Τρανός χορός, στην Unesco!

Ο Τρανός χορός είναι το δεύτερο έθιμο
[μετά τα Μωμοέρια του Δωδεκαημέρου που εντάχθηκε στον κατάλογο της Unesco το 2015]
το οποίο, αυτές τις ημέρες, θέτει υποψηφιότητα για ένταξη στην Άυλη Πολιτιστική Κληρονομιά της χώρας μας και στη συνέχεια θα διεκδικήσει θέση, επίσης, στην Άυλη Πολιτιστική Κληρονομιά της Ανθρωπότητας, της Unesco.
Πρόκειται για ένα χορευτικό δρώμενο που λάμβανε χώρα σε γάμους μετά την τέλεση του μυστηρίου, αλλά και το Δεκαπενταύγουστο, στην περιοχή του Δήμου Εορδαίας και Σιάτιστας, γενικά στην περιοχή της Δ. Μακεδονίας.

[Πληροφορίες για τον Τρανό χορό από το 12ο τεύχος του περιοδικού «e-Δίαυλος»]:
Ο Τρανός χορός στους γάμους
Σ’ αυτές λοιπόν τις περιοχές, το κυρίως γλέντι του γάμου μεταφερόταν στην πλατεία του χωριού, όπου γινόταν ο «Τρανός χορός», ένας μεγαλόπρεπος δωρικός χορός, ήρεμος, με συμμετρικές κινήσεις, αργός στα βήματα στην αρχή και γρήγορος πηδηχτός προς το τέλος.
Πρόκειται για χορό που έχει χαρακτήρα ιεροτελεστίας και όχι διασκέδασης.
Αποτελεί έκφραση λύπης των συγγενών της νύφης και χαράς της οικογένειας του γαμπρού. Όσοι μετέχουν είναι όρθιοι, ευθείς, ευθυτενείς και κατακόρυφοι, χωρίς κυρτώσεις.
Συμμετείχε όλο το συγγενολόι του γαμπρού και της νύφης στον Τρανό χορό, σχημάτιζοντας ένα τρανό κύκλο, με το κεφάλι ψηλά και το βλέμμα μακριά με σοβαρό και περήφανο ύφος. Όλοι αγέρωχοι!
Μπροστά ο νονός, μετά ο πατέρας του γαμπρού και της νύφης, ακολουθούσαν τα αδέλφια των νεόνυμφων και κατόπιν οι άνδρες, πιασμένοι με τα χέρια τεντωμένα κάτω και με τα δάχτυλα των χεριών τους πλεγμένα και, τέλος, οι γυναίκες πιασμένες αγκαζέ.
Τελευταίος από τους άντρες και δίπλα στη νύφη ήταν ο γαμπρός. Μετά τη νύφη, η κουμπάρα. Όλοι συγχρονίζονταν με το βηματισμό του πρώτου, του νονού ( ή τουπαππού). Έκαναν ένα βήμα μπροστά και ένα βήμα πίσω. Αφού έρχονταν τρεις γύρους, τον Τρανό χορό τον έκλεινε ο γαμπρός με το τραγούδι:
Κόρ’ απ’ την Ανατολή κι άγουρος απ’ την Αγνιά
πάησαν κι ανταμώθηκαν στουν ξηροπόταμον.
-Πέρασέ μου νιούτσικι, πάρε τα παπούτσια μου.
-Δεν τα θέλω κόρη μου, δεν τα καταδέχομαι.

Στη συνέχεια, έφευγαν οι άνδρες κατά την εναλλαγή από τον αργό στο γρήγορο ρυθμό, ενώ τα “μπρατίμια” με τις όμορφες ποδιές περίζωναν ασφυκτικά για λίγα λεπτά τα όργανα από ενθουσιασμό και κέφι και κάποιες φορές έπαιρναν τα καπέλα από τους οργανοπαίκτες και τα πετούσαν ψηλά.

Με την απομάκρυνση των αντρών, έμειναν μόνο οι γυναίκες για να χορέψει η νύφη το νυφιάτικο, αργό γυναικείο χορό με μικρά δωρικά βήματα που χορεύεται μόνο σε γάμους. Χόρευε σεμνά και καμαρωτά. Προσκυνούσε μια φορά στην αρχή και μια φορά στο τέλος του χορού.
Ο χορός κρατούσε μέχρι να βασιλέψει ο ήλιος και συνεχιζόταν στο σπίτι του γαμπρού ως στα ξημερώματα μέσα σε ένα περιβάλλον γιορτής, χαράς και ευτυχίας.

