Ο εκφυλισμός της Ελληνικής Μουσικής και η Δύση

Αγαπητοί φίλοι, παραθέτω ένα ενδιαφέρον άρθρο που υπέπεσε στην αντίληψή μου. Τα όποια σχόλια, δικά σας…

ΜΟΥΣΙΚΗ ΕΝΤΟΠΙΟΤΗΤΑ:

Οσο δύσκολο μού είναι να φανταστώ έναν ελβετό ή καναδό ρεμπέτη, άλλο τόσο δεν μού αρέσει ο έλληνας ροκάς (ή ό,τι άλλο ξένο). Οχι φυσικά πως δεν μπορεί το αποτέλεσμα να είναι ωραίο, αλλά ότι αναγκαστικά είναι προσποιητό σε μεγάλο βαθμό. Δεν είναι κάτι το αυθόρμητο. Πρέπει π.χ. ρεμπέτης της Ζυρίχης να παραστήσει πως είναι στο πνεύμα του ‘30, της Σμύρνης, του Τσιτσάνη, αλλά δεν μπορεί να μπει στο νόημα. Το ίδιο κι ο ροκάς ο έλληνας, προσπαθεί να παραστήσει τον καουμπόη στην άγρια Δύση ή τον χίπυ μεσοαστό αμερικάνο του Γούντστοκ ή τον Λονδρέζο, αλλά δεν μπορεί. Γι’ αυτό και το ελληνικό ροκ πάντα θα είναι νευρικό (κι όχι με νεύρο), σφιγμένο, κι όχι αυθόρμητο όπως το αγγλικό ή αμερικανικό. Γι’ αυτό και προτιμώ να ακούσω την αυθεντικότητα ή μάλλον, καλλίτερα, την αυθορμητικότητα ενός αγγλοσαξωνικού ροκ συκγροτήματος παρά την λίγο ή πολύ ανεπιτυχή μίμηση ενός ελληνικού ροκ συγκροτήματος.

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΜΟΥΣΙΚΗ ΚΙ Ο ΕΚΦΥΛΙΣΜΟΣ ΤΗΣ:

Δεν είμαι από αυτούς που πιστεύουν ότι κάθε ανάμιξη με ξένα στοιχεία προκαλεί εκφυλισμό. Για παράδειγμα, το κλαρίνο και το βιολί είναι δυτικά μουσικά όργανα, αλλά καθόλου δεν εκφυλίστηκε η δημοτική μουσική. Όμως τώρα, με τον εξηλεκτρισμό της, με την εγκατάλειψη των ελληνικών μουσικών κλιμάκων, εκφυλίστηκε. Ας εξετάσουμε το “ρεμπέτικο”. Στις αρχές του αιώνα εγκαταλείφθηκαν τα όργανα που δεν είταν συγκερασμένα (π.χ. ταμπουράς) χάριν οργάνων συγκερασμένων (π.χ. μπουζούκι), κι έτσι ήταν πλέον αδύνατο να παίζεται σωστά η ανατολική ελληνική μουσική. Έπειτα, απαγορεύθηκαν και με το νόμο του Μεταξά οι αμανέδες που συνθέτονταν σε διαστήματα μικρότερα του (δυτικού) ημιτονίου. Μετά, άρχισαν να χρησιμοποιούν οι ρεμπέτες, από το 1938 και μετά (Τσισάνης κ.ά.) περισσότερο τις δυτικές κλίμακες μινόρε και ματζόρε, αγνοώντας τις υπόλοιπες κλίμακες (σαμπάχ, χιτζάζ, χιτζάζκιαρ, πειραιώτικο, ουσάκ) που δεν τις έχει η δυτική μουσική. Στη δεκαετία του Σαράντα άρχισε να χρησιμοποιείται το τετράχορδο μπουζούκι αντί του τριχόρδου, για να παίζεται καλλίτερα με συνοδεία κιθάρας. Στην επόμενη δεκαετία και εφεξής κυριάρχησε το ηλεκτρικό μπουζούκι. Στο 60’ επικράτησε ο εξηλεκτρισμός και στο μπαγλαμά, εισήχθη ακόμα και ηλεκτρική (αντι για ακουστική) κιθάρα (!), φλάουτα, ντράμς, ορχήστρες, αηδίες, ενώ από τα τέλη της δεκαετίας του 60 και μετά οι ρυθμοί από ζεϋμπέκικο και χασάπικο έγιναν κάτι σαν ροκ συρτάκι, προφανώς για να τα ματσώσουν οι μεγάλοι και μικροί μας συνθέτες από τους τουρίστες. Το σκυλάδικο επί θύραις. Παράλληλα, η δημοτική μουσική γινόταν “πανηγυρτζίδικη”, με “έκο”, και εξηλεκτρισμό λαούτων και βιολιών. Τέλος, με το “πολιτικό τραγούδι” γίναμε κουβανοζορμπάδες ρόκερς (εννοείται ότι γκρινιάζω για τη μουσική κι όχι για τη θεματολογία των στίχων), και μετά, με το ντισκοσκυλάδικο του 80’-90’, τους “βανγκέλις”, τους “γιάνις”, τους βλαχοροκάδες, χιπχοπάδες και άλλους καουμπόυδες Αιτωλοακαρνανίας και Τρικάλων, ησυχάσαμε. Αιωνία η μνήμη της ελληνικής μουσικής.

