«Λαϊκή Παράδοση και κρατική καταστολή»

Υπάρχουν δύο “παραδόσεις” σε αυτές τις χώρες. Του λαού και του κράτους.
Σε φεστιβάλ χορού στη Ρουμανία οι χοροί τους ήταν σκηνοθετημένες χορογραφίες αλλα στα γλεντάκια που κάναμε στο φαγητό ήταν απλοί και οικείοι.
Σε ερώτησή μου στην δασκάλα τους, μεγάλης ηλικίας, γιατί συμβαίνει αυτό, μου απάντησε ότι το κουμουνιστικό κράτος το επέβαλλε και έμεινε ακόμα. Το έβλεπες και στον κόσμο. Οταν χορεύαμε μεσολογγίτικα που είναι κάπως αργά, ο κόσμος σχεδόν χασμουριόταν. Στα νησιώτικα που ήταν πιο γρήγορα κοίταζαν με ενδιαφέρον. Στα δε, θρακιώτικα;…πόλεμος.

Από κάποια στοιχεία που διάβασα σε ιστοσελίδα της Βουλγαρίας για το παραδοσιακό τραγούδι, ανέφερε ότι -μουσικά- χωρίζεται σε 7 γεωγραφικά διαμερίσματα με διαφοροποιήσεις και επιρροές από το Θρακιώτικο στοιχείο, από το Μακεδονικό, από τους αθίγγανους, από τα βόρεια τμήματα και από τα σύνορα με την Τουρκία. Χρησιμοποιήθηκε παλιά και πεντατονική κλίμακα, όπως επίσης και ο ισοκράτης φωνητικά. Όσον αφορά την παρέμβαση της εξουσίας-της κάθε είδους εξουσίας- δεν είναι περιορισμένο φαινόμενο,κάπως έτσι εξελισσεται γενικότερα η τέχνη. Μήπως από τον Μεσαίωνα στην Αναγέννηση δεν ήταν παρέμβαση εξουσιών; Δεν με εκπλήσει καθόλου το γεγονός. Εξ άλλου η προσπάθεια ομογενοποίησης πληθυσμών, για να μην υπάρχουν εσωτερικά προβλήματα, είναι σύνηθες φαινόμενο και ασκείται με διάφορες μεθόδους, μία από αυτές είναι και οι τέχνες. Όταν ήμουν μικρός γνώριζα αρκετά τραγούδια στην λεγόμενη “ντόπια” γλώσσα που είναι σλαβογενής. Με την πολιτική της Ελλάδας - ας μη την αναφέρω - ξεχάστηκαν. Αυτό είναι επίσης παρέμβαση της εξουσίας και μάλιστα εφαρμόστηκε με πολύ άσχημο τρόπο. Παρ’ όλα αυτά υπάρχουν κάποιοι που συμφωνούν και κάποιοι που διαφωνούν. Επειδή η εξουσία είναι σύμφυτη με την οργανωμένη ανθρώπινη κοινωνία - στο ζωικό βασίλειο είναι και πολύ σκληρότερη- πάντα θα υπάρχει αυτός ο τρόπος εξέλιξης των τεχνών. Ανάλογα βέβαια με το είδος της πολιτικής εξουσίας, η παρέμβαση είναι ήπια ή σκληρή.
Την απάντηση στην ερώτησή μου την βρήκα σ’ αυτό που παραπάνω ανέφερα -στο site- και πάντως ευχαριστώ για το ενδιαφέρον

— Νέο μήνυμα προστέθηκε στις 16:41 ::: Το προηγούμενο μήνυμα δημοσιεύθηκε στις 16:35 —

Δημήτρη το ίδιο συμβαίνει και στη Φλώρινα και Καστοριά ίσως και σε άλλα σημεία. Υπάρχουν δύο παραδόσεις. Αυτή που κρατεί στα γλέντια ως τις 12 το βράδυ και αυτή μετά τις 12 όταν φεύγουν οι τουρίστες και οι κρατικοί.Αυτό βέβαια με τα χρόνια ατονεί και διαφοροποιείται αλλά συνέβαινε μέχρι χθες.

Ε, ναι, αλλά εσύ μιλάς για την λόγια εκείνη μουσική που σήμερα ονομάζουμε “κλασική” ή άϊντε, “προκλασική”. Κανείς και ποτέ δεν είπε γι αυτή τη μουσική ότι είναι παραδοσιακή, είτε γνήσια είτε φτιαχτή.