Ο Τρανός χορός, το Δεκαπενταύγουστο.
Χορεύεται χωρίς όργανα, μόνο με τραγούδι. Είναι χορός φωνητικός και όχι χορός ενόργανος, όπως του γάμου.
Τα τραγούδια που λέγονται είναι λυρικά, ερωτικά, ιστορικά, ηρωικά και κλέφτικα.
Χορεύεται περίπου με τα ίδια βήματα, με επισημότητα και έχει καθολική συμμετοχή και κοινωνικά χαρακτηριστικά.
Τα κοινά χαρακτηριστικά της δομής του με τον Τρανό χορό του γάμου είναι: η υποστατική ιεράρχηση, η κατάφαση της διακριτής ετερότητας των φύλων, η διάσωση της διανθρώπινης κοινωνίας, η αταλάντευτη κοινοτική βούληση για ιστορική συνέχεια, ο πόθος για μια ζωή όρθια και ελεύθερη, αδούλωτη και αυτεξούσια, η διαπαιδαγώγηση της νέας γενιάς και της νιότης στο χορό της ελευθερίας και της αγάπης για τη ζωή.
Η διαφορά με τον Τρανό χορό στους γάμους είναι ότι είναι χορός πάγκοινος, συμμετοχικός και καθολικός.
Χορός ενότητας που δίνει τη δυνατότητα συμμετοχής σε όλο το χωριό και όχι μόνο στους συγγενείς.
Χορός που δεν θέλει θεατές αλλά μετόχους.
Κυκλοτερός είναι ο Τρανός χορός αλλά ποτέ κλειστός χορός- κύκλος, για να μπαίνουν όσοι επιθυμούν.
Επιτυγχάνει να μετατρέψει σε τραγούδι και χορό τη ζωή, δίνει τη δυνατότητα να μπει στον κύκλο-χορό όλο το χωριό ενιαίο. Τους αγκαλιάζει όλους, αγαπημένους και μαλωμένους, μικρούς και μεγάλους, άνδρες και γυναίκες.
Δεν υπάρχει το ατομικό εγώ αλλά το συλλογικό εμείς, δεν χορεύει το άτομο, αλλά ταυτίζεται χορεύοντας με το κυρίαρχο στοιχείο του συλλογικού εμείς της κοινότητάς του.
Υπάρχουν άγραφοι κανόνες που καθορίζουν τα θέματα και τις διαδικασίες σύμφωνα με τους οποίους τα άτομα εντάσσονται στο ενιαίο χορευτικό σύνολο και οι οποίοι τηρούνται με θρησκευτική ευλάβεια απ΄όλους. Τα άτομα εντάσσονται στο χορό με ηλικιακή ιεράρχηση. Οι γεροντότεροι είναι αυτοί που μπαίνουν μπροστά και οδηγούν τις δύο ομάδες που τον απαρτίζουν, ακολουθούν οι μεσήλικες, κατόπιν οι νεότεροι και μετά οι γυναίκες με την ίδια αυστηρή ιεράρχηση. Στην κεφαλή του Χορού, βρίσκεται ο γεροντότερος πάντων που «σέρνει το χορό» με το χορευτικό και φωνητικό τραγούδι που τραγουδιέται πρώτα από τους άνδρες που αποτελούν το μισό μπροστινό Χορό και επαναλαμβάνεται το ίδιο από τις γυναίκες που συγκροτούν το υπόλοιπο μισό του Χορού. Βροντοφωνούν οι άνδρες, αντιφωνούν οι γυναίκες.
Έτσι, σχηματίζεται ένας τεράστιος κύκλος «με μία κεφαλή». Στο μέσον του κύκλου εποπτεύει ο τελετάρχης, πρόσωπο σεβαστό και αποδεκτό από την κοινωνική ομάδα, ο οποίος συντονίζει τον χορό, δίνει τον τόνο και ρυθμίζει κάθε λεπτομέρειά του.
Το τραγούδι αρχίζει από τον κορυφαίο και επαναλαμβάνεται ρυθμικά από τις υπόλοιπες ομάδες.
Παλιότερα η σειρά του Τρανού Χορού καθοριζόταν από την κοινωνική σύνθεση του χωριού. Μπροστά χόρευε η εύπορη τάξη των εμπόρων, ακολουθούσαν οι βιοτέχνες και μετά οι κτηνοτρόφοι με τις άσπρες φουστανέλες και, τέλος, έκλειναν τον κύκλο οι αγωγιάτες με τις μαύρες τους φουστανέλες.

