Άιντε κούνα, κούνα

Γειά χαρά σε όλους!

Αναζητώ ένα τραγούδι που έτυχε να το ακούσω μονάχα μια-δυο φορές.
Λέει κάπως έτσι:
"Αιντε κούνα,κούνα, κούνα,κούνα,
το παιδί μέσα στην κούνια … "
Πείτε μου,παρακαλώ, αν ξέρετε τίνος είναι το τραγούδι ή ποιός είναι ο τίτλος του, ώστε να μπορέσω να το βρω.

(Φαντάζομαι πως περάσατε καλά την τσικνοπέμπτη)

thnx όπως και να΄χει.

Δέσποινα Κλεισιάρη

Αϊντε τεκετζής θα πα να γένω
σε σμυρνέικο τεκέ
άιντε να 'ρχονται τα χανουμάκια
να φουμάρουν αργιλέ.

Ρεφρέν:
Αιντε παραμάνα κούνα κούνα κούνα κούνα
το παιδί που 'ναι στην κούνια
άιντε το κουνώ μα εκείνο κλαίγει
τη μανούλα του γυρεύει.

Αιντε μαύρα μάτια μαύρα φρύδια
μαύρα κατσαρά μαλλιά
άιντε βρε και να ‘χα αυτό το μαύρο
και δεν ήθελ’ άλλο πια.

Ρεφρέν:

Αιντε δε μου λέτε τι να κάνω
να πεθάνω ή να ζω
άιντε για να πάρω το μαχαίρι
κι απ’ τον κόσμο να χαθώ.

Ρεφρέν:
Αιντε παραμάνα κούνα κούνα κούνα κούνα
το παιδί που 'ναι στην κούνια
άιντε το κουνώ μα εκείνο σκούζει
θα το σκάσω σαν καρπούζι.

Στο γράφω από μνήμης. Είναι δεκαετίας '20-‘30 και το τραγουδάει κάποια απ’ τις πρώτες (Αμαλία Μπάκα?, Κα Κούλα?, Παπαγκίκα?). Κάπου το ‘χω σε κάποιο cd… Από Δευτέρα θα ψάξω και θα σου πω με μεγαλύτερη ακρίβεια. Πάντως είναι παραδοσιακό, άσχετα αν το έχει κάποιος στ’ όνομά του. Οι στίχοι του συναντιούνται σε αρκετά παλιότερα Σμυρνέικα, καθώς και σε μεταγενέστερα “παλαιολλαδίτικα” αστικά λαϊκά.
Οι σύγχρονες κομπανίες το λένε σαν καρσιλαμά, αλλά εγώ έχω την (επίμονη) εντύπωση ότι πρόκειται για ζόρικο ζεϊμπέκικο. Τουλάχιστον εγώ έτσι το παίζω.

Νά σαι καλά Αρη ! Αυτό έψαχνα, ναι…
Τώρα που έγινε η αρχή,πεσ΄μου σε παρακαλώ,τίξέρεις και για ένα άλλο που λέει:
“κουτσαβάκι ήμουνα ,η ζωή δεν με ένοιαζε…κτλ”
Με ποιό τρόπο να το βρώ?

Δέσποινα Κ.

Δραττομαι της ευκαιρίας να ΔΙΑΦΩΝΗΣΩ με τον κο. Αρη.

Ευχαριστώ.
ΚΚ

Το “Κουτσαβάκι ήμουνα” είναι ηχογράφιση του 1925! λέει στο CDάκι και είναι στο όνομα της Παπαγκίκα. Εννοείται οτι είναι αδέσποτο - παραδοσιακό.

Αν το θές σε MP3 στείλε mail.

KK
kour@tee.gr

(Διαφωνώ με τον εαυτό μου ΚΑΘΕΤΑ!)

Γιατί ρε χαρακτηρίζεις αυθαίρετα ένα τραγούδι “αδέσποτο”; Δεν μπορεί δηλαδή να είναι ράτσας (ας πούμε “ποιμενικός Β. Ηπείρου”);
Αλλά έτσι γίνεται πάντα. Πήραμε ένα ΜΔΦΕ (Μaster Διεθνούς Φήμης Εργονόμου) και καβαλήσαμε το καλάμι!
Διαφωνώ, διαφωνώ, διαφωνώ!