Αυτό το έχω ζήσει όχι σε γλέντι αλλά σε σκέτη επίσκεψή μου με φίλη (εποχή Μεταπολίτευσης) στα Γρεβενά, όπου στην ταβέρνα που φάγαμε το βράδυ και συνεχίσαμε με κρασί ως τις πρώτες ώρες, χρειάστηκε πρώτα να σπάσει ο πάγος και μετά πλέον οι ντόπιοι μιλούσαν βλάχικα μεταξύ τους χωρίς να μας φοβούνται, κι ας ήταν η οδηγός του αυτοκινήτου μας εκλογική αντιπρόσωπος. Όταν, φεύγοντας πιά, αγκαλιαστήκαμε και καληνυχτιστήκαμε, τους ρωτήσαμε πώς λένε “καλή νύχτα” στη γλώσσα τους: -”Nocti buno”, απάντησαν.

Κατά 50% είμαι βλάχος από τον πατέρα μου και ποτέ ούτε και τα δυσκολότερα χρόνια που πέρασε η χώρα δεν υπήρξε πρόβλημα για τη γλώσσα ή τα τραγούδια ή τά έθιμα. Επίσης τα Γρεβενά δεν είχαν τέτοιου είδους πρόβλημα.
Μιλάω για την “ντόπια” γλώσσα που είναι σχεδόν ίδια με τη γλώσσα των Σκοπίων. Η μητέρα μου είχε 6 εικονικές εκτελέσεις επειδή μιλούσε αυτό το γλωσσικό “ιδίωμα” όπως συνήθως λέγεται. Όταν λοιπόν -μέχρι πριν 5-10 χρόνια, ίσως και σήμερα-γίνονταν γλέντια γάμου ή πανηγυριού, περίμεναν πότε θα φύγουν οι"ξένοι" και οι χωροφύλακες και ξεκινούσαν τα σλάβικα τραγούδια και χορούς. Σε περιοχές συνόρων, υπάρχουν μικτοί πληθυσμοί, σε όλη τη γή και πάντα ο καθένας από την πλευρά που βρίσκεται νομίζει ότι αυτός έχει το δίκιο. Η δε βλακεία κάποιων φτάνει στο σημείο να πιστεύουν ότι ναι μεν υπήρχαν Έλληνες στη Βουλγαρία και στα Σκόπια, αλλά δεν υπήρχαν Σλάβοι στην Ελλάδα. Παντού τα ίδια. Δεν έχει και κανένα νόημα όλο αυτό. Σήμερα για να χαρακτηριστεί κάποιος Έλληνας, Τούρκος, Βούλγαρος ή Σύριος, μετράει μόνο η συνείδηση. Διαφορετικά το έχει χαμένο όλη η ανθρωπότητα, που η Ιστορία της είναι γραμμένη από μετανεστεύσεις λαών. Αν δεν υπήρχε η σημερινή οργανωτική δομή αυτού που λέγεται “κράτος έθνος”, ίσως να μη συζητούσαμε τέτοια θέματα.

Αν ισχύει η ενημέρωσή μου -γιατί προσωπική εμπειρία δεν έχω-, τότε τουλάχιστον στη Βουλγαρία υπάρχει μία μόνο παράδοση, του κράτους.

Το κομμουνιστικό καθεστώς αφενός μετήλλαξε τη δημοτική παράδοση σε φολκλόρ, και αφετέρου ξερίζωσε ό,τι παρέμενε ζωντανό από την αρχική παράδοση. Μάζεψαν τους πιο αξιόλογους λαϊκούς μουσικούς σε ωδεία. Εκεί τους μάθαν νότες και θεωρία, και ποια «λάθη» να αποφεύγουν στο παίξιμό τους. Τα όργανα «διορθώθηκαν» και στανταρίστηκαν σε συγκεκριμένες μορφές. Δημιουργήθηκε η «βουλγαρική παραδοσιακή ορχήστρα», βασισμένη σε όργανα που υπήρχαν βέβαια και πριν (γκάιντα, γκαντούλκα [=λύρα], ταπάν [=νταούλι], ταμπουρίτσα [=ταμπουροειδές], καβάλι) αλλά τώρα είχαν αναπροσαρμοστεί ώστε να συνεργάζονται σε μεγάλα σχήματα που, όπως είναι εύλογο, δεν είχαν κανένα προηγούμενο.

