Ο Γιωργος Μητσακης για 3χορδο & 4χορδο

Αυτό δεν το ξέρω, αλλά έχω διαβάσει συνέντευξη του Παπαιωάννου στον Λευτέρη τον Παπαδόπουλο (στο βιβλίο Να συλληφθεί το Ντουμάνι). Ο Λευτέρης Παπαδόπουλος τον ρωτά αν πήγε στον Μεταξά και ο Παπαιωάννου του απαντά: Πήγα αλλά όχι στον Μεταξά. (και μετά αν δεν απατώμαι του λέει ότι είχε πάει στη λογοκρισία) Εδειξε το μπουζούκι με τα φίλντισι κι αυτά και έπαιξε την Φαληριώτισσα. ΤΟ βιβλίο το έχω στην Κύπρο. (περιέχει μέσα συνεντεύξεις από Κηρομύτη, Ρόζα, Παπαιωάννου, Μπαγιαντέρα- και άλλους)

Μπράβο, smxz8. Εγώ αρνήθηκα να βάλω στη βιβλιοθήκη μου το βιβλίο αυτό του Παπαδόπουλου και επομένως δεν ξέρω αυτή τη συνέντευξη. Αν όμως διαβάσεις το “Ντόμπρα και σταράτα” (αυτοβιογραφία του μπαρμπαΓιάννη, στο συνιστώ ανεπιφύλακτα) θα δεις ότι περιγράφει τα πράγματα όπως τα παρουσιάζω στο σχόλιό μου. Σωστά, λοιπόν, είχα και εγώ υποθέσει ότι δεν είναι δυνατόν να είχε πάει στον ίδιο το Μεταξά, υπό τις συνθήκες που αναφέρει.

Καλά ούτε και εγώ το πίστευα- Αν και ο Ζαμπέτας στο Βίος και Πολιτεία λεει οτι: Ο Παπαιωάννου πηγε στον Μεταξά. Οταν το διαβασα δεν το πιστεψα ευθύς εξ’ αρχής. Μετά διάβασα και το αλλο και λεω: Ωπ. Να τα!
Αν επιτρέπετε, γιατί δεν το βάλατε στην βιβλιοθήκη σας; (εννοώ δεν σας αρέσει ο Παπαδόπουλος; ή είναι καποιος λόγος;)
Ωραία το Ντόμπρα και σταράτα θα το ψάξω να το βρω!

Ε ναι τη συνδέω. Και για την ακρίβεια με τη λογοκρισία που θεσμικά επιβλήθηκε σε ό,τι ήταν ανατολίτικο δηλαδή στα σμυρνέικα, στα “μόρια” κλπ.
Τώρα να πει κανείς ότι η λογοκρισία δεν απαγόρεψε τα όργανα αλλά “μόνο” το ρεπερτόριό τους;

Με τη σειρά μου το θέμα αυτό δεν το ξέρω εγώ.

“Από τη μια μέρα στην άλλη” αλλά ποιος; Οι “σόου μπίζνες” (μαγαζιά και δισκογραφία) σίγουρα είχαν συμβολή. Είναι όμως η λογοκρισία αυτή που μέσα σε μια μέρα και ολκληρωτικά απαγορεύει ένα ρεπερτόριο στη δισκογραφία.
Ξαναλέω ότι είναι μέγεθος μετρήσιμο. Δεν θα επανέλθω προτού -όποτε βρω χρόνο- το μετρήσω.
Κατά τα άλλα έχω τη γνώμη ότι η μεταξική λογοκρισία σ’ αυτό το πεδίο δεν ήταν παρά η απρόσκοπτη (δικτατορία γαρ) εφαρμογή του “προγράμματος” που είχε ήδη διατυπώσει σχεδόν σύσσωμη η αστική διανόηση εναντίον της “ανατολής”.

Το περιστατικό το χρησιμοποίησα σαν θρύλο για λόγους γλαφυρότητας. Το αν αληθεύει, ναι, όχι, ή είναι παραλλαγή άλλου γεγονότος πραγματικού δεν το ξέρω.