Αυτός ο εκφυλισμός, αυτό το κίτς, αυτή η δουλική απομίμηση, ασφαλώς δεν είναι προϊόν των λίγων ηλιθίων που εισήγαγαν όλα αυτά τα πράγματα, δίχως να σκεφτούν τί ταιριάζει και τί όχι. Είναι προϊόν του ακραίου και άνευ μέτρου εκδυτικισμού που επικρατεί στο ελλαδικό κράτος εδώ και 170 χρόνια. Είναι ζήτημα πολιτικών επιλογών των κρατούντων: εάν οι θεσμοί, το ντύσιμο, τα σπίτια, οι ιδεολογίες και κοσμοθεωρίες, οι συνήθειες εκδυτικιστούν, είναι δυνατόν να έμενε απείραχτη η μουσική;

Και βέβαια είναι να γελά κανείς και με έναν άλλο λόγο που οι κρατούντες περιφρόνησαν για την ελληνική μουσική: επειδή νόμιζαν πως επειδή μοιάζει με την τουρκική είναι τουρκική, και μη αρχαιοελληνική. Όντας ανιστόρητοι δεν σκέφτηκαν ποτέ ότι οι Τούρκοι, ο τελευταίος λαός που εγκαταστάθηκε στην περιοχή πήραν από τους απ’ αιώνων εγκατεστημένους λαούς της πολύ περισσότερα πολιτισμικά στοιχεία απ’ όσα έδωσαν (όντας νομάδες). Όντας ανόητοι, δεν κατάλαβαν πως η ελληνικότητα δεν είναι μόνον αρχαιοελληνικότητα, αλλά ότι οι προσμίξεις είναι κάτι φυσιολογικό.

ΜΟΥΣΙΚΗ ΔΥΤΙΚΗ:

Η δυτική (=δυτικότροπη. Ελληνόφωνη (στην περίπτωσή μας) και/ή αγγλόφωνη) μουσική είναι φτωχότατη σε μουσικές κλίμακες (majore-minore) σχετικά με τις κλ?μακε? (που ονομάζονται “Τρόποι”, “Ήχοι”, “Μακάμ”, ή “Δρόμοι” ) της βυζαντινής, τουρκικής και αραβικής μουσικής (θεωρητικά έχουν φτιαχτεί περίπου 500 κλίμακες, 100-200 έχουν χρησιμοποιηθεί στην πράξη, καμμιά 30-50 είναι σε ευρεία χρήση. Στο ρεμπέτικο π.χ. χρησιμοποιούνται 10-15 από τις παραπάνω κλίμακες.). Άσε πια την τεράστεια ποικιλία των ρυθμ?ν τη? Ανατολ?? , συγκριτικά με την αντίστοιχη ένδεια της δυτικής μουσικής.Τέτοιο ήταν το πολιτισμικό επίπεδο της δυτικής Ευρώπης, που δεν μπορούσε να κατανοήσει τόσο πλούσια ποικιλία σε κλίμακες, και τις απλοποίησε, μειώνοντας τον αριθμό τους από 12 (που ήταν αρχικά, στο Μεσαίωνα, με το Γρηγοριανό μέλος κτλ) σε δύο: Απλοποίηση σε όλο της το μεγαλείο, όπως απλοποίησε και τα μουσικά διαστήματα, έχοντας το ημιτόνιο για μικρότερο διάστημα (διαιρώντας την οκτάβα σε 12 μέρη), σε αντίθεση με την βυζαντινή που διαιρεί την οκτάβα σε 72 μέρη ή την τουρκική (52) και την αραβική (24). Ζήτω η απλοϊκότητα.
Η δυτική μουσική βασίζεται στην μεγάλη ένταση (πχ τα 50-100 όργανα σε μια ορχήστρα.) και τη βαβούρα (το ντάμπα-ντούμπα του rave ή ο ηλεκτρικός θόρυβος του ροκ), για λόγους “εντυπωσιασμού” και “μεγαλείου”. Αυτό είναι το πολιτισμικό υπόβαθρο της δυτικής μουσικής: “όσο πιο μεγάλη ένταση και φανφάρα, τόσο πιο πολύ Μεγαλείο”.(Το ίδιο πολιτισμικό υπόβαθρο που οδηγεί στους μυτερούς γοτθικούς ναούς και τους ουρανοξύστες, με την αλαζονική αυταρέσκεια: καμμιά αίσθηση του “μέτρου”, καμμιά πνευματική μετριοπάθεια. Το Τεράστειο και το Υπεράνθρωπο.) Βέβαια, δεν ήταν πάντα έτσι(π.χ. το μεσαίωνα ή στο μπαρόκ, μουσική δωματιου κτλ).