Από την αναγκαστική συνεργασία αυτής της πρώτης γενιάς κλασικών μουσικών ωδειακής εκπαίδευσης αφενός και λαϊκών που, εκ των υστέρων, είχαν επίσης λάβει ωδειακή εκπαίδευση, αφετέρου, άρχισαν να βγαίνουν καινούργιοι μαθητές και μουσικοί των νεο-λαϊκών οργάνων. Αυτών οι πρώτες βάσεις στη μουσική ήταν εξ αρχής το φολκλόρ, δεν είχαν καμία εμπειρία πραγματικής δημοτικής μουσικής.

Το ρεπερτόριο βασίστηκε κι αυτό στο δημοτικό ρεπερτόριο, αλλά με έμφαση στην προσπάθεια να διατηρηθούν μόνο μερικά εξωτερικά, πολύ χτυπητά και πολύ «βουλγάρικα» χαρακτηριστικά, όπως οι ασύμμετροι ρυθμοί (που είναι διεθνώς γνωστοί ως “βουλγάρικοι ρυθμοί”), κάποια βασικά μελωδικά μοτίβα διάφορων χορών κλπ… Κάθε άλλο στοιχείο, όπως οι παραδοσιακές τεχνικές αυτοσχεδιασμού που στηρίζονται στην αλληλεπίδραση μουσικού-χορευτή, εξοβελίστηκαν. Στη θέση τους μπήκαν η πειθαρχημένη, προσχεδιασμένη σύνθεση, η αυστηρή συμμετρία, η ενορχήστρωση, η ταχύτητα, η δεξιοτεχνία και η ακροβατική ακρίβεια (στο ίδιο πνεύμα όπως στις μνημειώδεις παρελάσεις του Κόκκινου Στρατού). Δημιουργήθηκε η βουλγάρικη πολυφωνία, που ακόμη και σήμερα είναι σουξέ στον χώρο της world music, κλπ… Αντίστοιχες αναπροσαρμογές έγιναν και στους λαϊκούς χορούς, οι οποίοι μετατράπηκαν σε μπαλέτα, πάλι με έμφαση στον εντυπωσιασμό, τη δεξιοτεχνία, τον άψογο συντονισμό, την ομοιομορφία και την πλήρη απουσία ατομικής έκφρασης. Για παράδειγμα, πολλοί κυκλικοί χοροί έσπασαν σε μεμονωμένα άτομα, σκορπισμένα συμμετρικά στον σκηνικό χώρο κατά διάταξη ύψους.

Εκτός από τα θέατρα και τα φεστιβάλ, όπου αυτό το φολκλόρ παρουσιαζόταν ως σκηνικό θέαμα-ακρόαμα, ο κύριος χώρος όπου κυκλοφόρησε η μουσική στην καθαρά ακροαματική της μορφή ήταν η εθνική ραδιοφωνία. Όσο προχωρούσε ο εξηλεκτρισμός και γενικά ο εκσυγχρονισμός της επαρχίας, το φολκλόρ έφτασε στ’ αφτιά και του τελευταίου χωρικού, ο οποίος βέβαια θάμαξε από το πόσο εντυπωσιακοί ακούγονταν σκοποί που, κάποιους, τους ήξερε από μικρό παιδί. Όσοι από τους παλιούς οργανοπαίχτες είχαν απομείνει στα χωριά και δεν είχαν περάσει από ωδείο, είχαν το δίλημμα να προσπαθήσουν να παίξουν σαν το ραδιόφωνο ή να σιωπήσουν από ντροπή.

Παράλληλα, όλες οι παραδοσιακές περιστάσεις όπου οι χωρικοί χόρευαν, τραγουδούσαν και γλεντούσαν, καταργήθηκαν. Οι θρησκευτικές εορτές (τα πανηγύρια δηλαδή) όχι απλώς σβήστηκαν από το καλαντάρι, αλλά συνέβαινε συστηματικά οι παλιές τους ημερομηνίες να γίνονται ημέρες έκτακτης υπερωρίας στη δουλειά, ώστε να μη μείνει ίχνος δυνατότητας και όρεξης για γλέντι.