Παρόλο που δεν πιστεύω πως η κρατική παρέμβαση εξαφάνισε το σαντούρι, κατά τη γνώμη μου το όργανο αυτό αν και συγκερασμένο έχει το ανατολίτικο άκουσμα. To τόσο ανεπιθύμητο στην περίοδο μεταξά.
Στη Μυτιλήνη υπήρχε πριν από το 1922 λόγω της κοντινής απόστασης από τα μικρασιατικά παράλια και υπηρετούσε το τοπικό ρεπερτόριο που είναι παρόμοιο με την αστική μουσική της Σμύρνης.
Το ρεπερτόριο αυτό μπορεί να αποδοθεί και από το μπουζούκι αλλά χάνει υφολογικά.
Αντίστοιχο συμβαίνει με τη ρεμπέτικη λαική μουσική. Το σαντούρι μπορεί να παίξει στο προπολεμικό ρεμπέτικο αλλά όχι στα μετέπειτα τραγούδια. Για αυτό σταδιακά εξαφανίστηκε.
Ενθαρυντικό όμως είναι ότι αρκετά νέα παιδιά σήμερα μαθαίνουν το όργανο αυτό.
Να και ένα κομμάτι από ένα μεγάλο σαντουριέρη http://www.youtube.com/watch?v=CcDzEBh0Hnc

Ναι, δεν μου αρέσει ο Παπαδόπουλος καθόλου. Δεν ξέρω πώς “χτίστηκε” η αντιπάθειά μου αυτή, ίσως να έπαιξε ρόλο και η “πρυμάτσα” πάνω στην οποία χάραξε γοργόνα θαλασσιά, ενώ άλλο πρύμ(ν)η πλοίου (στην οποία πάντως δεν σκαλίζεται γοργόνα, στην πλώρη την τοποθετούσαν), και άλλο πρυμάτσες, με τις οποίες (χρειάζονται δύο) δένεται η πρύμη στις δέστρες του μώλου. Μου το χάρισαν το βιβλίο του αυτό και είχα την ευκαιρία να το ξεφυλλίσω λιγάκι. Η ασχετοσύνη του ανθρώπου περί το ρεμπέτικο είναι απύθμενη. Είπα όχι, στη βιβλιοθήκη μου δεν θα βρει θέση.

Η εξέλιξη είναι κάτι το αναπόφευκτο.

Η εμβληματικά ανατολίτικη διάσταση στο αστικό λαϊκό τραγούδι ήταν ο αμανές. Αυτός τους είχε μπει καρφί στο μάτι. Με μόρια δεν ασχολήθηκε κανείς, παντελώς άγνωστα τους ήταν και άλλωστε και να ήξεραν τη σημασία τους, δεν μπορούσαν (ούτε κάν η Σοφία Σπανούδη) να τα διακρίνουν σε μία μελωδία. Και πράγματι, ο αμανές κόπηκε μαχαίρι από τη δισκογραφία. Κατά τα άλλα, το 10% (χοντρικά, έτσι;) το πέτυχε η λογοκρισία και το 90 % η αυτολογοκρισία.

Πως μπορεί να ερμηνευτεί, αυτό που λέει ο Γενίτσαρης στο λεπτό 3:00?

//youtu.be/8MbJDSe6MEk

Σύμφωνοι! Ο άνθρωπος είναι άσχετος, όμως εγώ του παραδέχομαι οτι πήγε και τους βρήκε και τους πήρε μια συνέντευξη πριν πεθάνουν. (του Παπαιωάννου του πήρε την συνέντευξη και πέθανε μετα από λίγο καιρό).
Τώρα στο άλλο με την πρύμνη, εντάξει, λάθος του, αλλά κι αυτός έψαχνε να βρει στίχους που να πηγαίνουν με την μελωδία, και έγραψε στιχο που να πηγαίνει μεν , αλλα με λάθος νόημα.

Μια σφήνα:

Ασφαλώς το θέμα μας δεν είναι ο Παπαδόπουλος. Ακόμη κι αν ήταν, άλλωστε, δε θα κρίναμε τη δημοσιογραφική του δουλειά με βάση τη στιχουργική του δουλειά: άλλο το ‘να άλλο τ’ άλλο.