Η δυτική μουσική, σε γενικές γραμμές, διασκεδάζει, αλλά δεν ψυχαγωγεί (αναφέρομαι στα συναισθήματα που προκαλεί ο ήχος, όχι σε στίχους). Από την αρχαιότητα ακόμη ήξεραν τις διαφορετικές ψυχικές επιδράσεις/αγωγή ψυχής που έχει κάθε μουσική κλίμακα,(π.χ. ο Δώριος Τρόπος των αρχαίων, που είναι ο Τέταρτος Ήχος των Ρωμηών, που είναι ο ‘δρόμος’ Ουσσάκ του ρεμπέτικου, έχει πολεμικό-γενναίο ήθος. Ο Υποφρύγιος Τροπος της αρχαιοελληνικής μουσικής, που είναι ο Βαρύς Ήχος της βυζαντινής μουσικής, και ο ‘δρόμος’ Σαμπάχ του ρεμπέτικου και της αραβοπερσικής μουσικής, έχει ήθος ησυχαστικό και προξενεί γαλήνη. Ο Υπολύδιος Τρόπος της αρχαιοελληνικής μουσικής, δηλαδή ο Πλάγιος του Δευτέρου Ήχος της βυζαντινής, δηλαδή ο ‘δρόμος’ Χιτζάζκιαρ του ρεμπέτικου και των Αράβων, έχει συσταλτικό ήθος, με κατανυκτικό και πένθιμο χαρακτήρα. Ο Υπομιξολύδιος Τρόπος της αρχαιοελληνικής μουσικής, δηλαδή ο Πλάγιος του Τετάρτου Ήχος της βυζαντινής, δηλαδή ο ‘δρόμος’ Ραστ των Αράβων έχει ευχάριστο χαρακτήρα.κ.ο.κ. Ο Πλάτων - κ.ά. - αναφέρει αρκετά παραδείγματα της ψυχ-αγωγικής σημασίας των ήχων) και αυτό συνεχίστηκε στην ανατολική, αλλά όχι στη δυτική μουσική. Τέλος πάντων. Περί ορέξεως κολοκυθόπιτα, και φυσικά κάθε μουσική έχει την ιδιαίτερη χάρη της, δεν αμφιβάλλω γι’ αυτό. Αν τα παραείπα, κι εγώ θέλω να μάθω, κι όσοι ξέρουν, ας μιλήσουν. Πάντως, είναι κρίμα όλοι να ακούνε κάτι επειδή τούς το προσφέρουν και αυτοί να μην εκλέγουν ελεύθερα, ψάχνοντας μόνοι τους. Γιατί δηλαδή ο λαός να ακούει σκυλάδικα, τα πιτσιρίκια ρόκ παριστάνοντας τον σκληρό & τον επαναστάτη, η κουλτούρα να ακούει κλασσική ή ότι άλλο κουλτουριάρικο, και οι “προχωρημένοι” την μουσική των υπολογιστών; Γιατί δεν έκατσαν να ψάξουν ποτέ μόνοι τους;