Δεδομένου δε και του εκσυγχρονισμού στα μέσα και τις μεθόδους της αγροτικής παραγωγής (τρακτέρ αντί για βόδια στο αλέτρι κλπ.), η σχέση του αγρότη με τη γη, που μεταξύ άλλων εκφραζόταν με τον άλλο κλάδο της δημοτικής μουσικής, εκείνον που δεν αφορά γιορτές και πανηγύρια αλλά τον κύκλο του χρόνου, άλλαξε κι αυτή. Τα τραγούδια που φαντάζομαι (κρίνοντας από τα ελληνικά ανάλογα) ότι θα έλεγαν στον χειρόμυλο, στον αργαλειό, στις πορείες και τα νυχτέρια, και στα προχριστιανικά επιβιώματα ευετηριακών τελετουργιών, έχασαν τον φυσικό τους χώρο.

Ό,τι κληρονομήθηκε από τις αρχαιότατες γενιές και σμιλεύτηκε από όλες τις ενδιάμεσες, σβήστηκε μέσα σε μία γενιά. Έμεινε μόνο ένα περίβλημα: όργανα που έμοιαζαν με τις γκάιντες των βοσκών, χοροί που έμοιαζαν με ρατσένιτσες και μπαϊντούσκες, κάποιες μελωδίες και κάποιοι στίχοι.

Φυσικά, κάποια στιγμή όλα αυτά τα οργουελικά σταμάτησαν να γίνονται. Έμεινε μόνο ένα μουσικοχορευτικό ρεπερτόριο, κάποια όργανα και κάποια στοιχεία τεχνοτροπίας, που παρέμειναν αγαπητά και οι άνθρωποι εξακολουθούσαν να τα μαθαίνουν. Όμως έχει κοπεί η σύνδεση με το αγροτικό παρελθόν. Οι γκάιντες με τα ιδιόρρυθμα κουρδίσματα, ακατάλληλα για τρανσπόρτα και για συνεργασίες με άλλα όργανα αλλά κατάλληλα για τροπική και μοτιβική επεξεργασία των μελωδιών, έχουν χαθεί -κι αν πουθενά ανασυρθεί καμιά από το σεντούκι ή από γειτονικές χώρες, δεν ξέρουν πια τι να την κάνουν, με αποτέλεσμα να φαντάζει σαν ένα πρωτόγονο, άτεχνο, καλαμπόρτζικο όργανο. Οι δεκάδες τοπικές παραλλαγές της γκαντούλκας με δύο χορδές, με τρεις χορδές, με και χωρίς συμπαθητικές, με ένα σωρό ντουζένια, δεν είναι γνωστές παρά από προπολεμικές λαογραφικές έρευνες - σήμερα η γκαντούλκα είναι μία και το κούρδισμά της ένα, μόνο τα μεγέθη της έχουν πληθύνει κατά το πρότυπο της οικογένειας του βιολιού.

Έχει ανθρώπους που παίζουν με πάθος παραδοσιακά και τα γλεντούν με την ψυχή τους, και ρίχνουν μέσα και τον αυτοσχεδιασμό τους και την προσωπική τους αναζήτηση και όλα. Μόνο που δεν είναι παραδοσιακά. Είναι ένα ρεπερτόριο και ένα μουσικοχορευτικό ιδίωμα που προέρχεται ξεκάθαρα από πάνω, όχι από κάτω. Και μάλιστα, η μηχανή ήταν τόσο καλοστημένη ώστε -απ’ ό,τι φαίνεται- οι ίδιοι οι Βούλγαροι, στη μεγάλη τους πλειοψηφία, δεν ξέρουν ότι έγιναν όλα αυτά τα πράγματα.


Επειδή έχω πλήρη συνείδηση ότι όλα αυτά ακούγονται δυστοπικά και απίστευτα, θα δώσω και την παραπομπή της βασικής (όχι όμως μοναδικής) πηγής απ’ όπου τα έμαθα, κι ας υπάρχει ρητή παραγγελιά για το αντίθετο - έτσι αποσείω από πάνω μου την ευθύνη της τυχόν αλλοίωσης των γεγονότων: May it fill your soul, του Timothy Rice. Βασικά πρόκειται για ένα διδακτορικό πάνω στη βουλγαρική γκάιντα, στηριγμένο σε μαρτυρίες μουσικών της πρώτης γενιάς που εκτοπίστηκε από τα χοροστάσια στα ωδεία.

