Ο Ιορδάνης, καλή του ώρα, αν μπορούσε τώρα να μας μιλήσει… δεν θα το έκανε!
Θα έπαιζε!
Ο Ιορδάνης από ευφράδεια… μηδέν, αλλά μόλις έπιανε το παλιόξυλο γινόταν ρήτορας και αγορητής. Συνομιλία ολόκληρη ρε παιδί μου. Εσύ με τα μάτια και τα αυτιά σου κι αυτός με το μπουζούκι του. Η μια κουβέντα με το παράπονο, η άλλη με τον τσαμπουκά αλλά πάντα με τις σωστές λέξεις, με κορυφαία σύνταξη και ηδύφωνα.
Εμένα μου άρεσε και η φωνή του. Πολλές φορές ακούγοντας κακές ηχογραφήσεις του από κέντρα, νόμιζα ότι άκουγα τις “παράνομες” του Μάρκου και έλεγα, ρε συ, έχει πει το “απολογήσου ένοχη” ο Μάρκος;
Λίγα που μου έρχονται:
Καθόμασταν μια φάση στα Εξάρχεια και πίναμε ουίσκια. Μου έλεγε διάφορες μαλακίες του στυλ δεν θα μάθω ποτέ μπουζούκι σωστό και κάτι τέτοια (δίκιο είχε βέβαια) αλλά μόνο ως αφορμή. Βαριόταν να σηκωθεί να παίξει και τα είχαν πάρει όλοι: μαγαζάτορας, κοινό, γκαρσόνια. Δεν χαμπέριζε τίποτα, σου λέει να πιούνε πρώτα, να ξεκαυλώσουν στη κουβέντα και μετά η σειρά μου. Σ’ αυτή τη φάση γούσταρε να ενοχλεί μια συγκεκριμένη γκαρσόνα, χάρμα οφθαλμών, που όμως δεν του “καθότανε”. Κάθε τόσο γύρναγε και τη ρώταγε “τι είδη κονιάκ έχετε μανδάμ;” κάτι του απαντούσε αυτή, και ο Jordan “καλά, που να διαλέγω τώρα, φέρε μου ότι πίνει αυτός”. Εγώ όμως έπινα ουίσκι.
Ετσι πήγε μέχρι τις 3 που σηκώθηκε να παίξει. Μας κράτησε ως τις 6 χωρίς διάλειμμα.
Μια άλλη φάση, στο “ΤΑΞΙΜΙ” θαρρώ, ήμουν στο μπαράκι δεξιά στο βάθος (ξέρετε), κάπως έγινε και δεν πήρα είδηση ότι σηκώθηκε να παίξει. Οπότε ακούω ένα συνεχόμενο ήχο σαν βιολί, κοιτάω το ψαρό, του λέω έφερες νησιώτικα ρε, όχι μου λέει, ο Ιορδάνης είναι και παίζει γρήγορα. Γυρνάω και τι να δω; Ο μεγάλος καμάκωνε μια πιτσιρίκα, προφανώς νησιωτοπούλα: Αυτή χόρευε και αυτός της έπαιζε ένα νησιώτικο με το μπουζούκι.
Είπαμε, στα λόγια δεν ήταν καλός, αλλά στο μπουζούκι… υπερδύναμις.
Καλή σου ώρα ψηλέ.
ΥΓ - γράφτε κι εσείς αν είχατε εμπειρίες μαζί του.
Ηταν πολύ κοινωνικός άνθρωπος, άρα πολλοί θα έχουν πολλά να πούνε.