Οι στίχοι των τριών τραγουδιών που τραγουδιούνται κατά τον Τρανό χορό είναι:

Για τ΄ ισένα κυρά νύφη
πέντε κάστρα µάλωναν
κι άλλα πέντε πολεµούσαν
για τα δυό σου µαύρα µάτια
και το µιρτζιανό σου χείλι
την αµάχη ‘πο πιασάµι
και στη µέσ’ σταυραιϊτός
και µου πήρεν την περδίκα
και µ’ την έφαγι
και µου πήρεν το µαντήλι
και µ’ το πέταξιν.
Στου Αη-Θανάση την αυλή
χρυσό πουλάκι στέκει και λαλεί.
Αηδονολαλεί και λέει
τον καιρό µου θέλ’ να εύρει.
Στα τρία αλώνια βάλαν την βουλή
για Σταµούλη το σκυλί,
µεσ΄ στη Σιάτιστα να πάνουν
τρεις αρχόντισσες να πάρουν
τη Γεράνεια να πατήσουν
κι’ άρχοντα να µη αφήσουν.
Στο Γρεβενό γιουµάτιαν
και στο γιουφύρ΄ σταµάτησαν
µεσ’ στην άκρ’ απ’ το γιοφύρι.
έστησαν χρυσό τσαντήρι,
άνοιξαν τα µπαϊράκια τους
δεν ξέρουν τα φαρµάκια τους.
Θα γυρίσουν λαβωµένοι
δεν το ξέρουν οι καηµένοι.
«Κυρά - Σανούκω, (*) πες της Βάϊας σου
να διώξ’ τους φυλαχτάδες,
διώξτε τους να παν εκείθε
να πατήσουµε το σπίτι».
“∆εν σας φοβάµαι
σκυλαρβανιτάδες,
έχω τα σπίτια µου ψηλά
µε µολύβι σκεπασµένα
και µε µάρµαρο στρωµένα”.
Κάτω στο Μπούνο µαχαλά
µάστε φκέλλια και τσαπιά,
σύρτε και στου Καρδογιάννη
να του πάρτε το τηγάνι.
Μωρή κοντή συρµατιρή,
κοντή συρµατιρένια,
να ρθείς αργά στην πόρτα µου
να ρθείς και στ’ αργαστήρι.
Έχω δυό λόγια να σου πω
δυό λόγια να σου κρένω.

  • Και πως να πω τη µάνα µου
    και πως να την γελάσω.
  • Μάνα µ΄ νερό δεν έχουµε
    σα δε ναι σύρε πάρε.
    Κι αδράχνει το χρυσό σταµνί
    στη βρύση για να πάει
    και βρίσκει το γιαρέντι της
    στην πέτρα να κοιµάται.
    Να τον ξυπνήσει αντρέπεται
    να τον λογιάσ’ φοβάται
    και σκύβει και τον φίλησε
    στα µάτια και στο στόµα.

(*) Ο χορός αυτός ανάγεται σε ιστορικό γεγονός του 1784 (ή 1725), όταν οι γενναίοι Σιατιστινοί με αρχηγό τον προεστό Νιόπλιο απέκρουσαν, από το αρχοντικό «Χατζηγιάννη» της ηρωίδας κυρά- Σανούκως Τσιαγκάλη, επιδρομή Τουρκαλβανών που επιχείρησαν να πατήσουν την περιοχή της Σιάτιστας.
[Η Σανούκω Τσιαγκάλη του Κων/νου Τσιαγκάλη και της Ελένης Χατζηιωάννου/Χατζηγιάννη της οποίας το αρχοντικό διασώζεται μέχρι σήμερα και ανήκε στην οικογένεια των εμπόρων Χατζηγιάννη, βρισκόταν σε κομβικό σημείο στη Σιάτιστα, ελέγχοντας μια από τις εισόδους της πόλης. Η άμυνα ξεκίνησε από εκεί και με συντονισμένες κινήσεις, κατάφεραν να αντιμετωπιστεί με απόλυτη επιτυχία έφοδος Αλβανών στην περιοχή. Κατά τη διάρκεια της επιδρομής και αφού εξαντλήθηκαν τα πυρομαχικά, η Σανούκω πήρε το τηγάνι από τον Καρυδογιάννη, έλιωσε τις κασσιτερένιες απλάδες (μεγάλα πιάτα) της , έκαμε σφαίρες και υπερασπίσθηκε αποτελεσματικά το αρχοντικό της].