Θυμίζει τα μουσικά σχολεία στην Ελλάδα και τους αποφοίτους του ΤΕΙ που παίζουν κυπριακά στο λαούτο με στυλ Ζώτου :slight_smile:

Στα σοβαρά τώρα, αν όλα αυτά ισχύουν θα έπρεπε να υπάρχει ενα μικρό τουλάχιστο ρεύμα βουλγάρων μουσικών που να προσπαθούν να μάθουν από τα στοιχεία της παράδοσης που διατηρήθηκαν στις γειτονικές χώρες, όπως τους έλληνες μουσικούς που μελέτησαν σάζι και οθωμανική μουσική από την Τουρκία.

Θλιβερά (το λιγότερο!) και απογοητευτικά, όλα όσα λέει ο Περικλής, αν και είναι ήδη γνωστά σε πολλούς από εμάς. Επειδή όμως ακούγονται πράγματι δυστοπικά και απίστευτα, μα απίστευτα απίστευτα, θα τολμήσω να βάλω ένα ερώτημα που, μάλλον, πρέπει να ιδωθεί σαν ικεσία για έλεος, σαν παράκληση για λύτρωση: Μα, είναι δυνατόν, μέσα σε μία μόνο γενιά, να κατορθωθεί τέτοιο σαρωτικό ξερίζωμα της λαϊκής παράδοσης σε ολόκληρη χώρα;

Κάτι σχεδόν αντίστοιχο έχει γίνει και με την Τουρκία, όταν οι Νεότουρκοι θέλησαν να “σμιλέψουν” μία “μοντέρνα” εθνική Τουρκική ταυτότητα, κεκαθαρμένη από μη Τουρκμενικές ξένες επιρροές. Μεταξύ των άλλων, απαγορεύτηκαν τότε και οι Σούφικες θρησκευτικές παραδόσεις, με κορυφαία απαγόρευση εκείνη του δρωμένου των “περιδινούμενων Δερβίσηδων”. Όμως ο Κεμάλ δεν μπορούσε να επεκτείνει τη δράση του και στην κατεχόμενη από τη Βρετανία Κύπρο, η οποία (βεβαίως λόγω παγερής αδιαφορίας της διοίκησης για τέτοια θέματα) παρέμεινε έτσι ο μοναδικός τόπος του κόσμου όπου μπορούσε κάποιος να παρακολουθήσει τα δρώμενα αυτά ενταγμένα στο φυσικό τους περιβάλλον, μακρυά από φολκλόρ κλπ. Δεν υπάρχουν σήμερα, στη Βουλγαρία, ερευνητές που να ψάχνουν (π.χ.) για παραδοσιακά πολυφωνικά συγκροτήματα στην περιοχή του Βώλακα, για τελετές πυροβασίας στον Λαγκαδά Θεσσαλονίκης κλπ. κλπ. κλπ;;;;

Και ακόμα μία απορία μου: πότε ο κ. Rice έγραψε τα παραπάνω; μήπως έχει ήδη ξεκινήσει κάποια μεταγενέστερη, έστω και κατόπιν εορτής, έρευνα από νέους εθνομουσικολόγους;

Η έκδοση του βιβλίου είναι το 1994. Άρα η έρευνα του διδακτορικού θα έγινε τέλη '80 - αρχές '90. Θα εξηγεί ακριβώς πότε ο συγγραφέας, αλλά δεν το έχω εδώ (το λέω όλη την ώρα αυτό :slight_smile: - προς το παρόν δεν έχω σχεδόν κανένα βιβλίο εδώ).

Πάει βαριά βαριά ένα τέταρτο του αιώνα: πράγματι, αρκετός χρόνος ώστε να έχουν γίνει νεότερες έρευνες. Δεν ξέρω αν έγιναν και τι έβγαλαν, γιατί δεν το έχω ψάξει το θέμα - εξ άλλης αφορμής τον διάβασα τον Ράις.

Αλλά κι αν υποθέσουμε ότι κάπου ξέφυγε από τη λαίλαπα κάποιο γαλατικό χωριό, τι αλλάζει; Εδώ, που δεν είχαμε τέτοιο σαρωτικό ξερίζωμα* παρά μόνο τη φυσιολογική απομάκρυνση του λαού από πρακτικές που εκφράζουν ιδέες και πραγματικότητες παρωχημένες (προνεωτερικές), έχουμε π.χ. την Όλυμπο, που επιμένει να εκφράζεται όπως τότε - αλλά ακόμη και σήμερα, που τραγουδιστές κάποιας εμπορικής αναγνώρισης όπως η Φριντζήλα διασκευάζουν ολυμπίτικα, κανείς δεν μπορεί να ισχυριστεί ότι η Όλυμπος επηρεάζει την πανελλήνια μουσική πραγματικότητα.