Αλλά στο παρακάτω δεν μπορώ να μην απαντήσω:

Πώς λάθος του αλλά; Λάθος και τελεία! Υπάρχουν κάποια στάνταρ που παρακάτω δεν μπορείς να πέφτεις, δεν επιτρέπεται. Ε λοιπόν, δεν επιτρέπεται να συγχέεις την πρύμη με την πρυμάτσα και ταυτόχρονα την πρύμη με την πλώρη -κοινώς δεν επιτρέπεται να γράφεις λέξεις που δεν ξέρεις τι σημαίνουν-, είτε έχεις κάποια δικαιολογία είτε όχι.
Όχι πως κι εγώ ήξερα τι είναι η πρυμάτσα, αλλά αυτός δεν είναι λόγος. Εγώ που δεν ξέρω δε γράφω για πρυμάτσες. Ο άλλος που επίσης δεν ξέρει, αλλά γράφει, ξεβρακώνεται μπροστά σε όσους ξέρουν. Δε χωράει κανένα «αλλά». Δε λέω να τον πετάξουμε στα Τάρταρα -μιλιούνια κόσμος έχουν τραγουδήσει τα τραγούδια του- αλλά όχι και να δικαιολογούμε τα αδικαιολόγητα.

Και βέβαια ούτε λόγος για την ποιητική άδεια που όλα τα ξεπλένει. Ναι, ξέρω, κι ο Καβάφης έλεγε επέστρεφε. Αλλά δεν ήταν αυτό που τον έκανε Καβάφη.

Όπως τα λες Περικλη, έχεις απόλυτο δίκιο. (απλά ηθελα να μην είμαι απόλυτος- συμφωνώ όμως μαζί σου)

Τελείως διαφορετικό το τι συνέβαινε επισήμως και καταγραφόταν στον τύπο της εποχής, τι συνέβαινε στο εργοστάσιο της Κολούμπια και στην πλατεία Συντάγματος και τελείως διαφορετική η αντιμετώπιση των φουκαράδων της (π.χ.) πλατείας Καραϊσκάκη του Πειραιά από την αστυνομία. Φουκαράδες ήταν ο Μπάτης, ο Μάρκος και όλη η παρέα, φουκαράς και ο (εντελώς πιτσιρικάς) Γενίτσαρης. Η αστυνομία δεν είχε να δόσει λόγο σε κανέναν και πάρα πολλά όργανα είχαν σπάσει, “θύματα” των μπάτσων. Σιγά μη φοβόταν ο αστυνόμος μήπως τον καταγγείλει ο Μπάτης, ο Μάρκος ή ο Γενίτσαρης ότι παρανόμως έσπασαν ένα μπαγλαμά. Ο Μπάτης πρέπει να θεώρησε τον εαυτό του τυχερό που τους τα ξανάδοσαν πίσω τα όργανα.

Και μόνο το ότι η αστυνομία επέστρεψε τα όργανα στους ιδιοκτήτες τους μετά από κάποιες μέρες, από μόνο του επιβεβαιώνει ότι επίσημη απαγόρευση της χρήσης μπουζουκιού ή μπαγλαμά δεν υπήρχε. Κανείς αστυνομικός διοικητής δεν θα διακινδύνευε να μην καταστρέψει όργανα που έφτασαν στα χέρια του, αν ήταν πράγματι απαγορευμένη η χρήση τους π.χ. με ανάλογη εγκύκλιο. Πάντως, όταν ένας λαϊκός γέρος άνθρωπος διηγείται, πολλές δεκαετίες αργότερα, συμβάντα από την εποχή που ήταν πιτσιρικάς της καρπαζιάς, φυσικό είναι να βάλει σάλτσα: όσο πιό απαγορευμένη μοιάζει η ζωή που τολμούσε τότε να επιλέγει, τόσο περισσότερο ηρωοποιείται απέναντι στους ακούοντες. Και η “απαγόρευση” του μπουζουκιού και ο προσδιορισμός της αστυνομικής αρχής ως “Ασφάλειας” εκεί εντάσσονται. Το Τμήμα Ασφαλείας δεν ασχολείτο, βεβαίως, με μπουζουκάκια και μπαγλαμαδάκια, είχε πολύ σοβαρότερη αποστολή, να “ασφαλίζει” τη χώρα από τον ύπουλο εσωτερικό εχθρό, τον κομμουνισμό.