Και κυρίως, μου φαίνεται τελείως λάθος η αντίληψη πως ένα δημοτικό ή ρεμπέτικο είναι πανηγυρτζίδικο, και μόνο τότε έχει νόημα και είναι ωραίο να ακούγονται τα τραγούδια αυτά, και πως σε άλλες περιπτώσεις είναι κωμικό ή αντιαισθητικό να τα ακούς. Η αντίληψη αυτή ίσως και προέρχεται από τις ασπρόμαυρες εκείνες ελληνικές ταινίες του '50 με τους φουστανελάδες, την Γκόλφω και τα πανηγύρια. Μα δεν είναι όλα χορευτικά, υπάρχουν και καθιστικά, και δεν είναι καθόλου όλα τα δημοτικά “κλέφτικα” ή πολεμικά ούτε ασχολούνται όλα με τα πρόβατα. Η αντίληψη αυτή επίσης προέρχεται από την ξενομανία, πως δηλαδή το αγγλικό τραγούδι είναι δήθεν πιο αυθόρμητο, λες και η μούχλα των λαών της ομίχλης υπάρχει και σε μάς, ένα λαό του ήλιου και της θάλασσας και του καθαρού ουρανού και των ψηλών βουνών. Δηλαδή, έχεις την ξεραϊλα, την τραχύτητα, την μεστότητα την ελληνική, και τα πετάς αυτά θέλοντας να είσαι δήθεν αμερικάνος στο γούντστοκ ή δήθεν αγελαδάρης σε κανένα ράντζο, ή κλάμπερ στο Λονδίνο, λες και είναι δυνατόν να έχεις την δική τους αυτοσυνειδισία. Απλώς δεν πιστεύεις στον εαυτό σου. Τρέμουν τα πόδια σου όταν κοιτας τον εαυτό σου. Νομίζεις πως είσαι λίγος, ανεπαρκής, πως δε σού γεμίζεις το μάτι, και πως “εκεί” βρήκαν τη λύση και είναι τόσο υπέροχοι, τόσο κούλ, τόσο αυθόρμητοι, ενώ εδώ όλοι ντρέπονται για τον εαυτό τους. Ε δεν είναι έτσι όμως, και δεν υπάρχει λόγος να γίνεσαι καραγκιόζης πραγμάτων και ανθρώπων που δεν θα τους μοιάσεις ούτε θα γίνεις σαν κι αυτούς, γιατί άλλα πράγματα έχουν “στο αίμα” τους έπειτα από τόσες χιλιετίες, στο “DNA” τους αυτοί κι άλλα εσύ, όπως άλλα έχεις εσύ κι άλλα ο ιρανός. Το αντίστοιχο γυφταριό είναι κι εκεί στην καθημερινότητά τους, και καθόλου κουλ ή πιο μάγκες δεν είναι. Αν εσύ μοιάζεις με άλλους λαούς, αυτοί είναι οι γείτονές σου: σε Βαλκάνια και Ανατολική Μεσόγειο. Απλώς, ξενομανή, έχεις πειστεί από τις ταινίες πως είναι ανώτεροι. Είναι διαφορετικοί, απλώς. Ο Καβάφης σε είχε προειδοποιήσει: “Καινούργιους τόπους δε θα βρεις, δε θάβρεις άλλες θάλασσες. Η πόλις θα σε ακολουθεί. Στους δρόμους θα γυρνάς τους ίδιους. Για τα αλλού - μην ελπίζεις.”

Κι όλα αυτά δεν τα λέω λόγω εθνικισμού. Κι εγώ ακούω κλασσική μουσική, καμμιά φορά και ροκ του 60-70, και δεν αντέχω να ακούω συνεχώς τα ίδια. Ανάλογα με τη διάθεση πάω από την ανατολή στη δύση κι αντίστροφα. Απλώς τα είπα όλα αυτά, επειδή η δυτική μουσική κυριαρχεί και κανείς δεν ενδιαφέρεται για τον πλούτο της ανατολικής (και ελληνικής) μουσικής.

