεις, αλλά έχω από δεκαετίες συμφιλιωθεί με την πραγματικότητα που με φέρνει σχεδόν πάντα στη μειοψηφία και μάλιστα των πολύ μικρών ποσοστών.

Ψάχνοντας για υλικό, για τον Κ., που ήθελε ο Γιάννης για την εφημερίδα του, βρήκα τα εξής:
Στο “Δίφωνο”, σε ένα παλιότερο τεύχος (δυστυχώς, δεν έχω τον αριθμό του τεύχους, μου το έχουν φωτοτυπήσει), υπάρχει λεπτομερής αναφορά για την πολιτική των εταιριών και γιατί ο Κ. αποχώρησε. Είναι συγκλονιστικά τα στοιχεία: πώς απειλήθηκε από έναν νταή της νύχτας να πει 22 !! φορές το ίδιο τραγούδι και άλλα που δεν λέγονται, εδώ… Τι πόλεμο του έκαναν οι εταιρείες, τις απόπειρες δολοφονίας του, μια μάλιστα από αυτές πρόλαβε ο Γ. Παπαϊωάννου.
Δεν τραγουδούσε τον ανθρώπινο πόνο, μόνο για το κέρδος. Απόδειξη, στη δεκαετία του ΄90, όταν όλα πια τα έχει σαρώσει η ευκολία, πιστός στην εικόνα του τραγούδησε τα:«Δυο πατρίδες», «Ξέρω νεκρούς», «Ανήμπορος», «Έρχονται χρόνια δύσκολα», «Στην Ελλάδα του 2000", καθαρά αντιεμπορικά, ξέροντας ότι η έμπορική αποτυχία τους ήταν δεδομένη.
Πολλά διαφωτιστικά στοιχεία για τον Κ., την πορεία του, πάλι τη σχέση του με τον κόσμο της δισκογραφίας περιέχει το βιβλίο του Νέαρχου Γεωργιάδη “Ο Θ. Δερβενιώτης και το μετεμφυλιακό τραγούδι”, από τις εκδόσεις “Σύγχρονη Εποχή”.
Θα περιμένουμε να δούμε τι άλλα στοιχεία θα μας δώσει το νέο τεύχος του “Λαϊκού Τραγουδιού”. Όχι πως λείπουν τα, μέχρι τώρα στοιχεία για τον Κ. Και ο Θωμάς Κοροβίνης έχει γράψει αφιέρωμα σ΄αυτόν, όπου μαθαίνουμε και για τους συνδικαλιστικούς αγώνες του για τους δημιουργούς, αλλά και πολλές συνεντεύξεις υπάρχουν, με πολύ υλικό, αν βγάλουμε - εννοείται - απέξω τα αυστηρώς προσωπικά.

Όταν ένας τραγουδιστής τραγουδάει με την συγκεκριμένη αισθητική χαρακτηρίζεται από το 95% του πληθυσμού σκυλάς, έκτος αν πρόκειται για τον Καζαντζίδη…

Και κάτι ακόμα. Το αλάθητο ένστικτο των Ελλήνων αγκάλιασε και θεοποίησε τον Καζαντζίδη, σύμφωνοι. Τώρα που το ένστικτο των Ελλήνων, που τους οδηγεί να πετάν γαρδένιες να σπάνε πιάτα και να χορεύουν τσιφτετέλι πάνω στα τραπέζια μπουλουκηδόν, αναρωτιέμαι είναι το ίδιο αλάθητο; Γιατί το ίδιο ποσοστό ανθρώπων που έκανε το ένα, κάνει τώρα και το άλλο (παράλληλα με το πρώτο).

Μάλλον κάπου υπάρχει πρόβλημα. Γιατί δεν μπορούμε να θεωρούμε το ένστικτο μας αλάθητο και από την άλλη να τα σπάμε στην Βανδή κάθε Σάββατο.

το ίδιο σκεφτόμουνα και εγώ πριν λίγες μέρες, είχα μια συζήτηση με έναν φιλαράκο μου για ακριβός το ίδιο θέμα και η συζήτηση κατάληξε σε κλασικό τσακωμό του …80 όταν ο Ελληνας τσακωνόταν για τα κόμματα.
Οι οπαδοί του Κ. είναι πολλοί φανατικοί. Προτίμησα να σταματήσω την συζήτηση γιατί θα γινόμασταν μαλλιά κουβάρια.