Συγγνώμη, πού έγινε αυτή η ερώτηση για το 3:00 του Γενίτσαρη; Κάνω κλικ στο παρατιθέμενο μήνυμα του Πέτρου και με οδηγεί σε ένα άσχετο μήνυμά του σε άλλη συζήτηση. [b]

Από συντονιστική επιτροπή[/b]: Υπήρχε λάθος στο λινκ, διορθώθηκε. Πέπε. [b]

Από Πέπε[/b] (ως απλό μέλος): Οκ, ευχαριστώ.

Στο μήνυμα #19 είναι το βίντεο

Λοιπόν, πολύ ενδιαφέρον! Είδα τον Γενίτσαρη να αφηγείται την ιστορία του, αλλά μια τέτοια ανάγνωση δε θα μου περνούσε απ’ το μυαλό. Θεωρούσα ανέκαθεν δεδομένο ότι τα μπουζούκια ήταν κυριολεκτικά απαγορευμένα. Δεν είχα σκεφτεί ποτέ να αναζητήσω κάποιο συγκεκριμένο τεκμήριο, μια ανατύπωση του σχετικού νόμου ή της αστυνομικής διαταγής ή ό,τι ήταν τέλος πάντων.

Μετά από αυτό το βίντεο και από το μήνυμα του Νίκου μού αποκαλύπτεται, ως κάτι εντελώς καινούργιο, η πιθανότητα να μην υπήρξε ποτέ τέτοιος νόμος ή διαταγή. Ρε μπας κι είναι αστικός μύθος τελικά; (Βέβαια, από την άλλη, μπορεί κάλλιστα να υπάρχει η ανατύπωση του νόμου και απλώς να μην την έχω δει, αφού εξακολουθώ να μην το έχω ψάξει.)

Υπάρχει ασφαλώς και η επιφύλαξη ως προς την αξιοπιστία της μαρτυρίας ενός γέρου για τον ηρωικό καιρό της νιότης του. Είναι γνωστό, αλλά και μόνος μου το έχω διαπιστώσει, αυτό που λέει ο Νίκος: όλοι οι γέροντες στα νιάτα τους είχαν κάνει κατορθώματα, είχαν περάσει κινδύνους, περπάταγαν δυο ώρες ξυπόλητοι στα χιόνια κάθε μέρα για να πάνε σχολείο στο απέναντι νησί, είχαν τρελές επιτυχίες σε ό,τι καταπιάνονταν, τους είχε επαινέσει ο ίδιος ο Τάδε κλπ. κλπ… Ιδιαίτερα μάλιστα κάποιος σαν τον Γενίτσαρη, που να έχει περάσει από τον καιρό του διωγμού του ρεμπέτικου μέχρι και την πλήρη παλινόρθωση (τον έχω δει σε συναυλία στο Λυκαβηττό - ο Μάρκος, και πολύ περισσότερο ο Δελιάς κι ο Μπάτης, ούτε στα όνειρά τους τέτοιο πράγμα). Σε τέτοιες συνθήκες μπορεί κανείς ακόμη και να πιστέψει πράγματα που λέγονται για τον ίδιο ενώ δε συνέβησαν.
Εδώ όμως δεν έχουμε τέτοια περίπτωση. Θα μπορούσε λ.χ. ο Γενίτσαρης να λέει ότι φόρτωσαν ένα χειράμαξο με κατεσχημένα όργανα και στην πραγματικότητα να ήταν μόνο ένας μπαγλαμάς (λέω τώρα), αλλά άμα λέει ότι τελικά τους τα επέστρεψαν δεν μπορεί, σύμφωνα με την ίδια λογική, η πραγματικότητα να ήταν χειρότερη: όντως, θα τους τα επέστρεψαν.

Τέλος πάντων. Με μόνο αυτή τη σύντομη συνέντευξη δεν μπορούμε να υποστηρίξουμε ότι καταρρίπτεται ο μύθος της απαγόρευσης του μπουζουκιού. Μπαίνει όμως ένας σπόρος αμφιβολίας.