http://palio.antibaro.gr/culture/aurea_mousikh.htm

Αγαπητέ rodouma!
Πιστεύω πως το άρθρο βαδίζει πάνω στην γενικότητα, στην απλοποίηση και στο δόγμα εμείς οι καλοί και οι άλλοι οι κακοί…
Τι θέλω να πω: Γενικότητα στο ότι (εγώ τουλάχιστον) δεν κατάλαβα τι εννοεί με τον όρο ‘‘δυτική μουσική’; Στην αρχή νόμιζα ότι είχε να κάνει μόνο με τις κλίμακες αλλά μετά μπερδεύτηκα γιατί μπήκε η κλασσική, ένα γενικό είδος βαβούρας που τσουβαλιάζει το rave και τον ηλεκτρικό θόρυβο της rock. Συγνώμη αλλά με το να εξοστρακίζουμε είδη μουσικής υπονοώντας ότι τα ‘‘δικά’’ μας είναι καλύτερα χωρίς να γνωρίζουμε τίποτα γι’ αυτά δείχνει ημιμάθεια.
Απλοποίηση γιατί υπάρχουν ελληνικά γκρουπ στην ‘‘ξενόγλωσση’’ μουσική που σέβονται αυτό που κάνουν και ας είναι από τα Τρίκαλα, το Αγρίνιο και την Θεσσαλονίκη στην καλύτερη. Μπορεί να μην γεννήθηκαν pank στην Αγγλία του 80’ , παιδιά σε γειτονιές δίπλα στον Μισισίπι για να παίζουν blues και στην Ν. Υόρκη για να παίζουν jazz ή rock αλλά το κάποιοι το κάνουν με την καρδιά τους, υπενθυμίζοντας ότι η σχέση μουσική και τόπος στην εποχή μας έχει αλλάξει, ο τόπος πλέον δεν είναι σταθερός. Μπορεί να ακούσουμε κακόγουστο ρεμπέτικο από Έλληνες και πανέμορφο από Σουηδούς και το αντίστροφο…
Τέλος δεν μου αρέσουν οι λέξεις μούχλα και λαός της ομίχλης ειδικά όταν χαρακτηρίζουν άλλους λαούς!! Δεν καταλαβαίνω γιατί εμείς είμαστε του ήλιου και των ψηλών βουνών και οι άλλοι είναι ομιχλώδες και μουχλιασμένοι…για ποιους ακριβώς μιλάμε;

Νομίζω ότι το κείμενο θα μπορούσε να ήταν άκρως ενδιαφέρων εάν ήταν απαλλαγμένο από την ελληνική μεγαλομανία…

Με όλο τον σεβασμό…

Ο Μεγάλος Απών από το άρθρο είναι το “Δια ταύτα:” Θα σημειώσω τη συσσώρευση, για να μην πώ τον καταιγισμό, σε σχέση με το μέγεθος του άρθρου, παραθέσεων για θεωρίες κλιμάκων, διαστηματικών μεγεθών, τρόπων της αρχαίας ελληνικής μουσικής και πραγμάτων που γενικά εντυπωσιάζουν τον απληροφόρητο αναγνώστη αλλά δεν συμβάλλουν στην παραγωγή γνώσης, θα επισημάνω την αποστασιοποίηση του γράφοντος από πράγματα που άπτονται της ελληνικής καθημερινότητας αλλά ο ίδιος δεν τα συμμερίζεται, διαπιστώνοντας απλά την ξενομανία που (κατά την άποψή του) μας δέρνει όλους μας και θα αναφέρω συντομότατα, μόνο για να ξέρουμε πού πατάμε, κάποιες οφθαλμοφανείς ανακρίβειες όπως τη χρήση τετράχορδου μπουζουκιού (προφανώς εννοεί το Χιώτη και τους μετέπειτα, όχι τους προπολεμικούς άγνωστους και αφανείς) από τη δεκαετία του ΄40 κιόλας, την περιορισμένη δήθεν χρήση από π.χ. τον Τσιτσάνη δρόμων όπως χιτζάζ / -κιάρ, ουσάκ και άλλων, την ταύτιση Τετάρτου Ήχου και Ουσάκ, καθώς και κάποιες αυθαιρεσίες όπως το χρονικό όριο 1938 (και καλά) για την ευρύτερη διάδοση των δυτικών κλιμάκων στο ρεμπέτικο, χωρίς να τις σχολιάσω περισσότερο.

Και τέλος, θα αναρωτηθώ: Ωραία, φίλε, όλα αυτά. Τι έχεις όμως να προτείνεις, ώστε να αναστηθεί η ελληνική μουσική που, πάντα κατά τη γνώμη σου, τοποθετήθηκε ήδη στον τάφο της και εντοιχίστηκε και η επιγραφή “Αιωνία της η μνήμη” πάνω στην ταφόπετρα;

Ας αφήσουμε το ότι ο όρος «ελληνική μουσική» (που δε γράφεται με κεφαλαίο σε καμία από τις δύο λέξεις) χωράει άπειρο νερό, αφού μπορεί κανείς να περιλάβει από τις ιστορικά ελληνικές πλην σήμερα νεκρές και άγνωστες μορφές μουσικής μέχρι τη μουσική ξένων συνθετών που παίζουν Έλληνες μουσικοί, το αντίστροφο, και 1002 άλλα. Και ας μείνουμε στον εκφυλισμό.