Μετά τιμής
Αρης ΔΦΕ (Διεθνούς Φήμης Εθνομουσικολόγος)

ΥΓ. Εκτός αυτού διαφωνώ κιόλας.

Προς Αρη: Εχω ΗΔΗ διαφωνήσει με τον εαυτό μου από το προηγούμενο posting, οπότε η δικιά σου διαφωνία παραβιάζει ανοικτές θύρες.

Τα αδέσποτα είναι η καλλίτερη ράτσα. Είναι προϊόν φυσικής επιλογής και όχι αισθητικής (ανθρώπινης παρέμβασης) με συνεχή “υποχρεωτικά” ζευγαρώματα για να καθαρίσει η ράτσα.

Με το ίδιο τρόπο ο Μουφλουζέλης είχε πεί (στη δικιά του αργκό) οτι του αρέσουν πολύ τα “αδέσποτα” γιατί είναι σα τα βότσαλα της θάλασσας: Τάχει στρογγυλέψει η τριβή του ενός με το άλλο και με τα χρόνια έχουν πάρει ένα σχήμα που κανείς άνθρωπος (όσο εμπνευσμένος συνθέτης και νάναι) δεν μπορεί να το κάνει από μόνος του.

Το σχήμα με τις μικρότερες αντιστάσεις στην κίνηση!!!

Σκέψου το λίγο. Είναι πολύ μεγάλη κουβέντα αυτή.

Σε απόλυτη διαφωνία με όλους
ΔΦΕ-ΚΚ

Μια και μιλάμε για αδέσποτα.
Εχω αναρωτηθεί πολλές φορές: “Ποιό να 'ναι άραγε το παλιότερο τραγούδι που κατάφερε να “μεταφερθεί” δισκογραφικά στο πιο κοντινό παρελθόν”; Ή αλλιώς: “Ποιού τραγουδιού η γέννεση απέχει πιο πολύ απ’ τη νεότερη εκτέλεσή του”;
Εχω καταλήξει -μέχρι στιγμής- στον “Μποχώρη”.
Ο Σχορέλης αναφέρει ότι ο Βαγγέλης Σωφρονίου (φοβερή και τρομερή φωνή!!!) το άκουγε απ’ τον παππού του. Ο παππούς του Σωφρονίου πρέπει να είχε γεννηθεί γύρω στα 1830. Ας πάρουμε υπόψην ότι τα τραγούδια που τραγουδούν οι παππούδες είναι αυτά που άκουγαν όταν ήταν νέοι. Ετσι το τοποθετώ τουλάχιστον στα 1850-1860. Βάλε ότι η τελευταία -“σοβαρή”- ηχογράφησή του έγινε απ’ τον Τσαουσάκη τη δεκαετία του '60, μιλάμε ότι το άσμα πέρασε 100 χρόνια στα πάλκα και τους δίσκους (υπάρχουν πάμπολλες ηχογραφήσεις του την δεκαετία του ‘20). Και στα υπόψην ότι πάντα ήταν (και είναι) απ’ τα κορυφαία “χορευτικώς” ζεϊμπέκικα.
Κουβέντα να γίνεται…
Αναμένω τις διαφωνίες σας.
ΔΦΕ Α.Ν.

Λέμε για “τραγούδι”…
Ας γίνουμε πιό συγκεκριμένοι: Μουσική ή στίχοι;

Γιατί κρίνοντας από τη δουλειά των Ν.Γεωργιάδη, Πετρόπουλου κλπ., στο θέμα του στίχου οι “παιγνιδιατόροι” (μουσικοί-διασκεδαστές) έδειξαν στο διάβα του χρόνου μεγάληεφευρετικότητα! Σε μιά καλή μουσική (νεο-ελληνιστί: “πιασάρικη”) έχουν φορεθεί πάσης φύσεως στίχοι. Από εξέλιξη του αρχικού μέχρι τελείως νέο στίχο.