[Πάντως για τον ίδιο το νόμο περί λογοκρισίας της μουσικής δεν υπάρχουν αμφιβολίες. Το ακριβές κείμενο το αναδημοσιεύει ο Λιάβας, Το ελληνικό τραγούδι 1821-1950, Αθήνα (Εμπορική Τράπεζα της Ελλάδος) 2009, σελ. 248-249.]

Κάτι σε ποιητή: Γκάτσος. Και η Παπαγιαννοπούλου έπαιζε με τις λέξεις. Επρεπε να μπει συγκεκριμένη λέξη μέσα στο τραγούδι

Δεν είναι πιθανότητα, βεβαιότητα είναι. Όλοι μας γνωρίζουμε πως ήταν (και) τότε οργανωμένη η ελληνική ( / Αθηναϊκή) κοινωνία. Δόξα τω θεώ υπήρχαν άφθονες εφημερίδες, περιοδικά και άλλα έντυπα και αναγνωστικό κοινό αρκετό για να εγγυηθεί την επιβίωσή τους, καθώς και άφθονοι δημοσιογράφοι εκ των οποίων ένας, σε κάθε μεγάλη εφημερίδα, είχε καθήκον να ξεκοκκαλίζει την Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, σε αναζήτηση πλούσιας ύλης που επρόκειτο μετά να τέρψει τους αναγνώστες. Δεν υπάρχει, λοιπόν, ούτε μία στα χίλια πιθανότητα να συνεζητήτο ή, ακόμα περισσότερο, να ψηφιζόταν ένας νόμος “περί απαγορεύσεως της χρήσεως μουσικών οργάνων τινών κλπ. κλπ.” και να μην γινόταν σχετική αναφορά σε ένα ή περισσότερα έντυπα. Μα ακόμα και μία απλή εγκύκλιος ενός υπουργού, Διοικητού Χωροφυλακής ή αναλόγου θέσης ατόμου, θα γινόταν γνωστή, θα δημοσιευόταν και θα είχαμε μετά όλο και κάποιον χρονογράφο σε άλλη στήλη να σχολιάζει “Επιτέλους! Έστερξεν η Κυβέρνησις, διά χειρός του ρέκτου Διοικητού της Αστυνομίας Πόλεων Πειραιώς (λέω εγώ, τώρα…) όπως επιβάλλει άπαξ και δια παντός την από πολλού χρόνου ήδη αναγκαιούσαν αποτίναξιν των εκ της Τουρκοκρατίας λησμονημένων, δυστυχώς, βδελυρών ψηγμάτων “ανατολίτικης” νοοτροπίας παρά τμήμασιν της κοινωνίας των καταγωγίων και χαμαιτυπίων”.

Τίποτα όμως δεν έχει βρεθεί. Απολύτως τίποτα.

Τα του Αναγκαστικού Νόμου 1619/1939 (προ πάσης φωνοληψίας εν Ελλάδι κλπ.) μπορείς να τα δείς και σε άρθρο μου στην Κλίκα, αλλά αυτή τη στιγμή η σελίδα δεν λειτουργεί, μάλλον για κάποιο τεχνικό λόγο

Θα έλεγα ότι ήταν “κυριολεκτικά απαγορευμένα”, με την έννοια ότι η κυριολεξία στο στόμα του λαού είναι διαφορετική από την κυριολεξία στο στόμα του θετικισμού, ο δε θετικισμός σε καμιά περίπτωση δεν διατηρεί το μονοπώλιο της κυριολεξίας. Ο Σαββόπουλος, όταν είχε το παλιό του πάθος και τον ενθουσιασμό, το είχε εκφράσει αυτό καλλιτεχνικά με τους στίχους “δεν έχει τι, δεν έχει πού μες τις οθόνες του λαού”.

