Γιάννης Παπαϊωάννου και «Γιαχαμπίμπι»

Το τραγούδι του Γιάννη Παπαϊωάννου “Γιαχαμπίμπι” με εκτελεστές τούς Περπινιάδη- Μοσχονά https://www.youtube.com/watch?v=j1WkTpp_HI0 είναι σύνθεση του ιδίου, ή παραδοσιακό τραγούδι της Αμοργού όπως καταγράφεται απο τον ερευνητή Γιώργη Μελίκη https://www.youtube.com/watch?v=q5wUTHSRpHA ;

Ούτε η πρώτη, ούτε η δεύτερη φορά που μελωδία αδέσποτη, χωρίς “νόμιμο” πατέρα και μητέρα, εμφανίζεται ως δημιουργία επώνυμου τραγουδοποιού. Το έχουμε ξαναπεί πολλές φορές, η “Ιτιά”για παράδειγμα, έχει στην ΑΕΠΙ επτά διαφορετικούς συνθέτες. Και οι αδέσποτες μελωδίες που καταγράφηκαν ως δήθεν δημιουργίες τραγουδοποιών διαφόρων, ξεπερνούν αν όχι τη χιλιάδα, σίγουρα πολλές εκατοντάδες.

Το καταγραμμένο ως “Αραπίνα” αμοργιανό οργανικό (δηλαδή χωρίς στίχους) κομμάτι νομίζω ότι δίνει κάποια βοήθεια σε όποιον αναρωτιέται, ποιός εμφανίστηκε πρώτος στο Μεσογειακό χώρο, η Αραπίνα ή το Γιαχαμπίμπι;

όμως ρε παδί μου, πολύ “φολκλορική” η βιντεοσκόπηση με τις όμορφες Αμοργιανές… (και τα παλληκάρια παραδίπλα, να περισσεύουν και να αναγκάζονται να βαράνε παλαμάκια)

Την εισαγωγή από το τραγούδι του Παπαϊωάννου, ακριβώς όπως την παίζουν εκεί -δηλαδή ευκρινέστερα από τους Αμοργιανούς-, την έχω ακούσει και σ’ ένα κυπραίικο παραδοσιακό, «Άσπρο τριαντάφυλλο φορώ (ή κρατώ;)». Δεν το βρίσκω στο ΥΤ και το τραγουδιστό μέρος είναι διαφορετικό. Ήταν, μάλλον, στη σειρά δίσκων από τις συναυλίες στο Παλλάς το 1990-τόσο με γενικό τίτλο κάτι σαν 2000 χρόνια ελληνικό τραγούδι (υπάρχει και ρεμπέτικος δίσκος στη σειρά, για να βοηθήσω όποιον θυμάται καλύτερα από μένα - εκείνος με τον Γιώργη Παπάζογλου μεταξύ άλλων).

Ένα άλλο παραδοσιακό τραγούδι που θυμήθηκα είναι το πηλιορείτικο «Θα πάω εκεί στην Αραπιά». Επίσης δεν το βρίσκω στο ΥΤ. Αν το θυμάμαι καλά, η μελωδία των στίχων είναι περίπου η ίδια με του Παπαϊωάννου, αλλά με άσχετη εισαγωγή (και με άσχετα λόγια, παρά τον κοινό πρώτο στίχο).

Διατηρώ μια επιφύλαξη για το πηλιορείτικο. Το κυπραίικο το θυμάμαι ολοκάθαρα.

Νομίζω ότι τουλάχιστον η εισαγωγή είναι τόσο χαρακτηριστική που δεν εμπίπτει στην κατηγορία «δώδεκα είναι οι νότες, όλο και κάποια μοιάζουν»: όχι, αυτήν κάποιος την πήρε από τον άλλον.

Προσωπικά μάλλον για κάτι νεότερο μου κάνει παρά για παραδοσιακό κυκλαδίτικο ή κυπραίικο ή πηλιορείτικο, αλλά μπορεί βέβαια και να κάνω λάθος. Νομίζω πως είναι ξεκάθαρο ευρωπαϊκό ματζόρε, μη τροπικό. Γενικά πάντως, ενώ αυτό που γράφει ο Νίκος για την οικειοποίηση δημοτικών μελωδιών ισχύει, συμβαίνει και το αντίστροφο αρκετές φορές.