Κλίνω προς την άποψη οτι η μουσική έχει μεγαλύτερες αντοχές στο χρόνο. Από αυτή την άποψη, ας δούμε τις κλασσικές αναπτύξεις των παλιών δρόμων:
Συριανό -> Στο Φάληρο που πλένεσαι,
Μινόρε -> Το μινόρε του τεκέ,
Ματζόρε -> Κάντονε Σταύρο,
κλπ…
Οπως επίσης και πάμπολλες από τις πρώτες Αμερικάνικες ηχογραφήσεις με τσιμπητή κιθάρα (βλέπε Δούσας και λοιποί),

Αυτές οι αναπτύξεις (τρόπος παιξίματος, γυρίσματα, παντρέματα με άλλους δρόμους κλπ.) έχουν λίγο πολύ μείνει αναλλοίωτες -ας πούμε- ως το 1930, μέχρι δηλαδή που μπήκαν στο παιχνίδι οι δυτικόφρονες με τις αρμονίες τους, τις διφωνίες τους, τα τετράχορδά τους, και όλα τα υπόλοιπα εξαιρετικά κουραστικά τσιμπράγκαλα…

<FONT SIZE="+1">Προσωπικά, όταν μιλάω για ρεμπέτικο, αναφέρομαι στο πρώτο, στο απείθαρχο, το άγριο και το αιμοσταγές. Που δεν είχε σκοπό απλά να σε διασκεδάσει, αλλά και να σου θυμίσει ποια είναι η οργανωμένη κοινωνία και ποιός είσαι εσύ και οι όμοιοί σου. Κοντολογίς: πρίν την εισβολή του γλυκανάλατου λαλαλά-λαλαλά.</FONT>

ΔΦΕ-ΚΚ

Εις το εξής, για να μην επαναλαμβανόμαστε,
το “Διεθνούς Φήμης Εργονόμος”, μετατρέπεται
σε “Διαφωνών Φημισμένος Εργονόμος”.
Ετσι διατηρείται και το “ΔΦΕ”

ΔΦΕ-ΚΚ

Μιλάω και για τα δύο. Αν πιάσουμε μόνο το στίχο ή μόνο τη μουσική, τότε δε βγάζουμε άκρη, αφού θα πρέπει να ανατρέχουμε καμιά …500αριά χρόνια πίσω, πράγμα κομματάκι δύσκολο.
Ο “Μποχώρης” διατηρεί και τη μουσική του (απλώς ο Τσαουσάκης το παίζει “κλασσικά” και όχι απτάλικο) και αρκετούς στίχους του (άιντε του καημένου του Μποχώρη, άιντε του τη σκάσαν στο βαπόρι…, άιντε το ‘να μήλο τ’ άλλο ρόιδο… κλπ.).
Για τέτια τραγούδια λέω. “Κομπλέ”…

«Το Μποχώρι».

Σμυρναίικο ζεϊμπέκικο του περασμένου αιώνα, καταγράφεται σε αρκετά φυλλάδια και, σύμφωνα με την παράδοση, αφορά περιστατικό που λαμβάνει χώρα γύρω στα 1880, σε πλοίο της γραμμής Σμύρνης - Μπουρνόβα, είτε, κατ’ άλλη εκδοχή, Κωνσταντινούπολης - Πειραιά.

Μια ομάδα μικροαπατεώνων από αυτές που συστηματικά λυμαίνονται τις ακτοπλοϊκές συγκοινωνίες μέχρι και τα μέσα του 20ού αιώνα, «στήνουν μηχανή» στον αφελή Εβραίο συνταξιδιώτη τους Μποχώρη -πιθανότατα εξελληνισμός του εβραϊκού ονόματος Μποχώρ- και του παίρνουν στα ζάρια ή με άλλο τρόπο είτε τα λεφτά του είτε το ζουνάρι, ακόμα και την γυναίκα του. Σύμφωνα με το λεξικό Ελευθερουδάκη, το γεγονός συμβαίνει στην Καβάλα, με θύμα έναν Εβραίο νταβατζή. Απο τις 29 έως τις 31 Ιουλίου 1905 η Ακρόπολις δημοσιεύει σε συνέχειες ημιτελές ρεπορτάζ με τίτλο «Μια νύχτα μετά των χασισοποτών». Ένας συντάκτης της εφημερίδας και ένας αστυνομικός, οι οποίοι για ευνόητους λόγους διατηρούν την ανωνυμία, παρακολουθούν μεταμφιεσμένοι τα συμβαίνοντα σε μια σπηλιά-τεκέ της περιοχής του θησείου, οπού μεταξύ άλλων οι θαμώνες τραγουδούν εν χορώ άσμα, το οποίο έχει σαν ρεφρέν ένα δίστιχο της ιστορίας του Μποχώρη:

«Σαν το καλάμι τ’ άργιλε είναι η γάμπα σου, καλέ.
Τι σου 'κανα κυρ Διαφθυντά πον μας τη φέρνεις τακτικά.
Να 'ρθει ο Γιάννης από πέρα, τράγκα, τρονγκα τα μαχαίρια.
Και επγιάσαν το Μποχώρι και του πήραν το ρολόι».

