Κώστας Μασσέλος Νούρος - μήπως και κάποιος/α τσιμπήσει. Δε θα χάσετε

Όσο πιό πολύ σ΄ακούω, Κώστα Μασσέλο (Νούρο), όσο πιό πολύ ακούω τα γρήγορα δάχτυλα του φίλου σου τ΄Ογδοντάκη να κάνουν στο βιολί αυτα που εσύ, πολύ απλά, τά΄κανες με το λαρύγγι σου, τόσο πιό πολύ καταλαβαίνω και πείθομαι ότι, μαγκιά είναι αυτό που είσασταν εσείς, οι «πριν». Ότι μαγκιά είναι να είσαι καλόκαρδος κι ευαίσθητος, ν΄αποφεύγεις τη βλακεία του ανθρωπαριού

(«Ποιός έχει μαύρη την καρδιά να γίνουμε συντρόφοι,
να περπατάμε σ΄ερημιές, να μη θωρούμ΄ανθρώποι»)

ν΄αποσύρεσαι όταν είναι η σωστή ώρα και να αποτραβιέσαι στα πίσω δώματα της προσωπικής αξιοπρέπειας και μοναξιάς. Βέβαια, έτσι σε ξεχνάν, όπως ξέχασαν κι εσένα. Και τί έγινε;
Εσύ τραγούδησες γι αυτούς που είχαν ντέρτι, νταλκά, μεράκι, που καταλάβαιναν και δεν εξιτάρονταν από νταηλίκια της πεντάρας.

Εσύ, τραγούδησες γιά το μετά. Γιά όταν τελειώνουν τα κοκορέματα, γιά όταν στρέφεται κανείς γύρω του και βλέπει πως οι φίλοι/ες λακίζουν, ένας έτσι κι ένας αλλιώς, προσπαθούν να σου βγάλουν το μάτι και ξεχνάν.

Εσύ, τραγουδούσες γιά το μετά. Γιά όταν ξεκαθαρίζει το τοπίο απ΄την ομίχλη του μυαλού, γιά όταν η ζωή παύει να κάνει πως χαμογελάει, το γυρίζει και κάνει μιά άσχημη γκριμάτσα, δείχνοντας χαλασμένα δόντια.

Απ΄τα μαγαζιά που τραγούδησες δεν έμεινε τίποτα, κι αυτοί που σ΄άκουσαν βρίσκονται πιά στον Άδη. Έμειναν μόνο οι δίσκοι κι εκεί, υπάρχουν τέσσερα είδη τραγουδιών:

α. μιά σειρά από ποιητικούς μανέδες με το βιολί του Ογδοντάκη και συνοδεία, πότε σαντούρι, πότε ούτι,

β. μιά σειρά από «δοκιμές» σου σε άλλα τραγούδια όπου, άλλοτε ακούγεσαι να νιώθεις άνετα, κι άλλοτε όχι,

γ. δυό τραγούδια που τα τραγουδάς στα τούρκικα και

δ. ένα, μοναδικό, παραδοσιακό που το λες άψογα και κάποιος, ηλίθιος, σε προσβάλλει…

Γιατί δε συνέχισες στη δισκογραφία, από ένα σημείο και πέρα; Σ΄εκτιμούσαν, είχες και το «μέσον» του Ογδοντάκη που είχε διευθυντική θέση. Μπορεί να μη τό΄κανες γιατί είχε περάσει ο καιρός σου και, ίσως, να μη σήκωνες το κλίμα…
Είναι και κάτι που εμείς οι καινούριοι το ξεχνάμε. Απ΄τους δίσκους δε κερδίζατε. Το κέρδος, η μερίδα του λέοντος ήταν των εταιριών Θά΄πρεπε να πέσει κανείς με τα μούτρα στη δισκογραφία, όπως έκαναν η Ρίτα, η Ρόζα, ο Νταλκάς, γιά να βγουν κάποια κέρδη. Τα λεφτά, οι χρυσές λίρες, πέφταν στα μαγαζιά και στα πανηγύρια. Και συ, θά΄βγαζες σίγουρα λίρες, στα μασούσανε όμως διάφοροι πονηροί…

«Κι όλα τ΄άλλα, σα μικρό παιδί, τα έχω πάθει, μέσα στην Ελλάδα την Παλιά», διαπίστωνες και πρόβλεπες, ήδη το 1928, τραγουδώντας το «Ούζο ούζο».
Έτζι, στα μάσησαν και έμεινες με τη συνταξούλα που δεν έφτανε, ναυάγιο της ζωής, αραγμένος στο «Καφενείο των φιλάθλων» στην Παλιά την Κοκκινιά, και στο φτωχικό σου καλυβάκι.

