Λέξεις που συναντάμε σε αμανέδες

Γειά σας Φίλοι.
Μήπως μπορεί να μου εξηγήσει κανείς επακριβώς τις παρακάτω λέξεις που συναντούμε σε αμανέδες κυρίως;

  1. Γιαρ γιαραμαν
  2. Μετεντέι
  3. Γιαρέ ή γιαρέι(:wink:
    Ευχαριστώ.
    Δαμιανός.

Γιάρ, γιαρέ(ι): αγάπη μου, γιάρ αμάν: έλεος, αγάπη μου.
Μεντέτ, μεντέ(ι)τ: βοήθεια.
Επίσης: αντάμ αμάν: άνθρωπε, έλεος!

Το “γιαρ” και “γιαρ αμάν” απαντάται εκτός από τους αμανέδες και σε Ποντιακό τραγούδι.
Είναι απλώς επιφώνημα, όπως το “όπα”, δεν σημαίνει τίποτε συγκεκριμμένο.
“Μεντέτ”, μάλλον περσική λέξη και στη συνέχεια τουρκική, σημαίνει “βοήθεια”. Συνήθως οι Τούρκοι προσθέτουν και ένα (ι) στην κατάληξη.
Το “αμάν μετεντέι” είναι από το Γκουζέλ Ουσάκ με τη Ρ. Εσκενάζυ, ωραίος αμανές.

Όταν έστελνα το δικό μου μήνυμα δεν είχα δει του Νίκου. Έχω την εντύπωση ότι το “γιαρ” είναι επιφώνημα μόνο. Θα περιμένουμε και τις απόψεις των άλλων…

Προς Νίκο Πολίτη.

Μήπως έχετε ελληνο-τουρκικό λεξικό; Ποιο είναι, εκδοτικός οίκος;
Θα με ενδιέφερε…

Παραθέτω ένα απόσπασμα από το πολύ γνωστό ποντιακό τραγούδι, όπου απαντά η φράση “γιαρ αμάν”.

“Εκάεν και το Τσάμπασιν και πέμναν τα τουβάρια γιαρ γιαρ αμαν.
Κι’ ερούξαν σο γουρτάρεμα τ’ Ορτνους τα παληκάρια γιαρ γιαρ αμαν.
Βάι εκάεκεν μανίτσα’μ τ’ Ορντούς το παρχάρ και εκεί τηδέν κ’επέμνεν μαναχόν σαχτάρ.
Κλαίν τη θεού τα πουλόπα κλαιν τα πεγαδομάτια γιαρ γιαρ αμάν…”.

Ελένη.

Γεια σας,

Να προσθέσω κι εγώ ότι το “μεντέτ αμάν” είναι πάρα πολύ συνηθισμένο και στα τούρκικα “γκαζέλ”. Όσο για το γιαρ, το τουρκικό yare (αν όντως είναι η ίδια λέξη), σημαίνει επίσης “πόνος” (πληγή, λύπη), κατά μια εκδοχή. Και για να μην παραλείψω να αναφέρω τις πηγές μου, αυτήν την πληροφορία τη βρήκα στο άρθρο του Marko Jouste, “The Remains of Makam-based music of the Ottoman Era in Anatolian Greek Music” στη συλλογή άρθρων “The Structure and Idea of Maqam”.

Εύα

Γεια χαρά σας.

Τουρκο-ελληνικό λεξικό on-line στο διαδίκτυο:
αγαπώ = sevilen,
αγαπημένος: sevgili, sevgi…εξ΄ου και σεβντάς…

Γιάννης.

Faruk Tuncay-Λεωνίδας Καρατζάς, Τουρκοελληνικό Λεξικό, Έκδοση Κέντρου ανατολικών γλωσσών και πολιτισμού, Αθήνα 2000:

yar: αγαπημένος, εραστής αλλά και άλλα συναφή όπως σύζυγος, φίλος, σύντροφος κλπ.
yara: πληγή, τραύμα, λαβωματιά κλπ. Σε τουρκικές διαλέκτους είναι πολύ συνηθισμένη η τροπή του α σε ε και αντίστροφα.
medet: βοήθεια! (με θαυμαστικό!).