Εδώ είναι όλη η εκπομπή του Μελίκη για την Αμοργό. Στο 2:56 γίνεται συζήτηση για το πότε η “Αραπίνα” έφτασε στην Αμοργό. Από τη συζήτηση προκύπτει ότι αυτό έγινε μεταπολεμικά. Στα χρόνια μας δηλαδή. Καμιά αναφορά δεν γίνεται στον Παπαιωάννου αλλά είναι φανερό ότι οι Αμοργιανοί το πήρανε από το δίσκο του που έχει χρονολογία 1946. Το προσάρμοσαν στις δικές τους χορευτικές συνήθειες με αποτέλεσμα ένα νέο είδος τοπικού χορού. Είναι ένα ακόμη παράδειγμα του πώς δημιουργείται τοπική παράδοση και μετά τη δισκογραφία.

1 «Μου αρέσει»

Η συζήτηση του Μελίκη με τους Αμοργιανούς μπορεί να μην απαντά ευθέως στο ερώτημα αλλά βάζει τα πράγματα σε κάποια σειρά.
Εδώ (στο 02:29) είναι η Κυπριακή εκδοχή της μελωδίας στο [FONT=“Times New Roman”]«Άσπρον τραντάφυλλον κρατώ» και πράγματι η εισαγωγή παραπέμπει στο εν λόγω τραγούδι στη συνέχεια όμως…[/FONT]

Υπάρχει και εκτέλεση με την Αγγελική Κονιτοπούλου, επειδή όμως είναι των νεότερων χρόνων δεν βοηθάει νομίζω στο ζητούμενο.

Η εκπομπή του Μελίκη απαντά νομίζω πληρέστατα: στο απόσπασμα που οι γυναίκες με τα κανονικά ρούχα χορεύουν με πιο φυσικές (συγκριτικά) συνθήκες το ίδιο κομμάτι, ακούμε, εκτός από τη χρονολόγηση στο 1950, και τα λόγια του τραγουδιού, που είναι τα ίδια με του Παπαϊωάννου.

Ένα λαϊκό τραγούδι του Παπαϊωάννου, που ταιριάζει με τη (νεότερη) αισθητική του κυκλαδίτικου τραγουδιού, έγινε από τον δίσκο σουξέ στην Αμοργό, και ίσως και σ’ άλλα νησιά, και ρίζωσε, με την ίδια διαδικασία που μας έχει περιγράψει κατ’ επανάληψη για τη Σίφνο το Κουτρούφι, φτάνοντας μέχρι να επανεκτελεστεί από τους Κονιτοπουλαίους και τον κεφάτο τους μπασίστα. (Παρατηρήστε ότι τα επόμενα δύο τραγούδια που ακούμε είναι το «Μαντήλι καλαματιανό», που έτυχε πανελλήνιας επιτυχίας κυρίως μέσω του σχολείου, αν δεν απατώμαι, και ένας ναξιώτικος καλαματιανός, από τα πιο εντόνως τοπικά τραγούδια που έχει βγάλει η Νάξος, με τίτλο «Αμοργιανό καλαματιανό», ενώ αργότερα αναφέρεται και Του Κίτσου η μάνα - θέλω να πω, κι οι Αμοργιανοί, όπως και τόσοι άλλοι, είναι ανοιχτοί στο να ενσωματώνουν κομμάτια από γειτονικά, πιο μακρινά ή πανελλήνια ιδιώματα.)

Μπράβο που το 'βρες, kouyann. Περίεργο, δε βρίσκω να μοιάζουν ιδιαίτερα οι εισαγωγές! Πάντως αυτό το τραγούδι εννοούσα, και σε άλλη εκτέλεση το έχω ακούσει με την εισαγωγή του Παπαϊωάννου. Αυτό αφήνει, ίσως, ανοιχτή τη συζήτηση για άλλες διαδρομές του τραγουδιού, πριν πάει από τον Παπαϊωάννου στις Κυκλάδες - ενδεχομένως πριν καν τον Παπαϊωάννου.

[Να σχολιάσω σχετικά με τον Μελίκη ότι στο σύντομο απόσπασμα της συζήτησης που μας ενδιαφέρει τον βλέπω, επιτέλους, να συζητά όπως πρέπει να συζητά ένας ερευνητής. Με κάτι τέτοια, μπορεί κανείς να του συγχωρήσει και μερικά σαχλά, καραστημένα βίντεο σαν αυτό που σχολίασε ο Νίκος. Και στην τελική στο στημένο ακούμε και το τραγούδι με σωστό κούρδισμα! Ίσως και μόνο οι κανόνες της ευγένειας να αναγκάζουν έναν φιλοξενούμενο ερευνητή-εκπομπάτορα να τιμήσει και τη φολκλορική ομάδα της περιοχής.]