Αυτός είναι ο Τρανός χορός, λοιπόν, που διεκδικεί θέση στην Άυλη Πολιτιστική Kληρονομιά της Ανθρωπότητας της Unesco!

3 «Μου αρέσει»

Μάλιστα…

Αν εκφραστούν επιφυλάξεις για τον θεσμό και το σκεπτικό του, κανείς δε θα εκπλαγεί, ε;

Αν ο χορός που εντάχθηκε στην Ουνέσκο είναι στενά και αυστηρά αυτός που περιγράφεται στο άθρθο, τότε δεν αποτελεί άυλη πολιτιστική κληρονομιά της Ελλάδας αλλά μιας συγκεκριμένης περιοχής στη Σιάτιστα.

Από την άλλη, αυτός ο χορός είναι όντως πολιτιστική κληρονομιά σε ένα σωρό μέρη της Ελλάδας, απλώς δεν ονομάζεται παντού Τρανός, ούτε έχει παντού ακριβώς τα ίδια βήματα ή τα ίδια τραγούδια ή την ίδια σειρά των χορευτών ανάλογα με το φύλο κλπ., παραμένοντας ωστόσο κατ’ ουσίαν ένας αργός, τελετουργικός χορός, με αντιφωνικό τραγούδι από τους χορευτές, με έκδηλο το στοιχείο της κοινοτικής συνοχής, και από κει και πέρα με τοπικές μικροδιαφορές ελάχιστα σημαντικότερες από τις διαφορές που περιγράφεται ότι έχει ο γαμήλιος Τρανός από τον Τρανό του 15αύγουστου.

Αν λοιπόν κάτι τέτοιο είναι αυτό που εντάσσεται στην Ουνέσκο, τότε πολύ απλά δε θα έπρεπε να περιορίζεται στη Σιάτιστα και σε ό,τι τιτλοφορείται Τρανός και όχι με άλλο όνομα.

???


Νομίζω ότι τελικά τα κριτήρια της Ουνέσκο είναι φολκλορικοτουριστικά…

1 «Μου αρέσει»

Το μερικό εκφράζει και το γενικό, όσον αφορά το θεσμό της Ουνέσκο.
26 τόσες εγγραφές έχουν γίνει στον κατάλογο της άυλης πολιτ. κληρονομιάς, όσον αφορά στη χώρα μας, τουλάχιστον!
Ανάμεσά τους η παραδοσιακή τέχνη της πέτρας στα Λαγκάδια Αρκαδίας, η καλλιέργεια της κορινθιακής σταφίδας, η οινοκαλλιέργεια στη Σαντορίνη κ.λπ.
Φυσικά και δεν απαιτείται να εκφράζουν το σύνολο των δραστηριοτήτων ή της ενασχόλησης μιας χώρας και των πολιτών της, αυτό είναι δεδομένο.

Όσον αφορά στη φράση «υποστατική ιεράρχηση», δεν θεώρησα αναγκαίο να την τροποποιήσω από το κείμενο που παρέθεσα, εννοείται με τη φιλοσοφική/θεολογική της έννοια, υποθέτω και – από τα συμφραζόμενα – κρίνω ότι γίνεται αντιληπτή η έννοια: ιεράρχηση ηλικιακή, κατά φύλο ενίοτε, κατά αξιώματα άλλες φορές κ.λπ.

Αν αξιοποιηθεί σωστά ένα θετικό αποτέλεσμα σε όποια υποψηφιότητα τίθεται σωστά και τεκμηριωμένα, τι πρόβλημα υπάρχει;

Εντάξει, νομίζω ότι η κορινθιακή σταφίδα και το σαντορινιό κρασί έχουν κάποιον πανελλήνιο χαρακτήρα, κι ας είναι τοπικά προϊόντα. Και η μαστίχα Χίου και το φιστίκι Αιγίνης.