Για να μην περιοριστώ στην δανεισμένη από το Σαββόπουλο καλλιτεχνική έκφραση:

Θα μπορούσα να προεκταθώ προς τα πίσω ως την τουρκοκρατία, για το τι μπορούσε να σημαίνει κάθε μέρα “απαγορεύεται” και τι “επιτρέπεται”, αλλά θα ανοίξει πολύ το θέμα.
Οπότε περιορίζομαι στο ότι όταν το παλικαράκι 20 χρονώ βγαίνει πριν 100 χρόνια από το σπίτι κρατώντας ένα μπουζούκι και εναπόκειται στη διάθεση του πρώτου τυχόν εκπρόσωπου της εξουσίας αν θα του το σπάσει ή όχι (πράγμα που δε θα συνέβαινε αν κρατούσε μια καρέκλα πχ) τότε το παλικαράκι ξέρει ότι το μπουζούκι είναι απαγορευμένο. Το αν υπάρχει γραφτός ή άγραφος “νόμος” γι’ αυτό, είναι έξω από τον κύκλο των ενδιαφερόντων του. Άλλωστε η νομική θεωρία αναγνωρίζει και τον “άγραφο νόμο” σαν πηγή “δικαίου”, οπότε το παλικαράκι είναι και επιστημονικά στηριγμένο στην αντίληψή του. Φυσικά δεν θα συμβουλευόταν δικηγόρο για να μάθει τι “επιτρέπεται” και τι “απαγορεύεται”. Θα αρκούνταν στην εμπειρία του.

Θα μπορούσαμε να πούμε κι άλλο παράδειγμα, λχ στη δεκαετία του ‘60 η ΕΔΑ ήταν “νόμιμη” όπως κι η εφημερίδα της η προδικτατορική “Αυγή”. Όμως ακόμα και σήμερα θα συναντήσεις ανθρώπους που έχουν ζήσει εκείνα τα χρόνια και που θα σου πούνε ότι αν πήγαινες να πάρεις την “Αυγή” τη δίπλωνες ανάποδα να μη φαίνεται ο τίτλος και γενικά την έκρυβες στα ρούχα σου γιατί το να κυκλοφορείς φανερά με την “Αυγή” “απαγορευόταν”. Μάταια θα ψάξει κανείς βέβαια να βρει το σχετικό νομοθέτημα.
Αν πάλι, σήμερα, στην χ ψ γειτονιά μια νεοναζιστική συμμορία βγάλει “διάταγμα” (όπως και λένε κάποιοι ότι το έχει κάνει σε κάποιες περιπτώσεις) ότι η κυκλοφορία των “ξένων” “απαγορεύεται” μετά τη δύση του ήλιου, και το “διάταγμα” αυτό επικρατήσει εκεί λόγω αρνητικών συσχετισμών της ταξικής πάλης, τότε και πάλι οι μετανάστες που ζουν εκεί θα ξέρουν οτι η κυκλοφορία μετά τη δύση του ήλιου “απαγορεύεται”. Παρ’ όλα αυτά για τον μελλοντικό ερευνητή ο νόμος των ΦΕΚ θα είναι καθαρός σαν το κρύσταλλο, εντελώς δημοκρατικός.

Από την άλλη υπάρχουν και πράγματα που επιτρέπονται ενώ τυπικά-νομικά “απαγορεύονται”. Πρόχειρο και ανώδυνο παράδειγμα που μου έρχεται στο μυαλό, το ότι μέχρι πριν 5-6 χρόνια τυπικά ίσχυε ότι απαγορεύεται να έχεις ποδήλατο χωρίς πινακίδα κυκλοφορίας, πράγμα όμως που όλοι θα πούμε ότι επιτρεπόταν παρ’ όλο που ο ισχύων νόμος έλεγε άλλα.

Όσο λάθος λοιπόν νομίζαμε ότι το ποδήλατο χωρίς πινακίδα επιτρέπεται τόσο ακριβώς λάθος θεωρούσαν τότε ότι το μπουζούκι απαγορεύεται.

(τόσο λάθος ή τόσο σωστά, για να μην αφήνω περιθώρια παρερμηνείας)

Καλά, ισχύουν και έτσι ιδωμένα τα πράγματα, αλλά εγώ ήθελα να υπογραμμίσω το γεγονός ότι η απαγόρευση ήταν άτυπη, επειδή αυτό ακριβώς είναι που δεν ήξερα. Ότι στην πράξη εφαρμοζόταν αυτό είναι γενικά γνωστό. Να όμως που, όπως προκύπτει από την ιστορία του Γενίτσαρη, εφαρμοζόταν με ποικίλους βαθμούς αυστηρότητας, ανάλογους με τα κέφια κάθε διοικητή.