Να προσθέσω ότι (επειδή δεν είμαι Πόντιος αλλά μου αρέσουν πολύ τα τραγούδια τους) σχεδόν δεν έχω ακούσει ποντιακό τραγούδι που να μην περιλαμβάνει το γύρισμα “γιαρ γιαρ αμάν”.

Νίκο,

Ευχαριστώ πολύ για την πληροφορία και τη διευκρίνιση.

Ελένη.

Παιδιά χαιρετώ!

Γνωρίζω πως υπάρχουν κι άλλες στροφές σχετικές με το θέμα ή ερωτικές (βλ. Ξανθόπουλο).
Υπάρχει κάποια ένσταση για τους παρακάτω στίχους από Πόντιους και γνωρίζοντες;
Το Τσάμπασιν
Εκάεν και το Τσάμπασιν
κι επέμναν τα τουβάρεα γιάρ γιάρ αμάν
κι επέμναν τα τουβάρεα ωι ωι αμάν
και ν΄ ερρούξαν σο γουρτάρεμαν
τ΄ Ορντούς τα παλληκάρεα γιάρ γιάρ αμάν

Τρανόν γιαγκίν σο Τσάμπασιν
σπίτεα κι θ΄ απομένεν γιάρ γιάρ αμάν
σπίτεα κι θ΄ απομένεν ωι ωι αμάν
μικροί-τρανοί φτωχοί-ζεγκίν
όλ΄ κάθουνταν και κλαίνε γιάρ γιάρ αμάν

Κλαιν΄ του Θεού τα πούλοπα
κλαιν΄ τα πεγαδομάτεα γιάρ γιάρ αμάν
κλαιν΄ τα πεγαδομάτεα ωι ωι αμάν
κλαίει το Τσιαμπλούκ ΄ το Καρακιόλ΄
κλαιν΄ τ΄ έμορφα τ΄ ελάτεα
γιάρ γιάρ αμάν

Εκάεν και το Τσάμπασιν
κι επέμναν τα τουβάρεα γιάρ γιάρ αμάν
κι επέμναν τα τουβάρεα ωι ωι αμάν
Βάι εκάεν κι εμανίεν τ΄ Ορντούς το παρχάρ
και ν΄εκές τιδέν κι επέμνεν μοναχόν σαχτάρ
Αρ΄ εκάεν κι εμανίεν τ΄ Ορντούς το παρχάρ
και ν΄εκές τιδέν κι επέμνεν μοναχόν σαχτάρ

[b]Μήνυμα από συντονιστή:  Μπράβο στον Παραδοξολόγο που, αντί να ανοίξει αμέσως καινούργιο θέμα για την (πολύ ενδιαφέρουσα) ερώτησή του, έψαξε πρώτα και βρήκε.[/b]

Γιαρ γιαραμάν ή γιαραμάς=δεν οφελεί(το γιαρ,η πρώτη συλλαβή απλά επαναλαμβάνεται)
Μεντέτ=βοήθεια
Γιαρέ ( σωστότερα γιαρά=πληγή)

Πώς γράφεται ακριβώς, Λίλα; Στο λεξικό μου υπάρχουν μόνο οι ερμηνείες που δίνω στο #8 (yar)

Δεν ξέρω πως γράφεται,δεν έχω λεξικό,απλά γνωρίζω τη γλώσσα.

Μιά μικρή διόρθωση μόνο .τουβάρε…παλληκάρε…πεγαδομάτε .οι υπόλοιποι στίχοι είναι σωστοί.

Λάζαρε, θα διαφωνήσω μαζί σου -εν μέρει.
Στον πληθυντικό πχ το τουβάρ (ο τοίχος) γίνεται τουβάρạ, με το “ạ” να προφέρεται μεταξύ “α” και “ε”, περισσότερο “ε”. Ομοίως και για τα υπόλοιπα.