Ιδίως η κορινθιακή σταφίδα έχει επηρεάσει καταλυτικά τη νεότερη ιστορία της Ελλάδας. Είμαι σίγουρος ότι κάπου θα έχει επηρεάσει και το ρεμπέτικο (δημιουργία μεταναστευτικών κοινοτήτων…)! Είναι κάτι πιο πέρα από απλώς μια ποικιλία σταφίδας λίγο αλλιώτικη από των άλλων περιοχών. (Αλλά δεν είναι άυλα όλα αυτά βρε αδερφέ!)

Κάθε άλλο παρά πανελλήνιο χαρακτήρα ή επίδραση γενικότερη έχει κάποιο από αυτά, π.χ. ο τσακώνικος χορός, ο βλάχικος γάμος της Θήβας, αρκετά τοπικά πανηγύρια, τα Μωμοέρια κ.λπ.

Ούτως ή άλλως, το κριτήριο για ένταξη στο μητρώο ΑΠΚ δεν είναι ο ενδεχόμενος πανελλήνιος χαρακτήρας και οι επιδράσεις ούτε αυτός είναι ο στόχος της Ουνέσκο.

Αντίθετα, προβάδισμα δίνεται πάντοτε στην τοπική κοινωνία, στη μικρή, τη συγκεκριμένη κοινότητα, στην ατομική πρωτοβουλία, που προβάλλει ένα δρώμενο, ένα έθιμο, μια τοπική παράδοση κ.λπ. και καταβάλλει προσπάθεια με κόπο και θυσίες να τη διατηρήσει.

Οι τοπικές κοινότητες λοιπόν επιφορτίζονται με το έργο να αποδείξουν ότι το προβαλλόμενο είναι μια δυναμική, μια ζώσα, κληρονομιά, ότι αποτελεί μια ζωντανή εμπειρία που εξακολουθεί να ισχύει και ότι μεταδίδεται από γενιά σε γενιά.

Να τονίσω ότι και η χώρα μας έχει υπογράψει σύμβαση με την Ουνέσκο, έχει γίνει νόμος του κράτους από το 2012 η παρουσίαση τοπικών δρώμενων κ.λπ. και σ’ αυτό συμμετέχουν όλες οι χώρες του κόσμου, με πιο δραστήριες την Ιαπωνία και την Κίνα.

Πού είναι το κακό σε αυτό το σκεπτικό, εγώ τουλάχιστον δεν το βλέπω και ελπίζω να καταλαβαίνουμε όλοι μας ότι και η χώρα μας πρέπει να δίνει το παρόν, εξάλλου από πολιτιστική κληρονομιά είμαστε πλήρεις ως λαός.

Και πάμε στο στόχο αυτής της ένταξης στο μητρώο ΑΠΚ που είναι:

η ανάδειξη και ευρύτερη γνωστοποίηση μιας τοπικής ή όχι παράδοσης, δρώμενου κ.λπ.,

η διαφύλαξη από τη λήθη του χρόνου

η εξασφάλιση της βιωσιμότητάς της

η απόδειξη ότι αποτελεί μια ζώσα κληρονομιά που πρέπει να διασωθεί, [ακόμα και με χρηματοδότηση, γιατί όχι; Αυτό γίνεται παγκόσμια, όταν αποδεικνύεται η σημασία της διατήρησης…]

η επαφή και η συνεργασία με διεθνείς συλλόγους, για την προώθηση, για αμοιβαίες επισκέψεις και ανταλλαγή τεχνογνωσίας, εμπειρίας κ.λπ.

η κατοχύρωση του εθνικού πολιτισμικού κεφαλαίου που διαθέτει μια χώρα, πράγμα που μπορεί να αξιοποιηθεί και για άλλους στόχους, εθνικούς, και πολιτικούς, εκτός από οικονομικούς…

Γενικά ένα έθιμο παραμένει ζωντανό όσο παραμένει ζωντανή η ανάγκη την οποία καλύπτει αυτό το έθιμο. Για παράδειγμα, ένας χορός που προβάλλει και συνάμα ανανεώνει την κοινοτική συνοχή θα συνεχίζει να τελείται όσο η κοινότητα αισθάνεται ζωντανή τη συνοχή της, ζωντανή την ανάγκη διαιώνισης αυτής της συνοχής, και κατάλληλο τον χορό ως μέσο για να επιτευχθεί αυτό.

