Λεωτσάκος για Χατζηπανταζή

Μια παλιά συνέντευξη του Γ. Λεωτσάκου αναδημοσιευμένη στο Tar

Και για να γυρίσουμε πάλι πιο πίσω, δηλαδή στο 1874 -75, εκτός από τις παραστάσεις Όπερας δινόντουσαν δύο συναυλίες μπάντας κάθε μέρα, μία στο Σύνταγμα και μία στην Ομόνοια. Κάθε μέρα!

Μ. Χ. Κ. Είναι σαν αυτά που βλέπουμε και σήμερα να γίνονται σε πόλεις όπως το Λονδίνο, το Παρίσι, το Βερολίνο…

Γ. Λ. Μέσα στο χρονικό διάστημα που ερεύνησα, βρήκα το «Αρκάδι» τού Ραφαήλ Παριζίνη (μαθητή τού Μάντζαρου που πρόσφερε πάμπολλα στην αθηναϊκή μουσική ζωή και παιδεία), να παίζεται πέντε ή έξη φορές και σήμερα να είναι χαμένο. Σώζεται μόνο σε μία μορφή για μπάντα που την έχω στο αρχείο μου.

Συνεπώς υπήρχε μουσική, δυτικότατη μουσική. Αυτά τα οποία γράφει ο κύριος Χατζηπανταζής στο βιβλίο του «Της Ασιάτιδος Μούσης ερασταί», ότι δηλαδή υπήρχε καυγάς μεταξύ ανατολικής και δυτικής μουσικής, είναι άκρως ελεγκτέα και συζητήσιμα. Ένας φυσιολογικός φόβος ή καχυποψία προς κάτι καινούργιο, όπως η όπερα, θαρρώ πώς έλαβε εκ των υστέρων και εκ του πονηρού διαστάσεις που δεν είχε. Νομίζω ότι θέλησαν να ανεβάσουν την ανατολίτικη μουσική σχεδόν εκ του μη όντος. Όταν έχουμε συνωστισμό στο θέατρο του Νέου Φαλήρου και γράφει η Εφημερίς του Δημητρίου Κορομηλά, λίγο μετά το 1870: «Και επιτέλους μέχρι Ψυτταλείας θα φθάσωμεν δια να ακούσωμεν τον Τροβατόρον;», για ποιά ανατολίτικη μουσική μιλάμε; Μπορεί να παιζότανε σε δύο-τρία κουτούκια ή στέκια.

Μ. Χ. Κ . Ούτως ή άλλως είναι άλλο πράγμα.

Κ. Λ. Πάντως εγώ προσπαθώντας να εξηγήσω το νεο-ελληνικό μουσικό πλαίσιο, έχω σκεφτεί ότι ένα από τα προβλήματα μπορεί να είναι και μία μουσική διγλωσσία. Η Ελλάδα δέχεται από τη Δύση τις επιρροές τής Ιταλίας και του μπελκάντο και από την Ανατολή όλες τις άλλες επιρροές. Αν το δούμε πιο γενικά, υπάρχει πολλή δυσκολία για να μπορέσεις να συγκεράσεις αυτούς τους δύο κόσμους. Ο Καλομοίρης, για παράδειγμα, δεν το πέτυχε…

Γ. Λ. Όχι βέβαια! Εκείνος που το επέτυχε με το θαυμασιότερο τρόπο ήταν ο Γιάννης Κωνσταντινίδης ή Κώστας Γιαννίδης.

Κ. Λ. Κάνοντας βέβαια και τις ανάλογες προσαρμογές…

Γ. Λ. Όμως θα κάνω μία πολύ απλή ερώτηση: Γιατί χρειάζεται να υπάρχει μία συγχώνευση αυτών των δύο κόσμων;

Μ. Χ. Κ. Δεν χρειάζεται.

Γ. Λ. …αντί μίας ειρηνικής συνυπάρξεως; Είναι μία εντελώς λαθεμένη συλλογιστική.

Είχε πει κάποιος, τα χρόνια στα οποία αναφέρονται, ότι χρειάζεται;

Ο Tchouhadjian νομίζω καλά τα κατάφερε και η δουλειά του (Λεπλεπιτζή Χορ Χορ Αγάς) αγαπήθηκε και στην Ελλάδα. Αλλά το σημαντικό είναι αν υπήρξε όντως αντιπαλότητα. Για το 1870 δε ξέρω, την εποχή του μεσοπολέμου έχω την εντύπωση ότι οι ρεμπέτες εκτιμούσαν το ελαφρό τραγούδι, την όπερα κλπ., η όποια αντιπαλότητα ήταν σε θέματα «επαγγελματικών δικαιωμάτων».