Ρεμπέτικη φρασεολογία και άγνωστες λέξεις

μπαγκανότα/μπανκανότα/παγκανότα (γαλλ. banque-note): τραπεζογραμμάτιο, η χάρτινη τουρκική λίρα, λεφτά, το παραδάκι

Υπάρχουν αρκετές λέξεις στην ενότητα ρεμπέτικη φρασεολογία που δεν έχουν περάσει στο γλωσσάρι. :slight_smile:

Θα προστεθούν.

Η λέξη “μπαγκανότα” σε ποιο τραγούδι ακούγεται;

Σε κανένα, όσο ξέρω.
Παρεμπίπτουσα εξωτραγουδιστική απορία μάλλον εξέφρασε η Άλκηστη.

Σε συνέχεια του # 1766, παραθέτω κείμενο της εποχής, που όχι μόνο επιβεβαιώνει τον όρο «κίταλη» για το οργανάκι «ικιτέλι» (διακρίνοντάς το από μπουλγαρί και μπαγλαμά) αλλά και εισφέρει ενδιαφέρουσα πληροφόρηση (εκ των έσω «ρεπορτάζ») για τα τεκταινόμενα στην Παλιά Στρατώνα. Σημειώνεται και ο ορθός όρος «ψυχομπαμπάς» (και όχι «ψυχοπαπάς», όπως συνήθως αναφέρεται):

«[…] εις τας περιφήμους δηλαδή και ιστορικάς Επανορθωτικάς φυλακάς του Παλαιού Στρατώνος, όπου τότε ήκμαζον τα χαρτοπαίγνια, οι μπαρμπουτιέρες, τα υπαίθρια (εις τους διαδρόμους και τα προαύλια) και εν τοις δωματίοις καφενεία, μαγειρεία και κουρεία, το κρασί και το ούζο, πωλούμενα τόσον εν τοις δωματίοις υπό των νταραβεριτζήδων, όσον και εν τοις διαδρόμοις και τοις προαυλίοις υπό άλλων περιφερομένων καταδίκων, τα μπουζούκια με τις μεγάλες πέννες από φτερό γάλου (ιδιαίτερο αυτό δείγμα λεβεντιάς της φυλακής, ασικλίκη), οι κύταλες, τα μπουργαριά και τα μπαγλαμαδάκια, το κατσάρι και η με το χτυπητό χρώμα κάλτσα, η λαδωμένη αφέλεια, το ζουνάρι, το κομπολόι, ο λουλάς και η τσίκα, οι ψυχομπαμπάδες και οι τζέδες και άλλες πολλές αηδίες, ων ουκ έστιν αριθμός ουδέ τόπος κατάλληλος προς περιγραφήν». (Σ. Γλυκοφρύδης, Φυλακαί ΙΙ, Αθήναι 1936) (οι υπογραμμίσεις δικές μου)

Ενδιαφέρον! Μήπως το κείμενο συνοδεύται και από γλωσσάρι;

Τα “μπουζούκια με μεγάλες πέννες από φτερό γάλου” πιθανότατα είναι κανονικό λαούτο. Το “κατσάρι” τι είναι; Για τους Τζέδες, λέει κάτι το γλωσσάρι, αν υπάρχει;

Γλωσσάρι δεν υπάρχει.
Τα “κατσάρια” τα έχουμε και στο “Ρεμπέτικο” Γλωσσάρι, και ήδη από το 1927 τα έχει λημματογραφήσει ο Πικρός.

Τζέδες είναι κατά πρώτη σημασία οι αγαπητικοί, και κατά δεύτερη οι χωροφύλακες. Τη διάκριση από τους αστυνομικούς («μπάτσους») κάνει ήδη σε δημοσίευμά του στις 17/4/1926 και πάλι ο Πικρός, παραθέτοντας τα στιχάκια Οι τζέδες είτανε στρατός κι οι μπάτσοι μιλιούνι/εφτά πηγαίνανε μπροστά και δεκαπέντε πίσω/Σα νύφʼ ο Μπάμπης λεβεντιά περπάταγε στη μέση, και επεξηγώντας: «τζέδες» και «μπάτσοι» (χωροφύλακες και αστυνομικοί)
(Παράβαλε και με «Ρεμπέτικο» Γλωσσάρι)

Πιθανότατα όμως, Νίκο, να είναι μπουζούκια, είναι γνωστό ότι και τα μπουζούκια παίζονταν με μεγάλα φτερά!

Μωρέ μπουζούκαροι ήταν, ποια λαούτα;
Λαούτα στη μήτρα των μπουζουκομπαγλαμάδων; Θου Κύριε…

Είπα: πιθανότατα.