Όποιος πιστεύει ότι η ελληνική μουσική είναι εκφυλισμένη μπορεί να σηκώσει χέρι παρακαλώ;

Πικραμένα ελληνοκεντρικά και παρελθοντολάγνα παραληρήματα…

Και όμως ο ροκάς της δεκαετίας του 90 ήταν εξ ίσου αν όχι πιο ειλικρινής από τον νεοπαραδοσιακό. Και ο ηλεκτρικός λαϊκός και παραδοσιακός ήχος είναι παρεξηγημένος και κάποια στιγμή θα δικαιωθεί, όταν επιτέλους του δώσουν σημασία όσοι προσπαθούν να παντρέψουν δυτικό ήχο και ανατολική μουσική αγνοώντας τους πρώτους διδάξαντες. Όσο για τις απόψεις του άρθρου για τη δυτική μουσική φανερώνουν πλήρη άγνοια. Είναι εύκολο να στήνουμε ένα straw man που να τον ονομάζουμε δυτική μουσική και να του αποδίδουμε την ένταση του ροκ και τις κλίμακες της κλασσικής κάνοντας την πάπια για τον αρμονικό πλούτο της κλασσικής ή για τα πρωτοποριακά ηχοχρώματα της ροκ. Αλλά ένα σοβαρό δοκίμιο δεν θα ήταν αρκετά αντιδυτικό και αντινεωτερικό για το αντίβαρο.

…Το γεγονός οτι εδώ και καμιά 50αριά χρόνια παλεύουμε με νύχια και με δόντια για να αποτινάξουμε το παρελθόν μας απο τις πλάτες μας ακριβώς για να μην φαινόμαστε παρελθοντολάγνοι και ελληνοκεντρικοί, μας έχει οδηγήσει μήπως στο “Νέον Χρυσούν Αιώνα του νεοέλληνος (και κατ’ επέκταση της μουσικής του)”; Ή μήπως αυτή ακριβώς η απέχθεια που καλλιεργήθηκε όλα αυτά τα χρόνια προς κάθε τι που πηγάζει μέσα απο την ιστορία, τις παραδόσεις και την εθνική μας συνείδηση, είναι το σαράκι που κατατρώει τα θεμέλια της ελληνικής κοινωνίας του σήμερα (του ελληνικού πολιτισμού, της ελληνικής παιδείας, της ελληνικής μουσικής, της ελληνικής μας ταυτότητας);

Βγάλτε μια κόλλα παρακαλώ…πρόχειρο διαγώνισμα!

Το θέμα είναι ψιλοάκαιρο κατ’εμέ. Οι ‘‘Ευρωπαίοι’’ π.χ όπως τους έλεγε ο Μπαρμπα-γιάννης, θωρούσαν ότι τα μπουζούκια τότε (στα ξεκινήματα) ήταν εκφυλισμένη και ανθελληνική (ως τούρκικη όπως λέγαν) μουσική. ΜΠΟΥΡΔΕΣ. Ανέκαθεν υπήρχε η σαβούρα και υπήρχαν και τα διαμάντια. Συγκεκριμένα μιλώντας για τη λαϊκή μουσική, τονίζω πώς κατ’εμέ η μουσική αυτή ΠΕΘΑΝΕ καθώς και οι λαϊκοί συνθέτες από τοτε που ο λαός έπαψε να έχει το ‘‘λαϊκό’’ τρόπο ζωής και βιοτικό επίπεδο. Το σημερινό σκηνικό με τα μπουζούκια ώς επί το πλείστο δε μου αρέσει αλλά εκφυλισμένο δε το λέω. Υπάρχουν αξιόλογα κομμάτια απλά τώρα η σαβούρα είναι πολλή περισσότερη…

Φιλικά

Ε βέβαια! Χρυσότερο αιώνα δε γνώρισε ο ελληνισμός από τον τρέχοντα (εννοώ τώρα-τώρα)! Μην πω αδαμαντοποίκιλτο.

Κύριε κύριε τι πήρα;

Διαφωνούμε ή συμφωνούμε; Μπερδεύτηκα…:080:

Τελικά και αφού το ξαναδιάβασα, το άρθρο δεν αξίζει της προσοχής μας. Αυτό με την αξία της δυτικής μουσικής μου είχε ξεφύγει από το σχολιασμό: ώστε για πέταμα όλη η συμφωνική μουσική του 18ου και 19ου αιώνα, στη μεγάλη ένταση βασίζεται, μια μουσική που (εκτός από το ότι έφερε την τέχνη της ενορχήστρωσης σε επίπεδα που δεν ξεπεράστηκαν και μάλλον ούτε στο μέλλον θα ξεπεραστούν) βρήκε τον τρόπο να προβάλλει και την εντυπωσιακή διαφορά δυναμικής μεταξύ ενός σκέτου σόλο φλάουτου π.χ. και ενός μεγαλειώδους tutti ολόκληρης της ορχήστρας στον ίδιο χώρο.