Μερικές φορές συμβαίνει να προστεθούν και άσχετα κίνητρα για τη συνέχιση του εθίμου, που να έρχονται έξωθεν ή άνωθεν ή ακόμη κι από μέσα αλλά με τη ματιά στραμμένη προς τα έξω:
-«Είναι σπουδαίο»
-«Είναι πανάρχαιο»
-«Είναι σπάνιο / μοναδικό»
-«Είναι ξακουστό στους ξένους»
-«Το έδειξε η τηλεόραση».
-κλπ…

Σε όσες περιπτώσεις που να συνέβη αυτό έχω προσωπική εμπειρία, γενικά η τάση είναι προς την αποπλαισίωση, δηλαδή σταδιακά το έθιμο να απεξαρτάται από τις ανάγκες που το διατήρησαν και να συναρτάται με τα καινούργια αυτά κίνητρα, με αποτέλεσμα τελικά να μένει κυρίως το περίβλημά του και να ξεχνιέται το περιεχόμενό του.

Μ’ ένα προϊόν υλικής πολιτιστικής κληρονομιάς, όπως η σταφίδα, δε φαντάζομαι πώς θα γινόταν κάτι τέτοιο. Η όντως άυλη κληρονομιά όμως είναι πιο ευπαθής.

Ίσα- ίσα, σ’ ένα καθαρά υλικό προϊόν που είναι αντικείμενο βιοπορισμού μιας κοινωνίας (όπως η σταφίδα),
ακριβώς επειδή υπεισέρχονται άλλοι παράγοντες όπως η εμπορευματοποίηση και κυρίως η ανταγωνιστικότητα, μια και αφορά τη διεθνή αγορά - άρα καθαρά το χρήμα,
έχουν επέλθει τεράστιες μεταβολές: εισαγωγή νέων σπόρων/ειδών, αλλαγές στον τρόπο καλλιέργειας, στο μέγεθος της παραγωγής, στην τελική παρουσίαση του προϊόντος, στην εξαγωγή κ.λπ.

Αντίθετα, ένα άυλο αγαθό που δεν αποτελεί σχεδόν καθόλου ή - αν αποτελεί θα είναι σε ελάχιστο βαθμό - προϊόν έντονου ανταγωνισμού και δεν αποτελεί κατά κανένα τρόπο είδος οικονομικού βιοπορισμού, οι αλλοιώσεις θα είναι αμελητέες.

Αλλά, ακόμα και αν επέλθουν αυτές οι αλλοιώσεις σε ένα άυλο αγαθό– αναπόφευκτες, μερικές φορές, στο πέρασμα των χρόνων – δεν θα έχουν να κάνουν με την ένταξη ή όχι στον κατάλογο ΑΠΚ της Ουνέσκο.

Χμ… Δίκιο έχεις, Ελένη, εκφράστηκα επιπόλαια. Σκεφτόμουν ότι δεν τίθεται θέμα εμπορευματοποίησης για ένα προϊόν που ούτως ή άλλως ήταν ανέκαθεν εμπορικό, αλλά σαφώς και υπάρχουν άλλου είδους μεταβολές.

Ναι, αν η ένταξη της συγκεκριμένης παράδοσης στον κατάλογο περάσει τελείως στο ντούκου στις κοινωνίες που την καλλιεργούν. Αν το γεγονός γίνει αντιληπτό και του δοθεί κάποια σημασία, το μόνο που μπορεί κανείςλογικά να περιμένει είναι το ίδιο που έχει συμβεί σε κάθε ανάλογη περίπτωση.

Και το Καρπάθικο Γλέντι εντάχθηκε επίσημα τις τελευταίες μέρες στο Ελληνικό Εθνικό Ευρετήριο Άυλης Πολιτιστικής Κληρονομιάς. Εδώ σχετικό άρθρο.
Όπως βλέπουμε η διαδικασία δεν ήταν ανέφελη μιας και υπήρξαν ενστάσεις, not surprisingly, από Ολυμπίτες. Εδώ διεξοδική παρουσίαση του όλου ιστορικού, με ημερομηνίες και ονόματα.
Κατ’ εμέ, ο υποναύαρχος πιάνει την ουσία του θέματος σχετικά με το τι (υποτίθεται ότι) είναι Α.Π.Κ.

Απίστευτο!!! Κρίμα…

Ή, και καθόλου απίστευτο εδώ που τα λέμε. Αλλά πάντα κρίμα.

Ορισμένα ονόματα από την ομάδα της ένστασης δεν εκπλήσσουν καθόλου. Άλλα πάλι ομολογώ πως εκπλήσσουν.

Με κάτι τέτοια, τελικά παίρνω το μέρος της Ουνέσκο!