Τίποτα δεν μπορεί να είναι σίγουρο, περιλαμβανομένου και του αποφθέγματος ότι στις φυλακές παίζονταν αποκλειστικά μπουζουκομπαγλαμάδες.

Τίποτα δεν μπορεί να είναι σίγουρο, πράγματι. Το μόνο σίγουρο και χειροπιαστό είναι η μαρτυρία του Γλυκοφρύδη.

Έρχεται λοιπόν ο Γλυκοφρύδης, χρόνια και ζαμάνια διευθυντής και επιθεωρητής φυλακών (κι όχι κάνας δημοσιογραφίσκος που είδε φως και μπήκε στην Παλιά να κάνει ρεπορτάζ…), και λέει τα πράγματα με το όνομά τους (διότι ξέρει από την πείρα του το όνομα των πραγμάτων και των προσώπων, όπως φαίνεται από τις λέξεις που υπογράμμισα), έρχεται και μας ξηγιέται άριστη ονοματολογία μπουζουκοοικογένειας, μας λέει ότι επιπλέον βαράγανε τα μπουζούκια με γαλόπενες για ασικλίκι και…εμείς (ή μάλλον υμείς) τι …συνάγουμε; Ότι ναι μεν το ικιτέλι-κύταλη οκ, ναι μεν τα μπουργαριά οκ, ναι μεν τα μπαγλαμαδάκια οκ, αλλά εκεί στα μπουζούκια μάλλον τα μπουρδούκλωσε και…«πιθανότατα» βλέπει λαούτα και τα…βαφτίζει μπουζούκια… Scripta manent, verba magnitofonountai, που λέει κι ένας φίλος.

Ένα δεύτερο που ήθελα να επισημάνω, γιατί θεωρώ στοιχειώδες να ακριβολογούμε: δεν είπα βέβαια ποτέ ότι «στις φυλακές παίζονταν αποκλειστικά μπουζουκομπαγλαμάδες». Έκανα μόνο την αποκοτιά να ονομάσω την Παλιά Στρατώνα μήτρα των μπουζουκομπαγλαμάδων. Αυτήν ερευνώ, για αυτή μιλάω. Τις υπόλοιπες ας τις μελετήσει κάνας άλλος να μας πει.

την οποία και καλούμεθα να ερμηνεύσουμε. Η ερμηνεία όμως, ποτέ δεν μπορεί να είναι σίγουρη. Είτε από υμάς ξεκινήσει, είτε από ημάς, ειδικά όταν

Αυτό, αν μεν το έκανε ο Γλυκοφρύδης θα μπορούσαμε να πούμε ότι τα μπουρδούκλωσε και θα είχαμε (ή μάλλον θα είχατε) δίκιο. Αλλά ο Γλυκοφρύδης, απλά μετέφερε τις ονομασίες που πράγματι, δεν γίνεται παρά να τις είχε μάθει καλά. Ο λαός ο ίδιος, όμως, είναι εκείνος που σε κάποιες περιπτώσεις συλλαμβάνεται (από τους ερευνητές, άντε τους περιηγητές) ονομάζων τον ταμπουρά, λαούτο, ενώ σε άλλες συλλαμβάνεται ονομάζων το λαούτο, ταμπουρά. Μα, μπουρδουκλώνεται και ο λαός; Ούουουου!!!, θα έλεγα…

Θα μπορούσαμε να έχουμε παραπομπές στις αυτόφωρες συλλήψεις του λαού;

— Νέο μήνυμα προστέθηκε στις 09:14 ::: Το προηγούμενο μήνυμα δημοσιεύθηκε στις 08:55 —

Βέβαια θα τον ήθελα τον λαό μπουρδουκλώνοντα το μπουζούκι με το λαούτο (μια και επ’ αυτού συζητούμε) αλλά ας δούμε και τις περιπτώσεις ταμπουρά/λαούτου…

Για το μπουρδούκλωμα μπουζουκιού – ταμπουρά, υπάρχει αυτόφωρη σύλληψη: οι δύο πληροφορίες, Ταμπουράς Μακρυγιάννη απ’ τη μιά και Fabricatore di bossuci απ’ την άλλη, μιλάνε από μόνες τους. Τώρα, για το μπέρδεμα των ονομασιών λαούτο και μπουζούκι με τα ίδια τα δύο όργανα, υπάρχουν αρκετές μαρτυρίες όπου είτε λόγιοι, είτε περιηγητές, περιγράφουν χρήση οργάνου αναφέροντας μία από τις ονομασίες και ως παράλληλη ονομασία, και την άλλη. Δεν τις έχω αποδελτιώσει ώστε να μπορώ να αναφέρομαι σε αυτές εύκολα.