Έχει γούστο να μην κατάλαβα! Νόμιζα ότι συμφωνούμε, αλλά ξαφνικά μ’ έβαλες σε αμφιβολία!

Να σου πω κάτι όμως; Μην το ψάξουμε καν! Δεν αξίζει τον κόπο με αφορμή τέτοιο κείμενο…

Άσχετα από τις όποιες μουσικολογικές και ιστορικές “ανακρίβειες” διαπιστώνουν οι γνώστες φίλοι του φόρουμ, νομίζω ότι ο συγγραφέας του άρθρου δίνει την απάντηση στη τελευταία σου ερώτηση…

[SIZE=2]Τέλος πάντων. Περί ορέξεως κολοκυθόπιτα, και φυσικά κάθε μουσική έχει την ιδιαίτερη χάρη της, δεν αμφιβάλλω γι’ αυτό. Αν τα παραείπα, κι εγώ θέλω να μάθω, κι όσοι ξέρουν, ας μιλήσουν. Πάντως, είναι κρίμα όλοι να ακούνε κάτι επειδή τούς το προσφέρουν και αυτοί να μην εκλέγουν ελεύθερα, ψάχνοντας μόνοι τους. Γιατί δηλαδή ο λαός να ακούει σκυλάδικα, τα πιτσιρίκια ρόκ παριστάνοντας τον σκληρό & τον επαναστάτη, η κουλτούρα να ακούει κλασσική ή ότι άλλο κουλτουριάρικο, και οι “προχωρημένοι” την μουσική των υπολογιστών; Γιατί δεν έκατσαν να ψάξουν ποτέ μόνοι τους;” [/SIZE]

— Νέο μήνυμα προστέθηκε στις 10:30 ::: Το προηγούμενο μήνυμα δημοσιεύθηκε στις 10:25 —

Νομίζω ότι αδικείς τόσο το κείμενο, όσο και το συγγραφέα του…

“Κι όλα αυτά δεν τα λέω λόγω εθνικισμού. Κι εγώ ακούω κλασσική μουσική, καμμιά φορά και ροκ του 60-70, και δεν αντέχω να ακούω συνεχώς τα ίδια. Ανάλογα με τη διάθεση πάω από την ανατολή στη δύση κι αντίστροφα. Απλώς τα είπα όλα αυτά, επειδή η δυτική μουσική κυριαρχεί και κανείς δεν ενδιαφέρεται για τον πλούτο της ανατολικής (και ελληνικής) μουσικής.

— Νέο μήνυμα προστέθηκε στις 10:36 ::: Το προηγούμενο μήνυμα δημοσιεύθηκε στις 10:30 —

Νομίζω ότι με τα ερωτήματα σου αυτά, θέτεις το ζήτημα που πραγματεύεται το άρθρο (εκτός των άλλων) στη σωστή του βάση: την αλλοτρίωση του νεοέλληνα, που έχει σαν αποτέλεσμα τον “εκφυλισμό” της μουσικής του παιδείας και παράδοσης.

Φίλε rodouma, να ρωτήσω εάν έχεις κάποια …“συγγενική” σχέση με το άρθρο;

Αυτό:
"Απλώς τα είπα όλα αυτά, επειδή η δυτική μουσική κυριαρχεί και κανείς δεν ενδιαφέρεται για τον πλούτο της ανατολικής (και ελληνικής) μουσικής."

πώς το ξέρει ο αρθρογράφος; έχει κάνει στατιστική έρευνα, λόγου χάριν; Μήπως είναι λίγο αυθαίρετο και υποκειμενικό για να ληφθεί υπόψιν; ή μήπως βγάζει συμπεράσματα μέσα από το γραφείο του σε κάποια πολυκατοικία της Αθήνας;
Απλά ρωτάω να μάθω διότι για μένα έχει σημασία να ξέρω ποιος το λέει.

Δεν κάνω τοποθέτηση υπέρ ή κατά του άρθρου.

Φίλε Δημήτρη, δε γνωρίζω τον αρθρογράφο, αν αυτό εννοείς γράφοντας <“συγγενική” σχέση>…

Πάντως, δε νομίζω ότι χρειάζονται “στατιστικές έρευνες” ή δημοσκοπήσεις, για να διαπιστώσει κανείς το πολιτισμικό κενό της ελληνικής κοινωνίας (εν γένει) και τη βαθιά κρίση αρχών και αξιών. Σίγουρα υπάρχουν και οι εξαιρέσεις που επιβεβαιώνουν όμως το κανόνα.