Εσύ, ο μεγάλος Νούρος, Η (!) ΦΩΝΗ!
Όλα έρχονται και παρέρχονται…

Ασήμι που χάθηκες,
μάλαμα που θόλεψες…

Τέσσερα επιλεγμένα τραγούδια και το παραδοσιακό «Αλή Πασάς», μπορείτε ν΄ακούσετε στο www.elkibra-blogspot.com

Ευχαριστώ γιά τα μπράβο.
Για να πω την αλήθεια, δεν ήταν σωστό αυτό που έκανα. Μπήκα σε μιά περιοχή του forum που καταγίνεται με άλλα πράγματα. Το έκανα γιατί “ζήλεψα” που έχει πάντα πολύ περισσότερους/ες αναγνώστες/τριες από τα άλλα. Συχωρέστε με…

Ευχαριστώ πάλι
Κώστας Λαδόπουλος:109:

ΥΓ. Θα επιτρέψετε σ΄εμένα τον “φιλοξενούμενο” ένα ακόμα γιά το Νούρο;
Αυτό.

Προστατευτικό antivirus Nouros… Βγάλε τους “Βουλγαράκηδες” και άλλα τέτοια spams από μέσα σου, απολύμανε και εγκατέστησε το προστατευτικό antivirus Κώστας Μασσέλος (Νούρος)"…

Είναι τόσο κρίμα με μας τους ανθρώπους που χάνουμε τόσο καιρό ώσπου να καταλάβουμε πως ελάχιστα - αλλά επιλεγμένα - μικροστοιχεία χρειαζόμαστε γιά να νιώθουμε καλά. Συνήθως, εγκαταλείπουμε το σπίτι, γονείς, αδέρφια και αδερφές, τραυματισμένοι και με κενά.Μετά, αρχίζει το μεγάλο ταξίδι, ψάχνοντας γιά νέους ανθρώπους, αυτοεπιβεβαίωση, αγάπη, εύρεση μιάς αδελφής ψυχής.

Αυτά παίρνουν πολλά χρόνια γιά να τακτοποιηθούν, πράγμα που, μάλλον, δε συμβαίνει. Βολευόμαστε με χλιαρές λύσεις και συνεχίζουμε.Τα χρόνια περνούν, οι ευθύνες και τα προβλήματα οξύνονται και ξεκαθάρισμα δε φαίνεται στον ορίζοντα. Κι έτσι, κάποια στιγμή, φτάνουμε σε ΄κείνο το σημείο που αρχίζουμε να μην αντέχουμε, ή να μη θέλουμε να αντέχουμε… Οι εξωτερικοί ρυθμοί μας αρχίζουν να χαλαρώνουν, αρχίζουμε ν΄αποτραβιόμαστε.

Τότε, ξεκινάν να ξυπνάν, σα βρυκόλακες, όλ΄αυτά που στοιβάχτηκαν μέσα μας, όλ΄αυτά που τα βάζαμε στην άκρη, γιατί δε προλαβαίναε και δε μπορούσαμε να τ΄αντιμετωπίσουμε. Ξυπνάν και αρχίζουν τον τρελό, το μανιασμένο χορό τους.Κι επάνω απ΄όλ΄αυτά, σμήνη εξωτερικών “ιών” - τύπου Βουλγαράκη - που μπαίνουν μέσα μας, χωρίς να ρωτήσουν, στην καθημερινή πλύση εγκεφάλου των media.

Πείτε μου, το φυσικό δεν είναι κανείς να τρελαθεί; Πράγμα που πιστεύω ότι συμβαίνει σε ευρεία κλίμακα. Ας πούμε, θεωρώ ότι τουλάχιστο το ήμισυ των κατοίκων Αθήνας και Θεσσαλονίκης είναι, λίγο ή περισσότερο, παλαβοί/ές. Κι αυτό με κάνει να θυμάμαι εκείνο το παλιό ανέκδοτο…

Ένας “λογικός” περνάει έξω από ένα τρελοκομείο και βλέπει ένα “τρελό” που κοιτάζει τον έξω κόσμο πίσω από τα κάγκελα. “Είστε τρελοί εκεί μέσα;” ρωτάει ο “λογικός”. “Όχι. Όπως βλέπεις, η πινακίδα κρέμεται απ΄την έξω μεριά”…

Τελοσπάντων, όλ΄αυτά δε λύνονται, απλώς χειροτερεύουν…Τί σχέση έχει ο Νούρος μ΄όλ΄ αυτά; Ο Νούρος είναι ένα ακίνδυνο, ολωσδιόλου ακίνδυνο, ηρεμιστικό. Ο Νούρος δεν ανήκει, ουσιαστικά, στο “ρεμπέτικο”. Ήταν μιά ιδιότυπη περίπτωση μοναχικού ξεμυαλιστή καρδιών. Ο Νούρος είναι διαχρονικός. Η φωνή του μας αποσυγκολλεί από την κρεατομηχανή της πραγματικότητας και με μαύρους (το μαύρο ως χρώμα γαλήνης), βελούδινους ήχους, μας περνάει μέσα από μισοσκότεινες εκκλησιές με ψαλμουδιές, μας ανοίγει διάπλατα τοπία ερώτων.