Χαρακτηριστική η σαρκαστική προσφώνηση του διευθυντή στην γλώσσα της φυλακής, συναντάται και στην δισκογραφία, για παράδειγμα στο ζεϊμπέκικο του Κώστα Τζόβενου «Βρε μάγκες δυο στην φυλακή» (1935), με την Ρίτα Αμπατζή. Καθως το τραγούδι «Μποχώρι» παίζεται στα πάλκα και αργότερα στις αίθουσες φωνοληψίας, αλλάζουν οι τοποθεσίες, το όνομα του συμπαθούς απατημένου και διανθίζεται ολοένα στο συγκεκριμένο περιστατικό, προστίθενται και άλλα τετράστιχα, άσχετα με το θέμα. Υπάρχει σε πέντε έως τώρα εντοπισθείσες εκτελέσεις με Λευτέρη Μενεμενλή, Γιώργο Βιδάλη, Μαρίκα Παπαγκίκα, Γιωργο θεολογίτη - Κατσαρό και Αντώνη Διαμαντίδη - Νταλγκά. Μάλλον προηγείται ο Λευτέρης Μενεμενλής, ο οποίος το δισκογραφεί (1925) στην Αθήνα με τους παρακάτω στίχους:

άιντε του καημένον του Μποχώρη του τη σκάσαν στο βαπόρι,
άιντε και του πήραν πεντακόσια, όλο λίρες κι όλο γρόσα
άιντε του καημένου του Βαγγέλη του τη σκάσαν στην Πεντέλη
άιντε και του πήραν τα ζωνάρια, άντε και το 'βαλαν στα ποδάρια.

- Γεια σου Μενεμενλή μου, γεια σου!
- Να ζήσουν τα καλά παιδιά!
- Εβίβα, εβίβα, παιδιά!

Έλα να 'σαι, να 'σαι, να 'σαι, να 'σαι,
άιντε να σου στρώνω να κοιμάσαι…

Ο Γιώργος Βιδάλης ηχογραφεί (1927) σε αργό ζεϊμπέκικο «Το Μποχώρι» με ορχήστρα, αποτελούμενη, πλην του βιολιού του Δ. Σέμση, από σαντούρι και κιθάρα. Ένα από τα πολλά άσματα, όπως άλλωστε και η εκτέλεση του Μενεμενλή, όπου τα χαρούμενα επιφωνήματα του τραγουδιστή, που ακούγονται σε κάθε στροφή, είναι μια ακόμα αναπαράσταση της διάχυτης ατμόσφαιρας γλεντιού στα παλιά πάλκα και εν μέρει και στις πρώτες ηχογραφήσεις:

Άιντε του καημένου τον Μποχώρη, άιντε του τη σκάσαν ατό βαπόρι και του πήραν τη Μποχώρα από πάνω απ’ τη βαπόρα
Άιντε του καημένου του Σωτήρη, άιντε του τη σκάσαν στο γεφυρι και του πήραν τα λεφτά του και τον στείλαν στη δουλειά του
Άιντε από κάτω απ’ το ραδίκι, άιντε κάθονται όνο πιτσιρίκοι, το ‘να πόδι πάνω στ’ άλλο και φουμάρουνε τσιγάρο

Οι στίχοι της «αμερικανικής» ηχογράφησης (Ιούλιος του 1929) στην Νέα Υόρκη, με την Μ. Παπαγκίκα και ορχήστρα από κλαρίνο, βιολί, σαντούρι και ξυλόφωνο, έχουν ως εξής:

Άιντε τον καημένου του Μποχώρη
του τη σκάσαν στο παπόρι
και του πήραν πεντακόσια.
όλο λίρες κι όλο γρόσα
άιντε τον καημένο τον Μποχώρη,
τον τυλίξανε στην πλώρη
και του πήρανε στο ζάρι,
άιντε, το καινούριο του ζουνάρι
άιντε τον Μποχώρη τον έμπλεξαν
στα στενά και του τις βρέξαν
και του κάναν τον γκιουλέκα,
άιντε και του πήραν κι άλλα δέκα
άιντε το ‘να μήλο, τ’ άλλο ρόιδο,
του τη σκάσαν σαν κορόιδο
και του πήραν τα ψιλά του,
άιντε και τον στείλαν στη δουλειά του

Το 1932 ο Κώστας Δούοας, από τους μοναχικούς ομογενείς τροβαδούρους της Αμερικής, παίζοντας στην κιθάρα και τραγουδώντας μια μουσική και στιχουργική παραλλαγή του «Μανόλη του χασικλή», του Γιάννη Δραγάτση - Ογδοντάκη, με τίτλο «Μανωλά-κης ο χασικλής» «κολλά» και στίχους του Μποχώρη:

… Του καημένου του Μανώλη του τη στήσαν ατό παπόρι και του πήραν εκατό από μέσα απ’ το παλτό

Σε μια ακόμα μουσική παραλλαγή, ηχογραφημένη το 1920 ή στις 13 Ιανουαρίου 1928 στην Αμερική, με τίτλο «Μας τη σκασανε», όπου στο ιδιότυπο κιθαριστικό και φωνητικό ύφος του Γ. Κατσαρού συγχωνεύονται μουσικές φράσεις και από άλλες αδέσποτες μελοοδίες, όπως «Μανταλενα», «Το χασίσι», «Χθες το βράδυ στου Καρίπη», η ιστορία του Μποχώρη δίνει την θέση της στους εξίσου παμπάλαιους δημοτικούς στίχους:

Άντε το ‘να μήλο, τ’ άλλο ρόιδο,
άντε μας τη σκάσανε, κορόιδο,
άντε το ‘να μήλο, τ’ άλλο αχλάδι,
άντε μας τη σκάσαν ψες το βράδυ.
άντε από κάτω από το κεπαρίσσι,
άντε κάθονται δύο πιτσιρίκοι,
άντε το ‘να πόδι απάνω στ’ άλλο,
άντε και φουμάρουνε τσιγάρο.
άντε ν’ ποθάνεις, ν’ ποθάνεις, ν’ ποθάνεις,
άντε με τα νάζια που μου κάνεις,
άντε δεν πεθαίνω, δεν πεθαίνω, δεν πεθαίνω,
άντε και στο μάτι σον γυαλί καρφί θα μπαίνω.
άντε να ποθάνεις, να ποθάνεις σ’ ένα μήνα,
άντε να μας βάλουν σ’ ένα μνήμα.
άντε να ποθάνεις, να ποθάνεις, να ποθάνεις, βρε,
άντε να μας βάλονν σ’ έναν ʼδη

Ορισμένοι από τους παραπάνω στίχους συναρτώνται με άλλη, στον χασάπικο ρυθμό, παραδοσιακή μελωδία της Μικράς Ασίας και ηχογραφούνται (1925) με τίτλο «Άιντε να πεθάνεις», τραγουδιστή τον Γιώργο Βιδάλη και ορχήστρα από βιολί (Δ. Σέμσης), σαντούρι, και ούτι. Προηγείται η δισκογράφηση της Αμερικής (1922) με τον Τέτο Δημητριάδη. Οι στίχοι της εκτέλεσης Βιδάλη:

Άιντε να πεθάνεις, να πεθάνεις, να πεθάνεις με το νάζι, με τα νάζια πον μου κάνεις.
Άιντε όεν πεθαίνω, δεν πεθαίνω, δεν πεθαίνω και ατό μάτι σον γναλίκαρφί θα μπαίνω.
Άιντε να πεθάνεις, να πεθάνεις, βρε μπαγάσα, να μας βάλουν, να μας βάλουν σε μια κάσα.
Άιντε να πεθάνεις, να πεθάνεις μες στις «μπίρες» να σε κλαίνε, να σε κλαιν’ οι ξωντοχήρες.
Άιντε να πεθάνεις, να πεθάνεις στα σοκάκια, να σε κλαίνε, να σε κλαιν’ τα κοριτσάκια