*Σε κάποιες περιοχές βέβαια υπήρξε όντως σαρωτικό ξερίζωμα. Συνειδητή κρατική καταστολή, πέρα από τη λογοκρισία του Μεταξά, έχει γίνει απ’ όσο ξέρω μόνο στην περίπτωση των μειονοτικών γλωσσών. Αλλά με άλλες αιτίες -πολέμους, ξενιτιές, απότομες οικονομικοκοινωνικές αλλαγές- έχουν χαθεί παραδόσεις. Τίποτε τέτοιο όμως δε συνέβη σε πανελλήνια κλίμακα.

Μόλις διάβασα στο mail ότι έχω απάντηση από τον pepe -ελειπα- έκανα ωχ!!! θα έχει γράψει πάνω από 10 σελίδες. Γειά σου Περικλή. Νομίζω ότι το να υπερβάλουμε, στηριζόμενοι σε κάποιον που έγραψε ένα βιβλίο και ο οποίος δεν γνωρίζω ούτε ποιος είναι ούτε το βιογραφικό του. Τα ερωτήματα που τίθενται παραπάνω, από τον Νίκο αν θυμάμαι, είναι και εύλογα και αληθινά. Δεν γίνεται σε μία γενιά να καταστρέψεις τόσα χωρίς να έχεις αντίδραση. Κανέις λαός δεν δέχτηκε τόσες αλλαγές, ούτε η Τουρκία με την προσπάθεια του Κεμάλ ούτε η Ελλάδα με τον Μεταξά. Και στίς δύο περιπτώσεις έγινε ακριβώς το αντίθετο. Φούντωσε το μπουζούκι και το σάζι αντίστοιχα. Δεν γνωρίζω επίσης γιατί τόση κακία στην παράδοση από ένα καθεστώς που και λόγο δεν είχε και δεν θα προσπαθούσε να έρθει αντιμέτωπο με τον κόσμο. Κάποια εξέλιξη υπήρχε και στη μουσική, μάλιστα ακούγοντας παλιές ηχογραφήσεις δεν βλέπω διαφορές στο ύτε και στη μελωδία ούτε και στα όργανα. Ξέρεις ο φανατισμός πολλές φορές αναγκάζει τους ανθρώπους να υπερβάλουν και για τα συγκεκριμένα καθεστώτα υπάρχει ένας φανατισμός (αστήριχτος) και ένας φόβος επίσης αστήριχτος, που πέρασε για λόγους που δεν είναι του παρόντος. Για να ξεκαθαρίσω, δεν είμαι υποστηριχτής, απλά επισκέφθηκα 3 φορές τη Βουλγαρία με τη χορωδία, μίλησα με τους μαέστρους από τις χορωδίες που μας κάλεσαν, ήταν αντίθετοι με το καθεστώς οι δύο, αλλά κανείς δεν μου ανέφερε κάτι για τέτοιου είδους αλλαγές καί ήταν μουσικοί και μεγάλης ηλικίας. Η πρώτη φορά που άκουσα για τη Βουλγαρία για τέτοιο πράγμα ήταν από το φόρουμ και μάλιστα επικαλούνταν νομίζω την ίδια πηγή. Τώρα σιρτάκι και νταλάρα έχουν όλες οι χώρες. Όσον αφορά τη Ρουμανία που έγραψε κάποιος φίλος, τα δύο αδέρφια του πατέρα μου έζησαν και πέθαναν στο Βουκουρέστι και δεν ήταν πολιτικοί πρόσφυγες, είχαν μεταναστεύσει το 1935. Ειδικά η θεία μου που ήταν και ιδιαίτερα μορφωμένη, ήταν αντίθετη με το καθεστώς, όμως όσον αφορά την παιδεία γενικά και τις τέχνες έβγαζε το καπέλο. Το θέμα όμως είναι πολύ μεγάλο και δεν συζητιέται έτσι εύκολα και μάλιστα όταν υπάρχει ένας αρνητικός μύθος για πολλά από αυτά τα καθεστώτα. Δηλαδή κοντά στο ξηρό καίγονται και όλα τα χλωρά.Διάβασα κάποια άρθρα σε βουλγάρικα site και πουθενά μα πουθενά δεν βρήκα κάποια τέτοια αναφορά. Ίσως να είναι έτσι, δεν γνωρίζω αλλά πολύ υπερβιλικά μου ακούγονται.

