«Ο χαβάς» του ντουζενιού

Σόρι αλλά δεν το καταλαβαίνω. Ακούω ένα ταξίμι σε πειραιώτικο δρόμο, με συριανό ντουζένι, που καταλήγει σ’ ένα χαβά (ο οοίος μάλιστα δεν έχει πολλές πάρτες). Γιατί αυτός ο χαβάς είναι «ο» χαβάς του ντουζενιού;

Μιας και πρόκειται για τη γνωστή συνέντευξη του Κηρομύτη στη Μιχαλίτση για τα ντουζένια, την έβαλα κι από την αρχή, να δω άλλη μια φορά τι λέει σχετικά ο Κηρομύτης. Για κάθε ντουζένι που αναφέρει (έχουν προηγηθεί ίσιο, καραντουζένι και αραμπιέν), αφού κουρδίσει, παίζει ένα ταξίμι χωρίς -τις περισσότερες φορές- να κατονομάσει τον δρόμο, και καταλήγει σε σύντομο ρυθμικό γύρισμα, που όλες τις φορές ήταν κάποιο ζεϊμπέκικο, που επίσης δεν το ονομάζει (απλώς μια φορά το χαρακτήρισε γιουρούτικο).

Εγώ καταλαβαίνω ότι απλώς παίζει, ως δείγμα χρήσης του κάθε ντουζενιού, έναν αυτοσχεδιασμό, σε όποιον δρόμο θεωρεί πιο ταιριαστό για το εκάστοτε ντουζένι, και ότι, όπως ήταν το στάνταρ, κλείνει με έναν ρυθμικό και συντεθειμένο (όχι αυτοσχέδιο) οργανικό σκοπό στον ίδιο δρόμο. Όχι ότι αυτοί οι σκοποί έχουν κάποια ιδιαίτερη, ξεχωριστή σχέση με το ντουζένι ή τον δρόμο, έναντι όλων των άλλων πιθανών σκοπών που μπορεί κανείς να παίξει στο ίδιο ντουζένι και/η δρόμο.

έχω παρατηρήσει (να’ναι καλά και ο σταύρος) ότι γενικά παίζανε συγκεκριμένους σκοπούς σε κάθε ντουζένι. και από τους πιο βασικούς βλέπουμε ότι έχουν προέλθει αρκετά τραγούδια παραδοσιακών παιχτών (μάρκος, μουφλουζέλης, κερομύτης, γενίτσαρης) ή και πιο παλιές ηχογραφήσεις επώνυμων αυνθετών που αντλούν από την παράδοση. σαν να τις θεωρούσαν εξ ορισμού “κοινόχρηστες” μελωδίες όπου ο καθένας κοτσάρει τα δίστιχά του.
επίσης, άμα δεις τον σκοπό που παίζει ο κερομύτης σε αραμπιέν (σεγκιάχ) και συριανό (πειραιώτικο) είναι σχεδόν η ίδια μελωδική πορεία, σχεδόν τα ίδια πατήματα αλλά με άλλο κούρδισμα άρα άλλο άκουσμα.
αυτό βέβαια δεν ισχύει για ντουζένια γενικής χρήσης όπως το ραστ (5ες) ή ίσως το ανοιχτό και το ίσιο που δεν περιορίζονται σε έναν δρόμο.

Και πάλι κάτι μου διαφεύγει. Ίσως φταίει ότι δεν έχω ασχοληθεί να μελετήσω προσωπικά τα ντουζένια πάνω στο παίξιμο βάσει πηγών.

Δηλαδή όχι όποιον έβγαινε;

Η εικόνα μου είναι ότι κάθε ντουζένι εξυπηρετεί ορισμένους δρόμους (κάποια πολλούς, άλλα μόνο συγκεκριμένους) από ορισμένες βάσεις. Μπορώ να δεχτώ, αν κάποιος το υποστηρίξει, ότι μπορεί επιπλέον κάποιο ντουζένι να μην ευνοεί το παίξιμο οποιουδήποτε κομματιού κάποιου δρόμου αλλά μόνο εφόσον τονίζονται ξέρω 'γω κάποιες νότες και όχι άλλες.

Αλλά το να παίζουν ορισμένους σκοπούς σε κάθε ντουζένι και όχι όλους όσοι βγαίνουν, …γιατί;

δεν ξέρω αν μπορώ να απαντήσω με ακρίβεια, αλλά θα αποτολμήσω κάποιες σκέψεις.
κατ’αρχήν είναι γεγονός ότι δεν ταιριάζουν όλα τα τραγούδια στα ντουζένια. πρέπει να είναι απλή η μελωδία, και κατά προτίμηση να εκτείνεται σε ένα πεντάχορδο και το πολύ στην οκτάβα, μόνο πάνω από την βάση. και αυτό το διαπιστώνουμε εμείς που είμαστε “λόγιοι/σπουδαγμένοι” μουσικοί, όχι κάποιος λαϊκός/παραδοσιακός παίχτης ο οποίος ήθελε το ντουζένι μαζί με τις “οδηγίες χρήσης” του -δηλαδή κάποιους συγκεκριμένους σκοπούς. εξάλλου το ρεπερτόριο των “μάγκικων” σκοπών είναι πεπερασμένο, πόσα τραγούδια να ήξερε ο μιμίκος ο μπογιατζής ή ο μπάτης ή ο βραχνάς;

Πάρα πολλά, αλλά αν τα γκρουπάρεις γίνονται απελπιστικά λίγα…

Να τολμήσω κ γω ΄κάποιες σκέψεις από εμπειρική ενασχόληση κ χωρίς γνώσεις μουσικής.
Ανάμεσα στα ντουζένια, η τριάδα καραντουζένι- συριανό-αραμπιέν αποτελεί μια ξεχωριστή ομάδα ως προς τον τρόπο του χειρισμού. Ίσως και κάτω από προυποθέσεις να μπορούσε να μπεί και το ανοιχτό σολ στην ομάδα. Πιστεύω ότι πιθανόν αυτά τα τρία ή 4 είναι τα λεγόμενα μπαγλαμαδοντουζένια. Μιλάμε για τους μπαγλαμάδες του τότε με τα 7 τάστα και τις 3 μονές συρμάτινες χορδές. Αν είχαμε ένα τέτοιο μπαγλαμά στα χέρια μας και κουρδίζαμε σε όλα τα ντουζένια, μόνο σ’ αυτά τα 3 θα νοιώθαμε λιγότερη ασφυξία. Αν λάβουμε υπόψιν μας όλους αυτούς τους περιορισμούς που επιβάλλουν το όργανο, το κούρδισμα, οι δρόμοι, η έλλειψη μουσικής γνώσης και η δύσκολη ζωή με χέρια χοντροκομμένα και ροζιασμένα, πόσους σκοπούς να βγάλεις που να μην είναι παραλλαγές του πρώτου; Δλδ και ο Μότσαρτ να ήσουνα κάπου θα στέρευες, άσε που θα πέταγες το μπαγλαμά απ’ το παράθυρο…

2 «Μου αρέσει»