Εδώ, εγώ τελειώνω.

Αυτό από μόνο του δε στοιχειοθετεί κατ’ ανάγκην διάκριση. Δημοτικοί ή δημοτικότροποι στίχοι όπου το δεύτερο μιοσό επαναλαμβάνει το νόημα του πρώτου με άλλες λέξεις είναι κλασική τεχνική.

Εμένα πάλι μου φαίνεται λίγο βιαστικό να πούμε ότι επειδή κατατριβόταν με τους καταδίκους ήξερε με ακρίβεια και τα μουσικά τους όργανα ένα-ένα.

Όλοι εδωμέσα ασχολούμαστε με μουσική και με όργανα, και έχουμε επαφή μέσω ίντερνετ με ό,τι υπάρχει και δεν υπάρχει στον ντουνιά. Πόσοι ξέρουν να ξεχωρίσουν την γκάιντα από την τσαμπούνα και τη φλογέρα από το σουραύλι και το βιολί από τη βιόλα και τον βιολιστή από τον βιολίστα και τον βιολονίστα;

  1.  για τζέδες/μπάτσους: δεν κατάλαβα ποιο από μόνο του δεν στοιχειοθετεί τι κλπ, αλλά δεν έχει σημασία. Σημασία  (για μένα) έχει η κατάθεση μιας διάκρισης που κάνει ο Πικρός το 1926 μεταξύ τζέδων και μπάτσων. Ο καθένας μπορεί είτε να αποδεχθεί τη διάκριση (π.χ. εγώ) είτε να επιφυλαχθεί όσο νομίζει. Σε κάθε περίπτωση, είναι κέρδος να ξέρουμε τι νομίζει ο Πικρός.
    
  2.  για Γλυκοφρύδη: λέω «όπως φαίνεται από τις λέξεις που υπογράμμισα». Όπως έμαθε από την καθημερινή τριβή μια χαρά και τα άλλα συμπαρομαρτούντα τους, έτσι έμαθε και πώς λεν τα όργανά τους. Εκεί καταλήγω διαβάζοντας τις λέξεις που υπογράμμισα  (και όσες δεν υπογράμμισα):[b] μπαρμπουτιέρες[/b], [b]νταραβεριτζήδες[/b], [b]ασικλίκη,[/b]  [b]κύταλες[/b],  [b]μπουργαριά, [/b][b]μπαγλαμαδάκια[/b], [b]μπουζούκια, κατσάρι, λαδωμένη[/b]  [b]αφέλεια[/b], [b]ζουνάρι[/b], [b]λουλάς,[/b] [b]τσίκα[/b], [b]ψυχομπαμπάδες,[/b] [b]τζέδες. [/b]Όλες μια χαρά σωστές μου φαίνονται εν έτει 2015. Κι ούτε κατάλαβα να έκανε κανένα λάθος με την ονοματολογία των μουσικών οργάνων (ίσα ίσα μου επιβεβαίωσε τον όρο «κύταλη» που τον είδαμε και σε άλλο κείμενο που παρέθεσα σε άλλο μήνυμα). Εγώ μέχρι εκεί φτάνω και αυτά καταθέτω, και δεν έχω το παραμικρό εύλογο έρεισμα να βάλω στο στόμα του Γλυκοφρύδη, αντί μπουζούκια, που λέει, λαούτα…
    
  3.  Για τις βιολοδιακρίσεις που λες, αφιερωμένο εξαιρετικά από το 1918:
    

http://xantho.lis.upatras.gr/test2_publis.php?art=465

Ο μισός Ανωγειανάκης είναι κείμενα του τύπου «το λαούτο στο τάδε μέρος το λένε ταμπουρά, το σουραύλι στο δείνα μέρος το λένε βιολί [στο λόγο μου, δεν είναι υπερβολή] και στο παραδείνα λαούτο [ομοίως])».

Γνωστός ο στίχος «με το μπουζούκι παίζοντας, τον ταμπουρά βαρώντας» (που, παρεμπιπτόντως, είναι και χαρακτηριστικό δείγμα αυτού που έλεγα στο #1828 για τους στίχους που επαναλαμβάνουν τα ίδια).