Πρόσφατα έπεσα σε ένα απόσπασμα από μια συλλογή Συλλόγου της Σαντορίνης με τίτλο “η Σαντορίνη μέσα από τα τραγούδια της”. Το συγκεκριμένο απόσπασμα περιέχει ένα συρτό με τίτλο “η μάνα σου μαλώνει”. Η μελωδία του είναι αυτούσια με ένα τραγούδι της δισκογραφίας: Του “Σ’ ορκίζομαι στο κύμα” με στοιχεία (sealabs), HMV AO-2781/OGA1307/1 1948. Είναι των Στ. Χρυσίνη και Δ. Σέμση (δεν ξέρω ποιος είναι ο συνθέτης και ποιος ο στιχουργός) και το λένε οι Ι. Γεωργακοπούλου και ο Στ. Περπινιάδης.
Οι στίχοι είναι διαφορετικοί και στη σαντορινιά εκδοχή αναγνωρίζονται τοπικοί ιδωματισμοί.
Πάλι υπάρχει το ίδιο δίλημμα, όπως και στην Αραπίνα-Γιαχαμπίμπι από τη Αμοργό. Το τραγούδι είναι παραδοσιακό (σαντορινιό, εν προκειμένω) το οποίο διασκευάστηκε τη δεκαετία του 40 από τους επαγγελματίες μουσικούς ή οι Σαντορινιοί το πήρανε από τη δισκογραφία και προσαρμόσανε δικά τους στιχάκια;
Δεν ξέρω τα σαντορινιά και δεν μπορώ να τοποθετηθώ.

Στη Σαντορίνη τραγουδάνε σ’ αυτό τον σκοπό πρώτα μια σειρά στιχάκια με νοηματική συνέχεια, που αρχίζουν με το «Η μάνα σου μαλώνει», και μετά κολλάνε διάφορα, όποιο θυμηθούν, τύπου «έλα να σε φιλήσω και φίλα με κι εσύ / και σαν το μαρτυρήσω μαρτύρα το κι εσύ).

Ανάμεσα στ’ άλλα, λένε και μερικά από το «Σ’ τ’ ορκίζομαι στο κύμα».

Οι στίχοι που ξεκινάνε με τη μάνα σου είναι, θαρρώ, καθαρά τοπικοί. Οι άλλοι προέρχονται από το κοινό ταμείο του Αιγαίου.

Όλα αυτά δεν αποδεικνύουν τίποτε. Παρά ταύτα έχω την εντύπωση ότι το λαϊκό τραγούδι πρέπει να προϋπήρξε. Έχει και μια λεπτομέρεια -που δεν την ακούω στη σαντορινιά εκτέλεση, ενώ σε άλλες διάφορες που έχω ακούσει λάιβ άλλοτε υπάρχει κι άλλοτε όχι αλλά χωρίς σύστημα- που όζει επώνυμης χειρός:

Η στάση της μελωδίας στο «Τ’ ορκίζεσαι μικρό μου πως θα μ’ αγα-πάς, πως θα μ’ αγαπάς» στον ένα στίχο γίνεται με αλλαγή συγχορδίας (δηλ. η μελωδία, αν παίξουμε από Ρε+, κάθεται στο Μι) και στον άλλο χωρίς (η μελωδία κάθεται στο Φα#). Σε παραδοσιακό σκοπό δε θα γινόταν κάτι τόσο εξεζητημένο, όπως και όντως δε γίνεται όταν το παίζουν ως παραδοσιακό. (Βέβαια δεν αποκλείεται ο σκοπός να ήταν παραδοσιακός και να μην είχε αυτή τη λεπτομέρεια, και να την πρόσθεσαν οι συνθέτες στη δική τους εκδοχή, όπως και την εισαγωγή ή την πρόσθεσαν οι συνθέτες ή την αφαίρεσαν οι Σαντορινιοί…)

Παράδειγμα εκτέλεσης όλο χωρίς αλλαγή: https://www.youtube.com/watch?v=Svcr2S82tNM (προς το τέλος, ακριβώς το τελευταίο λεπτό)

Αυτό είναι το πιο παραδοσιακού πνεύματος παίξιμο. Όλο με αλλαγή, όπως στην εκτέλεση που ππαραπέμπει το Κουτρούφι, είναι πιο μοντέρνο. Μια με αλλαγή και μια χωρίς, σε σταθερά σημεία, είναι το εντελώς «επώνυμο» ύφος, που δείχνει την πρόθεση του συνθέτη να κάνει κάτι δικό του και όχι να αφήσει να τον πάει η μελωδία μόνη της.

Αφού έγραψα το #7 και αφού διάβασα τα σχόλια #8 και #9 πήγα, κατόπιν εορτής, και στο διδακτορικό σου όπου αναφέρεσαι στο συγκεκριμένο σκοπό και τον σχολιάζεις επαρκώς. Στις προηγούμενες επισκέψεις μου εκεί δεν είχα διαβάσει τα της Σαντορίνης και έτσι δεν το είχα προσέξει.
Μένουν αρκετά ακόμη αλλά σιγά σιγά…

Η αλήθεια Γιάννη είναι ότι όταν έγραφα το κομμάτι της Σαντορίνης, και δη του εν λόγω σκοπού, δεν είχα αναρωτηθεί για την προέλευσή του: είχα θεωρήσει αυτονόητο ότι το σαντορινιό προέρχεται από το λαϊκό, και άρα δεν μπήκα στη διαδικασία να στηρίξω αυτή την άποψη.

Όπως βλέπεις, ούτε τώρα είμαι σε θέση να τη στηρίξω. Απλώς μου φαίνεται πιθανότερο. Σαν παραδοσιακό παίζεται μόνο στη Σαντορίνη -ένα νησί που δεν το λες και διάσημο για την παραδοσιακή του μουσική. Άρα η μία πιθανότητα είναι να άκουσε ο Σέμσης το σκοπό από Σαντορινιούς, να τον έκλεψε και να τον έκανε σουξέ, και η άλλη είναι να άκουσαν το σουξέ οι Σαντορινιοί και να το αφομοίωσαν. Ε, στατιστικά κλίνει κανείς προς τη δεύτερη πιθανότητα. Άλλωστε έχουμε πάμπολλα ανάλογα παραδείγματα, όπως γνωρίζεις καλύτερα από τον καθένα.

Αυτό με τη στάση της μελωδίας μια εδώ και μια εκεί στην πραγματικότητα δεν είναι επιχείρημα υπέρ καμιάς πιθανότητας, είναι απλώς μια παρατήρηση.

(Βλέπω στο …βιβλίο μου ότι η μουσική είναι του Σέμση και οι στίχοι του Χρυσίνη. Δεν έχω σημειώσει την προέλευση αυτής της πληροφορίας γιατί …ντάξει, υπάρχει κι ένα όριο στις παραπομπές. Κάπου στο ίντερνετ το βρήκα, και υπέθεσα ότι όποιος δεν ήταν σίγουρος μάλλον θα το άφηνε φλου ή δε θα έγραφε τίποτε, παρά να βγάλει αυθαίρετα από την κεφαλή του μια τέτοια πληροφορία, που γιατί να το κάνει άλλωστε;)


Κατά τα άλλα, μπράβο που εντόπισες και μας υπέδειξες το σαντορινιό σιντί. Αρκετά ωραίο είναι. Έχει μερικά τραγούδια που είναι όντως τοπικά, και ο τρόπος που παίζουν τα όργανα και τραγουδάει η κοπέλα είναι αξιοπρεπής, στο πλαίσιο βέβαια του σύγχρονου νησιώτικου. Θα περίμενε όμως κανείς κάτι πιο καθαρά σαντορινιό: δε λέω λύρες και τσαμπούνες, αλλά έστω λίγο κλαρίνο ή μια ζυγιά με δυο βιολιά (όλα αυτά ήταν, παλιότερα, ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της τοπικής παράδοσης), ή κανένα από τα σπάνια παμπάλαια αφηγηματικά τραγούδια που σώζονται στη Σαντορίνη. Ιδίως που ό,τι τέτοιο ξέρω να υπάρχει το ξέρω από το συγκεκριμένο χωριό που έβγαλε τον δίσκο, το Ακρωτήρι. Προφανώς η πρόθεση δεν ήταν να αναδειχτούν οι σαντορινιές «ρίζες» αλλά μάλλον να ηχογραφηθεί ό,τι είναι της μόδας στο νησί, ώστε να ακούει ο Σαντορινιός τα γνωστά του αγαπημένα τραγούδια.

Ο Μανιάτης δίνει πράγματι Σέμση συνθέτη και Χρυσίνη στιχουργό. Αυτό, επιβεβαίωσα από εγκυρότατη πηγή ότι ισχύει και για την ετικέτα του δίσκου, όπου το όνομα του στιχουργού σπάνια εμφανίζεται. Τώρα, τί στην πραγματικότητα συνέβη, κανείς δεν μπορεί να ξέρει.

… πάντως, να φανταστώ το Χρυσίνη να κάθεται σ’ ένα γραφείο και να γράφει στίχους, πάνω σε μελωδία άγνωστή του που του την έδοσε ο συνθέτης της, μου είναι αρκετά δύσκολο…

Στα δύο (2) πρώτα αρχεία οι ετικέτες από το “Γιαχαμπίμπι”.

Και στο τρίτο (3) το “Σ΄ορκίζουμαι στο κύμα”

Υ.γ. Να ευχαριστήσω τον pepe για την βοήθεια του.

AO%202706

AO%202781%20%20B

1 «Μου αρέσει»

Φώτη, ευχαριστούμε και πάλι. Στο sealabs διαβάζουμε ότι από την άλλη πλευρά του δίσκου βρίσκεται το καλαματιανό “με άλλον με παντρεύουνε” με τους ίδιους συντελεστές. Δεν νομίζω ότι είναι παραδοσιακό. Φαντάζομαι ότι η ετικέτα θα δείχνει τα ίδια με το “Σ’ ορκίζουμαι στο κύμα” και θα υπάρχει η αμφιβολία για το ποιος είναι ο συνθέτης και ποιος ο στιχουργός.

Από αυτό το δισκάκι λοιπόν, στη Σαντορίνη φαίνεται ότι ενσωματώθηκε το συρτό. Στη Σίφνο πάλι, ενσωματώθηκε το καλαματιανό και παίζεται μέχρι και σήμερα . Προφανώς, στα δυο νησιά, τα γούστα οργανοπαικτών-κοινού ήταν διαφορετικά.

1 «Μου αρέσει»

Αλήθεια, την εποχή των 78 στροφών υπήρχε η έννοια της Α πλευράς (το δυνατό κομμάτι που θα φέρει τις πωλήσεις) και της Β (φλιπ σάιντ: απλό συμπλήρωμα), όπως στα σιγκλάκια 45 στροφών, ή ήταν πάντα τύπου double A-sided?

Γεια σας φιλαράκια.

Γιάννη όπως τα λες είναι. Και στην άλλη πλευρά οι συντελεστές είναι οι ίδιοι. Πρώτα ηχογραφήθηκε το “Σ΄ορκίζουμαι στο κύμα” και καπάκι το “Με άλλον με παντρεύουνε”.

AO%202781%20%20A

Μου θυμίζει την περίπτωση του Τσιτσάνη με τον “Μπατίρη”, που είχαμε συζητήσει.

Περικλή, οι εταιρείες προσπαθούσαν να καλύπτουν όλα τα γούστα του κοινού, βάζοντας στην μία πλευρά ένα χασάπικο και στην άλλη ένα ζεϊμπέκικο. Ένα φοξ-τροτ με ένα τάγκο. Ένα καλαματιανό με ένα συρτό όπως στην περίπτωση μας.

Ο Τσιτσάνης είχε δηλώσει κάποτε με αφορμή την ιστορία από ένα τραγούδι του, ότι οι εταιρείες συνήθιζαν στην περίπτωση του να βάζουν ένα χασάπικο στη μία πλευρά και ένα ζεϊμπέκικο στην άλλη. Γράφω από μνήμης και δεν μπορώ να θυμηθώ επ΄ ακριβώς τα λόγια, αν και μπορώ να βρω που και πότε τα είπε.

Η επιλογή της μίας πλευράς με κάποιο “πιασάρικο” τραγούδι και της άλλης με “απλό συμπλήρωμα”, μάλλον δεν ήταν στη λογική των εταιρειών εκείνη την εποχή.

Όρεξη να έχουμε να ψάχνουμε ποια τραγούδια βγήκανε στο ίδιο δισκάκι. Στην άλλη μάζωξη θα πούμε: “Τώρα θα παίξουμε το flip side της Φραγκοσυριανής”.

Η λογική του «τραγουδιού – ατμομηχανή» και του φλιπ σάιντ πίσω, ήταν αμερικάνικη και για μας «εισαγόμενη». Δεν ξέρω πότε επικράτησε, ξέρω όμως ότι ήδη από Rock around the clock (Μπιλ Χάλεϋ εντ χις κόμετς, εμβληματική πρώτη ροκ ηχογράφηση με μάπα φλιπ σάιντ) η λογική αυτή ήταν ο κανόνας. Το επιβεβαίωνα κάθε φορά που αγόραζα ένα σιγκλάκι, κλαίγοντας τα μισά από τα χρήματα που είχα δόσει (22,50 δραχμές δηλαδή) αφού η πίσω πλευρά ήταν πάντα μάπα. Ελληνικά τραγούδια τότε δεν αγόραζα, οπότε και δεν ξέρω αν υιοθετήθηκε αυτή η μέθοδος και από την ελληνική δισκογραφία της εποχής, στους 78άρηδες όμως δεν νομίζω να ίσχυσε.

1 «Μου αρέσει»