Λογικό να μην τον ξέρεις, αν δεν ασχολείσαι με τον χώρο. Η μελέτη του πάντως θεωρείται ορόσημο για τη νεότερη εθνομουσικολογία, αν και αυτό δεν οφείλεται τόσο στις πληροφορίες που αποκαλύπτει όσο στη μεθοδολογία του. Κατά τα άλλα δεν διαφωνώ ότι ακούγονται υπερβολικά.

Μα δεν ήταν κακία, εκεί βρίσκεται όλο το κόλπο! Από κει που την γκάιντα και τα 15σημα τα έπαιζαν οι βοσκοί στα κορφοβούνια και οι αγράμματοι βρακοφόροι στα αλώνια, αίφνης εξωραΐστηκαν και παίχτηκαν από την εθνική ραδιοφωνία και τα μπαλέτα. Ακούστηκαν στο εξωτερικό και ο κόσμος είπε «πω πω οι Βούλγαροι!». Σίγουρα κάποιοι άνθρωποι θα ένιωσαν πικρία (κάποιοι ένιωσαν πολύ σοβαρότερη πικρία σε πολύ σοβαρότερα θέματα), αλλά δεν ήταν κάτι που να προσβάλει συνολικά τον λαό.

Αυτό είναι γεγονός. Ένα άλλο άρθρο που έχω διαβάσει (γραμμένο από Βουλγάρα επιστήμονα), που άκρες μέσες διασταυρώνει τα ίδια γεγονότα, μου φάνηκε εμφορούμενο από αντικομμουνιστικό μένος και γι’ αυτό δεν το παρέπεμψα. Έχω την εντύπωση ότι ο Ράις γράφει πιο ψύχραιμα.

Μμμ… Κι έλεγα μέσα μου, μα μήπως τα 'χω ξαναγράψει τα ίδια; Βλέπεις λοιπόν που επιβεβαιώνομαι;


Εν κατακλείδι:

Εφόσον κανείς από τους δυο μας δεν έχει πρωτογενή εμπειρία της Βουλγαρίας, τι παραπάνω να πούμε για το αν ισχύουν όσα έγραψε ο Ράις; Απλώς κάνω τη σκέψη ότι αν ένα πασίγνωστο (γιατί όντως είναι) βιβλίο διαστρέφει χονδροειδώς την αλήθεια, κάποια αντίδραση θα είχε φτάσει στ’ αφτιά μας. Πέραν αυτού, δεν έχω κανένα λόγο να εγγυηθώ για την ακρίβεια των γραφομένων του Ράις, αλλά και κανένα λόγο να την αμφισβητήσω.

— Νέο μήνυμα προστέθηκε στις 01:14 ::: Το προηγούμενο μήνυμα δημοσιεύθηκε στις 00:50 —

Προσθήκη:

Γίνεται.

Ένας άνθρωπος, ή ένας κυβερνητικός σχηματισμός, δεν μπορεί ποτέ να το κάνει. Στη Βουλγαρία όμως έχουμε διαφορετική περίπτωση: έχουμε μια ριζική ανααδιάρθρωση ολόκληρης της κοινωνίας - άλλο πολίτευμα, άλλη οικονομία, άλλη παιδεία, «άλλη» θρησκεία, άλλον αξιακό κώδικα. Ότι οι μουσικές αλλαγές έρχονται ως συνέπεια των κοινωνικών αλλαγών είναι κάτι γενικά δεκτό από την εθνομουσικολογία. Εδώ λοιπόν η κοινωνική αλλαγή ήταν σαρωτική. Δεν είναι απίθανο λοιπόν να ήταν σαρωτική και η συνακόλουθη μουσική αλλαγή (χωρίς, και πάλι, να υποστηρίζω προσωπικά ότι συνέβη - απλώς ότι μπορεί να συνέβη).