Ειδικά στα ταμπουρομπουζουκοειδή και στα φλογεροειδή η ονοματολογία, σε συνάρτηση με τα τοπικά λεξιλόγια και τις τοπικές οργανολογικές παραλαγές, είναι εξαιρετικά περίπλοκη και το ιδεώδες της αντιστοιχίας «ένα πράγμα - ένα όνομα» δεν προσεγγίζεται ούτε κατά διάνοια. Πιο πολλές αναφορές θα βρεις σ’ αυτό, παρά ξεκάθαρες μονοσήμαντες πληροφορίες.

Και πρόκειται για γενικό κανόνα στη λαϊκή οργανολογία. Να αναφέρω το πιο καραμπινάτο παράδειγμα που μου 'ρχεται: στα χωριά των Πιερίων, στην ονοματολογία της γκάιντας, υπάρχουν τρία διαφορετικά κομμάτια του οργάνου που ονομάζονται με λέξεις που «κανονικά» σημαίνουν ξεχωριστά όργανα: ο μελωδικός αυλός λέγεται φλογέρα, ο ισοκράτης λέγεται ζουρνάς και το γλωσσίδι λέγεται τσαμπούνα. Εγγυώμαι δε προσωπικά και υπεύθυνα ότι μπορεί να είναι κάπως ακραίο αλλά σε καμία περίπτωση ασυνήθιστο.

Άλλωστε είναι πάγκοινη γνώση ότι το ίδιο φαινόμενο επεκτείνεται και πολύ πέρα από τα όργανα. Σάμπως δεν μπλέκουμε όλη την ώρα σε διευκρινιστικά ζητήματα του τύπου «όταν λες ουσάκ, εννοείς το μακάμι ή τον λαϊκό δρόμο» - «όταν λες μυζήθρα και όχι ανθότυρος, εννοείς όπως το λένε στην Κρήτη ή όπως το λένε απάνω» κλπ.;

Τέλος, καταθέτω και τη μαρτυρία ενός γνωστού μου, ερευνητή λαογραφίας, που μια γιαγιά από ένα χωριό του δείχνει μια κατσαρόλα και του λέει «εμείς αυτό κατσαρόλα το λέμε, εσείς δεν ξέρω».

Χμ, για να δούμε: «Σημειώνουμε επίσης ότι σε περιοχές ορεινές ή απομακρυσμένες από τα μεγάλα αστικά κέντρα […] λένε ταμπουρά και το λαγούτο» (Ανωγειανάκης: 207).
Καμμία σχέση δηλαδή με το υπό συζήτηση συγκείμενο, και κυρίως με τα υπό συζήτηση όργανα (μπουζούκι/λαούτο).

Οπότε, για να συνοψίσω επί του παρεμπίπτοντος ζητήματος που ανεφύη (μπουζούκια=λαούτα;): στο υπόψη πολύτιμο παράθεμα από τον Γλυκοφρύδη, κατά έναν φορουμίτη η λέξη μπουζούκια αντιστοιχεί πιθανότατα στη λέξη λαούτα, κατά άλλον φορουμίτη η λέξη μπουζούκια πιθανότατα αντιστοιχεί στη λέξη μπουζούκια, και κατά τον υποφαινόμενο φορουμίτη η λέξη μπουζούκια αντιστοιχεί -άνευ χρείας πιθανολογήσεως- απευθείας στη λέξη μπουζούκια. Ο καθείς και οι επιλογές του και τέλος κι από μένα.

Επανέρχομαι στο αντικείμενο της παρούσας ενότητας («Ρεμπέτικη φρασεολογία και άγνωστες λέξεις») και προτείνω:

  1.  στο λήμμα [b]ικιτέλι [/b]να προστεθεί και ο εξελληνισμένος όρος [b]κίταλη[/b], σύμφωνα με την τεκμηρίωση στα #1766 και #1817
    
  2.  στο λήμμα [b]τζες[/b] να προστεθεί και η έννοια που δίνει ο Πικρός, σύμφωνα με την τεκμηρίωση του #1820

Σωστά, στη φυλακή αλλάζουμε λεξιλόγιο επειδή πλησιάσαμε σε αστικό κέντρο!

Σοβαρά τώρα, δεν είναι εδώ ο χώρος για να ξαναματααποδείξουμε ότι τόσο ένα πλήθος λαϊκών οργάνων -σχεδόν το σύνολό τους- δεν είναι παντού γνωστά με την ίδια ονομασία το καθένα, όσο και ότι ειδικότερα «μπουζούκι» δε σημαίνει μόνο μπουζούκι. Μη γεμίζουμε όλο το φόρουμ με τα ίδια και τα ίδια. Δες «ταμπουράδες και πρώιμα μπουζούκια - παλιές μαρτυρίες», όπου και παραπομπές σε πολλές παλιότερες συζητήσεις.