Εχεις απόλυτα δίκηο .προφέρονται κάπως μεταξύ ε και α .η προφορά βέβαια διαφέρει εν μέρει απο τόπο σε τόπο

Χορός και τόπος καταγωγής: Διπάτ, Κοτυώρων

Μήπως μπορείτε να βοηθήσετε και στη μετάφραση;
(Αρχαιοελληνική διάλεκτος με προσθήκες Τουρκικών λέξεων)

Εκάεν (κάηκε) και το Τσάμπασιν
κι επέμναν (απέμειναν) τα τουβάρε(α) (ντουβάρια/τοίχοι) γιάρ γιάρ αμάν
κι επέμναν τα τουβάρεα ωι ωι αμάν
και ν΄ ερρούξαν (ρίχτηκαν) σο γουρτάρεμαν (σώσιμο/να το σώσουν)
τ΄ Ορντούς τα παλληκάρε(α) (παλληκάρια/αντάρτες) γιάρ γιάρ αμάν

Τρανόν γιαγκίν (πυρκαγιά/εμπρησμός;) σο Τσάμπασιν
σπίτε(α) κι θ΄ απομένεν γιάρ γιάρ αμάν
σπίτε(α) κι θ΄ απομένεν ωι ωι αμάν
μικροί-τρανοί φτωχοί-ζεγκίν (πλούσιοι;)
όλ΄ κάθουνταν και κλαίνε γιάρ γιάρ αμάν

Κλαιν΄ του Θεού τα πούλοπα (πουλιά)
κλαιν΄ τα πεγαδομάτε(α)(:wink: γιάρ γιάρ αμάν
κλαιν΄ τα πεγαδομάτε(α) ωι ωι αμάν
κλαίει το Τσιαμπλούκ ΄ το Καρακιόλ΄
κλαιν΄ τ΄ έμορφα τ΄ ελάτεα
γιάρ γιάρ αμάν

Εκάεν και το Τσάμπασιν
κι επέμναν τα τουβάρε(α) γιάρ γιάρ αμάν
κι επέμναν τα τουβάρε(α) ωι ωι αμάν
Βάι εκάεν κι εμανίεν (κατεστράφη ολοκληρωτικά)τ΄ Ορντούς το παρχάρ
και ν΄εκές (εκεί πέρα) τιδέν κι επέμνεν (τίποτα δεν απέμεινε) μοναχόν σαχτάρ (μοναχά στάχτη)
Αρ΄ εκάεν κι εμανίεν τ΄ Ορντούς το παρχάρ (βοσκοτόπι :wink:
και ν΄εκές τιδέν κι επέμνεν μοναχόν σαχτάρ

*Επίσης, προφέρεται και “μαναχόν” το “μοναχόν”;
“Γιαγκούν” το “γιαγκίν”;

γιαγκίν :πυρκαγιά (τουρκ)
ζεγκίν : πλούσιοι (τουρκ)
πεγαδοματε(α): τα μάτια του πηγαδιού (δηλ. τα πηγάδια)
παρχαρια: λιβάδια, βοσκοτόπια
μοναχόν και μαναχόν
σε πολλές ποντιακές λέξεις προφέρεται ο αχαιότερος, αν θυμάμαι καλά, τύπος που κάνει το η ε (νύφη, νύφε , Γιάννης, Γιάννες κλπ)

Το δημοτικό αυτό τραγούδι του Πόντου αναφέρεται σε φωτιά του 1913 που έκαψε το μεγαλύτερο μέρος των δίπατων ξύλινων σπιτιών στο Τσάμπασι.

ΤΣΑΜΠΑΣΙΝ

Κάηκε και το Τσάμπασι
κι έμειναν μόνο οι τοίχοι (των σπιτιών)
Και ρίχτηκαν να σώσουν (τους κινδυνεύοντες)*
τα παλικάρια του Ορντού

Μεγάλη φωτιά στο Τσάμπασι
Δεν θα μείνουν σπίτια
Φτωχοί και πλούσιοι
Όλοι κάθονται και κλαίνε

Κλαίνε τα πουλιά
Κλαίνε οι πηγές (τα κεφαλόβρυσα)
Κλαίει το Τσαμλίκ, το Καρακιόλ
Κλαίνε τα όμορφα έλατα

