αβανταδόρος (ο)
ο εικονικός παίχτης, ο υποτιθέμενος αγοραστής που ενεργεί με τέτοιο τρόπο, ώστε να προσελκύσει υποψήφια θύματα.
Ειδικότερα, ο αβανταδόρος δρα στον “παπά”: ένας στήνει τον “παπά” και οι συνεργάτες του, σαν κοινοί διαβάτες, “παίζουν” και “κερδίζουν”, ώστε να πεισθεί ο αφελής ότι μπορεί να κερδίσει και εκείνος, αν παίξει.
Ωραία διασκευή…
Επόμενη άγνωστη λέξη παιδιά: αβανταδόρος.
Αλλα επίσης και το καλάμι του αργιλέ δεν έχω ακόμη προσδιορίσει… 'Οποιος γνωρίζει καλοδεχούμενος.
Αβανταδόρος είναι ο βοηθός,
Ο ναργιλές καπνίζεται με μαρκούτσι δηλαδή σωλήνα με κατάλυξη ξύλινη ή άλλη, αλλά επίσης και με καλάμι. Ειδικά οι πρόχειροι αργιλέδες μερικών τεκέδων που συνήθως ήταν φτιαγμένοι από καρύδα.
Πιό κοντά είναι η άποψη του Νικόλα Κ. Ειδικότερα, ο αβανταδόρος δρά στον Παπά: ένας στήνει τον Παπά και οι συνεργάτες του, σαν κοινοί διαβάτες, “παίζουν” και “χάνουν”, ώστε να πεισθεί κανείς αφελής ότι μπορεί να κερδίσει και εκείνος αν παίξει.