Δεν μπορώ να ακούσω 3,5 λεπτά συνεχόμενου κλάμματος. Δεν μπορώ να ακούσω κομμάτι που ξεκινάει με 4 αααααααααααχ. Δεν μπορώ να καταλάβω πως μπορείς να χαρακτηρίσεις ίαμα για τον πόνο και φίλτρο για την ατμόσφαιρα κάτι που αποπνέει μια ατελείωτη μιζέρια…

ΥΓ: Τώρα μπορείτε να πέσετε να με φάτε!

και εγώ το ίδιο

Ο πατέρας μου, από τους πρώτους μετανάστες στης αρχές του 1960, ακόμα σήμερα λέει:

Πολύ γαϊδουροφωνάρα ο Κ., δεν μας τραγουδούσε κανένα κομμάτι να μας ανεβάσει μόνο κλάψα και κακομοιριά τα τραγούδια του. Τον βρεθήκαμε να τον ακούμε στο τρένο προς Γερμανία… ευτυχώς είχαμε και άτομα που είχαν δισκάκια με καλά κομμάτια μαζί τους …

Μην ξεχναμε επισης ότι ο Κ. υπηρξε απο τους πρωτεργατες της “εισαγωγης” ινδικων ασματων και ρυθμων στο ελληνικο τραγουδι, τα οποια αποτελεσαν τα προοιμια των σκυλαδικων.
Με αυτα συνδεθηκε και αυτα θυμαται περισσοτερο ο κοσμος, παρα το “Βραχο-βραχο τον καημο μου”…

Κακο δεν ειναι, αλλα απ’ την αλλη και ακριβως για τους ιδιους λογους, δε νοιωθω καμια αποστροφη για τα λαϊκα και ρεμπετικα που ηχογραφηθηκαν στις ιδιες περιοδους και με τις ιδιες συνθηκες.
Δεν ακυρωνω τον Κ. ουτε ως φωνη, ουτε ως εκφραστη μιας ολοκληρης γενιας, απλα το πολυ το “Κυριε Ελεησον” (βλ. κλαψα) το βαριεται κι ο παπας…:240:

Είναι αναμενόμενο, όπως είπαμε, να διαφέρουν οι μουσικές μας προτιμήσεις.

Όμως, κανένας σύγχρονος «σκυλάς» δεν καταφέρνει παρά τη συστηματική, με ποικίλους τρόπους, προβολή από τα ΜΜΕ να αποκτήσει ένα τόσο φανατικό, διαχρονικό, κάθε ηλικίας κοινό, ακόμα και μετά θάνατον. Και αυτό δεν είναι σίγουρα τυχαίο, υπάρχει εκείνη η διαχωριστική γραμμή της αυθεντικότητας και του πλαστού, που κάνει τη διαφορά και η οποία δεν περνά απαρατήρητη από τον κόσμο.
Μπορεί οι μάζες σήμερα να ξεδίνουν ομαδικά με τσιφτετέλια ραίνοντας με άνθη τα προκάτ «ινδάλματα», αλλά στα αυθεντικά, αυτοσχέδια γλέντια, στις γιορτές κλπ. με τα τραγούδια του Κ. γλεντούν.
Έχω δει ανθρώπους κάθε ηλικίας και κοινωνικής τάξης να συγκινούνται και να ξεσπούν σε λυγμούς με τον «Καϋμό», το «Αγριολούλουδο», το «Σαββατόβραδο» κλπ. σε πολιτικές συγκεντρώσεις και όχι μόνο.
Όσο για την «κλάψα», ο καθένας αντιμετωπίζει τον καϋμό του είτε εξωτερικεύοντάς τον μέσω της τέχνης, τρόπος που θεωρείται πιο αποτελεσματικός από τους ειδικούς, είτε «εξορκίζοντάς» τον με βαριά ποτά και ελαφρά, ανώδυνα τραγουδάκια.
Ο καθένας ανάλογα με τον ψυχισμό του.