Όσο για το «χωρίς αντιδράσεις»: δε γνωρίζω καλά την ιστορία του Υπαρκτού Σοσιαλισμού, αλλά σίγουρα, όσο κι αν υπήρχαν αντιδράσεις προς το καθεστώς -δεν μπορεί να μη σηκώθηκε φρύδι σ’ όλη τη Βουλγαρία-, συνολικά δεν ήταν μια δικατατορία που να επιβλήθηκε χωρίς λαϊκή στήριξη. Με λαϊκή στήριξη λοιπόν έγινε και η πλήρης μεταμόρφωση της βουλγάρικης κοινωνίας. Το αναφέρω αυτό όχι για να γυρίσουμε την κουβέντα σε ιστορικοπολιτική (που δε θα είχα τα φόντα να την παρακολουθήσω) αλλά σε συσχετισμό με τη μουσική αλλαγή ως συνέπεια της κοινωνικής αλλαγής.

Όντως δεν γνωρίζω περισσότερα και ίσως ο συγγραφέας να λέει αλήθειες. Έχω να το λέω χρόνια τώρα όμως, όταν διάβασα τις σταυροφορίες από ιστορικούς Ευρωπαίους και ύστερα από Άραβες και έπαθα πλάκα για τις τεράστιες διαφορές ακόμη και σε συκγεκριμένα γεγονότα. Δεν θυμάμαι τους ιστορικούς, αλλά και η μεθοδολογία ήταν στηριγμένη σε αποδεκτούς κανόνες από τη φιλοσοφία της ιστορίας και από τις δύο πλευρές και θεωρούνταν πολύ καλοί ιστορικοί. Από τότε, πάντα μαθαίνω όσα περισσότερα μπορώ για τον συγγραφέα οποιουδήποτε βιβλίου, και μετά το διαβάζω. Τα κίνητρα του συγγραφέα είναι πολύ σημαντικό πράγμα, ακόμη και ο λόγος για τον οποίο ασχολείται με το συγκεκριμένο αντικείμενο . Μπορεί ο Rice να είναι όπως γράφεις. Θα το ψάξω περισσότερο μέσα από τη Βουλγαρία. Θα βρω κάποιον τρόπο. Καληνύχτα.

Δεν έχω μελετήσει τα πρόσφατα μακροσκελή σχόλια. Το παρόν εκφράζει απορία με αφορμή την ανακίνηση του θέματος.
Το Μάιο του 2005 βρέθηκα στη Βουλγαρία, στα ορεινά περίχωρα της Σόφιας. Έτυχε να είμαι παρών σε κάποια Βουλγάρικα γλεντάκια. Ένα τραγούδι-σκοπός που διαπίστωσα ότι ήταν αρκετά δημοφιλές και γνωστό ήταν ένα που θυμίζει το “μια Σμυρνιά στο παραθύρι” (1).
Και στη βουλγάρικη έκδοση ήταν επτάσημο - όπως αμέσως αναγνώρισε και Σκανδιναβός, από τα νησιά Φερρόες, συνάδελφος- και χορευόταν σαν καλαματιανός. Ο σκοπός πρέπει να ήταν παραδοσιακός. Μάλιστα, ένα βράδυ το άκουσα από μια παρέα ενού Βούλγαρου παπά, ο οποίος γιόρταζε τα γενέθλιά του. Η παρέα του μαζί με αυτόν το τραγούδησαν χωρίς όργανα. Αν έχω σωστή εντύπωση θα υπάρχουν πολλά βουλγάρικα βιντεάκια στο yt με το συγκεκριμένο σκοπό αλλά πώς να το εντοπίσει κανείς άμα δεν ξέρει τη γλώσσα; Τέλος πάντων, έχω απορία.
(Σε μια άλλη περίσταση, η γύφτικη κομπανία ενος κέντρου έπαιξε και το “τσικουλάτα” (τρελό σουξέ εκείνα τα χρόνια στην Ελλάδα). Το χόρεψα μαζί με βούλγαροι καθηγηταί και φοιτηταί/τριαι. Οι γύφτοι παίξανε επίσης και το “Σάντα Λουτσία” το οποίο ενθουσίασε παρέα Κινέζων γηραιών τουριστών σε διπλανή παρέα.
(1) παρόμοιο σχόλιο είχα κάνει και σε μια ανάρτηση σε blog του Δημήτρη Ν. αλλά δεν θυμάμαι σε ποιο.

Εδώπάντως, τα εφτάρια εμφανίζονται συχνότατα και μάλιστα, σε τέμπο και τονισμό που θυμίζει καλαματιανό και όχι μαντηλάτο.

(…αναφέρεται και ο Rice, μάλλον με σεβασμό και όχι με τάσεις αμφισβήτησης των λεγομένων του…)