Κάηκε και το Τσιάμπασι
Και έμειναν οι τοίχοι
Κάηκε και καταστράφηκε
το παρχάρι του Ορντού
κι εκεί δεν έμεινε τίποτα
μονάχα στάχτη

Κατύωρα: η παραθαλάσσια πόλη Ορντού (στα Τουρκ. σημαίνει στρατόπεδο-έδρα στρατιάς) δίπλα στον ποταμό μελάνθιο (μελετ σήμερα), κοντά στην Κερασούντα.
Τσαμπασι: Σε απόσταση 57 χλμ Ν του Ορντού βρίσκεται σε υψομ. 2000 μ. το οροπέδιο με το θαυμάσιο κλίμα, του Τσάμπασι. Αποτελούσε τόπο παραθερισμού των Ορντουλίδων
Καρακιόλ: Βουνό της Κερασούντας με υψόμετρο άνω των 3000 μ.
Πεγαδομάτε(α): πηγές, κεφαλόβρυσα
Παρχάρια: Οροπέδια-βοσκότοποι, με θαυμάσιο κλίμα, στον Πόντο
Τσαμλουκ (Τσαμλικ) : χωριό της περιοχής
Γιαγκούν: Είναι η προφορά της λέξης Γιαγκίν, όπου το τελευταίο «ι» προφέρεται «κλειστό», όπως το «ϋ» περίπου των Γάλλων
Μαναχόν-μοναχόν : μόνο (διαφορετική προφορά)

“Η Ρωμανία κι αν πέρασε, ανθεί και φέρει κι άλλο” :088:

[LEFT]Σας ευχαριστώ πολύ για τις πληροφορίες:)

Για όσους δεν το γνωρίζουν (κι εγώ μόλις το έμαθα) υπάρχει πλέον και

[/LEFT]
Η Βικιπαίδεια σα Ποντιακά[LEFT] [/LEFT]
τα Ρωμαίικα τη Πόντονος

[LEFT]
[/LEFT]
Ανοιχτόν εγκυκλοπαίδεια ντο γράφκεται και τρανείν απ’ ατείντς π’ θέλνε.[LEFT]

:088:[/LEFT]

η Ορντούς είναι περιοχή του Πόντου που την λεηλάτησαν την έκαψαν κι έμειναν μόνο οι στάχτες(σαχτάρ)στα βουνά ( το παρχάρ)…
μοιρολογεί και λέει:
πυρ και μανία έγιναν της Ορντούς τα βουνά
κι εκεί τίποτε άλλο δεν έμεινε εκτός από στάχτη
αχ…πώς κάηκαν όλα της Ορντούς τα βουνά
κι εκεί τίποτε άλλο δεν έμεινε εκτός από στάχτη

από τη λέξη -παρχάρ- που είναι και περιοχή του Πόντου με άγρια βουνά προέρχεται και το επίθετο"Παρχαρίδης"…
απ’ την Ορντού…“Ορδουλίδης”…

και το Τσιάμπασιν μεγαλόπολη ήταν…

Lila, μην μπερδεύεσαι…
Ορντού είναι η πόλη Κοτύωρα του Πόντου.
Παρχάρια δεν είναι συγκεκριμένη περιοχή αλλά τα οροπέδια των Ποντικών Άλπεων, σε διάφορες περιοχές, που αλλού τα χρησιμοποιούσαν ως βοσκοτόπια κι αλλού ως τοπους παραθέρισης.
Το Τσάμπασι είναι το παρχάρι του Ορντού στο οποίο κατέφευγαν το καλοκαίρι οι κάτοικοι του Ορντού για να αποφύγουν το υγρό και αποπνικτικό κλίμα του. Είχε πολλές ξύλινες κατοικίες παραθέρισης που κάηκαν από πυρκαγιά το 1913 και το γεγονός μνημονεύεται στο τραγούδι.
(πρβλ και “ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΑ ΚΟΤΥΩΡΩΝ”-Ξεν. Ακογλου (Ξενου Ξενιτα)_Αθηνα 1939, Μέρος Α’-κεφαλαιο 1ο)