Μια στιχουργική παραλλαγή σε πιο αλέγκρο ρυθμό χρησιμοποιεί στα μέσα της δεκαετίας του 1960 ο Μ. Βαμβακάρης στο τραγούδι «Να πεθάνεις», το οποίο ερμηνεύει με, την Άντζελα Γκρέκα.
Το πόσο δημοφιλής είναι η ιστορία του Μποχώρη πιστοποιείται και από το ότι στο τραγούδι του
Β. Παπάζογλου «Μαρίκα χασικλού» ηχογραφημένο (1934), με τον Κ. Ρούκουνα, αναφέρεται και το τετράστιχο:

Πας Μαρίκα στους τεκέόες
και φουμάρεις αργελέόες
κι όταν πας στο Γκαζοχώρι,
τους χορεύεις, καλέ μου, το Μποχώρι

«Ο Μποχώρης» δισκογραφείται περίπου το 1965, με τον Πρόδρομο Μουτάφογλου - Τσαουσάκη στις 45 στροφές και επανατυπωνεται το 1975 στις 33, δυστυχώς το ιδιοποιείται ένας από την παρέα του «ρεμπέτικου» ο Στέλιος Χρυσίνης, ο οποίος γνωρίζει από πρώτο χέρι την παραδοσιακή καταγωγή του.

Υπάρχουν και άλλες σύγχρονες εκτελέσεις, όπως για παράδειγμα της Σωτηρίας Μπέλλου, με τίτλο «Βρε Μποχώρη μου», με πολύ κατώτερης ποιότητας μουσική και στιχουργική παραλλαγή του αρχικού άσματος. Στην ετικέτα του δίσκου των 33 στροφών και αυτό το κομμάτι φέρει ένα από τα ψευδώνυμα τα οποία χρησιμοποιεί για να καρποϋται τα ελάχιστα ποσοστά γνωστός αρουραίος της εγχώριας δισκογραφίας. Οι στίχοι:

Άιντε βρε Μποχώρη μον, κορόιδο,
τα 'κανες και πάλι ρόιδο,
με τα ζάρια οι τρακαδόροι
σου τη σκάσανε Μποχώρη.
Βρε Μποχώρη, βάλε γνώση,
να σου μείνει κάνα γρόσι…

Αντιγράφω από το βιβλίο του Ηλία Βολιώτη Καπετανάκη:
Αδέσποτες μελωδίες Νέα σύνορα ΑΑ Λιβάνη

1 «Μου αρέσει»

Ας μου επιτρεπουν δύο μικρές παρεμβάσεις στο παραπάνω κείμενο που (με αρκετό κόπο φαντάζομαι!) ο Σωτήρης μετάφερε στις σελίδες του forum:

  1. Η ʼντζελα που τραγουδά με τον Μάρκο το “Να πεθάνεις, να πεθάνεις” δεν είναι η κα Γκρέκα, αλλά η ʼντζελα Ζήλια, η οποία εμφανίζεται (μαζί με τον Μάρκο!!!) στο “Νομο 4000” τραγουδώντας το “Ριξε μια διπλοπεννιά/να φύγουν τα μεράκια κλπ…”

  2. Δεν νομίζω ότι ο Δημήτρης Ράνιος είναι “γνωστός αρουραίος της εγχώριας δισκογραφίας” και δεν ξέρω αν είναι σωστό να μεταφέρουμε “ελαφρά τη καρδία” τέτοιες προσωπικές κρίσεις εδώ. Σε αυτόν τον “αρουραίο” και σε μερικούς ακόμη οφείλουμε την ανατύπωση τόσων και τόσων τραγουδιών, και ειδικώς για τον Ράνιο, τα περισσότερα με υποφερτό ήχο. Και, εν πάσει περιπτώσει,αν δεν υπήρχαν κι αυτοί, που θάβρισκε ο κάθε κος Βολιώτης-Καπετανάκης όλα αυτά τα στοιχεία που με τόση άνεση παραθέτει; Διότι, καλή η κριτική αλλά με μέτρο …

Ευχαριστώ

Φραγκίσκος Α. Κουτελιέρης

Υ.Γ. Και μόνο που ανατύπωσε το “Μη ρωτάς γιατί ξεχνάω” με τους Κάβουρα-Ρούκουνα, εμένα μου αρκεί για να “συγχωρήσω” στον Ράνιο όλα του τα ατοπήματα…

Μποχώρης λέει ο Σώτος απ’ το Εβρέικο Μποχώρ.
Να συμπληρώσω απλώς ότι στα Πέρσικα μποχόρ σημαίνει τρώω.