Εκτός πιά κι αν εσύ πιστεύεις, ότι ΔΕΝ κυριαρχεί η δυτική μουσική και ότι ΟΛΟΙ (ή έστω η πλειονότητα) ενδιαφέρονται για τον πλούτο της ανατολικής (και ελληνικής) μουσικής…Αν εσύ είσαι ικανοποιημένος από τη στάση του νεοέλληνα (εν γένει) στα μουσικά πράγματα, τότε πάω πάσο…

Ναι, αυτό εννοούσα γιατί απλά, μου έκανε εντύπωση η υπερασπιστική σου διάθεση στο #12 λες και ήταν δικό σου άρθρο. Καταλαβαίνεις!!

Σε αυτό με βρίσκεις απόλυτα σύμφωνο. Για το ποσοστό αυτού του κενού ενίσταμαι. Θέλω να ξέρω από πού προκύπτει, από έρευνα ή από το κεφάλι κάποιου.

Τι να σου πω! δεν ξέρω!! Δεν είμαι σε θέση να ορίσω ποσοστά. Ξέρω όμως στα σίγουρα ότι αρκετό ποσοστό ακούει ανατολίτικη (και ελληνική) μουσική, χορεύει και μαθαίνει αντίστοιχα όργανα.

Εγώ δεν είμαι ικανοποιημένος όχι μόνο για την στάση του στη μουσική αλλά και παντού αλλού.

Το θέμα όμως δε είναι τι πιστεύω εγώ κι εσύ (νομίζω συμπλέουμε) αλλά τι μάς περνάει ως δεδομένα το άρθρο. Ε, αυτά τα δεδομένα και στο βαθμό που τα ορίζει με βρίσκουν αντίθετο.

το άρθρο είναι άκυρο και εθνοκεντρικό, ξεκινάει από το συμπέρασμα και προσπαθεί να το στηρίξει με ανακρίβειες και εκτιμήσεις. τα είπανε ήδη αρκετοί σημείο προς σημείο, δεν θα φλυαρήσω πάλι.
μερικές παρατηρήσεις μόνο, ότι αναπαράγει μια στείρα διαμάχη ανατολής-δύσης, κάνοντας το λάθος που έκανε ο αμαραντίδης -από την ανάποδη. δηλαδή προκρίνοντας ένα σύστημα έναντι του άλλου, αντί να δώσει τα χαρακτηριστικά (διαφορετικά και αλληλοσυμπληρούμενα) του καθενός, όπως κάνει ο μαυροειδής.
επίσης, το ότι έχουμε ανοίξει τα αυτιά μας και παρ’όλα αυτά επιστρέφουμε στο ρεμπέτικο ή στα παραδοσιακά, τους δίνει δυο φορές αξία. οι περισσότεροι είμαστε ή ήμασταν ροκάδες, μεταλλάδες, πάνκηδες, ρεϊβάδες, κλασσικοί (όχι ταυτόχρονα!) και κρατώντας ότι μας έκανε από τις παλιές μας αγάπες καταλήξαμε σ’αυτά. ο λόγος ήταν το βίωμα και η δύναμη στη μουσική και το στίχο, ούτε το dna ούτε κανένας γεωγραφικός/εθνικός/κρατικός αποκλεισμός. αλίμονο αν λειτουργούσαμε έτσι…
έλεος με τον καθένα που επειδή έτυχε να γεννηθεί εδώ, προσπαθεί να πάρει την αίγλη από έναν πολιτισμό που κάποτε άκμασε στον ίδιο γεωγραφικό χώρο -χωρίς να έχει ιδέα περί τίνος πρόκειται- και να πολεμήσει οτιδήποτε άλλο. οι ανοιχτές κοινωνίες παράγουν πλούτο (όχι μόνο υλικό), οι κλειστές παράγουν τερατογενέσεις από την πολλή αιμομιξία. αν δεν πάρεις από παντού να κρατήσεις τα καλύτερα, πώς θα προοδεύσεις;

υγ: το άρθρο στο τέλος αποποιείται τον εθνικισμό και προτείνει να ψαχτεί ο καθένας -αυτά όμως είναι αντίθετα με όλο το πνεύμα του άρθρου και μου φαίνονται απλά φτιασιδώματα. μόνο το αρχικό σάιτ όπου είναι αναρτημένο αρκεί, χώρια οι αναδημοσιεύσεις δέκα χρόνια μετά…