Τα τραγούδια του είναι μιά ενατένιση της ζωής και αν τα δίστιχα των μανέδων είναι μελαγχολικά, αυτό οφείλεται στο ότι οι άνθρωποι αυτοί δε ήταν καλωδιωμένοι και βλέπαν… Άλλωστε, στο τέλος των περισσότερων μανέδων του, παίρνει το πάνω χέρι ο γλυκός Γιάννης Δραγάτσης (ο Ογδοντάκης) και εκτοξεύει ψηλά την καρδιά μας με το βιολί του.Με τις υγείες σας!

Αν θες λεπτομέρειες για το “ηρεμιστικό” Νούρος, κάνε “κλικ” στο αποκάτω:
http://www.elkibra-nouros.blogspot.com/

Πριν μερικούς μήνες είχα αναρτήσει ένα μήνυμα με θέμα το τραγούδι «Αλή Πασάς» και είχε ακολουθήσει μια κάποια συζήτηση στο θέμα ΚΛΕΦΤΙΚΑ ΚΑΙ ΤΡΑΓΟΥΔΙΑ ΤΗΣ ΤΑΒΛΑΣ του Άρη Φωλιά στο φόρουμ αυτό (μήνυμα #23 και κάτω). Η εκτέλεση του Κ. Νούρου στην οποία μας παραπέμπει ο Κώστας Λαδόπουλος και την ύπαρξη της οποίας δεν γνώριζα τότε θυμίζει σε μεγάλο βαθμό αυτήν στην οποία αναφερόμουν. Πιθανόν ο Νίκος Πολίτης μπορεί να το επιβεβαιώσει. Βρήκα επίσης ότι τραγούδι με τον τίτλο «Αλή Πασάς» έχει φωνογραφήσει και ο Α. Νταλγκάς αλλά δεν το έχω εντοπίσει (ακόμη)

και ο καβουρας ειχε ωραια φωνη…οσο αφορα το <<ΟΥΖΟ,ΟΥΖΟ>>δεν ηξερα οτι το τραγουδησε ο νουρος.μηπως υπαρχει δισκος του Κωστα Καρλα?

Τι άλλο θα φέρει στην επιφάνεια μια ορισμένη «ρεμπετολογική» περιέργεια που έχει βαλθεί να ανασκάπτει ακόμη και ιατρικά δεδομένα…

Ο Νούρος υπό το «φως» του ιατρικού του βιβλιαρίου…

Α, και εδώ ένα καθαρά ρεμπετολογικό για τον Νούρο (μια εναλλακτική εγγραφή του ¨Ούζο")

Νέα συλλογή με Νούρο επιμελημένη από τον Αλεξανδράτο και ενδιαφέρον κείμενο της Lifo:

2 «Μου αρέσει»

Η σύφιλη έδινε κι έπαιρνε, και δεν αποτελεί ένδειξη ομοφυλοφιλίας. Παραπέμπω π.χ. στο Καταφύγιο Ιδεών του Γιανναρά, όπου περιγράφει πως ένας καθηγητής τους στο Γυμνάσιο θέλησε να τους προειδοποιήσει για τα αφροδίσια νοσήματα

Με πόνο ψυχής ο καημενούλης μας εξομολογήθηκε ότι κι ο ίδιος είχε υποφέρει φοβερά από τη σύφιλη, που την άρπαξε από μια παντρεμένη.

1 «Μου αρέσει»

Κάτι σαν το AIDS, που στην αρχή ο “καλός” κόσμος νόμιζε ότι δεν τον αφορούσε γιατί έπληττε μόνο ομοφυλόφιλους και “ελεύθερων ηθών”. Έτσι και ο γυμνασιάρχης απορεί που το κόλλησε από παντρεμένη (και ίσως αφήνει υπονοούμενα για την ίδια ή για τον άντρα της).

1 «Μου αρέσει»

Οι άνθρωποι μπορεί καλοπροαίρετα ή κακοπροαίρετα, από καθωσπρεπισμό, άγνοια ή άλλους λόγους, να βγάζουν διάφορες οργιώδεις φήμες για το ποιοι κολλάνε το κάθε νόσημα. Εμείς εδώ, έχοντας περάσει τη λαμπρή περίοδο του κόβιντ με όλη τη σχετική διαφώτιση, έχουμε πιστεύω λύσει όλες τις σχετικές μας απορίες: πώς μηδενίζεις, μειώνεις ή αυξάνεις τις πιθανότητες να έρθεις σε επαφή με κάποιον που το έχει και που μπορεί να σ’ το κολλήσει.

(Με την επιφύλαξη φυσικά ότι δεν είμαστε γιατροί, εκτός από όσους είναι. Μέχρι ένα άλφα σημείο, μερικά πράγματα είναι κατανοητά και χωρίς ειδικές γνώσεις.)