Φραγκίσκο συμφωνώ στην παρατήρηση σου αλλά θεώρησα καλό να μεταφέρω το κείμενο αυτούσιο και δίχως παρεμβάσεις για να κριθεί και ο συγγραφέας

Ο χαρακτηρισμός “αρουραίος της δισκογραφίας” ανήκει στον Βολιώτη-Καπετανάκη και όχι στο Σώτο. Αυτό όμως που λέει ο Βολιώτης έχει φτάσει και στα δικά μου αυτιά ως “φήμη”. Δηλαδή, κάποιοι παραγωγοί ανατυπώνουν παλιά τραγούδια και τα αναφέρουν στις ετικέτες των δίσκων (τώρα πια στα εσώφυλλα των cd) ως παραδοσιακά, ακόμα κι όταν ανήκουν σε κάποιον παλιό “ξεχασμένο συνθέτη”. Στην ΑΕΠΙ όμως τα δηλώνουν στ’ όνομά τους (φυσικά σε ψευδώνυμο) και τσιμπάνε τα ποσοστά!!! Στο κόλπο είναι και οι υπεύθυνοι των εταιριών και οι “μάγκες” της ΑΕΠΙ. Θα επανέρθω στο θέμα με πιο “καλά” σοιχεία…
Ο Βολιώτης βέβαια που τα λέει αυτά λυμαίνεται άλλο χώρο…
Για το Ράνιο τώρα. Εχει δίκιο ο Φραγκίσκος στο ότι οι περισσότερες ανατυπώσεις του Ράνιου έχουν καλό ήχο. Εχει όμως και το “ρεκόρ” της χειρότερης παραγωγής. Αν δεν κάνω λάθος, αυτός έχει βγάλει το cd του Παπασιδέρη (ρεμπέτικα κι αμανέδες) και το αυτί μου δεν ανέχεται ούτε 10 sec!!! Μιλάμε για την πιο απαράδεκτη ανατύπωση όλων των εποχών!!! Ακόμα κλαίω το πεντοχίλιαρο…

ΥΓ. Ρε σεις! Αλλη κουβέντα πήγα ν’ ανοίξω κι άλλη ανοίξατε.

Ακούστε τώρα κι ένα ωραίο.
Στον “Αλφάβητο” (=Βυζαντινό στιχούργημα του 14ου - 15ου αιώνα που αποτελείται από 120 δεκαπεντασύλλαβους) γράφει:

Εύρε μνημείον ανοικτόν και ανατράνισέ το
τους βασιλείς, τους άρχοντες πρόσεξε να τους ίδης
ουκ είναι άλλον τίποτε ει μη σκωλήκων βρώμα…

Σας θυμίζει τίποτα;
Πάρτε και τον αμανέ του Στράτου:

Ανοίξετε τα μνήματα
τα κόκκαλα σκορπίστε
τον πλούσιο απ’ το φτωχό
να δείτε αν θα γνωρίστε
.
Ουδέν σχόλιον…

Ωπα… Γι’ αυτό που είπα για τον Ράνιο (περί Παπασιδέρη), γράψτε λάθος. Η παραγωγή είναι άλλου …ειδικού.

Oute O Stratos, oute avtos pou egrapse to alfabito
den efebriskane aftous tous stichous. Tous piran peripou katevtheian apo thn byblo. Kai to
keimeno tou stratou einai akoma pio kovta apo thn byblo (nomizw oti o Ntalgas hchografise episeis afto to amane alla den eimai katholou sigouros). Mou fainetai poly endiaferon na vriskounte tetoia keimena se rebetika tragoudia. Kai nomizw oti sta smyrneika tragoudia prepei na echei pola tetoia paradeigmata. Mipos O Aris tha ixere kai alla;
kai signomi gia ta lathi…