Εύγε στον αρθρογράφο της Καρπαθιακής.


Μιας και η συγκεκριμένη περίπτωση είναι η μόνη της οποίας το διακύβευμα μού είναι τόσο γνωστό, και η μόνη επίσης για την οποία συνέβη να διαβάσω λεπτομερή ραπόρτα, την όλη φάση την καταλαβαίνω σε βαθμό που δεν είχα καταλάβει ούτε τον Καραγκιόζη, ούτε τον Τρανό, ούτε κανένα άλλο άυλο μνημείο. Και μέσω αυτής αρχίζω να καταλαβαίνω καλύτερα και τον όλο θεσμό.

Ένα πράγμα λοιπόν που συνειδητοποιώ είναι ότι μόνο οι ίδιοι οι φυσικοί φορείς της κάθε παράδοσης μπορούν να ξέρουν περί τίνος πρόκειται. Άντε και κανένας μη ντόπιος ερευνητής, όπως εν προκειμένω ο Κάβουρας. Η επιτροπή της Ουνέσκο, από αυτούς περιμένει να σχηματίσει άποψη - αν ήταν να αποκτήσουν τα μέλη της ιδία αντίληψη για το κάθε άυλο μνημείο, θα έπρεπε να αφιερώνουν δεκαετίες κάθε φορά. Κι όταν τύχει να πέσουν σε περιπτώσεις που δημιουργούν κόντρες (π.χ. το Ελλάδα-Τουρκία με τον Καραγκιόζη ή εδώ αυτό με τους Καρπάθιους), ούτε ψύλλος στον κόρφο τους!

Πάντως, οι Ολυμπίτες δεν το έβαλαν κάτω. Υπέβαλαν δική τους πρόταση για το 2019 που αναμένεται να εξεταστεί από την αρμόδια επιτροπή του υπουργείου (ή κάτι τέτοιο). Εδώ οι σχετικές πληροφορίες μαζί με όλο τον κατάλογο των προτάσεων που θα εξεταστούν. Πατώντας το “+” βγαίνουν πληροφορίες για κάθε πρόταση.
(εγώ είμαι με τους Κασιώτες που τους έχει φάει το μαύρο φίδι απ΄’ο,τι καταλαβαίνω)

Μα τι γίνεται εκεί μέσα!!

Διάβασα κάμποσες από τις προτάσεις. Απορώ πώς όλες αυτές έχουν περάσει από κοινού στα προκριματικά. Μερικές είναι συνταγμένες σαν να πρόκειται για διαφήμιση, άλλες με τελείως παιδαριώδη περιγραφή, αρκετές αφορούν πολιτισμικά στοιχεία του ίδιου χωριού ή περιοχής (δύο από ένα χωριό της Θάσου, τέσσερις από Μεσολόγγι κλπ.), και τουλάχιστον μία μοιάζει να είναι τρολάρισμα. Δε λέω ποια, όποιος θέλει ας ρίξει μια ματιά.

Και για την ολυμπίτικη πρόταση απορώ πώς πέρασε στα προκριματικά, αφού αφορά το ολυμπίτικο γλέντι που αποτελεί υποπερίπτωση του καρπάθικου γλεντιού, το οποίο έχει ήδη ενταχθεί στον κατάλογο!

Μ’ άρεσε η πρόταση για τα αποστακτήρια της ρακής, που προφανώς αποσκοπεί στο να αναχαιτίσει τα μέτρα κλεισίματος των παραδοσιακών μικρών καζανιών.

Περικλή (ή, ίσως, κάποιος άλλος…), μήπως ξέρεις να μας πληροφορήσεις για το πότε δημιουργήθηκε η Goth κοινότητα της Ελλάδας;

Σύμφωνα με ένα αφιέρωμα του Μανώλη Νταλούκα:

Το Γκοθ στην Ελλάδα εμφανίζεται στις αρχές της δεκαετίας του 1980, σαν μία ιδιαίτερη τάση του ελληνικού New Wave. Η τάση, αρχικά, αντιμετωπίζεται με απαξίωση και οι πρώτοι έλληνες γκοθ ονομάζονται από τους άλλους, περιφρονητικά, ντεθάδες, δηλαδή θανατόφιλοι. Υπήρχε τότε σε πολλούς η λανθασμένη πεποίθηση πως οι γκοθ έκαναν έρωτα μέσα σε φέρετρα και γενικά ηδονίζονταν με τον θάνατο. Καμία σχέση, βέβαια, με την πραγματικότητα. Και το ελληνικό γκοθ ήταν (και είναι) ένα κίνημα Τέχνης, που μπορεί να εκφράζει ιδιαίτερα άτομα, αλλά αυτό δεν σημαίνει πως αυτά δεν θέλουν να ζήσουν.