Μην ξεχναμε οτι τοτε ηταν και το κοινο πιο “αυθεντικο” και “αγνο”, με ορατα προβληματα επιβιωσης, με αθλιο βιοποριστικο επιπεδο που τους αναγκαζε να ξενιτευονται για να βρουν την τυχη τους. Το -τοτε- ταβερνακι του λαου, που πηγαινε να “πνιξει” τις πικρες και τα βασανα στην τσοτρα με το κρασι και στο “κλαμα” του Καζαντζιδη, εχει μετατραπει στο σκυλαδικο της Εθνικης με ταμπελα νεον που αναβοσβηνει “Προσεχως Βουλγαρες” και τα τρακτερ παρκαρισμενα απ’ εξω. Κι ομως, αυτοι οι ιδιοι αν ερωτηθουν για τον Καζαντζιδη θα πιουν νερο στ’ ονομα του. Αυτοι που ξεσπουν σε λυγμους με τα τραγουδια του το κανουν λογω βιωματων, θυμησεων και νοσταλγιας για τη χαμενη αγνοτητα και οχι για αυτο που ειναι τωρα. Και προσεξε: δεν γλεντουν με τον Καζαντζιδη…
Ειναι τουλαχιστον αφελες να περιμενει κανεις να βγει ενας νεος Καζαντζιδης αναμεσα στα “προκατ ινδαλματα”. Ακομα και να γινει αυτο, θα θαφτει σχεδον αμεσως τοσο απο τις εταιρειες οσο και απο τον κοσμο, γιατι αυτο που θα εκφραζει με το τραγουδι του δεν θα αντιστοιχιζεται με την τωρινη πραγματικοτητα. Εχει αλλαξει η νοοτροπια και η κουλτουρα του Ελληνα.
Εκεινη ηταν μια αλλη γενια, διαφορετικη, ηταν και οι μεταναστες των οποιων ο ψυχισμος διεφερε (και διαφερει) απολυτα απο αυτον των …αυτοχθονων.

Ποιοι ειναι, δηλαδη, οι ειδικοι που αποφαινονται ποιος ειναι πιο “αποτελεσματικος” τροπος για να αντιμετωπιζει κανεις τον καημο του;
Ο καθενας βρισκει παρηγορια σε οτι ευφραινει την καρδια του, ειτε αυτο ειναι η φωνη του Καζαντζιδη, ή του Ακατονομαστου.
Δεν “αφοριζω” κανεναν τροπο, απλα διαφωνω και με τους δυο.

Συμφωνώ απόλυτα.
Σίγουρα οι εποχές έχουν αλλάξει ανεπιστρεπτί. Όμως, επιτρέψτε μου την επιμονή ότι στις πολύ προσωπικές στιγμές του ο λαός μας διασκεδάζει με τέτοια τραγούδια, όχι με όσα του επιβάλλει η μαζική κατανάλωση.
Όσον αφορά στη δεύτερη παρατήρηση: οι ψυχολόγοι συμβουλεύουν να μην καταπνίγουμε τα συναισθήματά μας, ο πόνος να “κουβεντιάζεται”, να μην θάβεται μέσα μας, γιατί μόνο έτσι καταπολεμάται.
Έτσι, σε συναυλίες, παλιότερα, όταν ακουγόταν η φωνή του Κ., πέρα από το προηγούμενο, λειτουργούσε και η συναίσθηση της κοινής μοίρας, ο ένας έπαιρνε δύναμη από τον άλλο, για να συνεχίσουν τον αγώνα της ζωής.

Οντως συμφωνουμε, απλα δε βλεπω απο που συμπεραινεις οτι εγω αποδεχομαι την επιβολη της μαζικης υπο-κουλτουρας απο τις εταιριες. Ο καθενας μας εχει παντα την επιλογη: να ακουσει αυτο που παιζουν τα ραδιοφωνα ή όχι. Να δεχτει την πλυση εγκεφαλου ή οχι. Να “μουδιασει βολικα” (το τραγουδησαν κατι τυποι πριν 26 χρονια, αλλα ποιος τους θυμαται τωρα…), ή οχι.

Και σου ξαναλεω: ο κοσμος δεν γλεντα με τον Καζαντζιδη. Άλλα συναισθηματα φερνει στην επιφανεια η φωνη του. Αυτα που γραφεις περι “κοινης μοιρας” ειναι πολυ σωστα και ισχυουν, αλλα σιγουρα δεν ειναι γλεντι.

Τελος, νομιζω οτι δεν χρειαζομαστε ψυχολογους (οι οποιοι κατα τη γνωμη μου δεν ειναι οι ειδικοι) για να μας πουν αυτο που ηδη ξερουμε και εφαρμοζουμε εδω και αιωνες σαν λαος: να εξωτερικευουμε τα συναισθηματα μας, να εκτονωνουμε τα παθη μας και να επικοινωνουμε. Ειναι κατι που κανεις δεν μπορει να μας καταλογισει οτι μας λειπει… :089: