«Ξανανθίζουν τα ρόδα!»

Λέγομαι Δημητριάδης Κωνσταντίνος κʽ έχω γεννηθεί το 1940 εδώ, στους Αγίους Αναργύρους. Μέναμε με την οικογένειά μου πολύ κοντά στου Μάνθου του Γραβαρά το σπίτι. Tο μαγαζί υπήρχε ήδη όταν γεννήθηκα, αλλά δεν ξέρω αν λειτουργούσε στον πόλεμο.

Πρέπει νάμουνα από 7 χρονών και πάνω που θυμάμαι τα πράγματα πώς έχουν…

(για όποιον ενδιαφέρεται, η συνέχεια εδώ με κλικ)

Πολύ ωραίο κείμενο και πολύ συγκινητικό. Κάποια πράγματα είναι τόσο χιλιοτραγουδισμένα που μπαίνουν στο φαντασιακό χώρο του καθενός. Είναι λοιπόν πολύ ωραίο να βλέπεις πέρα από τις διηγήσεις και έναν πραγματικό χώρο διανθισμένο με τέτοιες ζεστές περιγραφές!

Μπράβο σου ρε Θανάση.Αλλο ενα κομματάκι από το μεγάλο πάζλ τού ρεμπέτικου!!!

Μπράβο Πίκινε και για αυτό.
Σκέφτομαι, αν υπήρχαν περισσότερες τέτοιες μερακλήδικες προσπάθειες παλαιότερα, όσο ζούσαν οι “αυτόπτες μάρτυρες”, πόσα περισσότερα θα γνωρίζαμε…

Σημ. Αν θυμάμαι καλά και η μπύρα του Πίκινου λειτουργούσε ως παιδικός σταθμός!

πολυ καλο και χρησιμο το αρθρο, ειδικα η πληροφορια για το πληρες ονομα του διασημου Μανωλη του Τουρκου .

μπράβο και ευχαριστίες κι από μένα! θα περάσω να το δω αυτές τις μέρες (για την ώρα το χαζεύω στον ρουφιάνο street view).

οι παλιές μονοκατοικίες που επιβιώσανε, συνήθως ως ταβέρνες ή ως παιδικοί σταθμοί αξιοποιούνται. εδώ και μισό αιώνα οι μερακλήδες και τα παιδιά ξέρουν ακόμα να χαίρονται κήπους και αυλές, οι υπόλοιποι αναζητούν τις ψυχρές ανέσεις ενός σύγχρονου διαμερίσματος…

Νάστε καλά όλοι, αν και τα εύσημα ανήκουν δικαιωματικά στην οικογένεια Δημητριάδη.

Να σημειώσω εδώ, πως ο κ. Κατάρας τον αναφέρει (δίχως πηγή) στην εργασία του ως «Μαμουνά». Κρατάω βέβαια το «Μαμονάς» από τη μαρτυρία του κ. Δημητριάδη, μιας και τον έζησε από παιδί (με μια μικρή επιφύλαξη για την ορθογραφία…άλλωστε, αμφιβάλλω να γράφεται ως…Μαμ(μ)ωνάς! :))

Μπραβο φθισικε!

Πως σου΄ρθε να πας σ’αυτο τον ανθρωπο και σ’αυτο το μερος;…Τι πληροφοριες ειχες!