Φυσικά, η φήμη της «θανατοφιλίας» ενισχυόταν και από σύμβολα που χρησιμοποιούσαν οι γκοθ: νεκροκεφαλές, φέρετρα και άλλα ανάλογα. Όλα αυτά, όμως, είχαν μια συμβολική χρήση. Ο «θάνατος» που περιείχαν τα σύμβολα, συμβόλιζε την ηθελημένη απομάκρυνσή τους από την συντηρητική κοινωνία, που ποτέ δεν αποδέχεται την διαφορετικότητα.

Στο ελληνικό γκοθ , η διαφορετικότητα είναι αξία υπέρτατη και αυτός είναι ο λόγος που πολλοί του LGBTQ χώρου ελκύονται από αυτή την κουλτούρα.

Όπως και στις άλλες υποκουλτούρες του ροκ, έτσι και το ελληνικό γκοθ αποτελείται από παρέες, που μπορεί να συχνάζουν στα ίδια μέρη, αλλά δεν συμπεριφέρονται και με εντελώς ομοιόμορφο τρόπο. Υπάρχει βέβαια μια πλατφόρμα, κάποιες γενικές αρχές, αλλά από εκεί και πέρα ο κάθε γκοθ ξεχωριστά εκφράζει τον δικό του κόσμο.

Το γκοθ ντύσιμο δεν είναι ομοιόμορφο, ούτε είναι πάντα μαύρο και σκοτεινό. Αν αφήσουμε τους άντρες Γκοθ και εστιάσουμε στις γυναίκες, υπάρχει ντύσιμο που θυμίζει χορεύτρια καμπαρέ και άλλο με έντονα χρώματα, που λέγεται και στυλ της γκοθ λολίτας. Πολλοί μελετητές του γκοθ έχουν ξεχωρίσει στερεότυπα (στυλ ντυσίματος), μερικά από αυτά είναι: Ντύσιμο Μεσαίωνα, Cyber Goth, Gothabilly, Deathrock, κ.α.

Αλλά υπάρχουν και γκοθάδες που η εμφάνισή τους δεν έχει καμία σχέση με αυτά τα στερεότυπα και ακολουθούν την κουλτούρα ως προς το εσωτερικό πνεύμα και όχι ως προς την εξωτερική εμφάνιση. Και για το γκοθ ισχύει αυτό που είχαν πει οι Kinks για τους mods: Υπάρχουν οι πραγματικοί mods ως προς το πνεύμα και υπάρχουν και οι Dedicated Followers of Fashion. Με άλλα λόγια και κατά το κοινώς λεγόμενο: Τα ράσα δεν κάνουν τον παπά.

Τα θέματα των τραγουδιών είναι, κατά κανόνα, σκοτεινές καταστάσεις και προσωπικά αδιέξοδα. Δεν λείπουν όμως και τραγούδια με κοινωνικό προβληματισμό, ακόμη και με πολιτικό λόγο. Ένα παράδειγμα, το τραγούδι «Καμπάνες» των Κωμωδία Θανάτου, που είναι η γκοθ μελοποίηση του ομώνυμου ποιήματος του Μίλτου Σαχτούρη. Αν και το ποίημα είναι γραμμένο το 1958, νομίζεις πως σου μιλά για τις δικές μας τις μέρες.

Ο ποιητής δίνει ξανά στα πουλιά που δεν πετάνε (πώς να πετάξουν με τέτοιον κοκομπλόκο καιρό;) την ελπίδα πως κάποτε θα χτυπήσουν οι Καμπάνες.
Εμείς είμαστε τα πουλιά - θαμμένα μεσ’ στα κουτιά των παγωμένων ημερών. Πολιορκημένοι από στεριά και θάλασσα, περιμένουμε κρατώντας της καμπάνας το σκοινί, να σημάνουμε την Ανάσταση, όπως το έλεγε και ο άλλος μεγάλος ποιητής, ο Γιάννης Ρίτσος.

πηγή Όγδοο

1 «Μου αρέσει»